ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Tamassos Suppliers ν. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 60
Eπιτροπή Eκπαιδευτικής Yπηρεσίας ν. Aντώνη Zάμπογλου (1997) 3 ΑΑΔ 270
Σεργίδου Λουκία A. ν. Δήμου Λευκωσίας και Άλλων (1998) 3 ΑΑΔ 189
Τριλλίδου Ηρώ ν. Δημοτικού Συμβουλίου Στροβόλου (1999) 3 ΑΑΔ 284
Motorways Ltd ν. Υπουργού Οικονομικών και Άλλου (1999) 3 ΑΑΔ 447
Kυπριακή Δημοκρατία ν. Aμαρυλίδας Aνδρέου ΣεργίδουXριστοφόρου (2003) 3 ΑΑΔ 185
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:D869
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 1430/2010)
14 Νοεμβρίου, 2014
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΑΡΙΟΣ ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΑΚΗ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΩΣ ΚΗΔΕΜΟΝΑ/ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ
Τ/Κ ΠΕΡΙΟΥΣΙΩΝ
Καθ'ων η αίτηση.
Ν. Απληκιώτου (κα) για Γ.Ζ. Γεωργίου, για τον Αιτητή.
Λ. Λάμπρου-Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής διαμένει σε ιδιόκτητη κατοικία στη Λάρνακα, περιοχή Καμάρες, επί της οδού Γεώργιου Π. Γεωργίου αρ. 7. Στο πίσω μέρος της κατοικίας του βρίσκεται το τουρκοκυπριακό τεμάχιο 34, Φ./Σχ. ΧL/63.Ε.2. και επίσης χαλίτικη γη.
Στις 15/3/2009 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση στον Κλάδο Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών, ζητώντας όπως του παραχωρηθεί το εν λόγω τουρκοκυπριακό τεμάχιο, για σκοπούς δημιουργίας πρασίνου και χρήση από την οικογένεια του.
Το θέμα αρχικά εξετάστηκε από την Ειδική Επιτροπή, η οποία και το παρέπεμψε, στη Συμβουλευτική Επιτροπή Διαχείρισης Τ/Κ Περιουσιών.
Η τελευταία, σε συνεδρίαση της ημερομηνίας 11/12/2009 αποφάσισε την απόρριψη του αιτήματος. Παράλληλα, αποφάσισε όπως το εν λόγω τεμάχιο παραχωρηθεί στο Δήμο Λάρνακας, ο οποίος υπέβαλε παρόμοιο με τον αιτητή αίτημα, για τη δημιουργία χώρου πρασίνου, προς όφελος του συνόλου των πολιτών. Υπέρ της πρότασης του Δήμου, δόθηκαν θετικές συστάσεις από τον Κηδεμόνα Τ/Κ Περιουσιών, υπό τον όρο ότι δεν θα γίνουν μόνιμες κατασκευές.
Η σχετική απόφαση κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή του Επάρχου Λάρνακας, ημερομηνίας 5/8/2010. Με την εν λόγω επιστολή ζητείτο επίσης από τον αιτητή, ο οποίος στο μεταξύ είχε επέμβει στο τεμάχιο, έκτασης περίπου 350 τ.μ. φυτεύοντας γρασίδι, δημιουργώντας μικρούς βραχότοπους και τοποθετώντας πλαστικά παιχνίδια στο χώρο για να παίζουν τα παιδιά του, να άρει την επέμβαση του.
Την άρση της επέμβασης, η διοίκηση, ζήτησε και με επιστολή της έξι περίπου μήνες αργότερα, προειδοποιώντας ταυτόχρονα τον αιτητή ότι σε περίπτωση άρνησης του θα ληφθούν δικαστικά μέτρα εναντίον του.
Αντιδρώντας ο αιτητής καταχώρισε την παρούσα προσφυγή, με την οποία επιδιώκει την ακύρωση της κοινοποιηθείσας σε αυτόν απόφασης.
Ως λόγους ακύρωσης ο αιτητής προβάλλει τη μη επαρκή έρευνα και/ή την πλάνη περί τα πράγματα, την παραβίαση της αρχής της καλής πίστης, την έλλειψη αιτιολογίας της προσβαλλόμενης απόφασης, την παραβίαση της αρχής της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και τέλος, ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε καθ' υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας.
Οι πιο πάνω λόγοι ακύρωσης αλληλοεξαρτώνται και στην ουσία τους αλληλοκαλύπτονται. Γι' αυτό θα εξεταστούν μαζί.
Όπως έχει νομολογηθεί, η επιβαλλόμενη από τις σχετικές αρχές του διοικητικού δικαίου, διεξαγωγή δέουσας έρευνας αποσκοπεί στη διαπίστωση όλων των ουσιωδών γεγονότων.
Η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα, ανάγεται δε στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης (βλ. Δημοκρατία κ.ά. v. Kοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας v. Zάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270). Η μορφή της έρευνας είναι συνυφασμένη με τα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Η τελική εκτίμηση των γεγονότων και η λήψη της σχετικής απόφασης αποτελεί καθήκον και υποχρέωση του αρμόδιου οργάνου. Το κριτήριο για την πληρότητα της έρευνας έγκειται στη συλλογή και διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα (βλ. Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας v. Zάμπογλου {πιο πάνω}). Η έρευνα είναι επαρκής εφόσον εκτείνεται στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το θέμα που εξετάζεται (βλ. Motorways Ltd v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447).
Στην παρούσα περίπτωση, όλα τα δεδομένα είχαν τεθεί αρχικά ενώπιον Ειδικής Επιτροπής και στη συνέχεια ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, στις συνεδριάσεις των οποίων παρίσταντο εκπρόσωποι όλων των εμπλεκόμενων αρχών. Λήφθηκαν επίσης υπόψη, τα στοιχεία που υπεβλήθησαν με την αίτηση του αιτητή, ενημερωτικό σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών και σχετική επιστολή της Επιτρόπου Διοικήσεως προς τον Έπαρχο, για τη διερεύνηση καταγγελίας σε βάρος του αιτητή για παράνομη επέμβαση και οικειοποίηση τ/κ γης.
Διαπιστώνεται συνεπώς ότι με την έρευνα που είχε προηγηθεί, είχαν συλλεγεί και διερευνηθεί όλα τα ουσιώδη στοιχεία τα οποία παρείχαν βάση για ασφαλή συμπεράσματα.
Η αιτιολογία της απόφασης προκύπτει από την αλληλογραφία των καθ' ων η αίτηση με τον αιτητή και συμπληρώνεται από τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, τα πρακτικά των Επιτροπών που ασχολήθηκαν με το ζήτημα και τις εκθέσεις και σημειώματα των αρμόδιων λειτουργών.
Συγκεκριμένα το αίτημα του αιτητή εξετάστηκε, υπό το φώς παράλληλου αιτήματος της δημοτικής αρχής για χρήση του επίδικου τ/κ τεμαχίου προς όφελος του ευρύτερου κοινού, το οποίο και εγκρίθηκε.
Η επίκληση των αρχών της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης, δεν ενισχύει τις θέσεις του αιτητή. Οι χρηματικές δαπάνες στις οποίες προχώρησε ο αιτητής εν αναμονή απάντησης στο αίτημα του, εδράζονταν στην παράνομη επέμβαση του στο επίδικο τεμάχιο. Σε τέτοια περίπτωση δεν εφαρμόζονται οι αρχές της καλής πίστης. Στην υπόθεση Δημοκρατία v. Παπαφώτη (1997) 3 A.A.Δ. 191, τονίστηκαν τα ακόλουθα (σελ. 196):
"Ούτε η καλή πίστη συναρτάται με τον υπερακοντισμό της νομιμότητας στη λειτουργία της διοίκησης. Όπως διευκρινίζεται στην Tamassos Suppliers v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 60, η αρχή της καλής πίστης σκοπεί στον αποκλεισμό της αυθαιρεσίας στη διοικητική λειτουργία. Δεν υπερφαλαγγίζει όμως την αρχή της σύννομης λειτουργίας της Διοίκησης, που είναι συνυφασμένη όπως και κάθε κρατική λειτουργία με την αρχή του κράτους δικαίου. Όπως υποδεικνύεται στην Παμπόρη v. Δημοκρατίας, υπόθεση αρ. 164/95, 15.12.1995, η αρχή της καλής πίστης δεν μεταβάλλει τις αρχές δικαίου που διέπουν την άσκηση των εξουσιών που εναποτίθενται σε διοικητικό όργανο, ούτε προεξοφλεί την άσκηση της εξουσίας η οποία παρέχεται."
Στην παρούσα περίπτωση ο αιτητής δεν μπορεί να επικαλείται, εκ των υστέρων κάλυψη των παράνομων ενεργειών του μέσω μιας διοικητικής διεργασίας, επικαλούμενος τις αρχές της καλής πίστης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης. Η έκνομη χρήση του ακινήτου δεν μπορεί να αποτελέσει βάθρο για την κτήση παρεπόμενων δικαιωμάτων. (Βλ. Δημοκρατία v. Xριστοφόρου (2003) 3 A.A.Δ. 185).
Δεν έχει επίσης αποδειχθεί υπέρβαση ή κατάχρηση εξουσίας όπως προβάλλεται από τον αιτητή. Οι λόγοι αυτοί εξετάζονται όχι αφηρημένα ή ακαδημαϊκά, αλλά με βάση τα συγκεκριμένα γεγονότα στην κάθε υπόθεση. Κατάχρηση εξουσίας υπάρχει όταν η διοίκηση στην άσκηση της διακριτικής της εξουσίας παραβαίνει το σκοπό του γράμματος και του πνεύματος του νόμου (βλ. Τριλλίδου v. Δημοτικού Συμβουλίου Στροβόλου (1999) 3 A.A.Δ. 284).
Υπό τις περιστάσεις που προεκτέθηκαν, όχι μόνο ασκήθηκε σωστά η διακριτική ευχέρεια των καθ' ων η αίτηση, αλλά και η επίδικη απόφαση τους ήταν η ενδεικνυόμενη.
Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα €1.350 υπέρ των καθ' ων η αίτηση. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
Προτού αφήσω την απόφαση μου θεωρώ σκόπιμο να αναφέρω και τα πιο κάτω και αυτό καθαρά για σκοπούς προβληματισμού εφόσον το θέμα ούτε ηγέρθη ούτε απασχόλησε τις εμπλεκόμενες πλευρές.
Διατηρώ σοβαρές αμφιβολίες κατά πόσο ο αιτητής στην παρούσα προσφυγή έχει έννομο συμφέρον να προσβάλει την επίδικη απόφαση. Η ύπαρξη ή μη έννομου συμφέροντος συνιστά, σύμφωνα με τη νομολογία, θέμα πραγματικό και ως τέτοιο συναρτάται με τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης, αποφασίζεται δε στη βάση των ιδιαίτερων περιστατικών της κάθε περίπτωσης.
Για να δικαιούται ο αιτητής να ασκήσει διοικητική προσφυγή θα πρέπει να έχει υποστεί βλάβη από την προσβαλλόμενη πράξη, υπό ορισμένη ιδιότητα που αναγνωρίζεται από τους κανόνες δικαίου. Όπως χαρακτηριστικά λέχθηκε στην υπόθεση Λουκία Σεργίδου v. Δήμου Λευκωσίας κ.ά. (1998) 3 Α.Α.Δ. 189, με αναφορά στην υπόθεση Τροοδία Ιωνά Αριστοδήμου v. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2498, «Το έννομο συμφέρον αφορά κάθε νομική ή πραγματική κατάσταση που αναγνωρίζεται από το δίκαιο από την οποίαν ο αιτητής βάσει ενός ειδικού δεσμού αντλεί ωφέλεια που θίγεται από την προσβαλλόμενη πράξη ή παράλειψη, δηλαδή που μεταβλήθηκε ή δεν ρυθμίστηκε με συνέπεια την πρόκληση υλικής ή ηθικής βλάβης σ' αυτόν». Διερωτώμαι πώς ο αιτητής στην παρούσα περίπτωση, μπορεί, υπό το φως των εδώ γεγονότων να αντλεί ωφέλεια που θίγεται από την επίδικη πράξη όταν ο ίδιος επεμβαίνει παράνομα στο τεμάχιο και για να υποστηρίξει την επί του προκειμένου θέση του δεν έχει άλλη επιλογή από του να επικαλεστεί τη συγκεκριμένη παράνομη ενέργεια του. Θα αφήσω όμως το θέμα εδώ και δεν θα επεκταθώ εφόσον όπως έχω αναφέρει δεν απασχόλησε τις δύο πλευρές.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