ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Λιάτσος, Αντώνης Π. Παπαγεωργίου, για τον Αιτητή. Α. Χριστοφόρου, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-10-15 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΜΟΥΣΤΟΥΚΗΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Η/ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΝ Η/ΚΑΙ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ, Υπόθεση Αρ. 1097/2012, 15/10/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D780

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1097/2012)

 

15  Οκτωβρίου, 2014

 

[ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΜΟΥΣΤΟΥΚΗΣ,

Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Η/ΚΑΙ

ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΡΙΣΕΩΝ Η/ΚΑΙ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ

Καθ΄ ων η αίτηση.

_ _ _ _ _ _

 Π. Παπαγεωργίου, για τον Αιτητή.

Α. Χριστοφόρου, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

_ _ _ _ _ _


 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Ο Αιτητής είναι Αξιωματικός του Στρατού της Δημοκρατίας. Διορίστηκε την 1.3.1976 με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού και έκτοτε ανήλθε στη στρατιωτική ιεραρχία, μέχρι και το βαθμό του Υποστράτηγου. Οι Καθ΄ ων η Αίτηση με τρεις διαδοχικές αποφάσεις τους αποφάσισαν τον ευδόκιμο τερματισμό της υπηρεσίας του Αιτητή, σε όλες τις περιπτώσεις από 11.5.2006. Η νομιμότητα της πρώτης απόφασης  αμφισβητήθηκε με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο. Εν τω μεταξύ, το 2009, και εκκρεμούσης της προσφυγής του Αιτητή με αριθμό 205/2006, η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου εξέδωσε απόφαση στην υπόθεση Μιχάλης Θεοδώρου ν. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 44 επί κοινών νομικών σημείων της εν λόγω προσφυγής με σειρά άλλων παρόμοιων. Κρίθηκε ότι η παράλειψη των Καθ΄ ων η Αίτηση να προβούν στην προβλεπόμενη από τον Καν. 51(4) προκαταρκτική έρευνα καθιστούσε νομικά τρωτή την προσβαλλόμενη απόφαση λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. Αποτέλεσμα αυτής της απόφασης ήταν η επανεξέταση του όλου θέματος από το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών (το Συμβούλιο) και η έκδοση απόφασης για εκ νέου ευδόκιμο τερματισμό της υπηρεσίας τόσο του Αιτητή όσο και μεγάλου αριθμού άλλων Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας. Ακολούθησε δεύτερη προσφυγή του Αιτητή, υπ΄  αριθμό 593/2009, όπου και πάλι κρίθηκε ότι η επίδικη απόφαση έπασχε λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και κατ΄ επέκταση πλάνης. Κατόπιν τούτου το Συμβούλιο  συνήλθε σε έκτακτη σύνοδο και αφού ενημερώθηκε από τον Αρχηγό της Εθνικής Φρουράς για τις εξειδικευμένες ανάγκες της Υπηρεσίας σε Αξιωματικούς κατά κλάδο, αποφάσισε ομόφωνα τον εκ νέου ευδόκιμο τερματισμό της υπηρεσίας τόσο του Αιτητή, όσο και των υπολοίπων Αξιωματικών. Ως αποτέλεσμα ο Αιτητής καταχώρησε την υπό κρίση προσφυγή αξιώνοντας:

 

«Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη ή και απόφαση των Καθ΄ ων η αίτηση, με την οποία αποφάσισαν τον ευδόκιμο τερματισμό της υπηρεσίας του Αιτητή στο Στρατό της Δημοκρατίας ή/και στην Εθνική Φρουρά, και η οποία του κοινοποιήθηκε με επιστολή του Υπουργείου Αμυνας ημερομηνίας 07/06/2012, είναι άκυρη ή/και παράνομη ή/και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»

 

 

 

 

Η νομική διάσταση της παρούσας προσφυγής είναι πανομοιότυπη με αυτή που κάλυπτε μια σειρά άλλων προσφυγών που αφορούσαν το ίδιο ζήτημα, λεπτομερής παράθεση των οποίων καταγράφεται στην πιο πρόσφατη, Χριστόδουλου Χρυσάνθου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Υπουργικού Συμβουλίου ή και Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων ή και Υπουργού Αμυνας, υπόθ. αρ. 1232/2012, ημερ. 10.10.2014, ECLI:CY:AD:2014:D761[1].  Προβάλλεται και εδώ ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει καθότι (α) λήφθηκε κατά παράβαση του δεδικασμένου της Θεοδώρου και της προσφυγής 691/11, (β) της προσδόθηκε αναδρομικότητα κατά παράβαση του άρθρου 7 του Ν.158(1)/1999, (γ) παραγνώρισε το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο έκδοσης της κατά παράβαση του άρθρου 58 του Ν. 158(1)/1999, (δ) βασίστηκε στον Καν.51(1) που δεν είναι συμβατός με την αρχή της ισότητας του άρθρου 28 του Συντάγματος και στον Καν. 51(4) που είναι ultra vires έναντι του Νόμου, (ε) λήφθηκε χωρίς να προηγηθεί η δέουσα έρευνα, (στ) στερείται επαρκούς αιτιολογίας και (ζ) αποτελεί προϊόν πλάνης περί τα πράγματα και το Νόμο.

 

Αντιπαραβολή των προβαλλόμενων στην υπό κρίση προσφυγή θέσεων και εισηγήσεων των ευπαιδεύτων συνηγόρων με τα όσα τέθηκαν στις προαναφερόμενες προσφυγές, καταδεικνύει το ταυτόσημο των όλων προσεγγίσεων. Εχοντας εξετάσει και εμβαθύνει στο όλο ζήτημα υιοθετώ πλήρως το σκεπτικό των αδελφών Δικαστών στη βάση του οποίου απορρίφθηκαν τα παράπονα των αιτητών στις πιο πάνω προσφυγές, τα οποία, όπως προαναφέρθηκε, συνιστούν και παράπονα του Αιτητή. Επαναλαμβάνω μόνο το καταληκτικό μέρος της πιο πρόσφατης απόφασης Χρυσάνθου, του αδελφού Δικαστή Χριστοδούλου, όπου συνήγορος του αιτητή ήταν επίσης ο κ. Παπαγεωργίου:

 

«Αρχίζοντας από το παράπονο για παραβίαση του δεδικασμένου της Θεοδώρου και της προσφυγής 691/11 - το οποίο είναι συνυφασμένο με τα παράπονα ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς να προηγηθεί η δέουσα έρευνα, ότι στερείται επαρκούς αιτιολογίας και αποτελεί προϊόν πλάνης - επισημαίνεται ότι και οι δύο προσφυγές είχαν επιτυχή κατάληξη λόγω έλλειψης της δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, η πρώτη,  και ανεπαρκούς έρευνας και αιτιολογίας, η δεύτερη.  Όμως, όπως κρίθηκε στις προαναφερθείσες υποθέσεις  και εφαρμόζεται και στην παρούσα, στην προσβαλλόμενη απόφαση καταγράφεται με λεπτομέρεια και σαφήνεια το τι λήφθηκε υπόψη από το Συμβούλιο και έκδηλα αναδύεται πλήρης αιτιολογία και παντελής έλλειψη οποιασδήποτε πραγματικής ή νομικής πλάνης.

 

   Σε σχέση με την εισήγηση ότι ο Καν. 51(1) δεν είναι συμβατός με την αρχή της ισότητας του άρθρου 28 του Συντάγματος είναι αρκετό να παρατηρηθεί ότι η εισήγηση προωθήθηκε κατά τρόπο συγκεχυμένο και εν πάση περιπτώσει το άρθρο 28 δεν κατοχυρώνει ως κεκτημένο το δικαίωμα σε προαγωγή, όπως φαίνεται να είναι και η ουσία

του παραπόνου του αιτητή.  Αναφορικά δε με την εισήγηση ότι ο Καν. 51(4)[2] συγκρούεται με τον περί Στρατού της Δημοκρατίας Νόμο του 1990 (Ν.33/1990), επισημαίνεται πως το άρθρο 27(2)(δ) του Νόμου δίδει εξουσία στο Υπουργικό Συμβούλιο να καθορίζει με κανονισμούς τα ζητήματα αφυπηρέτησης των αξιωματικών, οι δε Καν. 51 και 51Α ρυθμίζουν, αφενός, την ευχέρεια του Συμβουλίου να προβαίνει σε αφυπηρετήσεις και, αφετέρου, τα ωφελήματα όσων αφυπηρετούν και ως εκ τούτου είναι αβάσιμη η εισήγηση ότι ο Καν. 51(4) είναι ultra vires έναντι του Νόμου.

 

   Τέλος, σ΄ ότι αφορά το παράπονο ότι στην προσβαλλόμενη απόφαση δόθηκε αναδρομικότητα και ότι παραγνωρίστηκε το πραγματικό και νομικό καθεστώς που ίσχυε κατά το χρόνο έκδοσης της πράξεως, μεταφέρω αυτούσιο το πιο κάτω απόσπασμα από τη Χριστοφή ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1102/12, το οποίο τυγχάνει ανάλογης εφαρμογής και στην παρούσα:

 

 

«Κατά δεύτερο, η υπό κρίση απόφαση αποτελεί το προϊόν επανεξέτασης σε συμμόρφωση με την ακύρωση της προηγούμενης πράξης τους.  Σε συμμόρφωση με το σκεπτικό της Ανδρεάς Χριστοφή ν. Δημοκρατίας - ανωτέρω -, οι καθ΄ων επανεξέτασαν την περίπτωση του αιτητή διορθώνοντας τα όσα κρίθηκαν προβληματικά.  Τα δεδομένα ήταν τα ίδια και επομένως ενεργοποιείται πλήρως η πρόνοια του άρθρου 7(γ) του Νόμου αρ. 158(Ι)/99.  Η προηγηθείσα πράξη ακυρώθηκε για λόγους τυπικούς ήτοι για έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας και έρευνας, αλλά η επανεξέταση δεν στηρίχθηκε «... επί στοιχείων προκυψάντων μετά την ακυρωτικήν απόφασιν ...», (Πορίσματα Νομολογίας  του  Συμβουλίου  της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 197-198).  Δεν ήταν εδώ περίπτωση όπου δεν παρέμενε οτιδήποτε προς επανεξέταση ώστε υπό το πρόσχημα της επανεξέτασης να επαναπροσδιορίζονται ή να αλλοιώνονται δεδομένα, (Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Επιτροπής Ρύθμισης Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων, υπόθ. αρ. 302/2006, ημερ. 13.8.2007 και Χρίστος Ηροδότου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1671/2010, ημερ. 23.4.2013).

 

Περαιτέρω, ο αιτητής δεν έχει κεκτημένο δικαίωμα παραμονής στη θέση του, ούτε και ο Καν. 51(4), έχει από μόνος του αναδρομική ισχύ ή παραβιάζει οποιαδήποτε κεκτημένα δικαιώματα.  Όπως λέχθηκε και στην Ζαβρός - ανωτέρω - οι Κανονισμοί (εκεί ήταν υπό κρίση η Κ.Δ.Π. 90/90), είχαν σκοπό την «.. ανύψωση  του επιπέδου κρίσης των αξιωματικών, δικαίωμα που είχε, και μάλιστα επιθυμητό να ασκήσει» (ο νομοθέτης).  Η Κ.Δ.Π. 351/2005, αποτελεί συνέχεια και τροποποιεί τη βασική Κ.Δ.Π. 90/90.  Ήταν δικαίωμα του νομοθέτη να επιδιώξει την ευδόκιμη αφυπηρέτηση αξιωματικών.  Όπως και στην Ζαβρός, όπου θεωρήθηκε ότι δεν υπήρχε οποιοδήποτε δικαίωμα σε αξιωματικούς από προηγούμενες βαθμολογίες  που να μην  μπορούσε «.. να  μεταβληθεί  δυνάμει μελλοντικών κανονισμών,  ώστε να ανυψωθεί το επίπεδο αξίας των αξιωματικών»,  έτσι  και  με την Καν. 51(4) της Κ.Δ.Π. 351/05, επιχειρήθηκε η βελτίωση της υφιστάμενης κατάστασης στο στράτευμα.»"

 

 

     Με βάση τα πιο πάνω και η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1200 έξοδα προς όφελος των Καθ΄ ων η Αίτηση. Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται.

 

 

 

                                                                  Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

 

ΣΦ.



[1] Κουντουρή ν. Δημοκρατίας, Αρ. Υποθ. 1100/12, ημερ. 25.2.2014, Χατζηχαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1148/2012, ημερ. 4.7.2014, ECLI:CY:AD:2014:D462, Κλεάνθους ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1136/12, ημερ. 9.5.2014, ECLI:CY:AD:2014:D305 (οι αποφάσεις εκδόθηκαν από το Νικολάτο, Δ.), Κλεάνθους  και 22 άλλων ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1275/12 κ.α., ημερ. 15.4.2014, ECLI:CY:AD:2014:D262, Παντοπίου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1137/12, ημερ. 10.7.2014, ECLI:CY:AD:2014:D506, Αριστοδήμου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1149/2012, ημερ. 10.7.2014, ECLI:CY:AD:2014:D504, Βιολεττής ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1249/2012, ημερ. 2.9.2014, ECLI:CY:AD:2014:D625, (οι αποφάσεις εκδόθηκαν από τον Ερωτοκρίτου, Δ.), Παναγή ν. Δημοκρατίας, Αρ. Υποθ. 1250/12, ημερ. 19.12.13, Χριστοφή ν. Δημοκρατίας, Αρ. Υποθ. 1102/12, ημερ. 19.12.13, Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1138/12,  ημερ. 6.5.2014, Αντωνιάδης ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1150/2012, ημερ. 6.5.2014, ECLI:CY:AD:2014:D293, Ανδρέου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1126/2012, ημερ. 6.5.2014, ECLI:CY:AD:2014:D291 (οι αποφάσεις εκδόθηκαν από Ναθαναήλ, Δ.), Χριστοδούλου ν. Δημοκρατίας, Υποθ Αρ. 1243/2012, ημερ. 25.9.2014, ECLI:CY:AD:2014:D713, Σπηλιώτης ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1107/2012, ημερ. 25.9.2014, ECLI:CY:AD:2014:D712

 

 

[2] (4) Το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων, αφού αξιολογήσει την εν γένει κατάσταση, τις εξειδικευμένες ανάγκες της υπηρε­σίας κατά Κλάδο και την ανάγκη παροχής δυνατότητας ανέλιξης Αξιωματικών κατώτερων βαθμών και αφού λάβει υπόψη, μεταξύ άλλων, όλους ή οποιοδήποτε από τους πιο κάτω παρά­γοντες, ήτοι:

 

        (α) την όλη σταδιοδρομία του Αξιωματικού ή

        (β) τη δυνατότητα περαιτέρω προσφοράς του Αξιωματικού ή

        (γ) το χρόνο παραμονής του Αξιωματικού στον κατεχόμενο βαθμό ή

        (δ) την ηλικία του Αξιωματικού.

 

Αποφασίζει κατά πόσο ο Αξιωματικός του οποίου εξετάζει την περίπτωση πρέπει να αφυπηρετήσει ως τερματίσας ευδόκιμα την υπηρεσία του.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο