ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:D849
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1812/2012)
6 Νοεμβρίου, 2014
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΕΤΑΞΥ:
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΣΠΑΤΑΛΟΥ
Αιτητή
και
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Καθ΄ων η αίτηση.
______
Α. Σπάταλος, για αιτητή
Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα), για τους καθ΄ ων η αίτηση
______
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο αιτητής προσλήφθηκε στην Αστυνομία Κύπρου (στο εξής η Αστυνομία) στις 2.4.2003 και από τις 8.11.2010 υπηρετεί ως αστυφύλακας στην Μηχανοκίνητη Μονάδα Άμεσης Δράσης (ΜΜΑΔ).
Στις 17.10.2012, ο αιτητής ήταν συνοδηγός σε αυτοκίνητο που οδηγούσε ο Στέφανος Βασιλειάδης, τον οποίο απέτρεψε να σταματήσει για έλεγχο όταν μέλη της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ) τους έκαναν σχετικό σήμα. Περαιτέρω, σε έλεγχο που έγινε αργότερα την ίδια μέρα από μέλος του Ουλαμού Πρόληψης Εγκλημάτων Λευκωσίας βρέθηκε στην κατοχή του ένα φυσίγγιο 9 χιλιοστών «ball» το οποίο δεν του είχε χρεώσει νομότυπα η ΜΜΑΔ. Τα δύο αυτά γεγονότα ήταν αρκετά για να ληφθεί απόφαση, στις 18.10.2012, από Αστυνομικό Διοικητή να τεθεί σε διαθεσιμότητα δυνάμει του Κανονισμού 31(α)[1], όπως τροποποιήθηκε, των περί Αστυνομίας (Πειθαρχικών) Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 53/89, στο εξής οι Κανονισμοί) για περίοδο μη υπερβαίνουσα τους τρεις μήνες στο πλαίσιο της πειθαρχικής υπόθεσης 4/2012 αναφορικά με την πιθανή διάπραξη εκ μέρους του, τού πειθαρχικού παραπτώματος της (α) ανάρμοστης συμπεριφοράς, (β) παράβασης ή παράλειψης και (γ) αμέλειας καθήκοντος.
Η αντίδραση του αιτητή εκδηλώθηκε άμεσα με την καταχώριση της παρούσας προσφυγής με την οποία αποβλέπει όπως η επίδικη απόφαση ημερομηνίας 18.10.2012 κηρυχθεί άκυρη, παράνομη και στερημένη νομικής ισχύος και αποτελέσματος.
Παρόλο που αντικείμενο της υπό κρίση προσφυγής είναι η προαναφερθείσα απόφαση εντούτοις είναι χρήσιμο να σημειωθεί ότι κατά το χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης ο αιτητής βρισκόταν ήδη σε διαθεσιμότητα στα πλαίσια της πειθαρχικής υπόθεσης Αρχηγείου αρ. 2/2011, γεγονός που το επικαλείται προς προώθηση της θέσης ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι προδήλως παράλογη, νομικά μη επιβεβλημένη και λογικά ανέφικτη. Διατείνεται περαιτέρω ότι στερείται της δέουσας και/ή νόμιμης και/ή επαρκούς αιτιολογίας και προβάλλει ότι δεν συνέτρεχαν λόγοι που να δικαιολογούν τη διαθεσιμότητά του. Επισημαίνει συναφώς ότι ο σκοπός του μέτρου της διαθεσιμότητας σύμφωνα με τον Καν. 31 είναι η προσωρινή απομάκρυνση του συγκεκριμένου μέλους της Αστυνομίας από την οργανική του θέση για την προστασία και αποτελεσματικότητα της έρευνας. Με αυτό το δεδομένο, υπέβαλε, αφού ήδη βρισκόταν σε διαθεσιμότητα - είχε δηλαδή απομακρυνθεί προσωρινά από την ενεργό άσκηση των καθηκόντων του - η τοποθέτηση του σε δεύτερη διαθεσιμότητα, ενόσω η πρώτη βρισκόταν ακόμη σε ισχύ, ήταν προδήλως παράνομη και άνευ αντικειμένου. Και αυτό καθότι διασφαλιζόταν η έρευνα χωρίς να παρίσταται ανάγκη να τεθεί εκ δευτέρου σε διαθεσιμότητα. Άλλωστε, επεσήμανε, η διαθεσιμότητα δεν έχει τιμωρητικό χαρακτήρα, αλλά αποτελεί προληπτικό διοικητικό μέτρο για τη διευκόλυνση της περάτωσης μιας πειθαρχικής διαδικασίας και επιτρέπεται μόνο εφόσον επιβάλλεται από το δημόσιο συμφέρον και σχετικά παρέπεμψε στην Νικολάου ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 3959. Δεν περιορίστηκε μόνο στην υπό αναφορά εισήγηση. Εισηγήθηκε περαιτέρω ότι (α) η πρόνοια που υπάρχει στην προσβαλλόμενη απόφαση ότι θα λαμβάνει ως χορήγημα διαθεσιμότητας το ½ του μισθού του είναι παράνομη και προδήλως παράλογη, αφού κατά τον επίδικο χρόνο ήδη ελάμβανε το ½ του μισθού του ενόψει του ότι βρισκόταν υπό καθεστώς διαθεσιμότητας στο πλαίσιο της πειθαρχικής υπόθεσης 2/2011, (β) η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται της δέουσας αιτιολογίας αφού δεν περιλαμβάνει στοιχεία, γεγονότα και περιστατικά που στοιχειοθετούν το αδίκημα της «ανάρμοστης συμπεριφοράς» ή «της αμέλειας καθήκοντος» και (γ) εν πάση περιπτώσει δεν συνέτρεχαν λόγοι για να τοποθετηθεί σε διαθεσιμότητα, αφού στη βάση του πορίσματος της έρευνας που προηγήθηκε της έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξεως δεν προκύπτει η εκ μέρους του διάπραξη οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος.
