ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D963
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 1539/2011)
16 Δεκεμβρίου, 2014
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΧΡΙΣΤΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
Καθ'ων η αίτηση.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές.
Δ. Εργατούδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Προσβάλλεται με την παρούσα προσφυγή, η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, που κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή του Υπουργού Οικονομικών ημερομηνίας 15/9/2011 και με την οποία ανακλήθηκε ο διορισμός της στη θέση Αντιπροέδρου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου.
Τα γεγονότα της προσφυγής.
Η αιτήτρια, Επίκουρος Καθηγήτρια του Τμήματος Χρηματοοικονομικής και Τραπεζικής Διοικητικής του Πανεπιστημίου Πειραιώς, διορίστηκε με την υπ' αριθμόν 70.634, απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 16/6/2010, κατόπιν εισήγησης του Υπουργού Οικονομικών, ως Αντιπρόεδρος του Συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου (στο εφεξής «η Επιτροπή»), για πενταετή θητεία από 23/7/2010 μέχρι 22/7/2015.
Λόγω της απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Aspis Holdings Public Company Ltd v. Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 1589/2009, ημερομηνίας 12/8/2011, με την οποία κρίθηκε ότι ο διορισμός των μελών της Επιτροπής, στα οποία δεν συγκαταλεγόταν τότε η αιτήτρια, ήταν αντίθετος με τις πρόνοιες του περί Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς Νόμου του 2009 (Ν. 73(1)/2009), έλαβαν χώρα, προς αντιμετώπιση των συνεπειών της απόφασης, διαβουλεύσεις μεταξύ των νομικών συμβούλων της Επιτροπής, εκπροσώπων του Υπουργείου Οικονομικών, της γραμματείας του Υπουργικού Συμβουλίου και του Γενικού Εισαγγελέα.
Ο τελευταίος με επιστολή του προς τον Υφυπουργό παρά τω Προέδρω, υπέδειξε, ότι παρόλο που η απόφαση δεν επηρέαζε την αιτήτρια θα έπρεπε και αυτής ο διορισμός να ανακληθεί, δεδομένου ότι έπασχε για τους ίδιους λόγους που επισημάνθηκαν από το Δικαστήριο.
Ακολουθώντας τη γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα, ο Υπουργός Οικονομικών υπέβαλε πρόταση προς το Υπουργικό Συμβούλιο, για ανάκληση των αποφάσεων διορισμών όλων των μελών του Συμβουλίου της Επιτροπής, συμπεριλαμβανομένης και της απόφασης αρ. 70.634 για το διορισμό της αιτήτριας.
Το Υπουργικό Συμβούλιο κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 14/9/2011 ανακάλεσε, με την υπ' αριθμόν 72.578 απόφασή του, το διορισμό της αιτήτριας, η οποία αφού έλαβε γνώση της απόφασης με σχετική επιστολή του Υπουργού Οικονομικών, ημερομηνίας 15/9/2011, καταχώρισε στις 23/11/2011 την παρούσα προσφυγή επιδιώκοντας την ακύρωση της.
Μετά την καταχώριση της προσφυγής της αιτήτριας, το Υπουργικό Συμβούλιο, κατόπιν σχετικής εισήγησης του Υπουργού Οικονομικών και συμβουλής του Γενικού Εισαγγελέα, αποφάσισε στις 20/6/2012 να ανακαλέσει την απόφαση του υπ' αρ. 72578 για την ανάκληση του διορισμού της αιτήτριας και παράλληλα να της παραχωρήσει το δικαίωμα ακρόασης, με γραπτή υποβολή των θέσεων της αναφορικά με το ενδεχόμενο ανάκλησης της απόφασης αρ. 70.634, ημερομηνίας 16/6/2010, για το διορισμό της.
