ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Α. Χρίστου (κα), για τους Αιτητές. για τους Καθ΄ ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-01-30 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Δ.Ε.Π.Ε ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 5819/2013, 30/1/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D53

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 5819/2013)

 

30 Ιανουαρίου 2015

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ, Δ.Ε.Π.Ε,

Αιτητές

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση

----------------------------------

Αίτηση ημερ. 30 Σεπτεμβρίου 2014

Α. Χρίστου (κα), για τους Αιτητές.

Ε. Παπαγεωργίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

----------------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

         ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Οι αιτητές επιδιώκουν τη συνένωση της παρούσας προσφυγής με την υπ΄ αρ. 5820/2013 προσφυγή στη βάση του ότι οι διάδικοι είναι οι ίδιοι, οι δε προσφυγές αφορούν δύο διοικητικές πράξεις αναφορικά με την απόφαση του Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας ημερ. 17.5.2013, με τις οποίες οι αιτητές υποχρεώνονται στην καταβολή Φ.Π.Α. για την περίοδο Δεκεμβρίου 2012-Φεβρουαρίου 2013, καθώς και για χρηματική επιβάρυνση πρόσθετου φόρου και τόκου.  Οι αιτητές θεωρούν ότι εγείρονται κοινά νομικά σημεία τέτοιας σημασίας ώστε να είναι επιθυμητή ή και αναγκαία η συνεκδίκαση των δύο προσφυγών. 

 

         Ο Έφορος Φ.Π.Α. ενίσταται στη συνεκδίκαση των προσφυγών με γνώμονα τη θέση του ότι οι επίδικες πράξεις είναι διαφορετικής φύσεως, αφορούν δύο διαφορετικά ζητήματα, με αποτέλεσμα ούτε τα νομικά σημεία να είναι τα ίδια.  Το μόνο κοινό σημείο των δύο προσφυγών είναι ότι οι αιτητές είναι οι ίδιοι.  Ο Έφορος θεωρεί ότι δεν υπάρχουν κοινά επίδικα θέματα, ούτε το κύρος της μιας θα επηρεάσει το κύρος της άλλης.  Η προσφυγή υπ΄ αρ. 5819/2013 προσβάλλει επιστολή πληροφοριακής στην ουσία φύσεως, ενώ η προσφυγή υπ΄ αρ. 5820/2013 προσβάλλει την επιβολή χρηματικών επιβαρύνσεων και τόκων ως άμεσων συνεπειών δυνάμει του σχετικού Νόμου.

 

 Η κα Παπαγεωργίου κατά τις διευκρινίσεις ανέφερε ότι η προσβαλλόμενη με την υπ΄ αρ. 5819/2013 πράξη δεν είναι εκτελεστή διότι με αυτή ο Έφορος απλώς πληροφόρησε τους αιτητές για ορισμένα θέματα, ενώ άλλη είναι η πράξη που δυνατό να θεωρηθεί ότι αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη.  Είναι δυνάμει της άλλης αυτής πράξης που επιβλήθηκαν η πρόσθετη επιβάρυνση και οι τόκοι.  Επομένως οι προσφυγές αφορούν σε δύο διαφορετικά ζητήματα.  Ακόμη και σχετικές να θεωρηθούν μεταξύ τους, δεν έχουν κοινά επίδικα θέματα ώστε να είναι κατάλληλη περίπτωση για συνεκδίκαση. 

 

         Η κα Χρίστου, από την άλλη, κατά τις διευκρινίσεις αναφέρθηκε διεξοδικά στη νομολογία επί του θέματος με παραπομπή στα λαμβανόμενα στις αστικής φύσεως  υποθέσεις όταν επιδιώκεται συνεκδίκαση, οι αρχές των οποίων εφαρμόζονται κατά τους Κανονισμούς 18 και 19 του περί του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Διαδικαστικού Κανονισμού 1962 και στις προσφυγές.  Η συνήγορος θεωρεί ότι το αποτέλεσμα της προσφυγής υπ΄ αρ. 5819/2013 θα συμπαρασύρει ή θα επηρεάσει το αποτέλεσμα της προσφυγής στην υπ΄ αρ. 5820/2013.  Οι προσβαλλόμενες πράξεις στις δύο προσφυγές είναι απόλυτα συναφείς εφόσον η μια αποτελεί προϋπόθεση της άλλης, αφορούν τους ίδιους διαδίκους, βασίζονται στην ίδια νομοθεσία, εκδόθηκαν από το ίδιο διοικητικό όργανο και έχουν ταυτόσημη αιτιολογία.  Η ορθότητα της απόφασης στη δεύτερη σε αριθμό προσφυγή εξαρτάται από την ορθότητα της απόφασης στην πρώτη προσφυγή.  Επομένως, το Δικαστήριο θα πρέπει να εξετάσει ενιαία τη νομιμότητα των δύο αποφάσεων  λαμβάνοντας υπόψη ότι έχουν εγερθεί και προδικαστικές ενστάσεις σε κάθε μια από τις δύο προσφυγές, οι οποίες και θα εξεταστούν μαζί σε περίπτωση έκδοσης διατάγματος συνεκδίκασης. 

 

         Διαπιστώνονται τα ακόλουθα:  με την υπ΄ αρ. 5819/2013 προσφυγή, οι αιτητές επιδιώκουν την ακύρωση της απόφασης καταβολής Φ.Π.Α. για την περίοδο Δεκεμβρίου 2012-Φεβρουαρίου 2013, παρά το γεγονός ότι ο οφειλόμενος Φ.Π.Α. είχε εισπραχθεί από τους αιτητές και είχε κατατεθεί σε λογαριασμό που αυτοί διατηρούν προς όφελος του Εφόρου.  Δεν ήταν όμως διαθέσιμος στους αιτητές λόγω των μέτρων εξυγίανσης που επιβλήθηκαν στους λογαριασμούς των αιτητών δυνάμει του περί Πώλησης Εργασιών της Cyprus Popular Bank Public Co Ltd, Κ.Δ.Π. 104/2013.  Με την έτερη προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση επιβολής χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου λόγω της μη καταβολής του Φ.Π.Α., εφόσον ο οφειλόμενος φόρος δεν ήταν διαθέσιμος στον Έφορο συνεπεία των μέτρων εξυγίανσης. 

 

         Τα πιο πάνω είναι η επιγραμματική διατύπωση του αιτητικού της κάθε προσφυγής όπως αναφέρεται στο σώμα εκάστης και επαναλαμβάνεται στην αίτηση για συνένωση και τη γραπτή αγόρευση των αιτητών.  Τα γεγονότα που προηγήθηκαν της καταχώρησης των δύο προσφυγών είναι πιο περίπλοκα.  Καταγράφονται στα γεγονότα που υποστηρίζουν την  κάθε προσφυγή, στον Πίνακα Β, και είναι πανομοιότυπα και στις δύο.  Αφορούν την ανάγκη στην οποία βρέθηκε η Δημοκρατία να αιτηθεί την ένταξη της στο Μηχανισμό Στήριξης της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τον Ιούλιο 2012 και τη μετέπειτα συμφωνία που επήλθε μεταξύ της Κυβέρνησης της Δημοκρατίας με το λεγόμενο «Euro Group».  Η συμφωνία περί οικονομικής ενίσχυσης και χρηματοδότησης περιλάμβανε την αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα και προς τούτο η Βουλή των Αντιπροσώπων ψήφισε επείγουσες νομοθεσίες σχετιζόμενες με την τραπεζική εξυγίανση.  Εκδόθηκαν στη συνέχεια διατάγματα από το Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, ενεργούσας ως Αρχή Εξυγίανσης προς υλοποίηση της συμφωνίας που επετεύχθη με το «Euro Group».  Η Κ.Δ.Π. 104/2013 αφορούσε την πώληση των εργασιών της Cyprus Popular Bank Public Co Ltd, στην οποία οι αιτητές είχαν λογαριασμούς.  Μετά την εν λόγω Κ.Δ.Π., το διαθέσιμο  ποσό του λογαριασμού ήταν μόνο μερικές χιλιάδες ευρώ από ένα σύνολο εκατοντάδων χιλιάδων.  Στις 19.4.2013, οι αιτητές απέστειλαν επιστολή στον Έφορο Φ.Π.Α. εκχωρώντας σ΄ αυτόν τα δικαιώματα είσπραξης του οφειλόμενου Φ.Π.Α. από το λογαριασμό τους στην πιο πάνω τράπεζα στην οποία ήταν κατατεθειμένο ένα ποσό προς όφελος του Εφόρου, πλην όμως μη διαθέσιμο ως αποτέλεσμα των μέτρων εξυγίανσης.