Οι καθ΄ ων η αίτηση, από την πλευρά τους, απορρίπτουν τους ισχυρισμούς του αιτητή υποστηρίζοντας την ορθότητα και νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης. Προς τούτο όμως, αντί να παραθέσουν την προσβαλλόμενη απόφαση, παραθέτουν την απόφαση του Αρχηγού Αστυνομίας ημερ. 3.10.12 με την οποία παρατάθηκε η διαθεσιμότητα του αιτητή στα πλαίσια της πειθαρχικής υπόθεσης Αρχηγείου 2/2011. Κατά συνέπεια είναι προφανές ότι τα όσα σχετικά διατείνονται δεν έχουν σχέση με το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής. Παρόλ΄ αυτά διαμόρφωσα την άποψη ότι τα παράπονα/αιτιάσεις του αιτητή δεν ευσταθούν. Κι αυτό καθότι βρισκόμαστε μπροστά σε δύο διαφορετικές διοικητικές πράξεις οι οποίες είναι προϊόν διαφορετικών γεγονότων και διαφορετικών πειθαρχικών αδικημάτων. Ενόψει τούτου η κάθε πειθαρχική διαδικασία διατηρεί την αυτοτέλειά της και επομένως ήταν νόμιμο για τους καθ΄ ων η αίτηση, αν οι ανάγκες εκάτερης των διαδικασιών απαιτούσαν, να αποφασίσουν και την τοποθέτηση του αιτητή σε διαθεσιμότητα.
Όσον αφορά τους ισχυρισμούς του αιτητή για έλλειψη αιτιολογίας της επίδικης απόφασης, κρίνω ότι αυτή καθ΄ εαυτή η καταχώριση εναντίον του της πειθαρχικής υπόθεσης 4/2012 - στο πλαίσιο της οποίας λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση - αναιρεί τον υπό αναφορά λόγο ακύρωσης. Άλλωστε όπως προκύπτει από τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, πριν τεθεί ο αιτητής σε διαθεσιμότητα στις 18.10.12 του παρασχέθηκε το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης και του έγινε σαφές ότι διερευνάται εναντίον του η συγκεκριμένη πειθαρχική υπόθεση. Το γεγονός δε ότι ήδη βρισκόταν σε διαθεσιμότητα για άλλη πειθαρχική υπόθεση δεν είχε περαιτέρω επιπτώσεις για το χορήγημα διαθεσιμότητάς του, αφού θα εξακολουθούσε να λαμβάνει το ½ του μισθού του και όχι το ½ του ½ του μισθού του.
Τέλος, σ΄ ότι αφορά την επισήμανση του αιτητή ότι βάσει του πορίσματος που προηγήθηκε της προσβαλλόμενης απόφασης δεν προέκυπτε η διάπραξη οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος εκ μέρους του, είναι αρκετό να τονιστεί ότι εναντίον του διερευνήθηκαν πειθαρχικής και όχι ποινικής φύσεως αδικήματα και το συγκεκριμένο πόρισμα αναφέρεται αποκλειστικά στη μη διάπραξη ποινικών αδικημάτων. Κατά συνέπεια ούτε και αυτός ο λόγος ευσταθεί και απορρίπτεται.
Ενόψει των ανωτέρω η προσφυγή απορρίπτεται με €1.200 έξοδα εναντίον του.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Μ.
/κβπ
[1] «31. Οποιοσδήποτε Αστυνομικός Διευθυντής μπορεί, με την έγκριση του Αρχηγού, υποχρεούται δε κατόπιν εντολής του Αρχηγού, να θέσει σε διαθεσιμότητα οποτεδήποτε οποιοδήποτε μέλος της Δύναμης βαθμού κατώτερου του Αστυνόμου Β' κατά τη διάρκεια έρευνας αναφορικά με τη διάπραξη ποινικού ή και πειθαρχικού αδικήματος δυνάμει των παρόντων Κανονισμών ή οποιουδήποτε Νόμου. Ειδοποίηση περί της διαθεσιμότητας θα δίνεται γραπτώς το ταχύτερο δυνατόν στο ενδιαφερόμενο μέλος, το δε μέλος αυτό δεν παύει, λόγω διαθεσιμότητας, να είναι μέλος της Δύναμης: Νοείται ότι—
(α) η περίοδος της διαθεσιμότητας δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τρεις μήνες, εκτός εάν ο Αρχηγός παρατείνει την διαθεσιμότητα για περαιτέρω περίοδο όχι μεγαλύτερη των τριών μηνών, εάν μετά το τέλος της έρευνας αποφασιστεί ποινική ή πειθαρχική δίωξη του μέλους και συντρέχουν ειδικοί λόγοι, ο Αρχηγός με την σύμφωνη γνώμη του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας παρατείνει την διαθεσιμότητα του μέλους μέχρι την συμπλήρωση της υπόθεσης.»