H αιτήτρια υπέβαλε, μέσω δικηγόρου, τις απόψεις της και στις 3/9/2012 το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε να ανακαλέσει εκ νέου την αρχική απόφαση (αρ. 70.634) διορισμού της αιτήτριας και να διορίσει στη θέση του Αντιπροέδρου του Συμβουλίου της Επιτροπής, τον προταθέντα από τον Υπουργό Οικονομικών, Ανδρέα Ανδρέου από τις 28/9/2011 μέχρι τις 22/7/2015.
Η πιο πάνω ανάκληση και ο διορισμός του Ανδρέου στη θέση, αποτελεί το αντικείμενο άλλης προσφυγής της αιτήτριας, (Υπόθ. Αρ. 1822/2012) η οποία καταχωρήθηκε στις 31/10/2012 και εκκρεμεί ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Οι λόγοι ακύρωσης.
Η θέση της αιτήτριας είναι ότι παρά την ανάκληση της επίδικης απόφασης της 14/9/2011, αυτή προκάλεσε, κατά τη διάρκεια της (από 14/9/2011 μέχρι 19/10/2012), προφανή ζημία, ήτοι στέρηση των μισθολογικών και άλλων δικαιωμάτων της θέσης, η οποία της προσδίδει το δικαίωμα προώθησης της προσφυγής της με σκοπό την ακύρωση της για λόγους που αφορούν την παραβίαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και του Ν.158(Ι)/99 και πιο συγκεκριμένα του δικαιώματος ακρόασης της καθώς και πλάνη περί τα πράγματα αναφορικά με την εμβέλεια της ακυρωτικής απόφασης της προσφυγής αρ. 1589/09.
Αντίθετα, οι καθ' ων η αίτηση υποβάλλουν ότι με την ανάκληση της επίδικης απόφασης, η αιτήτρια επανέκτησε αναδρομικά τη θέση της, με αποτέλεσμα να μην υφίσταται οποιοδήποτε ζημιογόνο κατάλοιπο που να δικαιολογεί τη συνέχιση της δίκης.
Όπως έχει νομολογηθεί, μετά την ανάκληση της επίδικης στην προσφυγή πράξης, επέρχεται κατάργηση της δίκης, εκτός αν αποδειχθεί εκ πρώτης όψεως κατάλοιπο ζημιάς. Το βάρος απόδειξης τέτοιας ζημιάς είναι στους ώμους του αιτητή και δεν είναι αρκετή η αόριστη επίκληση της (βλ. Χρηματιστήριο Αξιών Κύπρου v. Δημήτρη Σάββα (2006) 3 Α.Α.Δ. 435).
Στην απόφαση της διευρυμένης Ολομέλειας στην Παπαδόπουλος v. Δημοκρατίας (1989) 3(Β) Α.Α.Δ. 973, τονίσθηκε ότι η ανάκληση δεν προκαλεί κατάργηση, αν στη διάρκεια της ισχύος της ανακληθείσας πράξεως παρήχθησαν αποτελέσματα, που ζημιώνουν τον αιτούντα και που δεν αντιμετωπίστηκαν ή εξαλείφθηκαν με την ανάκληση. Όπως περαιτέρω υποδείχθηκε, το Δικαστήριο δεν εξετάζει την έκταση των ζημιών, αλλά ερευνά αν εκ πρώτης όψεως παραμένει ζημία ή βλάβη, που δεν εξαλείφθηκε από την ανάκληση.
Στην υπόθεση Στράκκα Λτδ v. Δημοκρατίας (1991) 3 A.A.Δ. 643, αναφορικά με την κατάργηση της δίκης λόγω ελλείψεως αντικειμένου, λέχθηκαν στη σελ. 651 τα ακόλουθα:
"Αποτελεί βασική αρχή του διοικητικού δικαίου ότι η δίκη καταργείται για διάφορους λόγους στους οποίους περιλαμβάνεται η έλλειψη αντικειμένου. Κατά κανόνα η προσφυγή δεν μπορεί να προωθηθεί και πρέπει να διαγραφεί αν μετά την καταχώρηση και πριν την εκδίκαση της επισυμβούν γεγονότα που έχουν ως συνέπεια την εξαφάνιση του αντικειμένου της, όπως π.χ. η ρητή ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης στο σύνολό της, η σιωπηρά ανάκληση της η οποία εξυπακούεται από νέα πράξη του ιδίου οργάνου που ρυθμίζει το ίδιο θέμα και η πλήρης ικανοποίηση της αξίωσης του αιτητή. Στις περιπτώσεις αυτές, η δίκη καταργείται γιατί η συνέχιση της δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό. Στην περίπτωση όμως που έχουν προκύψει στον αιτητή ζημιογόνες συνέπειες από την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη ή παράλειψη ενώ αυτή βρισκόταν ακόμα σε ισχύ, η δίκη δεν καταργείται. Εναπόκειται, βέβαια, στον εκάστοτε αιτητή να αποδείξει ότι έχουν ήδη προκύψει σ' αυτόν ζημιογόνες συνέπειες από την προσβαλλόμενη πράξη πριν την ανάκλησή της ή την ικανοποίηση της αξίωσης του και συντρέχει, επομένως λόγος για τη συνέχιση της δίκης."
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της αιτήτριας, από τις 14/9/2011 μέχρι τις 19/10/2012, που ίσχυσε η επίδικη απόφαση, προκλήθηκαν σ' αυτήν δυσμενείς συνέπειες, όπως απώλεια αντιμισθίας και άλλων δικαιωμάτων και «μεγάλη προσωπική προσβολή και μείωση του κύρους της», οι οποίες δεν εξαφανίστηκαν, διότι η μεταγενέστερη ανάκληση δεν επέφερε αναδρομική αποκατάσταση της αιτήτριας, με αναδρομική καταβολή μισθών και δικαιωμάτων.
Οι καθ' ων η αίτηση δεν απαντούν ευθέως στους πιο πάνω ισχυρισμούς, ούτε προκύπτει από τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου αν μετά την ανάκληση της επίδικης απόφασης στις 20/6/2012, αποκαταστάθηκε η αιτήτρια στη θέση της και καταβλήθηκαν αναδρομικά οι οφειλόμενες απολαβές της.
Η παρούσα περίπτωση αφορά ανάκληση ανακλητικής ελαττωματικής πράξης, δηλαδή της ανάκλησης του αρχικού διορισμού της αιτήτριας, χωρίς να έχει προηγηθεί, το προβλεπόμενο στις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου και της φυσικής δικαιοσύνης, αλλά και νομοθετικά πλέον κατοχυρωμένο, δικαίωμα ακροάσεως. Δεδομένου ότι η ανάκληση ενεργεί για το μέλλον, όταν η πράξη που ανακαλείται είναι νόμιμη πράξη και αναδρομικά, όταν η πράξη είναι παράνομη, στην παρούσα περίπτωση η ανάκληση είχε ως αποτέλεσμα την εξ υπαρχής εξαφάνιση της πράξης. Αποκατέστησε δηλαδή την αιτήτρια στη νόμιμη θέση που βρισκόταν πριν από την έκδοση της παράνομης πράξης που είχε ανακληθεί. Η ανάκληση της παράνομης ανακλητικής απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, οδήγησε στην αναβίωση της αρχικής πράξης του διορισμού της αιτήτριας στη θέση του Αντιπροέδρου της Επιτροπής.
Με την ανάκληση της επίδικης ανακλητικής πράξης, αποκαταστάθηκε η νομιμότητα σχετικά με υφιστάμενη νομική κατάσταση, την οποία ανέτρεψε η παράνομη ανακλητική πράξη.
Στο σύγγραμμα του Α. Τάχου "Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιοˮ, 6η Έκδοση, σελ. 588, το ζήτημα τίθεται ως εξής:
"Η ανάκληση, η οποία συνεπάγεται την αναβίωση της αρχικής διοικητικής πράξης, που είχε παρανόμως ανακληθεί με την ανακαλούμενη πράξη, είναι πάντοτε επιτρεπτή με τις ίδιες προϋποθέσεις της αρχικής ανάκλησης, χωρίς μάλιστα έρευνα της συνδρομής των ουσιαστικών προϋποθέσεων έκδοσης της αρχικής εκείνης πράξης και χωρίς την τήρηση της προβλεπόμενης από το νόμο για την έκδοσή της διαδικασίας. Διότι με την ανάκληση της παράνομης ανακλητικής πράξης, δεν επιχειρείται εξ υπαρχής νέα για το μέλλον ρύθμιση, αλλά επιδιώκεται η αποκατάσταση της νομιμότητας σχετικά με υφιστάμενη νομική κατάσταση, την οποίαν ανέτρεψε η παράνομη ανακλητική πράξη (ΣΕ 312/1994, 3638/1996)."
Συνεπώς η αποκατάσταση της αιτήτριας, θα έπρεπε να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων και την αναδρομική καταβολή των δικαιωμάτων, που συνεπαγόταν η κατοχή της συγκεκριμένης θέσης, τα οποία στερήθηκε ως αποτέλεσμα της επίδικης ανάκλησης και για το χρονικό διάστημα που παρέμεινε αυτή σε ισχύ. Στην απουσία οποιουδήποτε στοιχείου που να διαφωτίζει για τις ενέργειες της διοίκησης προς αυτή την κατεύθυνση, διαπιστώνεται η ύπαρξη κατάλοιπου ζημίας από την προσβαλλόμενη πράξη, το οποίο δεν έχει εξαλειφθεί από τη μεταγενέστερη ανάκληση της 20/6/2012.
Ως εκ τούτου, η αιτήτρια διατηρεί το έννομο συμφέρον της προς συνέχιση της δίκης, η οποία δεν καταργείται.
Η παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης της αιτήτριας.
Σύμφωνα με το άρθρο 43(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(1)/99):
"Το δικαίωμα ακρόασης παρέχεται, εκτός από τις περιπτώσεις τις οποίες ο νόμος προβλέπει ρητά, σε κάθε πρόσωπο που θα επηρεαστεί από την έκδοση πράξης ή από τη λήψη διοικητικού μέτρου που είναι πειθαρχικής φύσης ή που έχει το χαρακτήρα της κύρωσης ή που είναι άλλως πως δυσμενούς φύσης."
Το δικαίωμα ακρόασης σε περιπτώσεις ανάκλησης της διοικητικής πράξης, έχει επιβεβαιωθεί και νομολογιακά. (Βλ. Minotavros Crete Transport (Cyprus) Ltd. ν. Δημοκρατίας (2012) 3 Α.Α.Δ. 151).
Η παρούσα περίπτωση δεν είναι δυνατό να θεωρηθεί ότι εκφεύγει της πιο πάνω ρύθμισης. Οι καθ' ων η αίτηση, με έρεισμα την ακυρωτική απόφαση στην Προσφυγή αρ. 1589/2009, για λόγους που αφορούσαν ουσιαστικά, ζήτημα έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας αναφορικά με την κατοχή των νόμιμων προσόντων των μελών του Συμβουλίου της Επιτροπής, προχώρησαν στην ανάκληση και του διορισμού της αιτήτριας, η οποία δεν συμμετείχε στην τότε σύνθεση του Συμβουλίου.
Επρόκειτο σαφώς για δυσμενή πράξη, που καθιστούσε απαραίτητη την προηγούμενη ακρόαση της αιτήτριας, γεγονός που αντιλήφθηκαν εκ των υστέρων βέβαια και κατόπιν υποδείξεως του Γενικού Εισαγγελέα, οι καθ' ων η αίτηση, ανακαλώντας την ανάκληση και δίδοντας τη δυνατότητα στην αιτήτρια να υποβάλει γραπτώς τις θέσεις και παραστάσεις της «αναφορικά με το ενδεχόμενο ανάκλησης της Απόφασης με αρ. 70.634 και ημερ. 16.6.2010».
Με βάση τα πιο πάνω στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας και η προσφυγή θα πρέπει να επιτύχει.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα €1.350, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ της αιτήτριας. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