ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Χριστοδούλου, Μιχαλάκης M. Kαλλιγέρου (κα), για τον αιτητή Ελ. Παπαγεωργίου (κα), για τους καθ΄ ων η αίτηση Α. Ζαχαρίου, για το ενδιαφερόμενο μέρος CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-11-06 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΔΡΕΑ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 1115/11, 6/11/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D848

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                              Υπόθεση Αρ.  1115/11

 

6 Νοεμβρίου,  2014

 

 

 

[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.

 

 

 

ΜΕΤΑΞΥ:

 

ΑΝΔΡΕΑ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗ,

                                                                                          Αιτητή,

 

Και

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

                    Καθ΄ων η αίτηση.

 

______

 

 

M. Kαλλιγέρου (κα), για τον αιτητή

Ελ. Παπαγεωργίου (κα), για τους καθ΄ ων η αίτηση

Α. Ζαχαρίου, για το ενδιαφερόμενο μέρος

 

 

______

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

     ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.:  Ο αιτητής αμφισβητεί την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) ημερομηνίας 17.6.11, η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 5.8.11, να προάξει από 15.7.11 στη μόνιμη θέση Βοηθού Διευθυντή Κλινικής/Τμήματος, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημοσίας Υγείας στην ειδικότητα της Γαστρεντερολογίας τον Χρυσόστομο Κλώνη (ΕΜ), αντί του ιδίου.

 

     Για την πλήρωση της  θέσης, η οποία είναι θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής, υποβλήθηκαν τρεις αιτήσεις.

 

     Η Συμβουλευτική Επιτροπή σύστησε και τους τρεις υποψηφίους, και σ΄ ότι αφορά τον αιτητή και το ΕΜ τους αξιολόγησε ως εξαίρετους.

 

     Η ΕΔΥ αφού μελέτησε τη σχετική έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, κάλεσε τους συστηθέντες σε προφορική εξέταση στις 17.6.11 στην παρουσία των Διευθυντών των Ιατρικών Υπηρεσιών Δημοσίας Υγείας και της Κλινικής/Τμήματος Παθολογίας.  Με το πέρας των συνεντεύξεων, ο Διευθυντής των Ιατρικών Υπηρεσιών, κατόπιν διαβούλευσης με τον Διευθυντή Παθολογίας, αξιολόγησε το ΕΜ ως «Eξαίρετο» και το σύστησε για διορισμό, ενώ τον αιτητή τον αξιολόγησε ως «Πάρα πολύ καλό».  Η ίδια αξιολόγηση έγινε και από την ΕΔΥ, η οποία προχώρησε σε διορισμό στη θέση του ΕΜ και συναφώς κατέγραψε πως:-

 

«Καταλήγοντας στην απόφαση της, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη  ότι ο επιλεγείς,  Κλώνης Χρυσόστομος,  υστερεί έναντι του μη επιλεγέντα Μιχαηλίδη Ανδρέα σε αρχαιότητα, αυτός, όμως, αξιολογήθηκε σε υψηλότερο επίπεδο κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση, δεν υστερεί σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση σ' αυτές των τελευταίων τριών ετών, για τα οποία υπάρχουν Ετήσιες αξιολογήσεις και για τους δύο υποψηφίους, και υπερέχει σε προσόντα, καθότι κατέχει πρόσθετο ακαδημαϊκό προσόν (Διδακτορικό Τίτλο στην Ιατρική), προσόν το οποίο, παρόλο που δεν απαιτείται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε αποτελεί πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν, εντούτοις, είναι άμεσα σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και, ως εκ τούτου, η Επιτροπή συνεκτίμησε το προσόν αυτό με τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσης, αποδίδοντας του την ανάλογη βαρύτητα.   Σε   μια   συνεκτίμηση   όλων   των   ενώπιον   της στοιχείων, περιλαμβανομένης και της υπέρ του Κλώνη σύστασης του Διευθυντή, η Επιτροπή έκρινε ότι η αρχαιότητα του μη επιλεγέντα δεν μπορεί να αποβεί καθοριστικό στοιχείο, ειδικότερα σε θέσεις, όπως η παρούσα, που είναι θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής και βρίσκεται ψηλά στην ιεραρχία.»