 

         Ο Έφορος Φ.Π.Α. απάντησε αρνητικά στις 17.5.2013 με αναφορά σε πρόνοιες του σχετικού Νόμου, προβάλλοντας τη θέση ότι η είσπραξη του οφειλόμενου φόρου, που αποτελούσε ταυτόχρονα και υποχρέωση των αιτητών, δεν μπορούσε να τίθεται υπό αίρεση, ούτε μπορούσε να εκχωρηθεί η δυνατότητα είσπραξης. Η επιστολή ημερ. 17.5.2013, που είναι η προσβαλλόμενη πράξη στην προσφυγή υπ΄ αρ. 5819/2013, καταλήγει με το συμπέρασμα ότι η περί Φ.Π.Α. νομοθεσία δεν δίδει τη δυνατότητα στον Έφορο να επιβάλει ή μη τη χρηματική επιβάρυνση και τόκο που προβλέπονται.  Επομένως, αναφέρεται, «Σε περίπτωση που το ποσό δεν  καταβληθεί έγκαιρα, τότε θα επιβληθούν οι χρηματικές επιβαρύνσεις με βάση το άρθρο 45(3) και (4) και θα προχωρήσει άμεσα σε καταχώρηση ποινικής δίωξης με βάση τις διατάξεις της περί Φ.Π.Α. Νομοθεσίας.».

 

         Προηγήθηκε στις 8.5.2013, η επιβολή της χρηματικής επιβάρυνσης υπό τύπο πρόσθετου φόρου ίσου προς 10% επί του οφειλόμενου φόρου που δεν είχε καταβληθεί έγκαιρα.  Η επιβάρυνση αυτή κοινοποιήθηκε στους αιτητές, σύμφωνα με τους ίδιους, στις 17.5.29013.  Αυτή η επιβάρυνση αποτελεί το αντικείμενο της  προσφυγής υπ΄ αρ. 5820/2013.

 

         Η συνένωση προσφυγών, κατά τη νομολογία που ακολουθείται, επιτρέπεται στη βάση των κριτηρίων που έχουν αναπτυχθεί και για τις πολιτικές υποθέσεις.  Όπως έχει διατυπωθεί, μεταξύ άλλων, και στην υπόθεση Ανδρούλλα Ανδρέα Γεωργίου ν. Δήμου Λεμεσού (Αρ. 4) (1992) 4 Α.Α.Δ. 3225, η συνένωση επιτρέπεται εφόσον υπάρχουν κοινά σημεία νομικά και πραγματικά τέτοιας σημασίας και έκτασης που να στοιχειοθετούν ουσιώδη συνάφεια μεταξύ των επιδίκων θεμάτων.  Βασικό κριτήριο για τη συνένωση είναι το ευρύτερο όφελος που μπορεί να προκύψει από την ταυτόχρονη εκδίκαση τους, όφελος που ανάγεται κατά κύριο λόγο στην περίσωση εξόδων, την αποφυγή πολλαπλότητας διαδικασιών, την αποφυγή επαναλήψεων και την ευχερέστερη κατανόηση των επιδίκων θεμάτων.  Αναφορά μπορεί να γίνει και στη Μακρίδης ν. Μιχαηλίδου(1990) 1 Α.Α.Δ. 416, που αφορά τη συνένωση εφέσεων, οι αρχές όμως είναι ταυτόσημες και εφαρμόζονται και στις αγωγές και στις προσφυγές.  Η συνάφεια των επιδίκων θεμάτων ως κριτήριο συνεκδίκασης είναι επίσης σημαντικό, συναφείς δε θεωρούνται οι πράξεις που είτε αποτελούν η μια προϋπόθεση της άλλης, είτε βασίζονται στις ίδιες διατάξεις του νόμου, εκδόθηκαν κατά την ίδια διοικητική διαδικασία και από το ίδιο διοικητικό όργανο, (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1950, σελ. 274 και Δέσποινα Κυπριανού κ.ά. ν. Πανεπιστημίου Κύπρου, συνεκδ. υποθ. αρ. 1519/2009 κ.ά., ημερ. 20.7.2012.). 

 

         Αναφέρθησαν ανωτέρω τα γεγονότα με κάποια λεπτομέρεια και αποτελεί εν τέλει την κρίση του Δικαστηρίου ότι ευχερώς μπορούν οι δύο προσφυγές να συνενωθούν μεταξύ τους ιδιαιτέρως προς το σκοπό της περίσωσης εξόδων, αλλά και της επίλυσης των θεμάτων που αναφύονται στις προσφυγές, οι οποίες αφορούν τους ίδιους αιτητές, την ίδια διοικητική αρχή και βασίζονται στα ίδια ουσιαστικά γεγονότα.  Παρόλο που δεν θα μπορούσαν οι δύο αποφάσεις που προσβάλλονται στις δύο προσφυγές να χαρακτηριστούν ως απόλυτα συναφείς μεταξύ τους, εν τούτοις από τη μελέτη των δεδομένων προκύπτει ότι στην ουσία θα εξεταστεί από το Δικαστήριο το βάσιμο της θέσης των αιτητών στην υπ΄ αρ. 5819/2013 προσφυγή περί του λανθασμένου της απόφασης του Εφόρου ημερ. 17.5.2013.

 

Η κα Παπαγεωργίου εισηγήθηκε ότι η επιστολή αυτή της διοίκησης αποτελεί πληροφοριακού περιεχομένου απόφαση που δεν επιφέρει εκτελεστή συνέπεια στους αιτητές.  Με αυτή, κατά τη θέση της συνηγόρου, οι αιτητές πληροφορούνται απλώς περί ορισμένων δεδομένων.  Είναι όμως πρόωρο το στάδιο αυτό για να εξεταστεί σε βάθος η ένσταση της Δημοκρατίας περί μη εκτελεστής διοικητικής πράξης, διότι οι αιτητές με την επιστολή τους ημερ. 19.4.2013 ζήτησαν από τον Έφορο να λάβει τον οφειλόμενο Φ.Π.Α. από τους λογαριασμούς των αιτητών στη Λαϊκή Τράπεζα, οι οποίοι λογαριασμοί είχαν δεσμευθεί ως προς το οφειλόμενο Φ.Π.Α. προς όφελος του Εφόρου, πλην όμως δεν μπορούσαν οι ίδιοι, ως γίνεται αντιληπτή η εισήγηση τους, να προχωρήσουν στην εν πράξει καταβολή του φόρου εφόσον οι λογαριασμοί ήταν δεσμευμένοι ως αποτέλεσμα της διαδικασίας εξυγίανσης.  Κατά πόσο η απόφαση με την οποία ο Έφορος απέρριψε το αίτημα αποτελεί ή όχι εκτελεστή πράξη,  παραμένει ερώτημα το οποίο θα πρέπει να εξεταστεί κατά την εκδίκαση της ουσίας των προσφυγών. 

 

         Απασχόλησε το Δικαστήριο το γεγονός ότι η προσφυγή υπ΄ αρ. 5820/2013 προσβάλλει απόφαση δέσμιας ενέργειας της διοίκησης εφόσον με τη μη καταβολή του οφειλόμενου φόρου επέρχεται αυτομάτως η επιβολή επιβάρυνσης, προστίμου και τόκου ώστε να μην τίθεται ζήτημα διακριτικής ευχέρειας, (Μίχαλος Δημητρίου Λτδ ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 675).  Με βάση τη νομολογία, η πρόσθετη αυτή επιβάρυνση δεν αποτελεί αυτοτελή διοικητική πράξη δυνάμενη να τύχει αναθεώρησης κατά το Άρθρο 146 του Συντάγματος, (Καλαπαλίκκης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 818, Sirocco Fashion Center Ltd v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1679/2007, ημερ. 30.11.2010 και Panipsos Ltd v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 743/2010, ημερ. 27.9.2012).   Είναι περαιτέρω γεγονός ότι η πρόσθετη αυτή επιβάρυνση επιβλήθηκε στις 8.5.2013, πριν δηλαδή την επιστολή ημερ. 17.5.2013 που προσβάλλεται με την πρώτη προσφυγή.  Ταυτόχρονα, όμως, παρατηρείται ότι η φορολογική περίοδος για την οποία επιβλήθηκε ο πρόσθετος φόρος είναι η ίδια με αυτή για την οποία οι αιτητές με την επιστολή τους ημερ. 19.4.2013 ζήτησαν από τον Έφορο να αποδεχθεί εκχώρηση του κατατεθειμένου στους λογαριασμούς τους ποσού του οφειλόμενου Φ.Π.Α. για την ίδια περίοδο.  Εάν συνεπώς κριθεί ότι οι αιτητές δεν είχαν αρνηθεί ή παραλείψει να καταβάλουν τον οφειλόμενο Φ.Π.Α., τότε ενδεχομένως και η επιβάρυνση που ακολούθησε να μην ήταν νομίμως επιβληθείσα. 

 

         Συνεπώς για όλους τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση συνεκδίκασης των δύο προσφυγών εγκρίνεται με έξοδα υπέρ των αιτητών και εναντίον των καθ΄ ων, ως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, καταβλητέα όμως στο τέλος της εκδίκασης των δύο υποθέσεων.

 

 

 

 

 

 

 

 

                                                   Στ. Ναθαναήλ,

                                                               Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο