ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D701
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 805/2012
23 Σεπτεμβρίου, 2014
[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. BRYAN BOWDEN LANGDON
2. GALYNA KYLYLENKO
Αιτητής
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ, ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Καθ' ων η αίτηση
....................................
Χρ. Χριστάκη, για τους αιτητές
Λ. Χριστοδουλίδου-Ζαννέττου (κα), Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση
.............................
A Π Ο Φ Α Σ Η
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ: Οι αιτητές προσβάλλουν την απόφαση της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ημερ.12/4/12, «με την οποία ύστερα από ανάκληση της απόφασης του ημερ.16/6/10 και επανεξέταση διακήρυξε και πάλι τον γάμο των αιτητών ως εικονικό γάμο (marriage of convenience), με αποτέλεσμα να ακυρώσει την άδεια παραμονής τους και να τους καλέσει να αναχωρήσουν από την Κύπρο».
Το ιστορικό της υπόθεσης είναι μακρύ αλλά θα εκτεθούν τα σημαντικότερα πραγματικά γεγονότα που αφορούν την επίδικη απόφαση. Η αιτήτρια 2 είναι Ουκρανή υπήκοος και ήρθε στην Κύπρο με άδεια απασχόλησης ως εργάτρια στις 23.2.00. Της παραχωρήθηκε άδεια παραμονής και εργασίας που ανανεωνόταν μέχρι τις 15.11.03 και μετά την λήξη της παρέμεινε παράνομα μέχρι τις 4.11.04 ότε υπέβαλε αίτηση για πολιτικό άσυλο. Στις 6.7.05 τέλεσε πολιτικό γάμο με τον αιτητή 1, Βρετανό υπήκοο, αποσύροντας εν συνεχεία την αίτηση ασύλου.
Η πρώτη αίτηση της για παραχώρηση άδειας παραμονής ως σύζυγος ευρωπαίου πολίτη απορρίφθηκε στις 19.12.07 με την αιτιολογία ότι δεν συμβίωνε με τον αιτητή κάτω από την ίδια στέγη. Νέα αίτηση της ημερ.18.7.07 με σχετική επιστολή της αιτήτριας στην οποία κατέγραφε το ιστορικό παραμονής της στην Κύπρο, εξετάστηκε μετά την μεσολάβηση του Κέντρου SOLVIT Κύπρου του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού στις 12/08/08 αναφορικά με το παράπονο της αιτήτριας για καθυστέρηση έκδοσης δελτίου διαμονής(ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θεώρησε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία είχε παραβιάσει τις πρόνοιες της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ εφόσον δεν εξέδωσε την άδεια παραμονής εντός 6 μηνών από την ημερομηνία. υποβολής της αίτησης) και παραπέμφθηκε ενώπιον της Συμβουλευτική Επιτροπής για Εικονικούς Γάμους (εφεξής «Επιτροπή») στις 12.12.08, η οποία γνωμάτευσε ότι ο γάμος τους ήταν εικονικός.
Μετά από υποβολή παραπόνου στον Επίτροπο Διοικήσεως και παρά την σχετική απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, για καθυστερημένη λήψη της απόφασης της Διευθύντριας εξαιτίας της οποίας κρίθηκε σκόπιμη η επαναδιερεύνηση της υπόθεσης, οι καθ' ών η αίτηση ειδοποίησαν τους αιτητές με επιστολές ημερ. 16.6.10 να αναχωρήσουν από την Κύπρο διότι ο γάμος τους κρίθηκε εικονικός. Το ζευγάρι υπέβαλε ιεραρχική προσφυγή στις 14.7.10 εναντίον των εν λόγω αποφάσεων και ο Υπουργός Εσωτερικών ζήτησε εκ νέου στις 23//09/10 από την ΥΑΜ της Αστυνομίας να γίνει έλεγχος για τη γνησιότητα του γάμου πριν λάβει την απόφαση του.
Ακολούθησε η επιστολή ημερ. 20/04/11 από τον Διοικητή ΥΑΜ προς το Υπουργείο Εσωτερικών (Τεκμήριο 18 στην ενσταση) με το ακόλουθο αυτόδηλο περιεχόμενο:
«Στις 05/04/2011 και ώρα 2030 οι Α/Α 1540, 651 του Επαρχιακού Κλιμ. ΥΑ και Μ Αμμοχώστου επισκέφτηκαν την οικία του ζεύγους στην οδό Μεγάλου Αλεξάνδρου 31, διαμ. 2 στο Παραλίμνι με σκοπό να κάνουν εξετάσεις ως προς τη γνησιότητα του γάμου. Κατά τον έλεγχο εντοπίστηκε σε αυτό μόνο ο Βρετανός σύζυγος. Ερωτηθείς που βρίσκεται η σύζυγος του αυτός ανάφερε ότι είχε πάει έξω σε κάποιους φίλους της. Στην συνέχεια μετά που του ζητήθηκε αυτός έδωσε γραπτή συγκατάθεση για έρευνα του διαμερίσματος του. Κατά την έρευνα βρέθηκαν πολλά ρούχα και προσωπικά αντικείμενα και των δύο αλλά σε ξεχωριστά υπνοδωμάτια. Στα εν λόγω υπνοδωμάτια υπήρχε από ένα μόνο κρεβάτι. Ο ίδιος ανάφερε ότι δεν κοιμούνται μαζί στο ίδιο υπνοδωμάτιο.
Την ίδια μέρα 05/04/11 και ώρα 2110 εντοπίστηκε σε περίπτερο απέναντι από το διαμέρισμα του Βρετανού η εγγονή του VINE MARIE LOUISE, ARC 537951, τηλ. 99-155003 η οποία διαμένει στην οδό Γ. Παπαδοπούλου 83, Διαμ. 2 στο Παραλίμνι η οποία ανέφερε ότι αλλοδαπή σύζυγος του παππού της δεν διαμένει μόνιμα μαζί του αλλά τον επισκέπτεται περίπου 1-2 φορές την εβδομάδα. Ανάφερε επίσης ότι αυτή εκμεταλλεύεται την ανάγκη που έχει ο ηλικιωμένος παππούς της για συντροφιά και κουβέντα. Ανάφερε επίσης ότι ο παππούς της πριν λίγο καιρό της παραπονέθηκε ότι η σύζυγος του τον κτύπησε στο κεφάλι αλλά ο ίδιος δεν ήθελε να το καταγγείλει στην Αστυνομία γιατί την φοβάται. Δήλωσε τέλος ότι επιθυμεί να παραμείνει ανώνυμη και για τον σκοπό αυτό δεν δέχτηκε να της ληφθεί κατάθεση.
.................................
σε ξεχωριστές προσωπικές συνεντεύξεις του ζεύγους κατά την διάρκεια των οποίων δεν υπέπεσαν σε αντιφάσεις. Επίσης και από τους δύο λήφθηκαν γραπτές καταθέσεις σχετικά με τον τρόπο και τόπο γνωριμίας τους.
Σημειώνεται ότι κατά την διάρκεια της προσωπικής συνέντευξης της αλλοδαπής αυτή ανάφερε ότι νοικιάζει διαμέρισμα στην οδό Μπουμπουλίνας 21, Διαμ. 3 στο Παραλίμνι στο οποίο διαμένουν οι κόρες της όταν έρχονται για διακοπές στην Κύπρο ή κάποτε το υπενοικιάζει σε άλλους.
Την ίδια μέρα και ώρα 1700 μετά το πέρας των προσωπικών συνεντεύξεων οι Α/Α651, Α/4800 μετέβησαν στην οδό Μπουμπουλίνας 21, Διαμ. 3 Στο Παραλίμνι για εξετάσεις. Κατά την διάρκεια των εξετάσεων λήφθηκε πληροφορία από γειτόνισσα η οποία επιθυμεί να παραμείνει ανώνυμη ότι το διαμέρισμα αρ. 3, ενοικιάζεται από τον Χρίστο Τσαγγαρή πρώην εργοδότη της GALYNA και ότι σε αυτό διαμένει η GALYNA τα τελευταία 7 χρόνια. Ανάφερε επίσης ότι γνωρίζει την αλλοδαπή όσο και τον πρώην εργοδότη της προσωπικά και ότι τους βλέπει σχεδόν καθημερινά. Είπε επίσης ότι γνωρίζει πως η GALYNA πάει και διαμένει μαζί του στο σπίτι του. Εντός του διαμερίσματος την στιγμή εκείνη δεν βρισκόταν κανένας αλλά στο μπαλκόνι υπήρχε μπουγάδα απλωμένη.
Εν όψει των πιο πάνω και λαμβάνοντας υπόψη τις πληροφορίες που εξασφαλίστηκαν καθώς και από τις επιτόπιες εξετάσεις που έγιναν διαπιστώνεται ότι το ζεύγος δεν συζεί μαζί κάτω από την ίδια στέγη και ο γάμος δεν είναι γνήσιος. Σημειώνεται ότι το διαμέρισμα που διαμένει η αλλοδαπή βρίσκεται σε μικρή απόσταση από το διαμέρισμα του Βρετανού περί τα 300 μέτρα έτσι ώστε να ξεγελούν την Υπηρεσία μας σχετικά με τις εξετάσεις για την γνησιότητα του γάμου.»
Στις 6/06/11 οι αιτητές ειδοποιήθηκαν ότι η ιεραρχική τους προσφυγή απορρίφθηκε, διότι αποδείχθηκε ότι δεν συζούσαν κάτω από την ίδια στέγη (άρθρο 7Α3(α) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ.105 ως έχει τροποποιηθεί) και με νέα επιστολή ημερ. 28/6/11, οι καθ' ών η αίτηση τους κάλεσαν ξανά να αναχωρήσουν από την Δημοκρατία.
Ενόψει της προσφυγής υπ'αρ.839/11 που οδήγησε στην ανάκληση των προηγούμενων αποφάσεων, οι αιτητές ενημερώθηκαν με επιστολή ημερ. 20/03/012 ότι η υπόθεση τους θα τύγχανε επανεξέτασης. Στη συνεδρία της Επιτροπής ημερ.30/3/12 σύμφωνα με τα πιο πάνω στοιχεία της αστυνομικής έρευνας έκριναν ότι ο γάμος είναι εικονικός λόγω μη συμβίωσης του ζεύγους. Οι καθ' ών η αίτηση, στη συνέχεια, υιοθετώντας τη γνωμάτευση της Επιτροπής κοινοποίησαν με αντίστοιχες επιστολές ημερ.12.4.12 τις επίδικες αποφάσεις και το δικαίωμα τους σε άσκηση ιεραρχικής προσφυγής. Πιο συγκεκριμένα σε ότι αφορά την αιτήτρια η αίτηση της για απόκτηση άδειας παραμονής ως μέλος οικογενείας ευρωπαίου πολίτη απορρίφθηκε λόγω εικονικότητας του γάμου σύμφωνα με το άρθρο 7Α(1)(α) του Νόμου, ενώ ως προς τον αιτητή ακυρώθηκε το πιστοποιητικό εγγραφής του ως ευρωπαίου πολίτη, διότι η συμμετοχή του στην εκτέλεση εικονικού γάμου θεωρήθηκε πραγματική, ενεστώσα και σοβαρή απειλή στρεφόμενη κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας σύμφωνα με το άρθρο 29(3)(α) του «περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ενωσης και των μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελευθέρα στη Δημοκρατία Νόμου», Ν.7(Ι)/07. Κλήθηκαν και οι δυο εκ νέου να αναχωρήσουν από την Κύπρο.
Ο δικηγόρος του αιτητή προβάλλει σωρεία λόγων ακύρωσης που υποστηρίζει εν πολλοίς με επαναλαμβανόμενη επιχειρηματολογία. Συνοψίζονται στους ακόλουθους:
1. Η νέα απόφαση της Επιτροπής ημερ.30.3.12 είναι πεπλανημένη και στερείται νέας έρευνας και δέουσας αιτιολογίας. Αντιπαραβάλλοντας το λεκτικό της απόφασης με αυτό της προηγούμενης Επιτροπής ημερ.12/12/08,εντοπίζει διαφορά στις δυο κρίσεις που δεν στηρίχθηκε όμως σε οποιαδήποτε νέα έρευνα. Τα ευρήματα της νέας Επιτροπής, τα οποία στηρίχθηκαν στα ίδια στοιχεία που είχε ενώπιον της η Διοίκηση πριν την, κατά τους ισχυρισμούς των αιτητών, προσχηματική ανάκληση της απόφασης που αφορούσε η προηγούμενη Προσφυγή, δηλαδή στο περιεχόμενο της αστυνομικής έκθεσης του 2011, δεν υποστηρίζουν την εικονικότητα του γάμου και είναι εξωγενή. Το ότι δηλαδή έχουν προσωπικά είδη σε διαφορετικά δωμάτια ή ότι κοιμούνται χωριστά ή ακόμη και η ύπαρξη εξωσυζυγικού δεσμού(γεγονός που αμφισβητείται) δεν καταδεικνύουν την εικονικότητα ενός γάμου, όπως του συγκεκριμένου. Επίσης θεωρεί ότι οι ανώνυμες δηλώσεις των τρίτων, οι αναφορές σε εγγονή και γειτόνισσα, χωρίς να ληφθούν καταθέσεις και να διασταυρωθούν με περαιτέρω σε βάθος έρευνα ή να δοθεί η ευκαιρία στους αιτητές να τις απαντήσουν/ αντικρούσουν, δεν ήταν αξιόπιστες. Παραπονείται ακόμη ότι αγνοήθηκε η επιστολή του αιτητή ημερ.14.7.10(Τεκμήριο 16 στην ένσταση) και ότι υπήρξε μια ασυνεννοησία και προχειρότητα συνεργασίας μεταξύ του Υπουργείου Εσωτερικών και των καθ' ων η αίτηση.
2. Παραβιάστηκε το δικαίωμα ακρόασης ,διότι οι ισχυρισμοί τρίτων που προέκυψαν μετά τις προσωπικές συνεντεύξεις των αιτητών έδωσαν έρεισμα στην αιτιολογική δυσμενή κρίση των προσβαλλόμενων αποφάσεων, χωρίς να δοθεί η ευκαιρία στους ίδιους να τις σχολιάσουν. Ιδιαιτέρως στην περίπτωση της αιτήτριας, εναντίον της οποίας στρέφονταν κυρίως οι πληροφορίες της γειτόνισσας, προέκυπτε σαφή υποχρέωση βάσει του Άρθρου 43(2) του Ν.158(Ι)/99 να κληθεί εκ νέου σε συνέντευξη. Θεωρεί ότι το δικαίωμα ακρόασης παραβιάστηκε σε τρία στάδια, από την Αστυνομία, την Επιτροπή και την ιδία την Διευθύντρια.
3. Ελλείπει η δέουσα έρευνα και αιτιολογία, διότι η Διευθύντρια εφόσον επρόκειτο για επανεξέταση έπρεπε να αναπέμψει την υπόθεση στην Αστυνομία για συμπληρωματική έρευνα επί των συγκεκριμένων θεμάτων που προέκυπταν μέσα από την προηγούμενη έκθεση(Παράρτημα 18 της ένστασης), αντί να υιοθετήσει δέσμια την γνωμάτευση της Επιτροπής.
Η δικηγόρος των καθ' ών η αίτηση αντικρούοντας όλα τα παραπάνω, ισχυρίζεται ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις λήφθηκαν κατόπιν επανεξέτασης μετά από την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Προσφυγή αρ.839/10 για το λόγο της κακής σύνθεσης του οργάνου που την εξέδωσε, ήτοι της Επιτροπής για Εικονικούς γάμους(ενώ σε άλλο σημείο της αγόρευσης της αναφέρει ότι η σύνθεση της Επιτροπής που είναι διαφορετική από τις 12.12.08 ήταν ο λόγος ανάκλησης). Συνεπώς εφόσον δεν ανατράπηκε η έρευνα που είχε διεξαχθεί προηγουμένως, μπορούσε να χρησιμοποιηθεί κατά την επανεξέταση. Συνεπώς κατά τους καθ' ών η παράλειψη διεξαγωγής νέας έρευνας δεν επηρεάζει την νομιμότητα της απόφασης.
Οι καθ' ων η αίτηση δεν προσκόμισαν τον διοικητικό φάκελο με τη σύμφωνη γνώμη του δικηγόρου του αιτητή, ο οποίος δήλωσε στο Δικαστήριο ότι είναι αχρείαστη η κατάθεση του. Υπενθυμίζεται ότι το βάρος απόδειξης των ακυρωτικών ισχυρισμών του το φέρει ο αιτητής. Συνεπώς ο δικαστικός έλεγχος θα περιοριστεί στα έγγραφα και στοιχεία που περιέχει η ένσταση.
Νομοθετικό πλάισιο: Το άρθρο 7Α του Νόμου που εισήχθηκε στη νομοθεσία με την τροποποίηση που έγινε με το Νόμο 22(Ι)/2001, επιτρέπει στη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης να απαγορεύσει σε αλλοδαπό να παραμείνει στη Δημοκρατία εφόσον διαπιστώσει με βάση τα στοιχεία που αναφέρονται στο εδάφιο (3) ή και με οποιοδήποτε άλλο τρόπο ότι ο αλλοδαπός συνήψε εικονικό γάμο[1]. Το εδάφιο (3) περιλαμβάνει επτά περιπτώσεις, που δεν είναι ωστόσο εξαντλητικές, οι οποίες τείνουν να καταδείξουν την εικονικότητα ενός τέτοιου γάμου. Σύμφωνα με το εδάφιο (4) του ίδιου άρθρου, οι πληροφορίες που μπορούν να ληφθούν υπόψη μπορούν να προέρχονται από δηλώσεις οιουδήποτε των συζύγων ή από τρίτα πρόσωπα, έρευνες και συνεντεύξεις που διεξάγει η Διευθύντρια και έγγραφα που τίθενται ενώπιον του Λειτουργού Μετανάστευσης. Προϋπόθεση για οποιαδήποτε ενέργεια της Διευθύντριας, όπως αυτή περιλαμβάνεται στις υποπαρ. (α) και (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 7Α, είναι και η λήψη προηγούμενης συμβουλής από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία ιδρύθηκε δυνάμει του άρθρου 7Β του Νόμου.
Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου, «"εικονικός γάμος" σημαίνει γάμο ο οποίος τελέστηκε μεταξύ πολίτου της Δημοκρατίας ή αλλοδαπού που διαμένει νόμιμα στην Κυπριακή Δημοκρατία με αλλοδαπό, με αποκλειστικό σκοπό την είσοδο και παραμονή του τελευταίου στη Δημοκρατία».
Στην προκειμένη περίπτωση ακολουθήθηκε κατά γράμμα η πιο πάνω διαδικασία διαπίστωσης εικονικότητας, εφόσον λήφθηκαν υπόψη οι επανειλημμένες επισκέψεις στις οικίες διαμονής της αιτήτριας και του αιτητή από λειτουργούς της ΥΑΜ , τα στοιχεία των καταθέσεων και της συζήτησης με τους αιτητές, της κατ' οίκον έρευνας και οι καταθέσεις τρίτων. Το σύνολο των δεδομένων είναι τέτοιο που επέτρεπε στην Διοίκηση εύλογα να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν συνήφθη γνήσιος γάμος.
Κρίνεται ότι η έρευνα όπως αναδεικνύεται από τα έγγραφα της ένστασης ήταν η δέουσα ώστε να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα αναφορικά με τη μη γνησιότητα του γάμου των αιτητών. Πιο συγκεκριμένα, ήδη με το σημείωμα ημερ. 30/9/08 πριν την λήψη της πρώτης απόφασης της Συμβουλευτικής Επιτροπής ημερ.12/12/08 (Τεκμήριο 12 επόμενο) γίνεται αναφορά σε έρευνες της ΥΑΜ και σε ληφθείσα κατάθεση από τον αιτητή καθώς και σε επιβεβαίωση από τρίτο άτομο ότι δεν διαμένουν μαζί και ότι η αιτήτρια διατηρούσε δεσμό με τον εργοδότη της, γεγονός που επιβεβαιώθηκε με κατ' οίκον επίσκεψη λειτουργών στις 3/9/08 στο διαμέρισμα όπου διέμενε η αιτήτρια , όπου βρέθηκε εκεί μαζί με τον εργοδότη της.
Αυτή ήταν η βάση έρευνας για την λήψη της πρώτης απόφασης της Επιτροπής στις 12/12/08 σύμφωνα με την οποία ''υπήρχαν ισχυρές ενδείξεις ότι το ζεύγος δεν συζεί κάτω από την ίδια στέγη''.
Μεταξύ της πιο πάνω και της γνωμάτευσης ημερ.30/3/12που λήφθηκε πριν την λήψη των επίδικων αποφάσεων, μεσολάβησε επιπρόσθετη έρευνα που ορθά λήφθηκε υπόψη και που επιβεβαίωνε με περισσότερη ασφάλεια το συμπέρασμα περί εικονικότητας. Τα σημαντικά στοιχεία της αστυνομικής έρευνας όπως καταγράφηκαν ανωτέρω στην επιστολή της ΥΑΜ ημερ. 20.4.11 ήταν νέα στοιχεία απόλυτα σχετικά με την συμβίωση του ζεύγους κατά τον ουσιώδη χρόνο και νομίμως λήφθηκαν υπόψη τόσο από την Επιτροπή για τη γνωμάτευση της όσο και από την Διευθύντρια. Η κατάληξη και/ή το δεδικασμένο της προηγούμενης Προσφυγής (839/11) εναντίον των προηγούμενων αποφάσεων επί της ιεραρχικής του προσφυγής και της κλήσης τους να αναχωρήσουν από την Δημοκρατία, παρά την σύγχυση που προκύπτει από τις αντιφατικές εκδοχές των διαδίκων για το θέμα, δεν φαίνεται να εμποδίζει τους καθ' ών η αίτηση κατά την επανεξέταση να λάβουν υπόψη την προηγούμενη έρευνα, εφόσον αυτή δεν είχε ακυρωθεί ούτε κρίθηκε ανεπαρκής από το Ανώτατο Δικαστήριο.
Η θέση του αιτητή ότι υπήρχαν στοιχεία όπως το περιεχόμενο των επιστολών και των από κοινού νομικών διαβημάτων των αιτητών ή η έλλειψη αντιφάσεων στις καταθέσεις τους που συνηγορούσαν υπερ της γνησιότητας του γάμου τους, είναι ορθή. Πλην όμως μπορεί εύκολα να αντιπαρατεθεί το ότι τα πιο πάνω στοιχεία και οι επιμέρους ισχυρισμοί ή εξηγήσεις των αιτητών ήταν ενώπιον των καθ' ών η αίτηση και λήφθηκαν υπόψη, αλλά αξιολογήθηκαν με βάση το σύνολο των στοιχείων που προέκυψαν από την έρευνα και τυχόν πληροφορίες που προέρχονται από τρίτους και που ο Νόμος επιτραπεί να λαμβάνονται υπόψη (Kateryna Telsenko κ.α. ν.Δημοκρατίας Υποθ.αρ.1902/08 ημερ.14.5.10)
Οι υποδείξεις του δικηγόρου των αιτητών ως προς τα είδη της συμπληρωματικής έρευνας που όφειλε να διεξαχθεί παραγνωρίζουν την αρχή σύμφωνα με την οποία το ακυρωτικό Δικαστήριο ελέγχει την επάρκεια της έρευνας ,χωρίς να επεμβαίνει στους τρόπους ή στα μέσα που επιλέγει η Διοίκηση να διεξάγει την έρευνα της κατά περίπτωση. Η έκταση, ο τρόπος και η διαδικασία που θα ακολουθηθεί ποικίλλει ανάλογα με το υπό εξέταση ζήτημα, ανάγεται δε στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης (Victor Abe v. Δημοκρατίας, Υποθ. αρ. 144/03, ημερ. 22/2/04, Δημοκρατία ν. Κοινότητας Πυργών κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 503, Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270 και Δημοκρατίας κ.α. ν. Μαρίας Πανταζή Ελισσαίου κ.α.(2003)3 Α.Α.Δ. 168).
Ως προς την άσκηση του δικαιώματος ακρόασης, κατά την έρευνα της Αστυνομίας φαίνεται να λήφθηκαν καταθέσεις και από τους δυο αιτητές τόσο κατά το 2008 όσο και πριν την λήψη της επίδικης απόφασης κατά το 2011, που είχαν την ευκαιρία να εκθέσουν τις θέσεις τους ως προς τη γνησιότητα του γάμου τους. Το ίδιο έγινε και μέσω γραπτών επιστολών των αιτητών που απέστελλαν στους καθ' ών η αίτηση.
Τέλος αναφορικά με την αιτιολογία, αυτή πράγματι εμφανίζεται συνοπτική στις επίδικες επιστολές προς τους αιτητές που απλά αντιγράφουν την νομική βάση. Ωστόσο αυτή συμπληρώνεται από την γνωμάτευση της Επιτροπής(τεκμήριο 21 στην ένσταση) και από τα στοιχεία της αστυνομικής διερεύνησης για την εικονικότητα του γάμου στα πλαίσια εξέτασης της ιεραρχικής προσφυγής των αιτητών. Θεωρώ επίσης ειδικότερα σε ότι αφορά τον αιτητή του οποίου η άδεια διαμονής από το 2007 ως ευρωπαίου πολίτη ακυρώθηκε, η ενέργεια του να τελέσει εικονικό γάμο με στόχο να βοηθήσει την παραμονή της αλλοδαπής συζύγου της στη Δημοκρατία εύλογα κρίθηκε ότι τον καθιστούσε πραγματική, ενεστώσα και αρκούντως σοβαρή απειλή για τη Δημόσια Τάξη της Δημοκρατίας, κατά την έννοια του εδαφίου (1) του άρθρου 29 του Ν.7(Ι)/07, χωρίς να τίθεται θέμα εξέτασης και άλλων παραγόντων ή περαιτέρω αιτιολογίας που προνοεί το άρθρο 30 για σκοπούς απέλασης του. (Υποθ.αρ.5918/13 Dimitrina Andonova v. Δημοκρατίας ημερ. 24.01.14).
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1200 έξοδα σε βάρος των αιτητών.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.
/ΚΑΣ
[1] Το άρθρο 7Α του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ.5 προβλέπει ότι:
«(1) Αν ο διευθυντής διαπιστώσει ότι με βάση τα στοιχεία που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του παρόντος άρθρου ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο και αφού συμβουλευθεί τη Συμβουλευτική Επιτροπή που ιδρύεται με το άρθρο 7(Β) του παρόντος Νόμου, ότι αλλοδαπός συνήψει εικονικό γάμο, τότε:
(α) απαγορεύει στον εν λόγω αλλοδαπό να παραμείνει στη Δημοκρατία.
(β) ακυρώνει ή δεν ανανεώνει την άδεια διαμονής που παραχωρήθηκε στον αλλοδαπό και διατάζει την απέλαση του σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14.»