ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Σταματίου, Κατερίνα Μ. Παρασκευάς, για τον Αιτητή. Μ. Σπηλιωτοπούλου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-12-04 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο IRFAN AHMAD ν. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 1709/2010, 4/12/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D923

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 1709/2010)

 

4 Δεκεμβρίου, 2014

 

[K. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28, 29 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

IRFAN AHMAD,

                                                            Αιτητής,

 

KAI

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1.     ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ,

2.     ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΚΑΙ/Ή ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,

3.     ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΑΣΥΛΟΥ,

                              Καθ΄ων η Αίτηση.

 

- - - - - -

 

Μ. Παρασκευάς, για τον Αιτητή.

 

Μ. Σπηλιωτοπούλου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

- - - - - -                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                                            

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων με την οποία απερρίφθη το αίτημα του για παραχώρηση διεθνούς προστασίας.

 

Στις 16.3.2010 ο αιτητής, ο οποίος κατάγεται από το Πακιστάν και εισήλθε νόμιμα στο έδαφος της Δημοκρατίας ως φοιτητής στις 16.1.2009, υπέβαλε αίτηση για πολιτικό άσυλο. Στις 6.5.2010 διεξήχθη συνέντευξη στον αιτητή από αρμόδιο λειτουργό της Υπηρεσίας Ασύλου και ακολούθως ο λειτουργός ετοίμασε εισήγηση στις 7.4.2010. Ο προϊστάμενος της Υπηρεσίας Ασύλου αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης στις 10.5.2010. Στις 14.5.2010 καταχωρήθηκε ιεραρχική προσφυγή από την οργάνωση Future World´s Centre από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφυγών. Στις 30.8.2010 ο αρμόδιος λειτουργός της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων απέστειλε επιστολή στο νομικό εκπρόσωπο του αιτητή σχετικά με το δικαίωμα πρόσβασης στο φάκελο του πελάτη του μέχρι και τις 6.9.2010, ημερομηνία κατά την οποία τελικά επιθεωρήθηκε ο φάκελος. Στις 7.10.2010 ετοιμάστηκε σχετική έκθεση από αρμόδιο λειτουργό προς την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων και την επόμενη ημέρα εκδόθηκε απόφαση με την οποία απορρίφθηκε ιεραρχική προσφυγή του αιτητή και η απόφαση μαζί με την απορριπτική επιστολή επιδόθηκαν δεόντως στον αιτητή στις 20.10.2010.

 

Βασικός ισχυρισμός του αιτήματος για παροχή ασύλου ήταν το γεγονός ότι ο αιτητής αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα με τους Ταλιπάν και σε περίπτωση επιστροφής στη χώρα του διέτρεχε τον κίνδυνο να τον σκοτώσουν.

 

Ο αρμόδιος λειτουργός της Υπηρεσίας Ασύλου κατέληξε ότι ο αιτητής ήταν αναξιόπιστος αναφορικά με τους ισχυρισμούς του ως προς τους λόγους που τον ώθησαν να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του και, ακολούθως, να αιτηθεί πολιτικό άσυλο, καταγράφοντας στην έκθεσή του (Παράρτημα 7) τα στοιχεία που έλαβε υπόψη και οδηγήθηκε σε αυτή την απόφαση. Η έκθεση καταλήγει σε εισήγηση περί απόρριψης του αιτήματος, εφόσον δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 3 του περί Προσφύγων Νόμου και του άρθρου 1(Α) της Σύμβασης της Γενεύης του 1951. Δεν κατέστη επίσης δυνατό, αναφέρεται, να αναγνωριστεί στον αιτητή το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας δυνάμει του άρθρου 19(1) του περί Προσφύγων Νόμου, επειδή δεν αποδείχθηκε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 19(2) του Νόμου, ούτε συνέτρεχε περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 3 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ή του άρθρου 3 της Σύμβασης κατά των βασανιστηρίων. Περαιτέρω, αναφέρεται ότι δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος για παραχώρηση άδειας παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους.   

 

Κατά τη διοικητική προσφυγή ζητήθηκε ακύρωση της απόφασης του προϊσταμένου της Υπηρεσίας Ασύλου. Η αρμόδια λειτουργός της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων στην έκθεση που ετοίμασε (Παράρτημα 12) κατέγραψε τους βασικούς ισχυρισμούς του προσφεύγοντα και εξέτασε τα διαδικαστικά και τα ουσιώδη θέματα που εγέρθηκαν ενώπιον της Υπηρεσίας Ασύλου, καθώς και τα στοιχεία της διοικητικής προσφυγής. Η εν λόγω λειτουργός κατέληξε σε εισήγηση όπως η διοικητική προσφυγή απορριφθεί και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου επικυρωθεί για τους λόγους που εξηγούνται στην έκθεση.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή στην αγόρευσή του προβάλλει παραβίαση του δικαιώματος του που απορρέει από το άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου 7 της ΕΣΔΑ, το οποίο ορίζει περί των ελαχίστων διαδικαστικών εγγυήσεων που πρέπει να παρέχονται στους αλλοδαπούς, σε περίπτωση απόφασης για απέλαση, καθώς και παραβίαση του δικαιώματός του που απορρέει από τους ορισμούς του άρθρου 13 της ΕΣΔΑ, ήτοι του δικαιώματος αποτελεσματικής προσφυγής ενώπιον εθνικής αρχής. Η αγόρευση του συνηγόρου του αιτητή επικεντρώθηκε στην αναιτιολόγητη και αδικαιολόγητη απέλασή του από τη Δημοκρατία, με την οποία παραβιάστηκε το δικαίωμά του για αποτελεσματική προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου και στέρηση ουσιαστικά αποτελεσματικής θεραπείας αφού έχει ήδη απελαθεί στη χώρα για την οποία ισχυρίζεται ότι κινδυνεύει, εκκρεμούσης της παρούσας διαδικασίας.

 

Στην αγόρευση γίνεται αναφορά σε γεγονότα που επεσυνέβησαν μετά την καταχώρηση της προσφυγής. Συγκεκριμένα, αναφέρεται ότι ο αιτητής κρατείτο στα Αστυνομικά Κρατητήρια των Κεντρικών Φυλακών από τις 2.3.2010 με σκοπό την απέλασή του από τη Δημοκρατία. Στις 20.1.2011 το Ανώτατο Δικαστήριο εξέδωσε απόφαση στην πολιτική αίτηση για έκδοση διατάγματος Habeas Corpus αρ. 5/2011 που καταχώρησε ο αιτητής, με την οποία διέταξε την άμεση απελευθέρωση του αιτητή. Την επόμενη μέρα ο αιτητής απελάθηκε στη χώρα του.

 

Στην αγόρευση των καθ΄ων η αίτηση εγείρεται προδικαστική ένσταση ότι, ενώ ο αιτητής με την προσφυγή προσβάλλει την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων με την οποία απορρίφθηκε ιεραρχική προσφυγή του κατά της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου στην αίτησή του για πολιτικό άσυλο, η προσφυγή του στρέφεται και κατά οργάνων, οι πράξεις των οποίων δεν προσβάλλονται με την παρούσα προσφυγή και ουδεμία συνάφεια έχουν με την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη και, ειδικότερα, κατά του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και της Υπηρεσίας Ασύλου.

 

Αναφέρεται, επίσης, ότι λανθασμένα ο αιτητής αναπτύσσει ισχυρισμούς που αφορούν στην απόφαση για απέλασή του από τη Δημοκρατία, οι οποίοι είναι άσχετοι με την απόρριψη της ιεραρχικής του προσφυγής από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων.

 

Στην συνέχεια, και ενώ ξεκίνησαν οι διευκρινίσεις στην υπόθεση, ο συνήγορος του αιτητή επεκτάθηκε σε επιχειρηματολογία και νομολογία η οποία δεν καλυπτόταν από τις έγγραφες προτάσεις και το Δικαστήριο, ενώπιον του οποίου εκκρεμούσε τότε η υπόθεση, επανάνοιξε την υπόθεση «ούτως ώστε να καταχωρηθεί μία συμπληρωματική αγόρευση εκ μέρους του αιτητή επί θεμάτων πάντοτε νοείται τα οποία μπορούν να καλύπτονται από τους συγκεκριμένους λόγους ακύρωσης και να αφορούν την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη και ακολούθως να απαντήσει η πλευρά των καθ΄ων η αίτηση.»

 

Στα πλαίσια της συμπληρωματικής του αγόρευσης, ο συνήγορος του αιτητή αναφέρεται εκ νέου στα γεγονότα που ακολούθησαν της καταχώρηση της υπό εξέταση προσφυγής, αναφορικά με την κράτηση και τελικά την απέλαση του αιτητή στη χώρα καταγωγής του. Ανέπτυξε δε επιχειρηματολογία για να υποστηρίξει τη θέση του ως προς το παράνομο της απόφασης των καθ΄ων να θεωρήσουν τον αιτητή ως παράνομο αλλοδαπό και να τον απελάσουν. Ο ευπαίδευτος συνήγορος ανέλυσε το άρθρο 39(1) της Οδηγίας 85/2005 που πραγματεύεται, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου, κατά της απόφασης επί αίτησης ασύλου. Καταλήγοντας, ανέφερε ότι, λόγω της παράνομης απόφασης της Διοίκησης να θεωρήσει τον αιτητή ως παράνομο αλλοδαπό και να τον απελάσει, ο αιτητής στερήθηκε του δικαιώματος ουσιαστικής πρόσβασης στη δικαιοσύνη, «καθότι ήδη είχε απελαθεί και ο δικηγόρος του δεν μπορούσε εκ των πραγμάτων να προβάλει αντί γι΄ αυτόν πράγματα που δεν γνώριζε ώστε να αντικρούσει τα όσα ισχυρίζονται εκ των υστέρων της απέλασής του οι καθ΄ων.»

 

Κατ΄ αρχάς, θα πρέπει να σημειωθεί πως το Δικαστήριο, στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής, εξετάζει τη νομιμότητα της απόφασης η οποία προσβάλλεται, δηλαδή, εν προκειμένω, της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, με την οποία απερρίφθη το αίτημα του αιτητή για παροχή διεθνούς προστασίας. Η παραπομπή του κ. Παρασκευά σε υποθέσεις όπου, στα πλαίσια της ίδιας προσφυγής, εξετάστηκαν και τα διατάγματα κράτησης και απέλασης, δεν έχουν εφαρμογή. Και αυτό γιατί, με την παρούσα προσφυγή, δεν προσβάλλεται η απόφαση της Διοίκησης για απέλαση του αιτητή, σε αντίθεση με τις υποθέσεις στις οποίες παρέπεμψε, όπου προσβάλλοντο δύο, όπως κρίθηκε, συναφείς διοικητικές πράξεις. Η καταχώρηση συμπληρωματικής αγόρευσης επί αυτών των θεμάτων δεν τροποποιεί το δικόγραφο της προσφυγής και της πράξης η οποία με βάση αυτό προσβάλλεται.

 

Συνακόλουθα, τα όσα αναφέρονται στην αγόρευση του αιτητή, σε συνάρτηση με την απέλασή του, αφού αυτός κηρύχθηκε παράνομος μετανάστης, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο εξέτασης στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής. Εν πάση περιπτώσει, το παράπονο του αιτητή ότι στερήθηκε του δικαιώματος πρόσβασης στο Δικαστήριο, κρίνεται αβάσιμο, καθότι εκκρεμεί η παρούσα διαδικασία ενώπιον του Δικαστηρίου και εξετάζεται με βάση τους συγκεκριμένους λόγους ακύρωσης, όπως αυτοί περιγράφονται στα δικόγραφα.

 

Παραμένει όμως προς εξέταση η ορθότητα ή μη της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων. Η εν λόγω απόφαση θεωρώ ότι είναι δεόντως αιτιολογημένη, είναι αποτέλεσμα εκτενούς ανάλυσης των ισχυρισμών του αιτητή, είναι αποτέλεσμα δέουσας έρευνας, όπως συνάγεται και από τη μελέτη του διοικητικού φακέλου και δεν φαίνεται να υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος ακύρωσης της προσβαλλόμενης απόφασης ως καθ΄ οιονδήποτε τρόπο νομικά μεμπτής.

 

Ενόψει των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται. Τα έξοδα της υπόθεσης, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται εναντίον του αιτητή.

 

Κ. Σταματίου,

Δ.

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο