ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:D856
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Yπόθεση Αρ.: 1462/2009).
7 Νοεμβρίου, 2014
[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 24 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
GEMIGAR LTD,
Αιτήτρια,
- KAI -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
1.ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2.ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
---------------------------
Χρίστος Τιμοθέου για Ευάγγελος Χρ. Πουργουρίδης ΔΕΠΕ, για τους Αιτητές.
Έλενα Συμεωνίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση.
---------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:- Αντικείμενο της παρούσας προσφυγής είναι η απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 4.8.2009, η οποία γνωστοποιήθηκε στην αιτήτρια στις 10.8.2009, δυνάμει της οποίας το Τμήμα Τελωνείων εξέδωσε βεβαίωση τελωνειακής οφειλής (αρ. 415/09), η οποία ανέρχεται στο ποσό των €281.935, το οποίο αντιπροσωπεύει εισαγωγικό δασμό €5.835, πρόσθετο δασμό αντιντάμπινγκ €192.125 και Φόρο Προστιθέμενης Αξίας €83.975, καθώς και κάθε παρεπόμενη πράξη που αφορά στον υπολογισμό της πρόσθετης επιβάρυνσης και τόκων, ήτοι 10% χρηματική επιβάρυνση ύψους €28.194, πλέον 9% τόκο ετησίως μέχρι 31.12.2006 και 8% από 1.1.2007 επί του καταβλητέου ποσού, συμπεριλαμβανομένης και της χρηματικής επιβάρυνσης, από την ημέρα που τα επιμέρους ποσά κατέστησαν οφειλόμενα.
Η αιτήτρια είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, η οποία ασχολείται με την εισαγωγή και εμπορία προϊόντων χύτευσης και/ή τεχνουργημάτων από χυτοσίδηρο, προέλευσης Κίνας, που χρησιμοποιούνται για την κάλυψη φρεατίων αποχέτευσης και άλλων επιφανειακών ή υπόγειων αποχετευτικών δικτύων.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσα από τους μηχανισμούς παρακολούθησης που διαθέτει, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά θέματα τιμών, αξιών και αντιντάμπιγκ, έθεσε υπό παρακολούθηση τα εν λόγω προϊόντα προέλευσης Κίνας που εισάγονταν σε χώρες μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και συμπέρανε ότι εκτός από πέντε εργοστάσια, όλα τα υπόλοιπα εργοστάσια που κατασκευάζουν τα πιο πάνω είδη επιδοτούνται με διάφορους τρόπους, με αποτέλεσμα να εισάγονται τα εν λόγω προϊόντα στην Ευρωπαϊκή Ένωση σε τιμές χαμηλότερες από το κόστος παραγωγής. Ως αποτέλεσμα, το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ψήφισε και έθεσε σε εφαρμογή από 30.7.2005 τον Κανονισμό 1212/05 με τον οποίο επεβλήθη πρόσθετος εισαγωγικός δασμός αντιντάμπιγκ με συντελεστές από 0% έως 47.8%, ανάλογα με το εργοστάσιο κατασκευής.
Οι διατάξεις του Κανονισμού καταχωρήθηκαν στο ηλεκτρονικό δασμολόγιο και/ή εργαλείο της Ένωσης «TARIC», το οποίο ενημερωνόταν τακτικά για τις σχετικές τροποποιήσεις και/ή τις αποφάσεις και/ή περιορισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το θέμα. Προσθέτονταν σταδιακά και άλλα εργοστάσια στην Κίνα που κατασκεύαζαν τα εν λόγω προϊόντα, αφού προηγουμένως προσάρμοζαν τις τιμές τους στην βάση του πραγματικού κόστους παραγωγής και αναλάμβαναν υποχρεώσεις και δεσμεύσεις έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κατά τον ουσιώδη χρόνο μεταξύ 23.8.2005 και 3.4.2007, η αιτήτρια πραγματοποίησε από την Κίνα, σύμφωνα με σχετικές διασαφήσεις, 51 εισαγωγές προϊόντων από μη ελατό χυτοσίδηρο (cast iron + ductile iron) που πραγματοποιηθήκαν, όπως προκύπτει από τα σχετικά τιμολόγια, από πέντε εταιρείες και εργοστάσια της Κίνας, τα οποία όμως δεν περιλαμβάνονταν ούτε στον αρχικό κατάλογο του Κανονισμού 1212/05 αλλά ούτε στους διευρυμένους και πλέον ευνοϊκότερους καταλόγους του «ΤARIC» ημερομηνίας 23.4.2007. Συνεπώς, οι πέντε εν λόγω προμηθευτές εντάσσονταν στον όρο «Όλες οι άλλες εταιρείες» του πρόσθετου κωδικού του TARIC A999, σύμφωνα με τον οποίο επιβαλλόταν αντισταθμιστικός εισαγωγικός δασμός 47,8%. Η αιτήτρια καταχώρησε δυνάμει των άρθρων 122(1)(β) του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου 94(Ι)/2004 (εφεξής ο «Νόμος»), 51 ηλεκτρονικές διασαφήσεις (Παραρτήματα 6Α-56Α στην ένσταση), για τις οποίες αυτόματα βεβαιώθηκαν οι εισαγωγικοί δασμοί και φόροι στην βάση των δεδομένων που καταχωρήθηκαν από τους εξουσιοδοτημένους τελωνειακούς αντιπροσώπους της αιτήτριας και τα σχετικά προϊόντα τέθηκαν σε ελεύθερη κυκλοφορία χωρίς άλλο τελωνειακό έλεγχο.
Όπως διαπιστώθηκε αργότερα, οι αξίες αγοράς των σχετικών προϊόντων που εισήχθηκαν από Κίνα, είχαν δηλωθεί σε χαμηλότερες τιμές σε σχέση με τις εκάστοτε πραγματικές τιμές διαπραγμάτευσης με αποτέλεσμα τα εισαχθέντα τεχνουργήματα να διασαφηθούν με υποτιμολογημένες αξίες. Ακολούθησε στοχευμένη έρευνα από τους καθ' ων η αίτηση όλων των διασαφήσεων που σχετίζονταν με προϊόντα σιδήρου/χυτοσιδήρου, στα πλαίσια της οποίας λειτουργοί του Τμήματος Τελωνείων επισκέφτηκαν τα υποστατικά /γραφεία της αιτήτριας για έλεγχο των εμπορευμάτων, αρχείων, βιβλίων και εγγράφων - πολλά από τα οποία κατάσχεσαν - και επίσης διερεύνησαν αντίγραφα παραστατικών που αφορούσαν πράξεις μεταφοράς στο εξωτερικό μέσω της Μarfin Laiki Popular Bank. Από την έρευνα προέκυψε ότι σε 49 από τις πιο πάνω 51 εισαγωγές, για τις οποίες καταχωρήθηκαν οι προαναφερόμενες διασαφήσεις, δηλώθηκε τελωνειακή αξία μικρότερη ή χαμηλότερη της πραγματικής. Επίσης διαπιστώθηκε ότι σε οκτώ περιπτώσεις διασαφήσεων η αιτήτρια είχε δηλώσει τα σχετικά προϊόντα χύτευσης από μη ελατό χυτοσίδηρο σε λανθασμένο κωδικό «TARIC», με αποτέλεσμα να αποφευχθεί η καταβολή πρόσθετου δασμού αντινταπινγκ.
Η Διευθύντρια των καθ' ων η αίτηση άσκησε, δυνάμει του άρθρου 48 του Νόμου, κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση της και βεβαίωσε εκ των υστέρων κάθε οφειλόμενη διαφορά που δεν εισπράχθηκε κατά τον ουσιώδη χρόνο, αποστέλλοντας στην αιτήτρια επιστολή ημερομηνίας 4.8.2009, στην οποία αναφέρονται, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
«4. Από την αξιολόγηση των διασαφήσεων καθώς και των συνοδευτικών εγγράφων των πιο πάνω εισαγωγών καθώς επίσης και από έγγραφα, που έχετε παραδώσει σε τελωνειακούς λειτουργούς κατά την επίσκεψη τους στα υποστατικά της εταιρείας σας στις 8 Μαίου 2007, διαπιστώθηκε ότι σε όλες τις πιο άνω 49 εισαγωγές, έχετε πραγματοποιήσει επιπρόσθετες πληρωμές προς τους κινέζους προμηθευτές σας πέραν της δηλωθείσας τελωνειακής αξίας οι οποίες με βάση το πιο πάνω άρθρο αποτελούν διαμορφωτικό στοιχείο της τελωνειακής αξίας. Αποτέλεσμα της δήλωσής σας ήταν να καταβάλετε ποσά σε δασμούς και φόρους ολιγότερα από τα οφειλόμενα όπως φαίνονται στα Παραρτήματα Ι και ΙΙ.
5. Επιπρόσθετα εντοπίστηκαν επτά διασαφήσεις, οι με Α/Α 13, 14, 16, 27, 29, 35 και 38 των επισυναπτόμενων Παραρτήματα Ι και ΙΙ, με λανθασμένη δασμολογική ταξινόμηση.
6. Στις υπό αναφορά διασαφήσεις που εντοπίστηκε λανθασμένη δασμολογική ταξινόμηση, ενώ τα εμπορεύματα περιγράφονται στα αντίστοιχα τιμολόγια εισαγωγής ως προϊόντα κατασκευασμένα από μη ελατό χυτοσίδηρο, τα οποία ορθά ταξινομούνται κάτω από τη δασμολογική κλάση 73.25.10 με δασμό 1.7% και πρόσθετο δασμό αντιντάμπιγκ 47.8% πλέον 15% ΦΠΑ, στις ηλεκτρονικές διασαφήσεις λανθασμένα τα έχετε δηλώσει στη δασμολογική κλάση 73.25.99 με εισαγωγικό δασμό 2.7% πλέον 15% ΦΠΑ.
Λαμβάνοντας υπόψη το σύνολο των περιστατικών και των διαθεσίμων στοιχείων της πιο πάνω υπόθεσης και ασκώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση μου, έχω βεβαιώσει το πόσο (sic) της τελωνειακής οφειλής και της άλλης τελωνειακής οφειλής, που αφορά τα αναφερόμενα εμπορεύματα σύμφωνα με τις επί μέρους αξίες και καταστάσεις (Παραρτήματα Ι και ΙΙ(, που ανέρχεται στο συνολικό ποσό €281.935.00 (διακόσια ογδόντα μια χιλιάδες εννιακόσια τριάντα πέντε) το οποίο αντιπροσωπεύει, εισαγωγικό δασμό €5.835.00, πρόσθετο Δασμό Αντιντάμπινγκ, €192.125.00 και Φόρο Προστιθέμενης Αξίας €83.975.00.
.......................................................................................................
Οι οφειλόμενοι δασμοί και φόροι υπολογίσθηκαν με βάση τα άρθρα 36 και 41 του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου αρ. 94(Ι) του 2004 και των άρθρων 15 και 17 του περί Φόρου Προστιθεμένης Αξία (sic) Νόμου αρ. 95(Ι)/2000.
Η βεβαίωση αυτή βασίζεται στα άρθρα 42, 48 και 52 του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου με αρ. 94(Ι) του 2004 καθώς και στα άρθρα 5(4), 13 και 20(Α) του περί Φόρου Προστιθεμένης Αξία (sic) Νόμου αρ. 95(Ι)/2000 όπως έχει τροποποιηθεί.»
Είναι η εισήγηση της αιτήτριας ότι η επαχθής επίδικη απόφαση ελήφθη όχι επί της πραγματικής «συναλλακτικής», δηλαδή την τιμή που δηλώθηκε και πραγματικά πληρώθηκε για τα υπό εξέταση εμπορεύματα, αλλά λανθασμένα υπολογίστηκε και η ευνοϊκή εμπορική έκπτωση που ρητά αναγραφόταν επί των τιμολογίων (47%) και της είχαν παραχωρήσει οι προμηθευτές της. Τυχόν εμπορικές εκπτώσεις, ποσοτικές ή εκπτώσεις για σκοπούς πληρωμής, οι οποίες όμως δεν καταβλήθηκαν στους προμηθευτές δεν αθροίζονται για σκοπούς καθορισμού της τελωνειακής αξίας εισαγόμενων προϊόντων. Στις «ύποπτες» διασαφήσεις δηλωνόταν κάθε φορά η καθαρή αξία του τιμολογίου, αφαιρουμένης της υπολογιζόμενης, σύμφωνα πάντα με την αιτήτρια, «έκπτωσης» που είχε εξασφαλίσει από τους προμηθευτές της.
Ως δεύτερο λόγο ακύρωσης η αιτήτρια προβάλλει την έλλειψη δέουσας έρευνας αναφορικά με τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αξιολογήθηκαν με καχυποψία και προκατάληψη από τους καθ΄ ων η αίτηση. Ισχυρίζεται ότι ενώ γνωστοποίησε στους καθ΄ ων η αίτηση στοιχεία αναφορικά με τις επιπρόσθετες πληρωμές, αυτά δεν αξιολογήθηκαν. Πιο συγκεκριμένα οι 49 διασαφήσεις/εισαγωγές και οι επιπρόσθετες πληρωμές που διαπίστωσαν οι καθ' ων η αίτηση, αφορούσαν και/ή σχετίζονταν με κάποιες εμπορικές συμφωνίες που η αιτήτρια είχε συνάψει με τους Κινέζους προμηθευτές, βάσει των οποίων η αιτήτρια κατέβαλλε τα επιπρόσθετα ποσά ως αντιπαροχή για άλλες παραγγελίες, δηλαδή για προϊόντα με προορισμό τις Αραβικές Χώρες και πιο συγκεκριμένα την κατασκευή καλουπιών από τις κινέζικες εταιρείες, ως τα σχέδια που τους είχε προμηθεύσει η αιτήτρια. Είναι η θέση της αιτήτριας ότι οι καθ' ων η αίτηση δεν της επέτρεψαν να μεριμνήσει εγκαίρως για να προσκομίσει το αναγκαίο έγγραφο υλικό. Παραπέμπει συναφώς στο Παράρτημα 59 της αίτησης ακύρωσης που είναι μια δέσμη παραγγελιών και/ή φορτωτικών μέσω της αδελφικής εταιρείας της Veralco Trading Ltd (βασικός μέτοχος της οποίας είναι ο Διευθυντής της αιτήτριας) για διάθεση των συναφών υλικών σε διάφορες αραβικές χώρες. Ισχυρίζεται περαιτέρω ότι οι καθ' ων η αίτηση αντιμετώπισαν την εκδοχή της αιτήτριας με δυσπιστία, ότι δηλαδή εξαιτίας του γεγονότος ότι μήτρες, καλούπια και τα σχέδια αυτών, που χρησιμοποιήθηκαν στην παραγωγή των εμπορευμάτων από τους Κινέζους προμηθευτές της αφορούσαν σε προϊόντα χύτευσης σιδήρου τα οποία δεν εισήχθηκαν ποτέ στην Κύπρο αλλά διατέθηκαν απευθείας στην αραβική αγορά, είχε εξασφαλίσει την εμπορική έκπτωση από τους προμηθευτές της, το ποσό της οποίας δεν συμπεριλαμβανόταν στην συναλλακτική αξία των επίμαχων εμπορευμάτων.
Στον ίδιο άξονα η αιτήτρια προωθεί και τους επόμενους λόγους ακύρωσης που αφορούν σε ουσιώδη πλάνη και έλλειψη ειδικής αιτιολογίας.
Οι καθ' ων η αίτηση αντιτείνουν ότι σκοπός της Κοινοτικής νομοθεσίας και του Κανονισμού 2913/92 του Συμβουλίου (περί Θεσπίσεως Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα) είναι ο αποκλεισμός της χρησιμοποίησης αυθαίρετων ή πλασματικών δασμολογικών αξιών, ώστε η δασμολογητέα αξία να αντανακλά την πραγματική αξία του εμπορεύματος λαμβάνοντας υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία. Η συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση παραπέμπει στο άρθρο 29 του πιο πάνω Κανονισμού, το οποίο προνοεί:
«1. Η δασμολογητέα αξία των εισαγομένων εμπορευμάτων είναι η συναλλακτική αξία, δηλαδή η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα για τα εμπορεύματα τιμή, όταν πωλούνται προς εξαγωγή με προορισμό το τελωνειακό έδαφος της Κοινότητας, ενδεχομένως κατόπιν προσαρμογής που πραγματοποιείται σύμφωνα με τα άρθρα 32 και 33 [...].
[...]
3. α) Η πράγματι πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή είναι η συνολική πληρωμή που έγινε ή πρόκειται να γίνει από τον αγοραστή προς τον πωλητή ή υπέρ του πωλητή για τα εισαγόμενα εμπορεύματα και περιλαμβάνει όλες τις πληρωμές που έγιναν ή πρόκειται να γίνουν ως όρος της πώλησης των εισαγομένων εμπορευμάτων από τον αγοραστή στον πωλητή ή από τον αγοραστή σε τρίτο πρόσωπο για να [εκπληρώσει] υποχρέωση του πωλητή [...].»
Περαιτέρω παραπέμπει στο άρθρο 32(1)(β)(ii), που προνοεί ότι στην πραγματικά πληρωθείσα ή πληρωτέα τιμή των εισαγόμενων εμπορευμάτων προστίθεται η αξία εργαλείων, μήτρων, καλουπιών και παρόμοιων ειδών που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τους.
Οι καθ' ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι προέβηκαν στη διεξαγωγή επισταμένης έρευνας όπως αναδεικνύεται μέσω του ενδοϋπηρεσιακού σημειώματος της λειτουργού Σέργιας Αδάμου-Γεωργιάδη (Εξεταστής Τελωνείων), ημερομηνίας 26.6.2007 (Κυανούν 640-643 στο διοικητικό φάκελο, Τεκ.1β), στο οποίο καταγράφονται αναλυτικά οι λόγοι που οδήγησαν τους καθ' ών η αίτηση σε διερεύνηση, τα στάδια της διερεύνησης, τα συμπεράσματα τους αναφορικά με τις υποτιμολογήσεις στις οποίες προέβαινε η αιτήτρια, αντιπαραβάλλοντας τα με το περιεχόμενο της κατάθεσης του Διευθυντή της αιτήτριας.
Η επίδικη απόφαση έχει δυο πτυχές:
A. Σε 49 εισαγωγές διαπιστώθηκε από τους καθ' ών η αίτηση ότι δεν δηλωνόταν η πραγματική αξία των προϊόντων, όπως επιβάλλει το Άρθρο 29 του Κανονισμού 2913/1992/ΕΚ.
B. Σε 7 διασαφήσεις έγινε λανθασμένη δασμολογική ταξινόμηση με αποτέλεσμα να αποδοθεί στο κράτος λιγότερος φόρος.
Επισημαίνω εξαρχής ότι το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει υπογραμμίσει την υποχρέωση των τελωνειακών αρχών να αναζητούν την πραγματική συναλλακτική αξία των προϊόντων που καταβλήθηκε από τον εισαγωγέα με βάση το σύνολο των οικονομικών στοιχείων που αφορούσαν την συναλλαγή (βλ. C-354/09 Gaston Schul BV [2010] ECR 1-7749, C-116/12 N. Christodoulou A.E. v. Elliniko Dimosio της 12.12.2013). Επίσης η νομολογία μας επιβεβαιώνει ότι η εξουσία που παρέχεται στο Τελωνείο στον τομέα ταξινόμησης εμπορευμάτων στην ορθή δασμολογική κλάση είναι πολύ ευρεία και το Δικαστήριο επεμβαίνει μόνο, αν διαπιστώσει ότι η σχετική απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση των αρχών του διοικητικού δικαίου (Rodafinia v. Republic (1988) 3 C.L.R. 45, Υπόθεση αρ.1177/08 G.N. ECODOMICA LTD ν. Δημορκατίας ημερομηνίας 21.8.2012).
Μελέτησα προσεκτικά το περιεχόμενο της αίτησης και της ένστασης και τους ογκώδεις διοικητικούς φακέλους έχοντας κατά νου τις εκατέρωθεν θέσεις των συνηγόρων των διαδίκων και συμπεραίνω ότι η εκ των υστέρων απαίτηση της διαφοράς των δασμών που προέκυψε σαν αποτέλεσμα του εν λόγω μεταγενέστερου ελέγχου ασκήθηκε σύννομα, βάσει των άρθρων 48 και 52 του Νόμου.
Το περιεχόμενο του πιο πάνω σημειώματος της λειτουργού Γεωργιάδη, καθώς και τα άλλα δυο σημειώματα που επισυνάπτονται στο συνοδευτικό σημείωμα ημερομηνίας 8.10.2007 του Τομέα Μετελέγχου προς την Προϊσταμένη του Τομέα Δασμολογίου (Κυανούν 639-651), όπως επίσης και το σύνολο των Τεκμηρίων που συνοδεύουν την ένορκη δήλωση του κ. Γιώργου Παπαδοπούλου, εξεταστή της υπόθεσης, ημερομηνίας 14.12.2012, (γραπτές καταθέσεις, Τεκμήρια 1-19 στην αίτηση για προσαγωγή μαρτυρίας ημερομηνίας 31.1.2012), είναι ενδεικτικά της δέουσας έρευνας.
Ο λογιστικός έλεγχος που διενεργήθηκε από τον Κλάδο Μετελέγχου Λάρνακας σε συνάρτηση με διάταγμα αποκάλυψης τραπεζικού λογαριασμού της αιτήτριας ήταν πλήρης και μεθοδικός. Οι καθ' ων η αίτηση αντιπαραβάλλοντας για κάθε μια συναλλαγή την διασάφηση με τα τιμολόγια και τις επιπρόσθετες πληρωμές/εμβάσματα, έλεγξαν την αντιστοιχία των πληρωμών με τα συγκεκριμένα τιμολόγια και τα συγκεκριμένα προϊόντα και εύλογα κατέληξαν στο ότι τα ποσά που αντιστοιχούσαν στην παραχωρηθείσα έκπτωση, ισόποση μάλιστα του δασμού αντιντάμπιγκ, ήταν ποσά που είχαν καταβληθεί στους Κινέζους προμηθευτές και ότι τα σχέδια καλουπιών αφορούσαν τα εμπορεύματα των συγκεκριμένων διασαφήσεων τα οποία είχαν διατεθεί στην κυπριακή αγορά.
Η αιτήτρια ακούστηκε και είχε κάθε ευκαιρία να προβάλει και να επεξηγήσει τις θέσεις της, τόσο μέσω της κατάθεσης του Διευθυντή της, Γαβριήλ Γρουτίδη, και των εκτελωνιστών της, αλλά και γραπτώς με την επιστολή ημερομηνίας 30.3.2009, με την οποία ενημέρωνε τους καθ΄ ων η αίτηση ότι όλα τα στοιχεία τους είχαν ήδη δοθεί και ζητήθηκε παράταση χρόνου για ενδεχόμενη προσκόμιση και άλλων εγγράφων. (Παραχωρήθηκε χρόνος 21 ημερών). Αναφορικά με τα τιμολόγια της εταιρείας Veralco Τrading Ltd (Παράρτημα 59 στην αίτηση ακυρώσης), δεν εντοπίζονται εντός των διοικητικών φακέλων μαζί με το υλικό που είχαν ενώπιον τους οι καθ' ων η αίτηση κατά τον ουσιώδη χρόνο, αφού παρά το σχετικό αίτημα από τους καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 23.2.2009 φαίνεται ότι δεν υποδείχθηκαν από την αιτήτρια κατά την εξέταση της υπόθεσης. Συνεπώς δεν μπορεί το Δικαστήριο να εκφέρει πρωτογενή κρίση. Επίσης πολλά από αυτά φέρουν μεταγενέστερες ημερομηνίες. Εν πάση περιπτώσει, η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει πώς οι συγκεκριμένες εξαγωγές προς τρίτες χώρες συνδέονται με την παραχώρηση καλουπιών στους Κινέζους προμηθευτές και την εμπορική έκπτωση επί των επίδικων τιμολογίων.
Επί του προκειμένου, θεωρώ εύστοχες και τις παρατηρήσεις της ευπαίδευτης συνηγόρου των καθ΄ ων η αίτηση, τις οποίες θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω αυτούσιες:
«1.18 Όπως προκύπτει από τις πληροφορίες των εγγράφων τα οποία ερεύνησαν οι καθ΄ ων η αίτηση, τα τιμολόγια των εμπορευμάτων και τα τιμολόγια των καλουπιών είχαν κοινούς αριθμούς παραγγελίες και κοινούς αριθμούς συμβολαίων. Και οι δύο τύποι τιμολογίων πληρώνονταν από την αιτήτρια. Αυτά τα στοιχεία αποδεικνύουν ως ανεδαφικούς τους ισχυρισμούς της αιτήτριας στις σελίδες 12 και 13 της αγόρευσης της αιτήτριας ότι εφοδίαζαν τους κινέζους προμηθευτές τους με σχέδια καλουπιών για να κατασκευάζουν προϊόντα τα οποία πωλούσε η συνδεόμενη με την αιτήτρια εταιρεία VERALCO TRADING. Με βάση τα στοιχεία των τιμολογίων και πληρωμών ήταν εύλογο οι καθ΄ ων η αίτηση να καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι σύμφωνα με το άρθρο 32(1)(β)(ii) του τελωνειακού κώδικα, μπορούσαν να θεωρήσουν την αξία των σχεδίων καλουπιών ως μέρος της αξίας των εμπορευμάτων της αιτήτριας ειδικά λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η ίδια η αιτήτρια κατέβαλλε τα ποσά των τιμολογίων. Αυτό καταρρίπτει και τον ισχυρισμό της αιτήτριας στην σελίδα 12 της γραπτής της αγόρευσης ότι τα ποσά αυτά αποτελούσαν εμπορική έκπτωση των κινέζων προμηθευτών προς την αιτήτρια. Πως είναι δυνατόν τα ποσά αυτά να αποτελούν εμπορική έκπτωση αφού από τις αποδείξεις της τράπεζας προέκυπτε ότι η αιτήτρια κατέβαλλε τα ποσά αυτά προς τους κινέζους προμηθευτές της; Περαιτέρω, το γεγονός ότι η αιτήτρια επέλεξε να τιτλοφορεί τα τιμολόγια της με την φράση «CONSULTANCY - SERVICE FEE PAYMENT» αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι όλα τα στοιχεία λαμβανόμενα υπόψη, καταδείκνυαν ότι τα σχέδια καλουπιών ήταν συνδεόμενα με τα εμπορεύματα της αιτήτριας τα οποία εισήγαγε στη Δημοκρατία με τις εν λόγω διασαφήσεις.»
Συνεπώς, δεν προκύπτει οποιαδήποτε πλάνη των καθ' ών η αίτηση ως προς το πρώτο σκέλος της απόφασης που αφορά στην υποτιμολόγηση και η αιτιολογία στην προσβαλλόμενη απόφαση όπως συμπληρώνεται από το περιεχόμενο του φακέλου κρίνεται ικανοποιητική, αφού επιτρέπει στο Δικαστήριο να διαγνώσει με ευχέρεια το σκεπτικό και το νομικό της έρεισμα.
Αναφορικά με το δεύτερο σκέλος της απόφασης που αφορούσε σε επτά διασαφήσεις προϊόντων που είχαν δηλωθεί και ταξινομηθεί στην δασμολογική ΔΚ7325991000 χωρίς να πληρωθεί ο σχετικός δασμός αντιντάμπιγκ, η αιτήτρια θέτει περαιτέρω ως λόγο έλλειψης δέουσας έρευνας το γεγονός ότι τα σχετικά δείγματα που παρουσίασε στους καθ' ών η αίτηση δεν πέρασαν από εργαστηριακό έλεγχο για να πιστοποιηθεί η δασμολογική τους κατάταξη. Τα προϊόντα αυτά περιγράφονται στα τιμολόγια εισαγωγών ως «malleable cast iron covers» (ελατό σίδηρο), και ως τέτοια, εισηγήθηκε η αιτήτρια, εξαιρούνταν του δασμού αντιντάμπιγκ.
Το ζήτημα αυτό, της δασμολογικής κατάταξης, εξετάστηκε από τον Κλάδο Ονοματολογίας κάτω από το φως της εγκυκλίου ΕΕ-«ΑΝΤ»(74) ημερομηνίας 12.1.2007 και σχετικής επιστολής της Γενικής Διεύθυνσης Εμπορίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σύμφωνα με την οποία κατά την διάρκεια της έρευνας πριν την επιβολή του επίδικου δασμού, δεν βρέθηκαν προϊόντα κατασκευασμένα από ελατό χυτοσίδηρο. Σε σημείωμα ημερομηνίας 5.7.2007 της τελωνειακού λειτουργού Κυρίσαββα αναλύονται οι λεπτομέρειες που ώθησαν τους καθ' ων η αίτηση σε περαιτέρω χειρισμό με χημική ανάλυση των σφραγισμένων δειγμάτων, το ένα εκ των οποίων, κατά την αιτήτρια, ήταν κατασκευασμένο από malleable cast iron, ενώ το άλλο από ductile iron - και ως τέτοια περιγράφονταν στα τιμολόγια εισαγωγής - τα οποία εκ πρώτης όψεος, εξωτερικά ήταν ακριβώς τα ίδια, είχαν το ίδιο βάρος και σχήμα, ήταν χυτά και έφεραν το ίδιο σχέδιο.
Σύμφωνα δε με μεταγενέστερο σημείωμα ημερομηνίας 15.11.2007 (Κυανούν 355 στο διοικητικό φάκελο, Τεκμήριο 2) κρίθηκε αναγκαία η εργαστηριακή εξέταση από διαπιστευμένο εργαστήριο λόγω και της ψηλής αξίας των εμπορευμάτων και του ύψους του δασμού. Ωστόσο κάτι τέτοιο δεν έγινε διότι τα ενώπιον του Τομέα Δασμολογίου στοιχεία θεωρήθηκαν αρκετά για να κριθεί τελικά ότι όλα τα προϊόντα ήταν από μη ελατό χυτοσίδηρο και επιβαρύνονταν με δασμό αντιντάμπιγκ. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα αναφέρονται στην σημείωση ημερομηνίας 19.11.2007 από την τελωνειακή λειτουργό κα Ανθή Θεοφίλου:
«Σύμφωνα με την επιτολή (sic) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Γενική Διεύθυνση Εμπορίου, με αναφορά Β/4/DV D(2005) AΠ 16294 ημερομηνίας 29/12/2005, από τη διερεύνηση που έγινε με αφορμή την καταγγελία για ντάμπινγκ, δεν βρέθηκαν να υπάρχουν είδη του υπό εξέταση προϊόντος.
Οι συγκεκριμένοι εισαγωγείς, σε προϊόντα της ιδίας περιγραφής στο τιμολόγιο, σε κάποιες περιπτώσεις κατέβαλλαν δασμό αντιντάμπινγκ δηλώνοντας τα ως κατασκευασμένα από μη ελατό χυτοσίδηρο και σε άλλες όχι, δηλώνοντας τα ως κατασκευασμένα από ελατό χυτοσίδηρο. Από τη πληροφόρηση που μου έδωσε η κυρία Κυρίσαββα οι εισαγωγείς τα δηλώνουν στις μεταγενέστερες εισαγωγές τους ως είδη από μη ελατό χυτοσίδηρο και καταβάλλουν τους δασμούς αντιντάμπινγκ.
Με βάσει (sic) τα πιο πάνω θεωρώ ότι όλα τα προϊόντα είναι από μη ελατό χυτοσίδηρο και επιβαρύνονται με δασμό αντιντάμπινγκ.
Το δείγμα που προσκομίστηκε από τους ιδίους τους εισαγωγείς για να γίνει ανάλυση είναι απροσδιορίστου κατασκευαστή και δεν μπορεί να συνδεθεί με οποιαδήποτε εισαγωγή και ως εκ τούτου είμαι της θέσης ότι δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί.»
Συνεπώς, θεωρώ ότι η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση σε ό,τι αφορά τη λανθασμένη δασμολογική κατάταξη επτά διασαφήσεων, ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται. Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Π. Παναγή, Δ.
/ΣΓεωργίου