ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D993
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 69/2013)
22 Δεκεμβρίου 2014
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
I. SOTERIOU CONSTRUCTIONS LTD,
Αιτητές
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΕΡΓΩΝ,
3. ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση
---------------------------------
Α. Χρίστου (κα) για Ιωαννίδης Δημητρίου Δ.Ε.Π.Ε.,
για τους Αιτητές.
Δ. Καλλή (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,
για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
----------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η κατακυρωθείσα στους αιτητές προσφορά από την Αναθέτουσα Αρχή, Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως του Υπουργείου Εσωτερικών, για την επιδιόρθωση κτιρίων Κυβερνητικού Οικισμού στο Στρόβολο ΙΙ στη Λευκωσία, Φάση Γ - Συγκρότημα Σ2 (13 ισόγειες και 83 διόροφες κατοικίες), ακυρώθηκε από την Αναθέτουσα Αρχή με επιστολή ημερ. 26.11.2012 με επίκληση τις πρόνοιες του εδαφίου (2)(ε) της παραγράφου 8.2 του Τόμου Α΄ των εγγράφων διαγωνισμού «.. λόγω της δύσκολης δημοσιονομικής κατάστασης στην οποία περιέπεσε η οικονομία της Κύπρου, γεγονός το οποίο δεν μπορούσε να προβλεφθεί κατά το στάδιο προκήρυξης του ανωτέρου διαγωνισμού. Ενόψει των ανωτέρω η κατασκευή του Έργου αυτού, δεν θα καταστεί δυνατή και δεν θα προχωρήσουμε στην υπογραφή της σύμβασης.».
Οι αιτητές επιδιώκουν με την προσφυγή τους την ακύρωση της πιο πάνω απόφασης για σειρά νομικών λόγων που εξειδικεύονται όμως και συνεπώς περιορίζονται στη γραπτή αγόρευση τους, στην έλλειψη ειδικής αιτιολογίας ως προς την ανάκληση της διοικητικής πράξης και μη εξειδίκευση των λόγων δημοσίου συμφέροντος, την αναρμόδια ανάμειξη του Υπουργείου Οικονομικών, την παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης, την παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης και την ανεπάρκεια της δύσκολης δημοσιονομικής κατάστασης της οικονομίας ως λόγο δημοσίου συμφέροντος.
Οι αιτητές είχαν εμπροθέσμως υποβάλει προσφορά στον ανοικτό διαγωνισμό που προκήρυξε η Αναθέτουσα Αρχή στις 28.11.2011, με κριτήριο ανάθεσης τη χαμηλότερη τιμή με τη συνοδεία εγγύησης συμμετοχής με ημερομηνία λήξης τις 13.8.2012. Η Επιτροπή Αξιολόγησης Προσφορών του Τμήματος της Αναθέτουσας Αρχής, αφού αξιολόγησε τις υποβληθείσες προσφορές, εισηγήθηκε την κατακύρωση της προσφοράς στους αιτητές έναντι του συνολικού ποσού του €1.690.560,00 πλέον Φ.Π.Α. Το Συμβούλιο Προσφορών του Υπουργείου Εσωτερικών αποδέχθηκε την εισήγηση και στις 23.5.2012 αποφάσισε την κατακύρωση της προσφοράς στους αιτητές. Στις 25.5.2012, η Αναθέτουσα Αρχή ενημέρωσε τους αιτητές ως επιτυχόντα προσφοροδότη για την κατ΄ αρχή μη οριστική απόφαση να τους ανατεθεί η σύμβαση. Η Επιτροπή Αξιολόγησης Προσφορών επανασυγκλήθηκε εκτάκτως στις 30.5.2012 λόγω της παρεμβολής άλλου οικονομικού φορέα προς επανεξέταση της ανάθεσης της προσφοράς του, αλλά παρέμεινε με την αρχική εισήγηση ότι οι αιτητές εξακολουθούσαν να ήταν ο έγκυρος οικονομικός φορέας με τη χαμηλότερη τιμή προσφοράς.
Το Συμβούλιο Προσφορών στις 6.6.2012 μετά από μελέτη των νέων δεδομένων ανακάλεσε την απόφαση του ημερ. 23.5.2012 και μετά από επανεξέταση αποφάσισε και πάλι την κατακύρωση της προσφοράς στους αιτητές, οι οποίοι και ενημερώθηκαν σχετικά από την Αναθέτουσα Αρχή στις 8.6.2012. Την 1.8.2012 οι αιτητές ενημερώθηκαν με επιστολή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως ότι η περίοδος ισχύος της εγγύησης τους έληγε στις 13.8.2012, με την παράκληση όπως αυτή παραταθεί μέχρι τις 13.11.2012 σύμφωνα με τους όρους των εγγράφων προσφοράς και προσκομιστεί στο Τμήμα μέχρι τις 8.8.2012. Οι αιτητές συμμορφώθηκαν υποβάλλοντας στις 3.8.2012, μέσω της Λαϊκής Τράπεζας, παράταση της εγγυητικής μέχρι τις 13.11.2012.
Στο μεταξύ το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως έλαβε οδηγίες από το Υπουργείο Οικονομικών ότι λόγω της δύσκολης δημοσιονομικής κατάστασης η σύμβαση δεν μπορούσε να υλοποιηθεί, με αποτέλεσμα το Συμβούλιο Προσφορών του Υπουργείου Εσωτερικών, αφού μελέτησε την επιστολή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως που του απεστάλη σχετικά, αποφάσισε να ακυρώσει το διαγωνισμό σύμφωνα με την παράγραφο 34(5)(ε) της Κ.Δ.Π. 201/2007. Εν τέλει η Αναθέτουσα Αρχή ενημέρωσε τους αιτητές με την επιστολή ακύρωσης ημερ. 26.11.2012 που αποτελεί και την προσβαλλόμενη πράξη.
Εγείρονται από τους καθ΄ ων δύο προδικαστικές ενστάσεις. Ότι οι αιτητές στερούνται του αναγκαίου εννόμου συμφέροντος καθότι κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης πράξης η ισχύς της προσφοράς τους είχε λήξει χωρίς να ανανεωθεί. Και περαιτέρω ότι κωλύονται να εγείρουν την παρούσα προσφυγή καθότι αυτή είναι αλυσιτελής υπό την έννοια ότι δεν θα έχουν καμία ωφέλεια από την ακύρωση της πράξης. Η πρώτη προδικαστική ένσταση δεν μπορεί να γίνει δεκτή διότι οι αιτητές έπραξαν ότι ζητήθηκε από αυτούς. Με βάση τα δεδομένα που περιέχονται στην ένσταση των καθ΄ ων και τους κατατεθέντες διοικητικούς φακέλους, απέστειλαν την ανανέωση της εγγυητικής εγκαίρως και, περαιτέρω, ανέμεναν ευλόγως την κλήση τους από την Αναθέτουσα Αρχή για υπογραφή της σύμβασης εντός του χρόνου των 20 ημερών που προβλέπεται από τον όρο 9.1 των όρων του διαγωνισμού, Τόμος Α΄- οδηγίες προς οικονομικούς φορείς. Προκύπτει από τα γεγονότα της υπόθεσης ότι οι αιτητές είχαν οχλήσει τους καθ΄ ων για την υπογραφή της σύμβασης, όπως προκύπτει από την επιστολή ημερ. 11.9.2012 του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως προς τον Γενικό Διευθυντή Υπουργείου Οικονομικών, μέρος του Παραρτήματος 13. Αφέθηκε λοιπόν να λήξει η ισχύς της σύμβασης προφανώς διότι οι αρμόδιες υπηρεσίες συσκέπτονταν στο μεταξύ ως προς τον τρόπο αντιμετώπισης του όλου θέματος, με αποτέλεσμα να μην είναι εκ των υστέρων δυνατό για τη διοίκηση να επικαλείται τη δική της καθυστέρηση ή και παραλείψεις.
Ως προς τη δεύτερη προδικαστική ένσταση εφόσον οι ίδιοι οι καθ΄ ων διά της επιστολής τους ημερ. 26.11.2012, ενημερώνουν τους αιτητές για το δικαίωμα τους μετά την απόφαση για ακύρωση να προσφύγουν είτε στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών εντός δεκαπέντε ημερών, είτε να προσφύγουν στο Ανώτατο Δικαστήριο εντός 75 ημερών, δεν μπορεί να μην αντλείται όφελος για τους αιτητές από την προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο. Στη βάση παγίων αρχών, αν η προσβαλλόμενη πράξη ακυρωθεί, έστω και αν το αρμόδιο όργανο θα βρεθεί αντιμέτωπο με προσφορά για ανάθεση σύμβασης, η ισχύς της οποίας έχει λήξει, θα παραμείνει τυχόν ζημιογόνο αποτέλεσμα για τους αιτητές που θα πρέπει βέβαια να αποδείξουν με βάση τα καθιερωμένα κριτήρια δυνάμει του Άρθρου 146.6 του Συντάγματος.
Ως προς την ουσία, ο όρος 8.2 του Τόμου Α΄ που αφορά τις οδηγίες προς οικονομικούς φορείς και προνοεί για την ακύρωση διαγωνισμού προβλέπει στην παράγραφο 2(ε), ότι η Αναθέτουσα Αρχή μπορεί να ακυρώσει τον διαγωνισμό μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των προσφορών «όταν συντρέχει οποιοσδήποτε άλλος σοβαρός μη προβλεπτός λόγος τον οποίο το Αρμόδιο Όργανο κρίνει δικαιολογημένο.». Η προσβαλλόμενη πράξη επικαλείται τη δύσκολη δημοσιονομική κατάσταση της οικονομίας της Δημοκρατίας με λεκτικό που έχει καταγραφεί στην αρχή του παρόντος σκεπτικού κατ΄ επίκληση της παραγράφου 8.(2ε) του Τόμου Α΄.
Το αναθεωρητικό Δικαστήριο ελέγχει, όπως είναι γνωστό, τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης διοικητικής πράξης και ελέγχει κατά πόσο η διαδικασία παραγωγής της πράξης είναι νόμιμη και η τελική απόφαση εύλογη και εντός των ορίων της διακριτικής ευχέρειας του διοικητικού οργάνου. Το Δικαστήριο δεν ελέγχει τους ουσιαστικούς λόγους ακύρωσης μιας προσφοράς ή τα τεχνικά ή τα οικονομικά ζητήματα που εμπλέκονται. Η επίκληση όρου 8.(2ε), ο οποίος είναι διατυπωμένος με πολύ ευρύ τρόπο και λεκτικό, επέτρεπε, κατά την άποψη του Δικαστηρίου, την επίκληση της δύσκολης δημοσιονομικής κατάστασης της οικονομίας που οδηγούσε στην αδυναμία κατασκευής πλέον του έργου. Πρόκειται στην ουσία για ανάκληση πράξεως που έγινε εντός ευλόγου χρόνου για λόγο που ευλόγως καλύπτεται από τη διασταλτική ερμηνεία του όρου 8.(2ε). Η οικονομική κατάσταση της Δημοκρατίας αναμφίβολα εμπίπτει στο «μη προβλεπτό» κατά την προκήρυξη του διαγωνισμού και δεν χρειαζόταν οποιαδήποτε άλλη εξειδίκευση από τους καθ΄ ων ως προς το πότε η Δημοκρατία αναγνώρισε την ύπαρξη του προβλήματος. Οι αιτητές αποδέχθηκαν τους όρους του διαγωνισμού περιλαμβανομένου και του όρου 8.(2ε), και δεν μπορούν εκ των υστέρων να επιχειρηματολογούν ότι ο όρος αυτός είναι τόσο γενικός και αόριστος που δεν μπορεί να περιλαμβάνει τη δύσκολη δημοσιονομική κατάσταση ενός κράτους. Όταν προσφοροδότης αποδέχεται τους όρους ενός διαγωνισμού δεν μπορεί μετέπειτα να τους αμφισβητεί διότι αποκομίζοντας το όφελος της συμμετοχής στη διαδικασία δεν μπορεί μετέπειτα λόγω μη πραγμάτωσης της προσδοκίας, να επιδιώξει και μηδένιση της διαδικασίας. Έρχεται με αυτόν τον τρόπο αντιμέτωπος με το δόγμα της επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας, (Δημοκρατία ν. China Wanbao Engineering Corporation (2000) 3 Α.Α.Δ. 406 και Δημοκρατία ν. Pharmanet Ltd (2011) 3 Α.Α.Δ. 1). Δεν είναι απλώς θέμα εκ των υστέρων ερμηνείας όρου. Εφόσον ο προσφοροδότης αποδέχεται τον όρο, έστω και αν είναι διατυπωμένος με γενικότητα και ευρύτητα, αναλαμβάνει και ανάλογο κίνδυνο. Οι αιτητές δικαιούνταν με βάση τον Όρο 4.3 να ζητήσουν ανάλογες διευκρινίσεις ή και να υποβάλουν εισηγήσεις, σχόλια και παρατηρήσεις που προφανώς δεν έπραξαν.
Ούτε μπορεί να ευσταθήσει το επιχείρημα των αιτητών ότι η δημοσιονομική κατάσταση επήλθε ξαφνικά ή αιφνίδια ώστε να πρέπει να διαχωριστούν τα στάδια της προκήρυξης της προσφοράς με το δικαιολογητικό της ακύρωσης κατά το χρόνο που αυτή η ακύρωση έλαβε χώραν. Σύμφωνα με τις λαμβανόμενες νομολογιακές αρχές υπάρχει δικαίωμα ακύρωσης δημόσιου διαγωνισμού εφόσον συντρέχουν λόγοι. Δεν υπάρχει υποχρέωση από το δημόσιο εφόσον προκηρύξει διαγωνισμό να τον ολοκληρώσει ή να παραμείνει δεσμευμένο ασχέτως αλλαγών που επέρχονται στο μεταξύ και καθιστούν επιβεβλημένη την εκ των υστέρων ακύρωση του, (R & M Ressourcen & Management Gmbh v. Δημοκρατίας, συνεκδ. υποθ. αρ. 1384/2008 κ.ά., ημερ. 5.3.2012, και Hospital Ingenieure Krankenhaustechnik Plamungs -Gesellschaft Mbh (HI) v. Stadt Wien, υπόθ. C-92/2000 του Δ.Ε.Ε.). Όπου υπάρχουν επαρκείς λόγοι που θεωρούνται κατά τον αναθεωρητικό έλεγχο ως εμπίπτοντες στις αρχές νομίμου ανακλήσεως, ο διαγωνισμός, ή, η κατακύρωση, μπορεί να ακυρωθεί.
Έχει λεχθεί στη Seco Ltd. V. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λευκωσίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 553:
«Η ακύρωση ή ανάκληση δημόσιου διαγωνισμού δεν είναι βέβαια εφικτή χωρίς αποχρώντα λόγο: βλ. τη Leisureland Hotel Enterprises Ltd ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1993) 3 Α.Α.Δ. 538, Odessey Agricultural Air Spraying Ltd ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1994) 3 Α.Α.Δ. 583 και Τουμαζής ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 408, όπου συνοψίζονται οι σχετικές αρχές. Η δυνατότητα ακύρωσης ή ανάκλησης δεν περιορίζεται όμως μόνο σε περιπτώσεις όπου διαπιστώθηκε παρανομία αλλά εκτείνεται και ευρύτερα, εφόσον το δημόσιο συμφέρον το δικαιολογεί. Με αναφορά πάντοτε σε συγκεκριμένο έρεισμα. Γιατί χωρίς εξειδίκευση, η επίκληση γενικά του δημόσιου συμφέροντος είναι χωρίς νόημα: βλ. Στεφανίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 367 και Αντωνιάδη κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 295.»
Το δημόσιο συμφέρον βεβαίως πρέπει να εξειδικεύεται. Είναι όμως θέμα βαθμού η αναγκαιότητα αυτής της εξειδίκευσης. Στην προαναφερθείσα R & M Ressourcen & Management Gmbh, κρίθηκε ως επαρκής επίκληση του δημοσίου συμφέροντος, η αναφορά στο ότι δεν υπήρχε επαρκής ανταγωνισμός με μια και μοναδική υποβληθείσα προσφορά. Αυτό σε συνδυασμό και με την υπενθύμιση ότι η αιτιολογία διοικητικής πράξης δεν είναι απαραίτητο να είναι μακροσκελής, αλλά μπορεί να είναι και λακωνική, ανάλογα με την περίπτωση (Κατσούρας ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1728). Στην Vouros Healthcare Ltd v. Υπουργείου Γεωργίας (2012) 3 Α.Α.Δ. 316, αποφασίστηκε ότι η ακύρωση διαγωνισμού λόγω του ότι παρέμενε μόνο ένας μήνας μέχρι τη λήξη της περιόδου προσφοράς μετά από προηγηθείσες διαδικασίες και ιεραρχική προσφυγή, δεν αντίκειτο στο δημόσιο συμφέρον και δεν είχε το αποτέλεσμα διασπάθισης δημοσίου χρήματος.
Στις πρόσφατες αποφάσεις της Πλήρους Ολομέλειας στις υποθέσεις Μυρτώ Χριστοδούλου κ.ά. ν. Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, υπ΄ αρ. 553/2013 κ.ά., ημερ. 7.6.2013. Χαραλάμπους κ.ά. ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1480/2011 κ.ά., ημερ. 11.6.2014 και Βίας Δημητρίου κ.ά. ν. Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου κ.ά., υπόθ. αρ. 1034/2013 κ.ά., ημερ. 9.10.2014, αναγνωρίσθηκε και δικαστικά η άσχημη δημοσιονομική κατάσταση της οικονομίας της Δημοκρατίας, αρχής γενομένης από τις 25.6.2012, αλλά και προηγουμένως, όπως με περισσή λεπτομέρεια καταγράφεται στην Χαραλάμπους - ανωτέρω -, όπου αναφέρεται ότι από τις 8.6.2010 εκδόθηκε Γνώμη του Συμβουλίου μετά από σύσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην οποία διατυπώθηκαν επιφυλάξεις σε σχέση με την βιωσιμότητα του Προγράμματος Σταθερότητας της Κύπρου, καλώντας τη Δημοκρατία να περιορίσει τα ελλείμματα και να ακολουθεί συνετές πολιτικές μειώνοντας, μεταξύ άλλων, τις δαπάνες. Κρίθηκε περαιτέρω, κατά πλειοψηφία, ότι η αναφορά στο προοίμιο του Νόμου αρ. 112(Ι)/2011, της επιδείνωσης της δημοσιονομικής κατάστασης και η δύσκολη περίοδος που διέρχεται η Δημοκρατία, χωρίς οποιαδήποτε άλλη εξειδίκευση, ήταν αρκετή για να ικανοποιήσει την επίκληση του δημοσίου συμφέροντος.
Έπεται ότι εδώ η επίκληση της δύσκολης οικονομικής κατάστασης στην οποία περιέπεσε η οικονομία της Κύπρου επαρκεί ως λόγος ακύρωσης του διαγωνισμού και της ανάκλησης της κατακύρωσης της προσφοράς και ευλόγως εντάσσεται στην έννοια του δημοσίου συμφέροντος. Το δημόσιο συμφέρον όπως αποφασίστηκε και στην CCC Laundries Ltd v. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 427, δεν επιβάλλει οπωσδήποτε την κατακύρωση προσφοράς έστω και σε χαμηλότερη τιμή μετά από διαπραγμάτευση. Αντίθετα, το δημόσιο συμφέρον επιβάλλει την ακύρωση αν το αποτέλεσμα δεν είναι ικανοποιητικό.
Ως προς τους υπόλοιπους λόγους ακύρωσης αυτοί δεν ευσταθούν. Δεν διαπιστώνεται κατ΄ αρχάς αναρμόδια ανάμειξη του Υπουργείου Οικονομικών. Στο Παράρτημα 13, ημερ. 14.11.2012, παρουσιάζεται η πραγματική εικόνα. Η αναθέτουσα Αρχή, το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως, ενημερώνει με επιστολή τον Πρόεδρο του Συμβουλίου Προσφορών ότι υπάρχει οικονομικό πρόβλημα με αποτέλεσμα να δοθούν οδηγίες από το Υπουργείο Οικονομικών να μην προχωρήσει το Τμήμα σε υπογραφή συμβολαίων για την κατασκευή του έργου. Το Συμβούλιο Προσφορών γίνεται έτσι κοινωνός του προβλήματος ότι η αναθέτουσα Αρχή δεν θα ήταν σε θέση να τηρήσει τις οικονομικές δεσμεύσεις της έναντι του επιτυχόντος προσφοροδότη σε περίπτωση υπογραφής της σύμβασης, αφήνοντας έτσι ακάλυπτους τους αιτητής. Φανερώνεται από την αλληλογραφία, μέρος του Παραρτήματος 13, αλλά και τα πρακτικά της σύσκεψης του Συμβουλίου Προσφορών, ημερ. 20.11.2012, Παράρτημα 14, ότι η ακύρωση του διαγωνισμού δεν έγινε αβασάνιστα. Συζητήθηκε εν εκτάσει, ζητήθηκε γραπτή ενημέρωση, το πρόβλημα υφίστατο και το Συμβούλιο Προσφορών αποφάσισε την ακύρωση μέσα από διεξοδική συζήτηση. Ήταν η αναθέτουσα Αρχή που εν τέλει αποφάσισε την ακύρωση του διαγωνισμού και γνωστοποίησε την απόφαση της στους αιτητές.
Ορθά η συνήγορος των καθ΄ ων εντοπίζει στην αγόρευση της τον τρόπο λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης και τις αρμοδιότητες κάθε Υπουργείου. Ζητήθηκαν πρόσθετες πιστώσεις, οι οποίες δόθηκαν για συγκεκριμένα έργα και ο Διευθυντής Προϋπολογισμού και Δημοσίου Ελέγχου, Σταύρος Μιχαήλ, ενέκρινε εκ μέρους του Υπουργείου Οικονομικών τα έργα που αφορούσαν στην ανάπλαση του παραδοσιακού πυρήνα Κιτίου και την αναβάθμιση της 1ης Οκτωβρίου στην Αγία Νάπα, για τα οποία είχαν ήδη σταλεί επιστολές Αμετάκλητης Ανάθεσης.
Συνεπώς είναι πρόδηλο ότι η αναπτυξιακή πολιτική ενός κράτους που περιλαμβάνει έργα συντήρησης δεν μπορεί να επιτυγχάνεται χωρίς τα αναγκαία κονδύλια. Έπεται ότι και η δοθείσα αιτιολογία είναι αρκούντως ικανοποιητική, ενώ συμπληρώνεται και από τους διοικητικούς φακέλους.
Τέλος, με αναφορά στην αποστέρηση δικαιώματος προηγούμενης ακρόασης, προκύπτει το γεγονός ότι η διοίκηση δεν είναι υποχρεωμένη να προβεί σε κατακύρωση διαγωνισμού, θέμα που αναπτύχθηκε προηγουμένως, ότι δεν μπορεί να γίνεται και λόγος για στέρηση δικαιώματος ακρόασης. Η ακύρωση διαγωνισμού δεν αποτελεί ζήτημα πειθαρχικής φύσεως, ούτε και η αναθέτουσα Αρχή αποφασίζει ως θέμα δυσμενούς επίδρασης ή επίπτωσης ή κύρωσης, την ακύρωση του διαγωνισμού. Το δικαίωμα της ακύρωσης ρητά ενυπάρχει στους Όρους του διαγωνισμού με τις διάφορες παραγράφους του Όρου 8.2, υπό την επιφύλαξη του Όρου 8.4 για την Προστασία των Οικονομικών φορέων. Είναι δε και νομολογημένο ότι οι προσφορές δεν έχουν χαρακτήρα που τις εντάσσει στο άρθρο 43 του Νόμου αρ. 158(Ι)/1999, που επικαλούνται οι αιτητής, (G.P. Iron & Wood Makers Ltd v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 155 και Blade Enterprises Ltd v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 77/2009, ημερ. 31.5.2012).
Ούτε παραβίαση της αρχής της χρηστής διοίκησης έχει σημειωθεί στην υπόθεση. Οι καθ΄ ων ουδέποτε καταχώρησαν την προσφορά στους αιτητές αμετάκλητα. Ήταν πάντοτε κατ΄ αρχήν μη οριστική προς τούτο απόφαση. Με την αντίληψη της ύπαρξης προβλήματος οικονομικής κάλυψης της προσφοράς έγιναν ουσιαστικές προσπάθειες για εξεύρεση των αναγκαίων πόρων. Η διοίκηση ενήργησε υπεύθυνα και με την αναγκαία σπουδή.
Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.200 έξοδα εναντίον των αιτητών και υπέρ των καθ΄ ων.
Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