     Ο αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα της πιο πάνω απόφασης  με εννέα λόγους ακύρωσης, ενώ οι καθ΄ ων η αίτηση και το ΕΜ υποστηρίζουν, αφενός, την ορθότητα και νομιμότητα της απόφασης και, αφετέρου, ότι ο αιτητής απέτυχε να αποδείξει την υπόθεση του και κατά συνέπεια η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί.

 

     Με τον πρώτο λόγο ακύρωσης, ο αιτητής υποστηρίζει ότι στις περιπτώσεις όπως η παρούσα, το άρθρο 34 του Nόμου 1/90 προβλέπει την παρουσία του Προϊσταμένου του Τμήματος μόνο για να δώσει συστάσεις και στη συνέχεια να αποχωρήσει.  Όμως στην υπό κρίση περίπτωση, κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων παρόντες ήταν και οι δύο Διευθυντές και κατά συνέπεια η σύνθεση της ΕΔΥ έπασχε.  Περαιτέρω, προβλήθηκε ότι παραβιάστηκαν και οι πρόνοιες των παρ. (1) και (2) του άρθρου 21 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν.158(1)/99 καθότι ο Διευθυντής της Κλινικής Παθολογίας δεν παρουσιάστηκε για να «παράσχει κάποιες πληροφορίες ή έγγραφα», αλλά συμβούλευε το Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών ως προς την απόδοση των υποψηφίων σε ερωτήσεις γνώσεων στην Γαστρεντερολογία.

 

     Δεν θα συμφωνήσω με τις προαναφερθείσες αιτιάσεις του αιτητή.  Όπως πολύ ορθά επισημαίνουν οι καθ΄ ων η αίτηση, η παρουσία του Διευθυντή της Κλινικής Παθολογίας στην επίδικη συνεδρία ήταν αποτέλεσμα απόφασης της ίδιας της ΕΔΥ.  Σχετικά είναι τα πρακτικά της συνεδρίας ημερομηνίας 5.5.2011, όπου καταγράφεται πως «Στη συνεδρία να κληθεί να παραστεί και ο Διευθυντής Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, ο οποίος να συνοδεύεται από Ανώτερο Λειτουργό με κατάλληλη ειδικότητα, για να βοηθήσει την Επιτροπή κατά την προφορική εξέταση».  Με αυτό το δεδομένο, είναι πρόδηλο πως εφαρμόστηκε το άρθρο 17[1] του Ν.1/90 βάσει του οποίου η ΕΔΥ μπορεί να καλεί οποιοδήποτε λειτουργό να τη βοηθήσει στο έργο της.

 

    

     Με το δεύτερο λόγο ακυρότητας, ο αιτητής υποστηρίζει πως η επέκταση της προφορικής συνέντευξης και σε έλεγχο των γνώσεων των υποψηφίων στη Γαστρεντερολογία ήταν προϊόν νομικής πλάνης, καθότι ούτε τα μέλη της ΕΔΥ ούτε ο Διευθυντής Ιατρικών Υπηρεσιών κατέχουν ειδικότητα ή πείρα στη Γαστρεντερολογία.  Οι γνώσεις των υποψηφίων, επεσήμανε, δεν είναι επιδεκτικές αξιολόγησης εφόσον είναι αυταπόδεικτες από την κατοχή των απαραίτητων προσόντων στο σχέδιο υπηρεσίας το οποίο προβλέπει τα της ειδικότητας.  Επομένως, κατέληξε, η επέκταση της προφορικής εξέτασης και σε έλεγχο των γνώσεων των υποψηφίων στο σχετικό τομέα πλήττει την όλη διαδικασία και συναφώς επικαλέστηκε ότι αρμόδιο όργανο γι΄ αυτό το σκοπό είναι το Ιατρικό Συμβούλιο, το οποίο απένειμε στους υποψήφιους την ειδικότητα και συνεπώς δεν χρειαζόταν αναζήτηση πληροφοριών στη συνέντευξη για τις γνώσεις των υποψηφίων στην ειδικότητα της Γαστρεντερολογίας.

 

     Σε απάντηση της πιο πάνω θέσης του αιτητή, η δικηγόρος των καθ΄ ων η αίτηση αντέτεινε πως η ΕΔΥ ποτέ δεν αμφισβήτησε την ειδικότητα των υποψηφίων και πως η υποβολή εξειδικευμένων ερωτήσεων από μέρους της κατά την προφορική εξέταση ήταν απαραίτητη προκειμένου να καταστεί δυνατή η επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου για τη θέση.

 

     Εξέτασα τις εκατέρωθεν θέσεις επί του ζητήματος και έχω την άποψη ότι η ανεπιφύλακτη συμμετοχή του αιτητή στην όλη διαδικασία μέχρι τέλους, τον εμποδίζει από του να εγείρει το συγκεκριμένο ισχυρισμό.  Και αυτό καθότι προσκρούει στο δόγμα της απαγόρευσης της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας όπως τούτο έχει επεξηγηθεί σε αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  (Βλ. μεταξύ άλλων Ηλία κ.α. ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 884 και Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών  ν. China Wanbao Engineering Corporation (2000) 3 A.A.Δ. 406).

 

     Κατά συνέπεια προς τα ανωτέρω κρίνω πως ούτε και ο δεύτερος λόγος ακύρωσης ευσταθεί, όπως για τον ίδιο λόγο δεν ευσταθεί και ο τρίτος λόγος ακύρωσης, με τον οποίο προβλήθηκε ο ισχυρισμός ότι η διαδικασία των προφορικών συνεντεύξεων ενώπιον της ΕΔΥ ήταν παράνομη, αφού παρέστη και συνέδραμε σ΄ αυτήν ο Διευθυντής Παθολογίας που δεν ήταν Γαστρεντερολόγος ως η ειδικότητα της επίδικης θέσης.

 

     Ο αιτητής υπόβαλε επίσης (τέταρτος λόγος ακύρωσης), ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή πλανήθηκε ως προς τις σχετικές με τα προσόντα πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας, αποδίδοντας σ΄ αυτό πρόνοια για πρόσθετο προσόν - πλεονέκτημα.  Σύμφωνα με την εισήγησή του, εν πρώτοις, η Συμβουλευτική Επιτροπή, ενήργησε κατά παράβαση των ορίων της διακριτικής της ευχέρειας αφού καθόρισε ως «επιπρόσθετο προσόν» του ΕΜ Μεταπτυχιακό Δίπλωμα επιπέδου Master ή/και Διδακτορικό Δίπλωμα που έκρινε πως ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, και κατά δεύτερο, προχωρώντας ακόμα παραπέρα, προσέδωσε στο εν λόγω προσόν τη βαρύτητα του πλεονεκτήματος.  Δηλαδή, αποφάσισε ότι η εντύπωση «Σχεδόν Εξαίρετος» του ΕΜ κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση μπορούσε να αναβαθμιστεί σε «Εξαίρετος» κατά την τελική του αξιολόγηση εξαιτίας του ότι κατείχε το επιπρόσθετο προσόν (Διδακτορικό Δίπλωμα).

 

     Ούτε αυτός ο λόγος, κατά την άποψή μου, ευσταθεί.  Όπως πολύ σωστά υπογραμμίζουν οι καθ΄ ων η αίτηση, η Συμβουλευτική Επιτροπή, ενεργώντας εντός των πλαισίων της διακριτικής της ευχέρειας, εύλογα καθόρισε, για σκοπούς αξιολόγησης, τι αποτελεί επιπρόσθετο προσόν, ενιαία για όλους τους υποψήφιους, ενώ, σε κάθε περίπτωση, είχε ενώπιον της όλα τα στοιχεία κάθε υποψήφιου.  Επιπρόσθετα, στην έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής δεν αναφέρεται ότι η κατοχή μεταπτυχιακού τίτλου αποτελεί πλεονέκτημα, ούτε απέδωσε στο ΕΜ προβάδισμα εξ΄ αυτού.  Άλλωστε ο αιτητής έλαβε τη ψηλότερη βαθμολογία κατά την ενώπιον της προφορική εξέταση και, συνεπώς δεν ετίθετο ζήτημα αναβάθμισής του κατά την από μέρους της τελική αξιολόγηση κατά την οποία τόσο αυτός όσο και το ΕΜ έτυχαν της σύστασης της Συμβουλευτικής Επιτροπής.  Η αναβάθμιση επομένως του ΕΜ κατά την τελική του αξιολόγηση σε «εξαίρετος» δεν έβλαψε καθ΄ οιονδήποτε τρόπο τον αιτητή και οι σχετικές με το ζήτημα αιτιάσεις κρίνονται ότι στερούνται ερείσματος.

 

     Με τον πέμπτο λόγο ακύρωσης, ο αιτητής υποβάλλει ότι η υιοθέτηση από μέρους της ΕΔΥ, χωρίς κανένα προβληματισμό, της έκθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής η οποία, για τους  λόγους που παρατέθηκαν στον προηγούμενο λόγο ακύρωσης, είναι παράνομη, καθιστά την απόφασή της τρωτή.

 

     Ούτε αυτός ο λόγος ευσταθεί και προς αποφυγή επαναλήψεων, επαναλαμβάνονται τα όσα αναφέρονται  αμέσως πιο πάνω.

 

     Με τους έκτο και έβδομο λόγους ακύρωσης, υποβάλλεται ότι τόσο η Συμβουλευτική Επιτροπή όσο και η ΕΔΥ παραγνώρισαν την κατά εννέα (9) χρόνια υπεροχή του αιτητή έναντι του ΕΜ στην αμέσως προηγούμενη από την επίδικη θέση και κατά συνέπεια και σε πείρα, καθώς και τα πολύ σημαντικά προσόντα που του προσέδιδαν έκδηλη υπεροχή σε επαγγελματικά προσόντα έναντι του ΕΜ.

 

