ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D20
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1177/2013)
16 Ιανουαρίου, 2015
[Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ (ΤΜΗΜΑ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ),
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
Η Αιτήτρια εμφανίζεται προσωπικά.
Ευγενία Παπαγεωργίου - Καρακάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια, κ. Μαρία Αναστασιάδου, με την παρούσα προσφυγή, επιδιώκει την ακύρωση της γραπτής απαίτησης των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας των καθ' ων η αίτηση, ημερομηνίας 24.4.2013, για άμεση εξόφληση από αυτήν του χρέους της, ύψους €22.878,17, θεωρώντας την, προφανώς, ως απόφαση εν τη εννοία του ΄Αρθρου 146.1 του Συντάγματος. Με την ίδια επιστολή, οι καθ' ων η αίτηση πληροφορούσαν, επίσης, την αιτήτρια ότι, σε περίπτωση παράλειψής της να συμμορφωθεί, θα καταχωρούσαν αγωγή εναντίον της, για την είσπραξη, όπως ανέφεραν, του οφειλόμενου ποσού.
Η αιτήτρια, η οποία χειρίστηκε, σε όλα τα στάδια, μόνη της την υπόθεσή της, δεν επικαλείται οποιουσδήποτε νομικούς λόγους, γιατί αυτή θα πρέπει να έχει επιτυχή κατάληξη. Από απόψεως δε γεγονότων, το μόνο που αναφέρει είναι ότι η ίδια έπαυσε, εδώ και οκτώ χρόνια, να λαμβάνει δημόσιο βοήθημα. Καθίσταται, όμως, έτσι, προφανής ο τομέας, εντός του οποίου εμπίπτει η παρούσα διαφορά και, ειδικά, το παράπονό της αιτήτριας κ. Αναστασιάδου. Τα γεγονότα, τα οποία την στοιχειοθετούν, παρατίθενται, με επάρκεια, στην ένσταση των καθ' ων η αίτηση και δεν έχουν αμφισβητηθεί. Η εξέταση της παρούσας προσφυγής βασίζεται σε αυτά, καθώς και στις αρχές που διέπουν τα απορρέοντα από τα εν λόγω γεγονότα συμπεράσματα.
΄Οπως προκύπτει, λοιπόν, από τα σχετικά γεγονότα, η αιτήτρια, ηλικίας 63 ετών, διαζευγμένη και μητέρα τεσσάρων ενήλικων παιδιών, διαμένουσα σε ιδιόκτητη κατοικία στη Λευκωσία, υπέβαλε, στις 7.5.1997, στο Τμήμα Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, αίτηση για παροχή προς αυτή δημόσιου βοηθήματος. Η αίτησή της εγκρίθηκε, δυνάμει του άρθρου 3(1) του περί Δημόσιων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου του 1991, (Ν. 8/1991). Της παρεχόταν δημόσιο βοήθημα, για το λόγο ότι αυτή ήταν, αρχικά, άνεργη και, στη συνέχεια, ανίκανη για εργασία, σύμφωνα με ιατρικές βεβαιώσεις, οι οποίες δόθηκαν για το σκοπό αυτό. Η παροχή του τερματίστηκε από την 1.9.2005, όταν, στις 25.8.2005, διαπιστώθηκε, από λειτουργό του προαναφερθέντος Τμήματος, ότι η αιτήτρια εργοδοτείτο ως έκτακτη υπάλληλος, με πλήρη απασχόληση, στο Τμήμα Ταχυδρομικών Υπηρεσιών. Με βάση τα δεδομένα αυτά, κρίθηκε ότι αυτή δε δικαιούταν δημόσιου βοηθήματος· δεν πληρούσε τις σχετικές προς τούτο πρόνοιες του άρθρου 3(1) του προαναφερθέντος Νόμου. Η ενημέρωση της αιτήτριας για τον επικείμενο τερματισμό του δημόσιου βοηθήματος έγινε προφορικά, στις 25.8.2005, ευθύς μόλις διαπιστώθηκε ότι αυτή δεν πληρούσε τις σχετικές πρόνοιες του Νόμου.
Επιπρόσθετα, για το λόγο ότι η αιτήτρια δεν ενημέρωσε, ως όφειλε, το Τμήμα Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας για την προαναφερθείσα εργοδότησή της, καθώς, επίσης, για τα εισοδήματά της, υπολογίστηκε ως υπερπληρωμή προς αυτή, με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 13(1) του εν λόγω Νόμου, το ποσό των Λ.Κ.11.815,54, το οποίο αντιστοιχεί στο ποσό των €22.878,17. Για την απόφαση αυτή και τα συνεπακόλουθά της, ενημερώθηκε η ίδια με επιστολή του Επαρχιακού Λειτουργού Ευημερίας, ημερομηνίας 8.11.2005. Συγκεκριμένα, αυτή πληροφορείτο τα εξής:-
«Επικοινωνώ μαζί σας για να σας ενημερώσω για την ύπαρξη υπερπληρωμής ύψους £11,815.54. Η υπερπληρωμή προέκυψε αφού ενώ ήσασταν λήπτρια δημοσίου βοηθήματος εργαζόσασταν ως ταχυδρομικός υπάλληλος, γεγονός για το οποίο παραλείψατε να ενημερώσετε το Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας.
Το πιο πάνω ποσό των £11.815.54 πρέπει να επιστραφεί στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Λευκωσίας, για αποφυγή λήψης δικαστικών μέτρων.
Παρακαλώ όπως επικοινωνήσετε με το Γραφείο μας εντός 15 ημερών για να γίνουν διευθετήσεις όσον αφορά το ποσό μηνιαίας δόσης που μπορείτε να καταβάλλετε για την αποπληρωμή της υπάρχουσας υπερπληρωμής.
Είμαι στη διάθεση σας για επεξηγήσεις που πιθανόν να θέλετε σχετικά με το θέμα.»
Η πιο πάνω απόφαση, όπως και η προηγηθείσα για τον τερματισμό του δημόσιου βοηθήματος, ημερομηνίας 25.8.2005, δεν έχουν προσβληθεί από την αιτήτρια με προσφυγή. Από τότε, έγιναν διάφορες συναντήσεις και γραπτές επικοινωνίες λειτουργών του πιο πάνω Τμήματος με την αιτήτρια, προς το σκοπό εξεύρεσης διευθέτησης για ανάκτηση του θεωρουμένου ως υπερπληρωθέντος προς αυτήν προαναφερθέντος ποσού. Δεν υπήρξε, όμως, οποιαδήποτε θετική ανταπόκριση από την αιτήτρια. Η τελευταία τέτοια γραπτή επικοινωνία με την αιτήτρια έγινε στις 24.4.2013, με την προσβαλλόμενη επιστολή. Συγκεκριμένα, η Διευθύντρια του εν λόγω Τμήματος, απευθυνόμενη προς αυτήν και αναφερόμενη στο θέμα «Υπερπληρωμή Δημοσίου Βοηθήματος», της έλεγε τα εξής:-
«Για το πιο πάνω θέμα και συνέχεια επιστολών Κοινωνικών Υπηρεσιών προς εσάς, παρακαλώ όπως προβείτε άμεσα στην εξόφληση του χρέους σας ύψους €22878,17 άλλως θα καταχωρηθεί αγωγή εναντίον σας για είσπραξη οφειλόμενου ποσού.»
Η αιτήτρια αντέδρασε, με την καταχώριση της παρούσας προσφυγής. Προφανώς, δεν είχε νομική συμβουλή, όταν προέβαινε στην πράξη της αυτή, ενώ δεν είναι, επίσης, βέβαιο, αν η ίδια έχει καθόλου γνώση της καταλληλότητας του δικονομικού διαβήματος της προσφυγής, το οποίο έχει χρησιμοποιήσει στην προκειμένη περίπτωση, προσβάλλοντας το περιεχόμενο της τελευταίας πιο πάνω επιστολής.
Το πρώτο που προβλήθηκε, εκ μέρους των καθ' ων η αίτηση, είναι ότι, με την προσφυγή αυτή, δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη, εντός της εννοίας του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος. Το περιεχόμενο της επιστολής της 24.4.2013 αποτελεί πράξη εκτελέσεως και/ή πράξη βεβαιωτικής φύσεως. Αναμφίβολα, η θέση αυτή είναι ορθή. Τα όσα αναφέρονται σε αυτήν, ουσιαστικά, συνιστούν και τα δύο.
Κατ' αρχάς, με την εν λόγω επιστολή, εμμέσως πλην σαφώς, βεβαιώνεται η προηγηθείσα απόφαση των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας της 8.11.2005, για την ύπαρξη υπερπληρωμής, η οποία έγινε προς την αιτήτρια, καθ' ον χρόνο αυτή ήταν λήπτρια δημόσιου βοηθήματος, (βλ. Δήμος Λευκωσίας ν. Γρηγορίου (1996) 3 Α.Α.Δ. 191). Επιπρόσθετα, με την ίδια επιστολή, επαναλαμβάνεται η πρόθεση του εν λόγω Τμήματος για λήψη εναντίον της δικαστικών μέτρων, σε περίπτωση παράλειψής της να προβεί άμεσα στην αποπληρωμή του ποσού, το οποίο της είχε καταβληθεί ως υπερπληρωμή. Αποτελεί η τελευταία αυτή προειδοποίηση πράξη εκτέλεσης, στα πλαίσια των προσπαθειών της διοίκησης για είσπραξη του οφειλόμενου ποσού, (βλ. Γιασεμίδου κ.ά. ν. Δημοτ. Συμβουλίου κ.ά. (Αρ. 1) (1996) 3 Α.Α.Δ. 357).
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω διαπιστώσεων, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας. Αυτά να υπολογιστούν από την Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Γ.Ν. Γιασεμής,
Δ.
/ΜΠ