ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Μ. Καλλιγέρου (κα), για την Αιτήτρια. για τους Καθ΄ ων η αίτηση. Μ. Καλλιγέρου (κα), για την Αιτήτρια. για τους Καθ΄ ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-12-22 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ κ.α. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 69/2012 και 72/2012, 22/12/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D992

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 69/2012 και 72/2012)

 

22 Δεκεμβρίου 2014 

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

(Υπόθεση Αρ. 69/2012)

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ,

Αιτήτρια

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

         Καθ΄ ων η αίτηση

------------------------------------

(Υπόθεση Αρ. 72/2012)

ΑΝΘΟΥΛΛΑ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΣΑΒΒΙΔΗ,

Αιτήτρια

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

         Καθ΄ ων η αίτηση

------------------------------------

 

Υπόθεση Αρ. 69/2012

Μ. Καλλιγέρου (κα), για την Αιτήτρια.

Ε. Καρακάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄,

για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Α.Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1

Χρυστάλλα Μιχαήλ.

 

 

 

Υπόθεση Αρ. 72/2012

Μ. Καλλιγέρου (κα), για την Αιτήτρια.

Ε. Καρακάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄,

για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Α.Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1

Χρυστάλλα Μιχαήλ.

Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενος Μέρος 2

Εμμανουέλλα Λαμπριανίδη.

 

-----------------------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

         ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Οι αιτήτριες στις συνεκδικαζόμενες αυτές προσφυγές στοχεύουν στην ακύρωση του διορισμού των ενδιαφερομένων μερών Χρυστάλλας Μιχαήλ (και στις δύο προσφυγές) και Εμμανουέλλας Λαμπριανίδη (στην προσφυγή αρ. 72/2012 μόνο), στη μόνιμη θέση Διευθυντή Συντονισμού στο Γραφείο Προγραμματισμού από 15.12.2011, αντί των ιδίων.

 

         Τα δεδομένα είναι ουσιωδώς παρόμοια, εξ ου και η μεταγενέστερη συνεκδίκαση των υποθέσεων.  Η αρμοδία αρχή, Γενικός Διευθυντής του Γραφείου Προγραμματισμού, ζήτησε την πλήρωση μιας θέσης, και στη συνέχεια και δεύτερης, Διευθυντή Συντονισμού, Γραφείο Προγραμματισμού.  Η Συμβουλευτική Επιτροπή σύστησε οκτώ υποψηφίους μεταξύ των οποίων τις δύο αιτήτριες και τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη.  Συμπληρωματική έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, κατόπιν υπόδειξης της Ε.Δ.Υ., διευκρίνισε τα ζητηθέντα από την Ε.Δ.Υ. στοιχεία και αποτίμησε αναλόγως τα διαπιστωθέντα κενά κατά την πρώτη έκθεση της.  Η Ε.Δ.Υ. κάλεσε ενώπιον της και τους οκτώ υποψήφιους, καθώς και πέντε άλλους που κατείχαν το πλεονέκτημα σε προφορική εξέταση στην παρουσία και του Γενικού Διευθυντή, ο οποίος σύστησε και τις δύο αιτήτριες.

 

         Η Ε.Δ.Υ. στη δική της αξιολόγηση και κατά πλειοψηφία τελική απόφαση δεν υιοθέτησε τη σύσταση  και θεώρησε καταλληλότερα τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη για τους λόγους που κατέγραψε εκτενώς στο σκεπτικό της.  Οι λόγοι αυτοί που θα αναφερθούν και θα τύχουν εξέτασης στη συνέχεια, θεωρούνται λανθασμένοι από τη συνήγορο των αιτητριών προς ακύρωση βεβαίως της προσβαλλόμενης πράξης, με αντίθετα επί κάθε σημείου επιχειρήματα τόσο από την Ε.Δ.Υ., όσο και από τα ενδιαφερόμενα μέρη.

 

         Εξετάζοντας λοιπόν την ουσία των προσφυγών παρατηρούνται, και στην εξέλιξη του σκεπτικού, αποφασίζονται τα ακόλουθα:

 

Το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης απαιτεί πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν σε ένα τουλάχιστον των θεμάτων που κατονομάζονται εκεί ή συνδυασμό αυτών.  Όλα τα διάδικα εδώ μέρη κατέχουν το προσόν αυτό.  Απαιτείται στη συνέχεια δεκαετής τουλάχιστον πείρα σε υπεύθυνη θέση σε θέματα διοίκησης ή συντονισμού ή οικονομικής ανάπτυξης από την οποία πενταετής τουλάχιστον διοικητική πείρα, κατά προτίμηση σε θέματα συντονισμού.  Μεταπτυχιακό προσόν σε θέμα που κατονομάζεται στη αρχική θεματολογία του πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου ή ισότιμου προσόντος, «ή σε άλλο θέμα σχετικό με τις αρμοδιότητες της Υπηρεσίας Συντονισμού του Γραφείου Προγραμματισμού, όπως στην Αγροτική Οικονομία, Έρευνα Ροής και Σχεδιασμού (Operational Research), Περιφερειακές Σπουδές (Area Studies) ή Διοικητικές Επιστήμες, θα αποτελεί πλεονέκτημα.». 

 

Στο ζήτημα αυτό, οι θέσεις των δύο αιτητριών διαφέρουν μεταξύ τους και αυτό διότι η μεν αιτήτρια Στυλιανού διαθέτει την προτίμηση του Σχεδίου Υπηρεσίας, αλλά όχι το πλεονέκτημα που το ενδιαφερόμενο μέρος Μιχαήλ κατέχει, αλλά δεν έχει την προτίμηση, ενώ η αιτήτρια Σαββίδη κατέχει την προτίμηση μαζί με το ενδιαφερόμενο μέρος Λαμπριανίδη, αλλά δεν το κατέχει το ενδιαφερόμενο μέρος Μιχαήλ.  Πρόσθετα, η Σαββίδη λέγει ότι κατά πλάνη δεν της πιστώθηκε το πλεονέκτημα, το οποίο δέχεται ότι έχουν και τα δύο ενδιαφερόμενα μέρη.

 

Ως προς την προτίμηση που κατέχει η αιτήτρια Στυλιανού που δεν έχει το ενδιαφερόμενο μέρος Μιχαήλ, η κατοχή «προτίμησης» σε σχέδιο υπηρεσίας δίδει προβάδισμα σ΄ αυτόν που το έχει, διαφορετικά δεν θα υπήρχε ανάγκη καταγραφής τέτοιας προτίμησης στο σχέδιο υπηρεσίας.  Αποτελεί στην ουσία προσόν του σχεδίου υπηρεσίας που ενέχει τη δική του σημασία. Η παράγραφος 3(2) του σχεδίου υπηρεσίας έχει επί λέξει ως εξής:

 

«2.  Δεκαετής τουλάχιστο πείρα σε υπεύθυνη θέση σε θέματα διοίκησης ή/και συντονισμού ή/και οικονομικής ανάπτυξης από την οποία πενταετής τουλάχιστο διοικητική πείρα, κατά προτίμηση σε θέματα συντονισμού.»

 

Σύμφωνα με τα παρουσιασθέντα στοιχεία από τους καταλόγους των προσόντων και της υπηρεσιακής εικόνας που ήταν ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η αιτήτρια Στυλιανού (αρ. 21), διορίστηκε Λειτουργός Συντονισμού στο Γραφείο Προγραμματισμού από τον Μάρτιο του 1983 έως τον Ιανουάριο του 1989.  Μετέπειτα διετέλεσε Λειτουργός Συντονισμού Α΄ από τον Ιανουάριο του 1989 μέχρι τον Μάϊο του 2001.  Τέλος, από τον Μάϊο του 2001 είναι Ανώτερη Λειτουργός Συντονισμού.  Επομένως, η αιτήτρια Στυλιανού κατέχει τη δεκαετή πείρα σε υπεύθυνη θέση συντονισμού, εκ των οποίων τα πέντε τουλάχιστον είναι με διοικητική πείρα στο κατά προτίμηση ζητούμενο, σε θέματα συντονισμού.  Από την άλλη, το ενδιαφερόμενο μέρος Μιχαήλ (αρ. 10), διορίστηκε τον Απρίλιο του 1980 ως Τελωνειακός Λειτουργός 2ης Τάξης στο  Υπουργείο Οικονομικών μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1992 και μετέπειτα ως Λειτουργός Προγραμματισμού στο Γραφείο Προγραμματισμού από το Σεπτέμβριο 1992 μέχρι τον Απρίλιο 2001 και επόμενα ως Λειτουργός Προγραμματισμού Α΄ από τον Απρίλιο 2001 έως τον Νοέμβριο 2005 και έκτοτε ως Ανώτερος Λειτουργός Προγραμματισμού.

Η Συμβουλευτική Επιτροπή στην αρχική συνεδρία της ημερ. 3.8.2010, καθόρισε ότι οι υποψήφιοι με μισθοδοτική κλίμακα Α8 και άνω θεωρούνται ότι κατέχουν τη δεκαετή πείρα σε υπεύθυνη θέση σε θέματα διοίκησης που είναι το πρώτο σκέλος της παραγράφου 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας.  Σε σχέση με το δεύτερο σκέλος, αυτό της πενταετούς πείρας σε θέματα συντονισμού, έκρινε ότι υποψήφιοι με μισθοδοτική κλίμακα Α11, θεωρούνται ως κατέχοντες την απαίτηση έχοντας υπόψη «το βαθμό υπευθυνότητας και τις διοικητικές ικανότητες που λογικά απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων ...».  Θεώρησε λοιπόν ότι όλοι οι υποψήφιοι κατείχαν το προσόν αυτό της  παρ. 3(2) και στα δύο σκέλη του.

 

Όμως, ορθά η Ε.Δ.Υ. ζήτησε την περαιτέρω διερεύνηση του ζητήματος εφόσον η Συμβουλευτική Επιτροπή στην ανωτέρω συνεδρία της δεν αναφέρθηκε ρητά στο ζήτημα της «προτίμησης» και δεν φαινόταν αν όντως διερευνήθηκε αυτό το εξειδικευμένο ζήτημα.  Η Συμβουλευτική Επιτροπή στη συνέχεια στην έκθεση της ημερ. 1.8.2011 (Παράρτημα 10), έκρινε το θέμα στην ουσία διαφορετικά και αυτό, κρίνεται, αποτελεί σφάλμα και πλάνη περί τα πράγματα και το Νόμο.  Ενώ δέχθηκε ότι η αιτήτρια Στυλιανού, και άλλοι, κατέχει την προτίμηση «ενώ οι υπόλοιποι δεν την κατέχουν», (που περιλαμβάνει και το ενδιαφερόμενο μέρος Μιχαήλ), στη συνέχεια κατέγραψε το εξής:

«Για το θέμα της προτίμησης σε θέματα συντονισμού (κατά την πενταετή τουλάχιστον διοικητική πείρα), γίνεται αναφορά στην Τελική Αξιολόγηση του κάθε υποψηφίου (Παράρτημα ΙΙΙ των πρακτικών της Τέταρτης Συνεδρίας), βάσει της οποίας οι υποψήφιοι με αριθμό αίτησης 4, 8, 11, 18 και 21 κατέχουν την προτίμηση, ενώ οι υπόλοιποι υποψήφιοι δεν την κατέχουν.  Κατά την τελική αξιολόγηση των υποψηφίων, η Συμβουλευτική Επιτροπή απέδωσε ανάλογη βαρύτητα στο προσόν κατοχής της προτίμησης, δεδομένου ότι αυτό δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας και δεν αποτελεί πλεονέκτημα σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας.»

 

Αυτή η θέση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ελέγχεται ως λανθασμένη.  Αυτό διότι κατά πλάνη θεώρησε αφενός ότι δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας το προσόν της κατοχής της προτίμησης και αφετέρου ότι απέδωσε ανάλογη βαρύτητα σε προσόν το οποίο είτε κατέχεται, είτε δεν κατέχεται, αφήνοντας έτσι να νοηθεί ότι εκτός των υπόλοιπων υποψηφίων που ρητά καταγράφηκε ότι κατείχαν την προτίμηση (αρ. 4, 8, 11, 18 και 21 που είναι η αιτήτρια Στυλιανού) και οι υπόλοιποι το κατείχαν.  Τέτοια σαφής όμως διαπίστωση δεν υπάρχει στην έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ούτε είναι σαφές πώς και γιατί κατέληξε με τον τρόπο αυτό.

 

Η Ε.Δ.Υ. στη δική της συνεδρία ημερ. 23.8.2011 σε σχέση με ακριβώς το πιο πάνω θέμα, καταγράφει ότι μόνο έξι υποψήφιοι κατέχουν την προτίμηση στους οποίους δεν περιλαμβάνεται το ενδιαφερόμενο μέρος Μιχαήλ.  Παρά το ότι η Μιχαήλ δεν κατέχει την προτίμηση, εντούτοις κατά τη σύγκριση της με την αιτήτρια Στυλιανού, μόνο λεκτική αναγνώριση του γεγονότος  της κατοχής της προτίμησης από τη Στυλιανού, έγινε από την Ε.Δ.Υ.  Δεν αξιολογήθηκε η προτίμηση ως δίδουσα προβάδισμα ή ότι αποτελούσε ένα συγκριτικό δεδομένο υπέρ της αιτήτριας.  Απλώς μνημονεύθηκε από την Ε.Δ.Υ., λέγοντας ότι η αιτήτρια το κατέχει, ενώ η Μιχαήλ όχι.  Στη συνέχεια όμως δεν τέθηκε στην εικόνα της σύγκρισης.

 

Οι καθ΄ ων, Ε.Δ.Υ., στην αγόρευση τους λέγουν ότι παρερμηνεύθηκε η θέση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και ότι η προτίμηση δεν ανάγεται σε πλεονέκτημα.  Η κα Καλλιγέρου όμως στις αγορεύσεις της δεν εισηγείται το τελευταίο.  Εισηγείται, και βάσιμα, ότι δεν προσμέτρησε δεόντως η «προτίμηση» ως δίδουσα τουλάχιστον ένα προβάδισμα στον κάτοχο της.  Ούτε και παρερμηνεύθηκε από τη συνήγορο η αναφορά της Συμβουλευτικής Επιτροπής ότι «δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας».  Η αναφορά αυτή διαβάζεται ως έχει και ερμηνεύεται αντικειμενικά.

 

Το δεδομένο της προτίμησης έπρεπε να τεθεί στη συγκριτική εικόνα μαζί με τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσης.  Η αξία των δύο διαδίκων είναι απόλυτα ίση με «εξαίρετα» όλα τα στοιχεία σε όλα τα έτη που λήφθηκαν υπόψη.  Η αρχαιότητα της αιτήτριας είναι δεδομένη με 4½ έτη, έναντι της Μιχαήλ.  Η αρχαιότητα αυτή είναι σημαντική και αυτό αποκαλύπτει όλη η σχετική νομολογία.  Τέτοιας έκτασης αρχαιότητα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί «οριακή» εφόσον αποφάσεις όπως οι Ειρήνη Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2009) Α.Α.Δ. 169, Ιωσηφίδη ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 410, Παρτάση ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1617/2007, ημερ. 9.12.2008, Κουλέρμος ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 739/2009, ημερ. 30.11.2010, κ.ά., δείχνουν ότι αρχαιότητα μέχρι και 18 μήνες δίδει ανάλογη υπεροχή.  Η Δημοκρατία, και το ενδιαφερόμενο μέρος, τονίζουν ότι η αρχαιότητα σε θέσεις υψηλές στη δημόσια υπηρεσία έχει περιορισμένη σημασία.  Αυτό είναι ορθό, αλλά δεν μπορεί και να παρακάμπτεται με ευκολία.  Πρέπει η κατοχή της αρχαιότητας να εξουδετερώνεται πλήρως από τα υπόλοιπα κριτήρια δεδομένου ότι η αρχαιότητα παραμένει θεσμοθετημένο στοιχείο κρίσης και πρέπει να λαμβάνεται υπόψη, (Ζωδιάτης ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 406, και Δημοκρατία ν. Βασιλείου (1990) 3 Α.Α.Δ. 226).

 

Είναι τελικά θέμα συνολικής εκτίμησης των δεδομένων ενώπιον του διοικητικού οργάνου.  Αλλά εδώ η Ε.Δ.Υ. παραγνώρισε ότι η υπεροχή των 4½  ετών έφερε μαζί της και  υπέρτερη πείρα, στην οποία και ουδόλως αναφέρθηκε.  Η πείρα επαυξάνει την αξία του υποψηφίου, (Δημοκρατία ν. Πετρίδη (1991) 3 Α.Α.Δ. 731 και Μουρτζή ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 915) και πρέπει να συνυπολογίζεται από το διοικητικό όργανο.  Και εδώ επανέρχεται στο προσκήνιο η «προτίμηση» σε θέματα συντονισμού.  Η κανονιστική επιθυμία του νομοθέτη με επιλογή της αρμόδιας υπηρεσίας να υπάρχει «προτίμηση» σε θέματα συντονισμού, υποδηλοί ότι ο κάτοχος της φέρει και  υπέρτερη πείρα στο θέμα προτίμησης, δηλαδή, στον συντονισμό.  Η Ε.Δ.Υ. απλώς αναφέρθηκε στην αρχαιότητα, «στοιχείο όμως περιορισμένης σημασίας ...», χωρίς αναφορά στην διά της αρχαιότητας επελθούσας πείρας, ενώ και η χρησιμοποιούμενη φράση «περιορισμένης σημασίας», πρέπει να ιδωθεί και να εκτιμηθεί ανάλογα με την έκταση της αρχαιότητας.  Διαφορετικά θεωρείται και εκτιμάται  ως «περιορισμένης σημασίας» η αρχαιότητα των 6 ή 12 μηνών και διαφορετικά των 5 ετών.

 

Η αιτήτρια ορθά θέτει και ζήτημα αντιφατικής αιτιολογίας από την Ε.Δ.Υ. ως προς την αρχαιότητα, κατά τρόπο που δείχνει την ελαστικότητα με την οποία η Ε.Δ.Υ. αντιμετώπισε το κριτήριο αυτό, που είναι και θεσμοθετημένο και επομένως ανάλογης σημασίας, προς επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους Μιχαήλ.  Ενώ χαρακτήρισε την υπεροχή των 4½ της αιτήτριας Στυλιανού έναντι της Μιχαήλ ως «περιορισμένης σημασίας», την αρχαιότητα της Μιχαήλ έναντι της συνυποψήφιας της Ανθούλλας Σαββίδη, αιτήτριας στην υπ΄ αρ. 72/2012 προσφυγή, που αναγόταν μόλις σε 4 μήνες - Απρίλιο 1990 με Αύγουστο 1990, η Ε.Δ.Υ. επέλεξε να αναβαθμίσει λέγοντας ότι «.. η επιλεγείσα όμως υπερέχει σε αρχαιότητα που ανάγεται στην προηγούμενη θέση, στην οποία όμως αποδίδεται η δέουσα βαρύτητα λόγω του επιπέδου της θέσης».  Πλήρης αναντιστοιχία  και ανισότητα στο μέτρο κρίσης μεταξύ όλων των υποψηφίων, έτσι ώστε να παρέχεται έδαφος για ανατροπή της επιλογής της.

Το ενιαίο μέτρο κρίσης αποτελεί εχέγγυο ορθής και χρηστής διοίκησης.  Κατά τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 186-187: «Καθιστά αναιτιολόγητον την πράξιν αιτιολογία περιλαμβάνουσα αντιφατικάς προτάσεις αναιρούσας αλλήλας».  Το διοικητικό όργανο οφείλει να μεταχειρίζεται με το αυτό μέτρο και κριτήρια όλους τους υποψηφίους, διαφορετικά η χρήση των αρχών κατά ανισομερή τρόπο πιστοποιεί προδιάθεση του οργάνου προς επιλογή έξω από τις ορθές αρχές καθιστώντας την απόφαση του μολυσμένη.  Σχετικές είναι και οι αποφάσεις στις Φεσσά κ.ά. ν. Δημοκρατίας, συνεκδ. υποθ. υπ΄ αρ. 528/2001 και 601/2001, ημερ. 28.3.2003  και Λαούρη ν. Δημοκρατίας, υπόθ. υπ΄ αρ. 1029/2002, ημερ. 7.7.2003.

 

Τόσο η Ε.Δ.Υ., όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος εισηγούνται στις δικές τους αγορεύσεις ότι ορθά η Ε.Δ.Υ. αναφέρθηκε στα όλα μετρήσιμα κριτήρια, η δε απόφαση της πρέπει να αναγνωσθεί στο σύνολο της, ενώ δεν μπορούσε να παραγνωρίσει την αρχαιότητα της Μιχαήλ έναντι της Σαββίδη, στην οποία όμως δεν έδωσε υπερβολική βαρύτητα.  Δεν είναι όμως αυτό το πρόβλημα.  Το ζήτημα είναι η αντιφατική και ανισομερής χρήση του κριτηρίου της αρχαιότητας, ώστε εύλογα να δύναται να γίνει λόγος για αλλότρια επιδίωξη.

 

Διαπιστώνονται ως εκ των ανωτέρω λόγοι ακυρότητας σε σχέση με το ενδιαφερόμενο μέρος Μιχαήλ στην προσφυγή υπ΄     αρ. 69/2012 και δεν χρειάζεται να γίνει  εξέταση των άλλων λόγων.

 

Ως προς την έτερη προσφυγή υπ΄ αρ. 72/2012, διαπιστώνονται τα ακόλουθα:  η Σαββίδη κατέχει την προτίμηση του Σχεδίου Υπηρεσίας κατά την παράγραφο 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας.  Το ενδιαφερόμενο μέρος Μιχαήλ δεν το κατέχει.  Τόσο η Συμβουλευτική Επιτροπή, όσο και η Ε.Δ.Υ., ορθά αναφέρθησαν στα ως άνω.  Εκεί που η Σαββίδη εισηγείται ότι υπάρχει πλάνη και από τα δύο σώματα είναι ως προς το πλεονέκτημα της παρ. 3(6), το οποίο δεν της πιστώθηκε.  Η σχετική παράγραφος έχει ως εξής:

 

«6.  Μεταπτυχιακό προσόν σε οποιοδήποτε από τα θέματα τα οποία αναφέρονται στο (1) πιο πάνω ή σε άλλο θέμα σχετικό με τις αρμοδιότητες της Υπηρεσίας Συντονισμού του Γραφείου Προγραμματισμού, όπως στην Αγροτική Οικονομία, Έρευνα Ροής και Σχεδιασμού (Operational Research), Περιφερειακές Σπουδές (Area Studies), ή Διοικητικές Επιστήμες θα αποτελεί πλεονέκτημα.»

 

Η παρ. (1) που αναφέρεται στην πιο πάνω παρ. 3(6), έχει επί λέξει ως εξής:

 

«1.  Πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν σε ένα τουλάχιστον από τα ακόλουθα θέματα ή συνδυασμό των θεμάτων αυτών:

 

Οικονομικά ή κλάδο των Οικονομικών, Δημόσια Διοίκηση, Διοίκηση Επιχειρήσεων, Νομικά (περιλαμβανομένου του Barrister-at-Law), Πολιτικές ή Κοινωνικές Επιστήμες ή Διαμόρφωση Πολιτικής και Διοίκηση (Policy Making and Administration).»

 

Το παράπονο της αιτήτριας ως προς τη μη πίστωση του πλεονεκτήματος δεν είναι, κρίνεται, βάσιμο.  Η αιτήτρια κατέχει τον επαγγελματικό τίτλο Certified Public Accountant του Αμερικάνικου Ινστιτούτου.  Στη βάση της ανάπτυξης που η συνήγορος της επιχειρεί στην αγόρευση της, το πιο πάνω προσόν το οποίο αναγνωρίζεται από το Σύνδεσμο Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου, είναι και πρέπει να θεωρείται ως μεταπτυχιακό προσόν.  Επισυνάπτεται προς τούτο επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου ως προς τον τρόπο που αποκτάται το προσόν στις Ηνωμένες Πολιτείες.  Προϋποθέτει πρώτο τουλάχιστον πανεπιστημιακό πτυχίον.  Προστίθεται επίσης και σχετικό απόσπασμα από την ιστοσελίδα του Washington State Board of Accountancy ως προς την αναγκαιότητα και προϋπόθεση ύπαρξης πρώτου πτυχίου.  Η αιτήτρια προσπαθεί να εντάξει το πιο πάνω προσόν της στην παρ. 3(6), ότι, δηλαδή, κατέχει μεταπτυχιακό προσόν.  Εκείνο που παραγνωρίζει όμως είναι ότι το μεταπτυχιακό προσόν της παρ. 3(6) συνδέεται και συναρτάται προς την παρ. 3(1).  Και εκεί δεν μνημονεύεται οποιοδήποτε επαγγελματικό προσόν στη λογιστική.  Εκείνο που ζητείται και οριοθετείται είναι πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλος ή ισότιμο προσόν στα Οικονομικά ή κλάδο των Οικονομικών, για να αναφερθούν αυτά που εδώ ενδιαφέρουν.  Δεν δηλώνεται εκεί ως προσόν οποιοσδήποτε επαγγελματικός τίτλος στα Οικονομικά, όπως σε αντιδιαστολή, γίνεται με τα νομικά, όπου ρητά αναφέρεται να περιλαμβάνει το Barrister-at-Law.

 

Η Συμβουλευτική Επιτροπή στις τρεις συνεδρίες της έκρινε ότι η Σαββίδη δεν κατέχει το πλεονέκτημα.  Η Ε.Δ.Υ. μελετώντας την έκθεση της, ζήτησε συμπληρωματικές εξηγήσεις ως προς τη Σαββίδη κατά πόσο παρόλο που δεν της είχε πιστωθεί το πλεονέκτημα, τα προσόντα του Certified Public Accountant των Η.Π.Α. και Master of American Institute of Certified Public Accountant είχαν ληφθεί υπόψη.  Στη Συμπληρωματική της Έκθεση, ημερ. 1.8.2011, η Συμβουλευτική Επιτροπή διευκρίνισε ότι έλαβε υπόψη τα διάφορα πρόσθετα προσόντα των διαφόρων υποψηφίων.  Η Ε.Δ.Υ. αναφέρθηκε στην τελική της κρίση στο γεγονός ότι η Σαββίδη είναι επαγγελματικό τίτλο  που κατέχει, της πίστωσε όμως το προσόν ως πρόσθετο αποδίδοντας σ΄ αυτό την ανάλογη βαρύτητα.  Επομένως, δεν παρατηρείται πλάνη στο ζήτημα, εφόσον η ερμηνεία που έδωσε η Ε.Δ.Υ. ήταν εύλογη και η κρίση της εντός της διακριτικής της ευχέρειας.

 

Επομένως, η Ε.Δ.Υ. σύγκρινε τη Σαββίδη με τα εξής δεδομένα:  κατείχε την προτίμηση, η Μιχαήλ όχι, δεν είχε το πλεονέκτημα, ενώ η Μιχαήλ το κατείχε, είχε υπέρ της τη σύσταση του Διευθυντή, ενώ η Μιχαήλ δεν την είχε, είχαν και οι δύο ισοτιμία όσον αφορά τις υπηρεσιακές εκθέσεις και η Μιχαήλ ήταν κατά τι αρχαιότερη.  Επιπλέον η Σαββίδη είχε περισσότερα πρόσθετα προσόντα ενώ κρίθηκαν και οι δύο ως εξαίρετες στην ενώπιον της Ε.Δ.Υ. προφορική εξέταση, ενώ η Μιχαήλ είχε κριθεί ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής ως σχεδόν εξαίρετη και η Σαββίδη εξαίρετη.

 

Διαπιστώνεται πρόβλημα στην τελική επιλογή της Ε.Δ.Υ. υπέρ της Μιχαήλ.  Όπως ήδη αναφέρθηκε και στα δεδομένα της προσφυγής υπ΄ αρ. 69/2012, η Ε.Δ.Υ. έδωσε πεπλανημένη εικόνα ως προς την αρχαιότητα της Μιχαήλ έναντι της Στυλιανού.  Αλλά το ίδιο συμβαίνει και με τη σύγκριση της με τη Σαββίδη.  Η Μιχαήλ είναι κατά 5½ μήνες αρχαιότερη της Σαββίδη στην προηγούμενη θέση Λειτουργού Προγραμματισμού.  Η Ε.Δ.Υ. απέδωσε βαρύτητα σ΄ αυτή τη μικρή και οριακή διαφορά «λόγω του επιπέδου της θέσης». Τη χαρακτήρισε μάλιστα ως αρχαιότητα αναγόμενη στην προηγούμενη θέση.  Όμως η αρχαιότητα ανάγεται στην κατοχή προ-προηγούμενης θέσης.  Είναι νομολογημένο ότι αρχαιότητα απομακρυσμένη έχει βεβαίως λιγότερη σημασία από ότι στην αμέσως προηγούμενη θέση. (Δημοκρατία ν. Χρίστου (1991) 3 Α.Α.Δ. 56, Θεοδώρα Δημητρίου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 376/2011, ημερ. 17.7.2012 και Λαμπρινή Γωγάκη ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 488/2011, ημερ. 11.7.2014).  Η αρχαιότητα των 5 μηνών δεν είναι από μόνη της σημαντική, αλλά θα μπορούσε να αποτελέσει διαφοροποιητικό στοιχείο εάν όλα τα υπόλοιπα ήταν ίσα, (Χαραλάμπους ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, υπόθ. αρ. 583/2011, ημερ. 25.4.2012).  Αλλά η Ε.Δ.Υ. έδωσε μεγαλύτερη σημασία από ό,τι η νομολογία αναφέρει.  Και αυτό πρέπει να συνδυαστεί και με το άλλο δεδομένο που έτυχε επίσης αναφοράς στην υπ΄ αρ. 69/2012 προσφυγής, ότι δεν τηρήθηκε ίσο μέτρο κρίσης κατά τη σύγκριση μεταξύ Στυλιανού-Μιχαήλ και Σαββίδη-Μιχαήλ.  Επαναλαμβάνονται τα ήδη λεχθέντα στο ζήτημα.

 

Περαιτέρω, η Ε.Δ.Υ. δεν αναφέρθηκε με ευκρίνεια στα πρόσθετα προσόντα της Σαββίδη ή μάλλον παραγνώρισε ορισμένα εξ αυτών.  Έγινε αναφορά στον επαγγελματικό τίτλο Certified Public Accountant και στο ότι είναι Μέλος του American Institute of Certified Public Accountants.  Κατέχει όμως και το Certificate on Budgeting in the Public Sector από το Harvard University και το Associate Certificate in Project Management στα οποία δεν έγινε καμιά απολύτως αναφορά.  Δεν είναι τόσο ο αριθμός των προσόντων που θα κλίνουν την πλάστιγγα, όσο η ένδειξη ότι το διοικητικό όργανο είχε γνώση της κατοχής όλων των πρόσθετων προσόντων τα οποία βεβαίως πρέπει να υποβάλει στην εξής άσκηση:  να αποφασίσει πρώτα τη σχετικότητα κάθε προσόντος με τα καθήκοντα της θέσης και μετέπειτα να αποδώσει σ΄ αυτά την ανάλογη βαρύτητα ή σημασία που κρίνει εύλογη υπό τις περιστάσεις.

 

Το Σχέδιο Υπηρεσίας πέραν της προτίμησης και του πλεονεκτήματος των παρ. 3(2) και 3(6) αντίστοιχα δεν προνοεί για οποιοδήποτε πρόσθετο προσόν.  Έπεται πως οποιοδήποτε προσόν πέραν των αναφερομένων πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ανάμεσα στα δύο άκρα που έχει καθορίσει η νομολογία, (Πούρος ν. Χατζηστεφάνου (2001) 3 Α.Α.Δ. 374).  Εκείνο που έχει σημασία είναι να αποκαλύπτεται από το σκεπτικό και το τηρηθέν πρακτικό της Ε.Δ.Υ. ότι το όποιο προσόν εκτιμήθηκε δεόντως, (Γρηγορίου ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ., 275, Αντούνα ν. Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων, υπόθ. αρ. 547/2007, ημερ. 9.7.2008) και Λαμπρινή Γωγάκη ν. Δημοκρατίας μέσω Ε.Δ.Υ., υπόθ. αρ. 488/2013, ημερ. 11.7.2014), ECLI:CY:AD:2014:D513.

 

Η Ε.Δ.Υ. λέγει στο ζήτημα ότι ακόμη και αν δεν αναφέρθηκε ρητά στα άλλα πρόσθετα προσόντα, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν λήφθηκαν υπόψη και δεν αποτελεί εν πάση περιπτώσει πλάνη  τόσο ουσιώδη που να επιφέρει ακυρότητα.  Όμως το ζητούμενο και ταυτόχρονα το πρόβλημα που διαπιστώνεται, είναι ότι δεν φαίνεται ρητά να συνυπολογίστηκαν και δεν επαρκεί να αναφέρεται ότι δεν θα είχε οποιαδήποτε διαφορά διότι το ενδιαφερόμενο μέρος είχε το πλεονέκτημα.  Το Δικαστήριο δεν μπορεί να εικάζει ποιο θα ήταν το αποτέλεσμα αν οι παράμετροι κρίσης είχαν ορθά ληφθεί υπόψη, ούτε βέβαια δύναται να διαπιστώνει πρωτογενώς τα γεγονότα.

 

Εν τέλει δεν δόθηκε επαρκής αιτιολογία για την παράκαμψη της σύστασης υπέρ της Σαββίδη από τον Διευθυντή.  Ορθά η αιτήτρια υποδεικνύει ότι η σύσταση συνήδε με τα στοιχεία των φακέλων και επομένως είχε τη δική της σημασία που αναγνωρίζει η νομολογία, για την παράκαμψη της οποίας απαιτείται ειδική, πειστική αιτιολογία, (Ειρήνη Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 164, Makrides v. Republic (1983) 3 C.L.R. 622, Spanos v. Republic (1985) 3 C.L.R. 1826 και Λοΐζος Παναγή ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 639).  Η μη υιοθέτηση της σύστασης έγινε στη βάση του ότι  η Σαββίδη κατείχε την προτίμηση και όχι το πλεονέκτημα που είχε η Μιχαήλ.  Όμως, ενώ το πλεονέκτημα δίδει στην κάτοχο του προβάδισμα στη βάση της νομολογίας, (Κωνσταντινίδη ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 455, Μορίτση ν. Καρσερά (2009) 3 Α.Α.Δ. 109 και Λοΐζος Παναγή ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2011) 3 Α.Α.Δ. 163), έναντι αυτού που δεν το κατέχει και χρειάζεται ειδική αιτιολόγηση για την παράκαμψη του, εντούτοις εδώ η Σαββίδη κατείχε το άλλο ζητούμενο από το σχέδιο υπηρεσίας, αυτό της προτίμησης.  Η Ε.Δ.Υ. δεν έκαμε ουσιαστική σύγκριση μεταξύ προτίμησης και πλεονεκτήματος, ενώ και τα δύο ήταν μέρος του ιδίου Σχεδίου Υπηρεσίας.  Δεν παρέλειψε βεβαίως να «παρατηρήσει» ότι η Σαββίδη κατέχει το προβάδισμα, αλλά στη συνέχεια ανέφερε ότι «υστερεί» έναντι της Μιχαήλ διότι δεν κατέχει το πλεονέκτημα.  Αυτό ουσιαστικά ισοδυναμεί με απόδοση υπέρτερης σημασίας στο πλεονέκτημα χωρίς ταυτόχρονα να έχει αποτιμηθεί ορθά η προτίμηση.  Δεν υπάρχει σαφές συγκριτικό μέτρο μεταξύ των δύο και η Ε.Δ.Υ. δεν αναφέρθηκε σε τέτοια δεδομένα.  Περαιτέρω, δεν έγινε αναφορά, όπως ήδη λέχθηκε, σε όλα τα πρόσθετα προσόντα της Σαββίδη και πλανήθηκε υπερτονίζοντας, όπως ήδη εξηγήθηκε, το στοιχείο της αρχαιότητας.  Όμως αυτά δεν μπορούν να θεωρηθούν ως ειδική πειστική αιτιολογία για παράκαμψη της σύστασης με ελλείποντα ή λανθασμένα στοιχεία κρίσης και αναφοράς.

 

Όσον αφορά τη σύγκριση μεταξύ της Σαββίδη και του έτερου ενδιαφερομένου μέρους του οποίου ο διορισμός στη μόνιμη θέση Διευθυντή Συντονισμού στο Γραφείο Προγραμματισμού επίσης πλήττεται, Εμμανουέλας Λαμπριανίδη, τα δεδομένα είναι διαφορετικά.  Όπως η ίδια η κα Καλλιγέρου με  δέουσα επιμέλεια αναφέρει στους συγκριτικούς πίνακες που περιέχονται στην αρχική γραπτή αγόρευση της, τόσο η Σαββίδη όσο και η Λαμπριανίδη κατέχουν την προτίμηση της παρ. 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας.  Και οι δύο χαρακτηρίσθηκαν περαιτέρω ως «εξαίρετες» και ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής και ενώπιον της Ε.Δ.Υ.  Η αξία και των δύο είναι ακριβώς η ίδια με οκτώ «εξαίρετα» σε όλα τα χρόνια που λήφθηκαν υπόψη.  Εκεί που διαφέρουν είναι ότι η μεν Λαμπριανίδη κατέχει το πλεονέκτημα της παρ. 3(6), ενώ η Σαββίδη για τους λόγους που προηγουμένως εξηγήθηκαν δεν το κατέχει και περαιτέρω η Σαββίδη κατέχει πρόσθετα προσόντα, ενώ η Λαμπριανίδη όχι.  Υπάρχει όμως και μια αρχαιότητα της Λαμπριανίδη έναντι της Σαββίδη κατά 4½ χρόνια στη θέση του Ανώτερου Λειτουργού Συντονισμού που δεν μπορεί να παραγνωριστεί. 

 

Η Σαββίδη είχε βεβαίως υπέρ της τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, η οποία όμως σύσταση σε αυτή την περίπτωση αυτή έρχεται σε σύγκρουση με τα στοιχεία των φακέλων.  Η σύσταση του Διευθυντή μπορεί να συνάδει ή να μην συνάδει με τα στοιχεία των φακέλων ανάλογα με τα στοιχεία και δεδομένα των συγκρινόμενων υποψηφίων.  Αυτό διότι ενώ ο ίδιος ο Γενικός Διευθυντής μετά το πέρας της προφορικής εξέτασης χαρακτήρισε και την αιτήτρια Σαββίδη και το ενδιαφερόμενο μέρος Λαμπριανίδη ως εξαίρετες, παραγνώρισε ότι η Σαββίδη υστερεί σε αρχαιότητα έναντι της, και δεν κατέχει το πλεονέκτημα, παρά μόνο έχει πρόσθετα προσόντα.  Η Ε.Δ.Υ. στην περίπτωση της σύγκρισης μεταξύ αυτών των δύο υποψηφίων αναφέρθηκε στο προβλεπόμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας πλεονέκτημα που έχει η Λαμπριανίδη, καθώς και στην αρχαιότητα κατά τέσσερα και πλέον έτη.  Με δεδομένο ότι η σύσταση του Γενικού Διευθυντή δεν συνήδε με τα στοιχεία των φακέλων μπορεί να θεωρηθεί ότι η σύσταση αυτή παρακάμφθηκε εύλογα με την αιτιολογία που δόθηκε, αν και αυτή η αιτιολογία αναμφίβολα θα μπορούσε να ήταν πολύ πιο εκτεταμένη. 

 

Εν τέλει δεν μπορεί να λεχθεί ότι κατά τη σύγκριση Σαββίδη-Λαμπριανίδη, η Ε.Δ.Υ. δεν ενήργησε εντός της εύλογης διακριτικής της ευχέρειας έχοντας σταθμίσει αφενός την αρχαιότητα που είναι αρκετή εφόσον σε υποθέσεις όπως τις Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 2357/2006, ημερ. 9.12.2008, Κασιανίδη ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 339/2010, ημερ. 20.7.2012 και Δημοκρατία ν. Πετρίδη (1991) 3 Α.Α.Δ. 731, αρχαιότητα τεσσάρων με πέντε ετών θεωρήθηκε μεγάλη που δίδει καταφανή υπεροχή και βεβαίως αυτή η μεγαλύτερη αρχαιότητα φέρνει μαζί της και  υπέρτερη πείρα που προσθέτει στην αξία του υποψηφίου.  (Λοΐζος Παναγή ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 639 και Μουρτζή ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 605).  Το γεγονός ότι η Ε.Δ.Υ. δεν αναφέρθηκε σε όλα τα πρόσθετα προσόντα της Σαββίδη ώστε να τα συνυπολογίσει δεν αποτελεί κατά τη σύγκριση με τη Λαμπριανίδη στοιχείο που μπορεί από μόνο του να οδηγήσει σε ακύρωση, δεδομένου ότι δεν ισχύουν στην περίπτωση Λαμπριανίδη τα όσα ίσχυαν στην περίπτωση του άλλου ενδιαφερομένου μέρους Μιχαήλ.  Ο ισχυρισμός για υπεροχή σε αρχαιότητα δεν εφαρμόζεται εδώ κατά τον ίδιο τρόπο, ούτε και ισχύει ο ισχυρισμός για αντιφατικότητα που επεξηγήθηκε προηγουμένως δεδομένου ότι η Λαμπριανίδη υπερέχει εμφανώς σε αρχαιότητα.  Ούτε και ισχύει εδώ η συστάθμιση του κριτηρίου της προτίμησης έναντι του πλεονεκτήματος εφόσον και οι δύο υποψήφιες κατέχουν την προτίμηση.

 

Εν τέλει η κατοχή από τη Λαμπριανίδη του πλεονεκτήματος, της υπεροχής της σε αρχαιότητα και πείρας, με την ισότητα στην αξία, είναι επαρκή δεδομένα για να αντισταθμίσουν τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, η οποία από την πλευρά της παραγνώρισε το πλεονέκτημα, την αρχαιότητα και την πείρα της Λαμπριανίδη, μπορούν δε να αντισταθμίσουν και την υπεροχή της Σαββίδη στα όσα πρόσθετα προσόντα, δεν μνημονεύθηκαν ρητά από την Ε.Δ.Υ.

 

Υπό το φως όλων των ανωτέρω,  η προσφυγή υπ΄ αρ. 69/2012 επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη πράξη έναντι του ενδιαφερομένου μέρους Χρυστάλλας Μιχαήλ ακυρώνεται με έξοδα υπέρ της αιτήτριας Παρασκευής Στυλιανού και εναντίον των καθ΄ ων, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Η προσφυγή υπ΄ αρ. 72/2012 επιτυγχάνει σε ό,τι αφορά το ενδιαφερόμενο μέρος Χρυστάλλα Μιχαήλ, αλλά απορρίπτεται σε ό,τι αφορά το ενδιαφερόμενο μέρος Εμμανουέλλα Λαμπριανίδη.  Επιδικάζονται έξοδα υπέρ της αιτήτριας Σαββίδη και εναντίον των καθ΄ ων, μειωμένα όμως κατά το ήμισυ ενόψει της αποτυχίας της προσφυγής έναντι του δεύτερου ενδιαφερόμενου μέρους.

 

 

 

                                           Στ. Ναθαναήλ,

                                                     Δ.

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο