ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D818
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.6472 /13)
29 Οκτωβρίου, 2014
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δικαστής]
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΑΡΙΟΣ ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ
Αιτητής,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω
Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων
Τμήμα Γραφείου Ευημερίας
Καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
Αιτητής προσωπικά
Ευγ.Παπαγεωργίου-Καρακάννα, (κα.), δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ων η αίτηση
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: H συνέχιση καταβολής προς τον αιτητή δημοσίου βοηθήματος, είναι το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.
Αίτημα που υποβλήθηκε από τον αιτητή στις 16 Οκτωβρίου 1996, για παροχή δημοσίου βοηθήματος, εγκρίθηκε και έκτοτε ελάμβανε τέτοιο δημόσιο βοήθημα. Από τις 21 Φεβρουαρίου 1997 άρχισε να καταβάλλεται σ΄αυτόν και σύνταξη ανικανότητας.
Η καταβολή του εν λόγω δημοσίου βοηθήματος τερματίστηκε την 1η Ιουνίου 2013 καθότι, είχε διαπιστωθεί ότι υπήρχε ακίνητη περιουσία επ΄ ονόματι του αιτητή, η ύπαρξη της οποίας δεν είχε δηλωθεί όταν υποβλήθηκε αίτημα για δημόσιο βοήθημα. Ταυτοχρόνως, εντοπίστηκε και ακίνητη περιουσία επ΄ονόματι των παιδιών του αιτητή. Το πιο πάνω θέμα γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερ. 14 Ιουνίου και παράλληλα είχε κληθεί να επισκεφθεί τους καθ΄ων η αίτηση για συζήτηση του θέματος.
Σε συναντήσεις που ακολούθησαν, μεταξύ του αιτητή και της αρμοδίας Λειτουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών, ο πρώτος προσκόμισε τίτλους ιδιοκτησίας για ακίνητη περιουσία που κατείχε και ακίνητη περιουσία που μεταβίβασε στις κόρες του. Παρουσίασε, περαιτέρω, και ενοικιαστήρια έγγραφα της ακίνητης περιουσίας του, όπως και των παιδιών του. Ζητήθηκε από τους καθ΄ων η αίτηση η συνδρομή του κτηματολογίου Λεμεσού αναφορικά με την πιο πάνω ακίνητη περιουσία. Το αίτημα στόχο είχε να γνωστοποιηθεί από ποιο άτομο προς ποιο έγινε η μεταβίβαση, καθώς και η εκτιμημένη ενοικιαστική αξία της οικίας που διαμένει ο αιτητής με την οικογένεια του. Οι ζητηθείσες πληροφορίες παραχωρήθηκαν με επιστολή ημερ. 2 Αυγούστου 2013.
Σε συναντήσεις που ακολούθησαν ο αιτητής και η οικογένεια του προσκόμισαν δηλώσεις των παιδιών του αιτητή ότι οι ίδιοι αδυνατούσαν να συντηρήσουν τους γονείς τους.
Με βάση όλα τα έγγραφα που κατατέθηκαν ή προσκομίστηκαν στην αρμόδια υπηρεσία, Λειτουργός των καθ΄ων η αίτηση επαναξιολόγησε τα κριτήρια παροχής δημοσίου βοηθήματος προς τον αιτητή και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, το υφιστάμενο εισόδημα του αιτητή κάλυπτε τις βασικές και ειδικές ανάγκες του ιδίου και της συζύγου του. Ενημερώθηκε προς τούτο ο αιτητής με επιστολή ημερ. 22 Νοεμβρίου 2013, ότι, δεν ήταν δυνατή η συνέχιση παροχής δημοσίου βοηθήματος.
Ο αιτητής χειρίστηκε την υπόθεση προσωπικά, και προέβαλε ως λόγο ακυρώσεως την έλλειψη της δέουσας έρευνας από πλευράς των καθ΄ων η αίτηση. Ο ισχυρισμός ότι ο ίδιος απέκρυψε την ύπαρξη ακίνητης περιουσίας στο όνομα του δεν ήταν ορθός καθότι, όπως λέχθηκε υπήρχαν στην κατοχή των καθ΄ων η αίτηση ενοικιαστήρια έγγραφα αυτής της περιουσίας. Εισηγήθηκε περαιτέρω ότι, υπήρχαν ενώπιον της αρμοδίας αρχής οι δηλώσεις που υπέγραψαν τα παιδιά του και τέλος ισχυρίστηκε ότι ενώ είχε κριθεί ως ανάπηρος δεν του είχαν καταβληθεί τα αναπηρικά του δικαιώματα.
Όπως έχω σημειώσει οι καθ΄ων η αίτηση μετά που εξέτασαν την περίπτωση του αιτητή, έχοντας στην κατοχή τους τα στοιχεία που αναφέρθηκαν πιο πάνω, σε σχέση με την ακίνητη ιδιοκτησία και την αξιοποίηση της, κατέληξαν ότι, δεν ήταν δικαιούχος δημοσίου βοηθήματος καθότι τα εισοδήματα του κάλυπταν τις βασικές και ειδικές ανάγκες του ιδίου και της συζύγου του.
Σύμφωνα με το άρθρο 3(1) του περί Δημοσίων Βοηθημάτων Νόμου, Ν.95(Ι)/2006:
«Σε κάθε πολίτη της Δημοκρατίας ο οποίος:
(α) έχει τη νόμιμη συνήθη διαμονή του, για συνεχή περίοδο τουλάχιστον ενός έτους, στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, και
(β) του οποίου το εισόδημα και οι άλλοι οικονομικοί πόροι δεν επαρκούν για την ικανοποίηση των βασικών και ειδικών αναγκών του, παρέχεται δημόσιο βοήθημα από το Διευθυντή σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου...»
Στο άρθρο 2 του πιο πάνω Νόμου, αναφέρεται ότι, εισόδημα και οικονομικοί πόροι περιλαμβάνουν καθαρό εισόδημα από την εργασία, την περιουσία και οποιαδήποτε σύνταξη και από το σχέδιο κοινωνικών ασφαλίσεων.
Ο αιτητής όταν υπέβαλε αρχικώς την αίτηση για παροχή δημοσίου βοηθήματος, η οποία και ενεκρίθη, δεν είχε δηλώσει την ακίνητη του ιδιοκτησία. Στο στάδιο της επανεξέτασης της αίτησης του, και μετά τη διαπίστωση ότι όντως ήταν κάτοχος ιδιοκτήτης ακίνητης περιουσίας, προσκόμισε ενοικιαστήριο έγγραφο, σύμφωνα με το οποίο αξιοποιείτο η εν λόγω περιουσία. Κατά τη λήψη της απόφασης λήφθηκε επίσης υπόψη το ποσό που ο αιτητής λάμβανε από την Υπηρεσία Κοινωνικών Ασφαλίσεων, όπως και άλλα επιδόματα. Ερευνήθηκε περαιτέρω κατά πόσο υπήρχαν εξαρτώμενα άτομα και διαπιστώθηκε ότι δεν υπήρχαν. Αναφορικά με το γιο του αιτητή, για τον οποίο αναφέρθηκε ότι είναι άνεργος, δεν προσκομίστηκε οποιαδήποτε σχετική βεβαίωση και ούτε θα μπορούσε να θεωρηθεί ως εξαρτώμενος κατά τον υπολογισμό των βασικών του αιτητή και της συζύγου του.
Με γνώμονα τα πιο πάνω και έχοντας υπόψη τις πρόνοιες του άρθρου 3(1) του Νόμου, όπως αναφέρθηκαν πιο πάνω, θεωρώ ότι η έρευνα που έγινε ήταν η δέουσα και με αυτή είχε καλυφθεί όλο το φάσμα των οικονομικών και περιουσιακών στοιχείων του αιτητή, και ως εκ τούτου καταλήγω ότι ο αιτητής απέτυχε να στοιχειοθετήσει τον προβληθένα λόγο ακύρωσης με αποτέλεσμα η προσφυγή να υπόκειται σε απόρριψη.
Η προσφυγή απορρίπτεται με €600 έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Κ.Παμπαλλής,
Δ.