ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Thermofast Limited (2005) 1 ΑΑΔ 567
REPUBLIC ν. M.D.M. ESTATE (1982) 3 CLR 642
HELLENIC BANK ν. REPUBLIC (1986) 3 CLR 481
Tamasos Tobaco Supplies ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 407
Κολοκάσης Ιάκωβος (Γιακουμής) ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 373
Ζέμπασιης Παντελής και Άλλος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλου (2010) 3 ΑΑΔ 442
C. Contos Estates Ltd. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1991) 4 ΑΑΔ 2473
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:D757
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 902/2011
9 Oκτωβρίου, 2014
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.
ΜΕΤΑΞΥ:
ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ,
Αιτητή,
και
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ (ΤΜΗΜΑ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ)
Καθ΄ου η αίτηση.
ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ
TOY ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 14.12.11
MΕΤΑΞΥ:
ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ
Αιτητή
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ,
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
3. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟΥ ΚΑΙ ΧΩΡΟΜΕΤΡΙΑΣ
Καθ΄ ων η Αίτηση
Βρ. Χατζηχάννας, για τον αιτητή
Ελ. Γαβριήλ, (κα) για το καθ΄ ου η αίτηση
........
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο αιτητής είναι ιδιοκτήτης του τεμαχίου 13 του Κτηματικού Σχεδίου 34/63 του Δήμου Πέγειας, το οποίο βρίσκεται σε κάποια απόσταση από το κρατικό κτήμα με αριθμό τεμαχίου 156 του ιδίου Σχεδίου και Δήμου.
Στις 11.2.2010 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση στο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο Πάφου (στο εξής το Τμήμα) για ανταλλαγή του κτήματος του με μέρος του κρατικού κτήματος, η οποία απορρίφθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 9.6.11 και σχετικά έτυχε ενημέρωσης με επιστολή του Τμήματος ημερ. 27.6.11.
Η αντίδραση του αιτητή στην απόρριψη της αίτησης του εκδηλώθηκε με προσφυγή, την οποία καταχώρισε αυτοπροσώπως στις 12.7.11. Ακολούθως όμως έκρινε πως χρειαζόταν τις υπηρεσίες δικηγόρου, ο οποίος αφού διορίστηκε νομότυπα υπέβαλε με επιτυχία αίτηση για τροποποίηση του αιτητικού της προσφυγής και αντικατάστασης του με νέο, με το οποίο ζητά Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία του κοινοποιήθηκε με την επιστολή του Τμήματος ημερ. 27.6.11, είναι άκυρη, παράνομη και στερείται εννόμου αποτελέσματος.
Η προσφυγή προσέκρουσε σε ένσταση της Δημοκρατίας, με την οποία υποστηρίζεται η ορθότητα και νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης για λόγους ουσίας. Με τη γραπτή όμως αγόρευση της ευπαιδεύτου συνηγόρου της, εγείρει προδικαστική ένσταση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος. Πρόκειται για θέμα δημοσίας τάξεως, εισηγήθηκε, το οποίο θα μπορούσε να εξεταστεί από το Δικαστήριο και αυτεπαγγέλτως εφόσον άπτεται της δικαιοδοσίας του και ως εκ τούτου το γεγονός ότι δεν ηγέρθηκε στην ένσταση είναι άνευ σημασίας. Παρέπεμψε σχετικά σε αυθεντίες τόσο για τη δυνατότητα που έχει ένας διάδικος να εγείρει θέμα δικαιοδοσίας σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας - ανεξαρτήτως αν το εγείρει ή όχι στο δικόγραφό του - όσο και για τεκμηρίωση της θέσης ότι η ανταλλαγή κρατικής με ιδιωτική γη εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου ως συνιστώσα πράξη διαχείρισης κρατικής περιουσίας.
Η καθ΄ ης η αίτηση, αντέτεινε ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή, δεν νομιμοποιείται να εγείρει προδικαστική ένσταση στο παρόν στάδιο εφόσον δεν το έπραξε με την ένστασή της. Και αυτό καθότι συνιστά παραβίαση του Κανονισμού 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 που επιβάλλει στους διαδίκους την υποχρέωση να εκθέτουν τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζονται, καθώς επίσης και την αιτιολογία τους, στα αντίστοιχα δικόγραφά τους. Εν πάση περιπτώσει είναι θέση του αιτητή ότι το αίτημα του για ανταλλαγή εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου, αφενός καθότι η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ήταν μονομερής και του επιβλήθηκε και, αφετέρου, η επιλογή να ζητήσει ανταλλαγή δεν ήταν δική του, αλλά υπόσχεση δύο Υπουργών ως αντάλλαγμα για τη συμπερίληψη του κτήματος του στη Ζώνη Προστασίας της Φύσης 2000.
Όπως γίνεται αντιληπτό, η πρόταξη προς εξέταση της προδικαστικής ένστασης υποδηλώνει υιοθέτηση της θέσης της συνηγόρου της Δημοκρατίας ότι το ζήτημα της δικαιοδοσίας είναι ζήτημα δημοσίας τάξης και στην κατάλληλη περίπτωση αποτελεί υποχρέωση του Δικαστηρίου να το εγείρει και αυτεπαγγέλτως (Thermofast Limited (2005) 1 A.A.Δ. 567). Σε βαθμό, όπως επισημάνθηκε στην υπόθεση Μichaelidou v. Gregoriou (1968) 1 C.L.R. 88, που το ζήτημα της δικαιοδοσίας δεν επαφίεται στη συναίνεση των διαδίκων καθότι κάτι τέτοιο θα αντιστρατευόταν το χαρακτηρισμό του ζητήματος ως ζητήματος δημοσίας τάξεως. Κατά συνέπεια η θέση του συνηγόρου του αιτητή ότι η καθ΄ ης η αίτηση δεν νομιμοποιείται να εγείρει ζήτημα δικαιοδοσίας στο παρόν στάδιο δεν ευσταθεί και ως εκ τούτου προέχει η εξέταση της ουσίας της προδικαστικής ένστασης. Αν δηλαδή η απόρριψη του αιτήματος του αιτητή για την επίδικη ανταλλαγή εμπίπτει στη σφαίρα ή όχι του ιδιωτικού δικαίου, κρίση καταλυτική σ΄ ότι αφορά την εξέταση ή όχι της ουσίας της προσφυγής. Και αυτό καθότι μόνο πράξεις που εμπίπτουν στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου μπορούν να προσβληθούν ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος. (Zέμπασιης κ.α. ν. Δημοκρατίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 442).
Το κατά πόσο μια διοικητική πράξη μπορεί να ταξινομηθεί στη σφαίρα του ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση (Μυρτώ Χριστοδούλου κ.α. ν. Κεντρικής Τράπεζας Κύπρου κ.α., υπ. Αρ. 551/2013, ημερ. 7.6.2013 - της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου). Όμως η νομολογία έχει αναγνωρίσει διάφορα κριτήρια ως προς την ταξινόμηση μιας πράξης είτε στη σφαίρα του ιδιωτικού είτε του δημοσίου δικαίου. Με βασικό κριτήριο ότι στο δημόσιο δίκαιο εμπίπτουν οι πράξεις εξουσίας και ως τέτοιες χαρακτηρίζονται εκείνες οι πράξεις όπου η διοίκηση εμφανίζεται έναντι του διοικουμένου επί εξουσιαστικής βάσης, ενώ από την άλλη στο ιδιωτικό δίκαιο εμπίπτουν οι πράξεις της διοίκησης που έχουν διαχειριστικό χαρακτήρα ως αφορούσες την προστασία του οικονομικού ή ταμιευτικού συμφέροντος της δημόσιας αρχής (Κολοκασίδης ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 373). Ή, όπως τέθηκε στην Ζέμπασιης (ανωτέρω) «Το βασικό κριτήριο κατά πόσο πράξη εμπίπτει στη σφαίρα του δημόσιου ή του ιδιωτικού δικαίου, είναι η εγγενής φύση της πράξης σε συνδυασμό με το συμφέρον του κοινού στο συγκεκριμένο τομέα λειτουργίας δημόσιας αρχής ή οργάνου (Δημοκρατία ν. Τόκα (1995) 3 Α.Α.Δ. 218, 222). Αν με την πράξη που εκδίδει διοικητικό όργανο επιδιώκεται πρωταρχικά η εξυπηρέτηση δημόσιου σκοπού, τότε η πράξη εμπίπτει στη σφαίρα του δημόσιου δικαίου και μπορεί να προσβληθεί βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος (Valana v. Republic 3 R.S.C.C. 91 και Tamasos Tobaco Supplies and Co v. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 407).» Όπως δε ξεκαθαρίστηκε στην Ηellenic Bank Ltd v. Republic (1986) 3 C.L.R. 481, το κριτήριο δεν είναι κατά πόσο η νομοθεσία βάσει της οποίας λήφθηκε η επίδικη απόφαση εξυπηρετεί δημόσιο σκοπό - όπως συμβαίνει και στην υπό κρίση περίπτωση - αλλά κατά πόσο η συγκεκριμένη απόφαση εξυπηρετεί δημόσιο σκοπό. Και πράξεις διαχείρισης της κρατικής περιουσίας εμπίπτουν στη σφαίρα του ιδιωτικού και όχι του δημοσίου δικαίου. Ειδικότερα όταν η πράξη αφορά απόρριψη αίτησης για παραχώρηση κρατικής γης (Kontos Estates Ltd v. Δημοκρατίας κ.α. (1991) 4 Α.Α.Δ. 2473) ή επηρεάζει αποκλειστικά ιδιωτικά δικαιώματα και όχι κάποιο ιδιαίτερο συμφέρον του κοινού στη σωστή εφαρμογή της συγκεκριμένης νομοθετικής διάταξης (Republic v. M.D.M. Estate Developments Ltd (1982) 3 C.L.R. 642, 655).
Έχοντας υπόψη τα κριτήρια που διαμόρφωσε η νομολογία ως προς την ταξινόμηση μιας πράξης της διοίκησης στη σφαίρα του ιδιωτικού ή δημοσίου δικαίου, κατέληξα ότι η επίδικη απόφαση στην ουσία αφορά διαχείριση κρατικής περιουσίας και ως τέτοια βρίσκεται εκτός της εμβέλειας του αναθεωρητικού ελέγχου των προνοιών του άρθρου 146 του Συντάγματος. Όπως έκδηλα αποκαλύπτεται από τα περιστατικά της υπόθεσης, ο πραγματικός σκοπός της προσβαλλόμενης απόφασης δεν είναι η επιδίωξη ή εξυπηρέτηση δημόσιου σκοπού. Είχε ως αντικείμενο ανταλλαγή δημόσιας περιουσίας με ιδιωτική, όπου η διοίκηση έδρασε ισότιμα έναντι του διοικούμενου χωρίς να επιβάλει σ΄ αυτόν την εξουσία της. Το γεγονός δε ότι το κτήμα του αιτητή συμπεριλήφθηκε στη Ζώνη Προστασίας της Φύσης δεν διαφοροποιεί τα πράγματα. Και αυτό καθότι η αιτηθείσα ανταλλαγή εν πάση περιπτώσει εντάσσεται αμιγώς στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου ως αφορώσα διαχείριση κρατικής περιουσίας και σε καμία περίπτωση η διοίκηση δεν εμφανίστηκε έναντι του αιτητή επί εξουσιαστικής βάσης, ούτε με τη μη αποδοχή της αίτησης για ανταλλαγή επιδιώχθηκε η εξυπηρέτηση οποιουδήποτε δημόσιου σκοπού.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προδικαστική ένσταση γίνεται αποδεκτή, γεγονός που σφραγίζει και την τύχη της προσφυγής χωρίς να χρειάζεται η εξέταση της ουσίας της.
Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.100 έξοδα προς όφελος της καθ΄ ης η αίτηση και εναντίον του αιτητή και σ΄ ότι αφορά την προσβαλλόμενη απόφαση, αυτή σύμφωνα με το άρθρο 146 του Συντάγματος επικυρώνεται.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.