     Ούτε αυτοί οι λόγοι ευσταθούν.  Τόσο από το πρακτικό λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης όσο και από την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, καταδεικνύεται πως τόσο η υπεροχή του αιτητή σε αρχαιότητα όσο και τα πρόσθετα προσόντα του, καταγράφησαν και λήφθηκαν δεόντως υπόψη.  Συγκεκριμένα στον κατάλογο των αιτητών - ο οποίος επισυνάφθηκε στην έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής στην 5η στήλη κάτω από τον τίτλο «Επιπρόσθετη Εκπαίδευση και Προσόντα», καθώς και στην 6η στήλη κάτω από τον τίτλο «Πείρα και Παρατηρήσεις» - αναφέρεται για τον αιτητή η παρακολούθηση τοπικών και διεθνών συνεδρίων, σεμιναρίων και ημερίδων καθώς επίσης και οι δημοσιεύσεις άρθρων σε επιστημονικά ιατρικά περιοδικά ενώ απαριθμείται  αναλυτικά τόσο η ειδίκευση του όσο και η επαγγελματική του πείρα.  Παρά ταύτα όμως, η όλη εικόνα του σ΄ ότι αφορά τα τρία καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολο τους - αξία, προσόντα, αρχαιότητα - δεν μπορούσε τελικώς να κλίνει την πλάστιγγα υπέρ της επιλογής του.  Εξετάζοντας τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου, διαπιστώνεται ότι το μοναδικό στοιχείο στο οποίο υπερέχει ο αιτητής έναντι του ΕΜ είναι η αρχαιότητα.  Όμως η αρχαιότητα σε θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής, όπως η παρούσα, έχει περιορισμένη σημασία.  (Βλ. Πανταζή ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 47, 53).  Πόσο μάλλον αν ληφθεί υπόψη ότι το ΕΜ αξιολογήθηκε σε ψηλότερο επίπεδο κατά την ενώπιον της ΕΔΥ προφορική εξέταση - κρίθηκε ως εξαίρετος σε αντίθεση με τον αιτητή που κρίθηκε ως Πάρα πολύ καλός» - είχε υπέρ του τη σύσταση του Διευθυντή και επίσης κατείχε επιπρόσθετο προσόν (Διδακτορικό Δίπλωμα) το οποίο, αν και δεν προβλεπόταν από το σχέδιο υπηρεσίας ως πλεονέκτημα, ήταν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και του δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα.  Υπενθυμίζεται συναφώς ότι η απόδοση των υποψηφίων κατά τις συνεντεύξεις έχει αυξημένη βαρύτητα όταν πρόκειται για πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής και θέσεων υψηλών στην υπαλληλική ιεραρχία, όπως η παρούσα, όπου η επιτυχής εκτέλεση των καθηκόντων τους προϋποθέτει πρόσωπα που διαθέτουν προσωπικότητα, αλλά και διευθυντικές και διοικητικές ικανότητες.  (Βλ. Χατζηλουκά ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 643, 646).

 

     Τέλος, ο αιτητής παραπονείται ότι η ΕΔΥ έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στην ελάχιστη, όπως τη χαρακτηρίζει, υπεροχή του ΕΜ στην ενώπιον της προφορική εξέταση με αποτέλεσμα αυτή να καταστεί το αποφασιστικό κριτήριο επιλογής.

 

     Εξέτασα και αυτό το παράπονο και ναι μεν η διαφορά της αξιολόγησης στην προφορική εξέταση μεταξύ του «εξαίρετος» - όπως αξιολογήθηκε το ΕΜ - και του «πάρα πολύ καλός» - όπως αξιολογήθηκε ο αιτητής - είναι οριακή, αλλά δεν παύει να αποτελεί διαφορά η οποία, ανάλογα με την περίπτωση, μπορεί να κλίνει την πλάστιγγα υπέρ του ενός ή του άλλου υποψηφίου.  Και αυτό συνέβη στην παρούσα περίπτωση όπου η διαφορά αυτή, όχι από μόνη της, αλλά σε συνάρτηση με τα όσα αναφέρονται ανωτέρω - σύσταση Διευθύντριας και επιπρόσθετο προσόν - έκλινε προφανώς την πλάστιγγα της ΕΔΥ υπέρ του ΕΜ, παρά την υπέρτερη αρχαιότητα του αιτητή.  Σχετική με τη βαρύτητα της προφορικής εξέτασης ως στοιχείου κρίσης είναι και η υπόθεση Πανίκος Πούρος κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3(Α) 374.

 

     Ενόψει όλων των πιο πάνω η προσφυγή απορρίπτεται με €1.200 έξοδα προς όφελος των καθ΄  ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή, η δε προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

                                                                           Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

 

/κβπ

 

 

 

 

 



[1] H Επιτροπή μπορεί να απαιτήσει μέσω της αρμόδιας αρχής από οποιοδήποτε δημόσιο υπάλληλο να προσέλθει και να δώσει μαρτυρία ενώπιον της ή να παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία ή να βοηθήσει την Επιτροπή πάνω σε οποιοδήποτε ζήτημα το οποίο η Επιτροπή έχει να εξετάσει κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της και μπορεί να απαιτήσει την προσαγωγή οποιωνδήποτε επίσημων εγγράφων που αφορούν κάθε τέτοιο ζήτημα».

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο