ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Παρπαρίνος, Λεωνίδας Χρ. Χριστούδιας, για τον αιτητή Μ. Θεοκλήτου (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-11-05 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο NAVEED ARIF ν. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 4/2012, 5/11/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D845

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 4/2012

 

 

5 Νοεμβρίου, 2014

 

 

 

 [Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ Δ/ΣΤΗΣ]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

 

NAVEED ARIF

Αιτητής

 

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΊΑΣ ΜΕΣΩ

1.  ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ

    ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

3.  YΠΕΥΘΥΝΟ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ

      ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ

 

Καθ' ων η αίτηση

....................................

Χρ. Χριστούδιας,  για τον αιτητή

Μ. Θεοκλήτου (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση

.............................

 

 

 

 

 

 

 

A Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

 

Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ:  Ο αιτητής, υπήκοος του Πακιστάν ήλθε νόμιμα στην Κύπρο, με θεώρηση του διαβατηρίου του στις 12/10/2009, για να φοιτήσει στο Κολλέγιο Casa στην Λευκωσία. Του παραχωρήθηκε άδεια παραμονής και φοίτησης μέχρι 15/10/2010 η οποία ανανεώθηκε μέχρι 30/6/11.  Στις 23/6/11 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για ανανέωση της άδειας που κατείχε, η οποία απορρίφθηκε καθότι σύμφωνα με βεβαίωση του κολλεγίου ο αιτητής δεν παρακολουθούσε τα μαθήματα και συνεπώς  απέτυχε λόγω απουσιών. Με επιστολή ημερ.29/8/11 του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, κλήθηκε να αναχωρήσει άμεσα για την χώρα του και αφού διαπιστώθηκε από αστυνομικό έλεγχο ότι εξακολουθούσε να διαμένει στην Κύπρο χωρίς να ανευρεθεί στη δηλωθείσα διεύθυνση, τα στοιχεία του καταχωρήθηκαν στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων.

 

Τις 25/10/11 ο αιτητης υπέβαλε αίτηση πολιτικού ασύλου, η οποία απορρίφθηκε αφού είχε κληθεί προηγουμένως σε συνέντευξη και με επιστολή της ημερ.30/11/11 η Υπηρεσία Ασύλου ενημέρωσε τον αιτητή ανάλογα, στην δηλωθείσα διεύθυνση.

 

Ο αιτητής καταχώρησε στις 16/12/11 διοικητική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων (ΑΑΠ) κατά της πιο πάνω απόφασης. Ακολούθως στις 20/12/11 εντοπίστηκε τυχαία από Αστυνομικούς που περιπολούσαν σε ανοικτό χώρο πλησίον υπεραγοράς και ανεκόπη για έλεγχο. Αφού διαπιστώθηκε ότι ήταν απαγορευμένος μετανάστης και διέμενε παράνομα από τον Αύγουστο 2011, τέθηκε υπό σύλληψη.

 

Την επομένη στις 21/12/11 μετά από σχετική εισήγηση της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης (Τεκμ. 9 στην ενσταση) δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου Κεφ.105, ως τροποποιήθηκε. Ο αιτητής αρνήθηκε να παραλάβει την επιστολή ημερ.21/12/11 με την οποία του γνωστοποιήθηκαν τα πιο πάνω διατάγματα.

 

Ο αιτητής παραπονέθηκε στον Υπουργό Εσωτερικών, μέσω γραπτής επιστολής του δικηγόρου του ημερ.28/12/11, για τη σύλληψη και κράτηση του ενόσω  εκκρεμούσε η ιεραρχική του προσφυγή ως αιτητή ασύλου και ζητούσε να αφεθεί ελεύθερος. Στις 23/12/11 το διάταγμα απέλασης ανεστάλη λόγω της εκκρεμούσας διοικητικής προσφυγής στην ΑΑΠ. Στις 11/01/12 η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων απέρριψε δευτεροβάθμια το αίτημα ασύλου με αποτέλεσμα να προωθηθεί η απέλαση του αιτητή με οδηγίες του Αναπλ. Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών.

 

Είναι η θέση του αιτητή ότι τα εν λόγω διατάγματα εκδόθηκαν καταχρηστικά  και κακόπιστα, αναιτιολόγητα και χωρίς την δέουσα έρευνα. Ο αιτητής κηρύχτηκε  ως απαγορευμένος μετανάστης στην βάση του άρθρου 6(1)(κ) του περί Αλλοδαπών και μετανάστευσης Νόμου Κεφ.105 ενόσω εκκρεμούσε όμως η ιεραρχική του προσφυγή η οποία δεν είχε εξεταστεί ακόμη. Συνεπώς τα επίδικα διατάγματα αντίκεινται προς τον περί Προσφύγων Νόμο Ν.6(Ι)/2000 και του τροποποιητικού Ν.9(Ι)/04, άρθρο 18(6), που παρέχει στον αιτητή το δικαίωμα να παραμείνει την Δημοκρατία μέχρι την έκδοση απόφασης από την ΑΑΠ.

 

Με την αγόρευση του εισηγείται περαιτέρω ότι τα επίδικα διατάγματα εκδόθηκαν χωρίς οι αρμόδιες αρχές να προβούν σε δέουσα έρευνα αναφορικά με τα δικαιώματα παραμονής του, παρόλο που τους είχε υποδείξει την ιεραρχική του προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή.  Επίσης ότι υπήρξε πλάνη περί το Νόμο και τα πράγματα, αφού η παραμονή του κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν νόμιμη και ούτε συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105 ώστε να εμπίπτει στην έννοια του απαγορευμένου μετανάστη.

 

Οι καθ' ών η αίτηση απαντούν στους λόγους ακύρωσης παραπέμποντας στην Rahal v. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 741 στην οποία αποφασίστηκε ότι καθεστώς του αιτητή ασύλου είναι απολύτως συμβατό με αυτό του απαγορευμένου μετανάστη.  Εκεί τονίστηκε ότι όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Νόμου, αιτητής ασύλου δύναται να κηρυχτεί σε απαγορευμένο μετανάστη και συνακόλουθα να εκδοθούν εναντίον του διατάγματα κράτησης και απέλασης. Νοουμένου ότι ο αιτητής δεν κρατείται αποκλειστικά λόγω της  ιδιότητας του ως αιτητής ασύλου και άρα το άρθρο 7(4)(α) του περί Προσφύγων Νόμου δεν εφαρμόζεται.  Εξάλλου, εφόσον ανεστάλη το διάταγμα απέλασης μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης στην ιεραρχική του προσφυγή ,τα επίδικα διατάγματα εκδόθηκαν μέσα στα νόμιμα πλαίσια της ευρείας διακριτικής ευχέρειας που έχει η Διοίκηση σε αυτές τις περιπτώσεις. Επιπρόσθετα αναφέρουν ότι η έρευνα εδώ ορθά περιορίστηκε μόνο στα γεγονότα που αφορούσαν την παράνομη παραμονή του από τις 30/6/11στην Κύπρο και στο ότι είχε καταστεί απαγορευμένος μετανάστης.

 

Όταν συνελήφθη ο αιτητής δεν ήταν κάτοχος άδειας παραμονής, ωστόσο αντλούσε δικαίωμα παραμονής με βάση τον περί Προσφύγων Νόμου, αφού βάσει του άρθρου 8(1)(α) (Μέρος ΙΙ)

 

«ο αιτητής έχει αποκλειστικά για το σκοπό της διαδικασίας, δικαίωμα παραμονής στη Δημοκρατία, το οποίο δικαίωμα ισχύει από την ημερομηνία υποβολή της αίτησης μέχρι και

 

(ii) την ημερομηνία αποστολής της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής στον αιτητή.»

 

Ο συνήγορος του αιτητή επικαλέστηκε το άρθρο 18(6) του περί Προσφύγων Νόμου αρ. 6(Ι)/2000, ως τροποποιήθηκε με το Νόμο αρ. 9(Ι)/2004.  Το εδάφιο (6) του άρθρου 18 αντικαταστάθηκε με το νέο εδάφιο (10), με τον τροποποιητικό Νόμο αρ. 122(Ι)/2009, το οποίο καθιστά εκτελεστές τις αρνητικές αποφάσεις της Υπηρεσίας Ασύλου όταν παρέλθει άπρακτη η προθεσμία για άσκηση προσφυγής στην Αναθεωρητική Αρχή, και ανεκτέλεστες όταν ασκηθεί κατ' αυτών εμπρόθεσμη προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή.   Η πρόνοια περί παραμονής του αιτητή στη Δημοκρατία δεν απαντάται πλέον στο νόμο, πλην όμως η ερμηνεία του νέου άρθρου 18(10), θα πρέπει να είναι ανάλογη ούτως ώστε να μην καθίσταται ουσιαστικά αναγκαία η έκδοση διατάγματος σύλληψης, κράτησης και απέλασης όταν ο αιτητής έχει προσφύγει στην Αναθεωρητική Αρχή.  Αυτό συνάδει με το λεκτικό και πνεύμα του νέου εδαφίου περί ανεκτέλεστης απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου όταν εκκρεμεί ιεραρχική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή.  (Βλ. Υποθ. αρ. 664/2011 Syeed Naveed Ali v. Δημοκρατίας ημερ.24/01/13).

 

Συνεπώς ο αιτητής όσο διατηρούσε το καθεστώς του αιτητή εξακολουθούσε να έχει δικαίωμα παραμονής του στην Δημοκρατία.  Δικαίωμα που συγκρούεται με το λόγο της θεώρησης του αιτητή ως απαγορευμένου μετανάστη δυνάμει του άρθρου 6(1)(κ) του Κεφ. 105. Το εν λόγω άρθρο έχει ως εξής:

 

«(κ) οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο εισέρχεται ή διαμένει στη Δημοκρατία κατά παράβαση οποιασδήποτε απαγόρευσης, όρου, περιορισμού ή επιφύλαξης που περιλαμβάνεται στο Νόμο αυτό ή σε οποιουσδήποτε Κανονισμούς που εκδόθηκαν βάσει του Νόμου αυτού ή σε οποιαδήποτε άδεια που παραχωρήθηκε ή εκδόθηκε βάσει του Νόμου αυτού ή των Κανονισμών αυτών.»

 

Αξιοσημείωτο είναι ότι τα επίδικα διατάγματα κράτησης και απέλασης εκδόθηκαν την ίδια ημέρα με την απόφαση με την οποία ανακηρυσσόταν απαγορευμένος μετανάστης (ερυθρό 155 στον διοικητικό φάκελο, τεκμ. 1), η οποία επιδόθηκε στον αιτητή ενόσω τελούσε υπό κράτηση  αλλά αρνήθηκε να την παραλάβει και να την υπογράψει. Αυτές οι αποφάσεις εκδόθηκαν μετά από εισήγηση του Κλιμακίου της Αστυνομίας ημερ.21/12/11 (ερυθρό 132), στην οποία αναφέρεται ότι  «οι εξετάσεις έγιναν σε συνεργασία με την ΥΑΜ Αρχηγείου μέσω του Η/Υ και διαπιστώθηκε ότι αυτός παρέμενε παράνομα από τις 30/11/11 που απορρίφθηκε η αίτηση ασύλου του».  Ωστόσο ο ίδιος ο αιτητής φαίνεται να υπέδειξε στους αστυνομικούς που τον συνέλαβαν όταν του επεστήθη η προσοχή του στο Νόμο και ότι συνελήφθη για το αδίκημα της παράνομης παραμονής ότι είναι πρόσφυγας, σύμφωνα με το περιεχόμενο της κατάθεσης του Αστ. Κωνσταντίνου (ερυθρό 129).

 

Παρόλα αυτά οι καθ' ών η αίτηση προχώρησαν στην έκδοση των επίδικων διαταγμάτων χωρίς την στοιχειώδη επικοινωνία και έρευνα μέσω της ΑΑΠ.  Οι καθ' ών  ανακάλυψαν ότι ο αιτητής είχε καταθέσει ιεραρχική προσφυγή μόλις δυο ημέρες μετά, στις 23/12/11, και ανέστειλαν το διάταγμα απέλασης αντί να ανακαλέσουν τα επίδικα διατάγματα και να απελευθερώσουν τον αιτητή.

 

Τα γεγονότα της Rahal που επικαλείται η πλευρά των καθ' ών η αίτηση είναι διαφορετικά από τα δεδομένα της παρούσας. Εκεί επρόκειτο για άτομο που διαπιστωμένα ήταν παράνομα στην Κύπρο, ενεγράφη μετέπειτα ως αιτητής ασύλου με ψευδή στοιχεία και στη συνέχεια καταδικάστηκε σε φυλάκιση μετά τη διαπίστωση ότι είχε δώσει ψευδή στοιχεία, ως αποτέλεσμα εμπλοκής του σε τροχαίο ατύχημα.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους κρίνεται ότι τα επίδικα διατάγματα εκδόθηκαν χωρίς την δέουσα έρευνα αναφορικά με τα δικαιώματα του αιτητή όπως τα αντλούσε από τον περί Προσφύγων Νόμο και με πλάνη ως προς την δυνατότητα παραμονής του στην Δημοκρατία.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση έκδοση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης ημερ. 21/12/11 ακυρώνεται με €1000 έξοδα υπέρ του αιτητή.

 

                                                                                      Λ. Παρπαρίνος, Δ.

 

 

 

/ΚΑΣ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο