ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D730
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 5552/2013)
30 Σεπτεμβρίου, 2014
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΑΝΔΡΕΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,
(ΤΜΗΜΑ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ),
Καθ'ων η αίτηση.
Αιτητής παρών προσωπικά.
Ν. Γρηγορίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής αμφισβητεί το κύρος της απόφασης της Προϊσταμένης του Επαρχιακού Γραφείου Ευημερίας Λεμεσού, με την οποία τερματίστηκε η παροχή σ' αυτόν Δημοσίου Βοηθήματος, από 1/3/2013.
Α. ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ
Ο αιτητής, 42 ετών, είναι νυμφευμένος με την Ξένια Δημοσθένους 29 ετών. Το ζευγάρι, που έχει τέσσερα ανήλικα παιδιά που φοιτούν στο Δημοτικό, διέμενε αρχικά στο σπίτι των γονιών της συζύγου και στη συνέχεια σε ενοικιαζόμενο διαμέρισμα. Στο μεγαλύτερο παιδί χορηγείται αναπηρικό επίδομα, λόγω νοητικής υστέρησης.
Σύμφωνα με ιατρικές γνωματεύσεις που προσκομίστηκαν από τον αιτητή, ο τελευταίος πάσχει από «χαρακτηριολογική διαταραχή, αγχώδη συνδρομή με έντονα καταθλιπτικά στοιχεία και σοβαρή διαταραχή προσωπικότητας» και είναι ως εκ τούτου ανίκανος για εργασία, ενώ η σύζυγός του είναι εγγεγραμμένη ως άνεργη.
Με βάση τα πιο πάνω δεδομένα, εγκρίθηκε, κατόπιν υποβολής σχετικού αιτήματος, η καταβολή στον αιτητή δημοσίου βοηθήματος ύψους €1.109,57 από 1/2/2008, στο οποίο προστέθηκε αργότερα (1/5/2008) και ένα ποσό της τάξης των €512,07 για καταβολή ενοικίου.
Τον Απρίλιο του 2012 η Προϊσταμένη του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών παρέπεμψε τον αιτητή ενώπιον της Συμβουλευτικής Πολυθεματικής Ομάδας (στο εξής «η ΣΠΟ»), που προβλέπεται στο άρθρο 3(13) του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου του 2006 (Ν. 95(Ι)/2006 ως έχει τροποποιηθεί - στο εξής «ο Νόμος»), για να διαπιστωθεί κατά πόσο ήταν όντως ανίκανος για εργασία.
Η ΣΠΟ αξιολόγησε τον αιτητή στις 8/3/2013 και διαπίστωσε σοβαρή διαταραχή προσωπικότητας και ιστορικό χρήσης παράνομων ουσιών, στοιχεία που τον καθιστούσαν ανίκανο για εργασία.
Η Διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, λαμβάνοντας υπόψη την έκθεση της ΣΠΟ, αποφάσισε ότι ο αιτητής ήταν ανίκανος για εργασία μέχρι 21/9/2013, που θα αξιολογείτο εκ νέου η περίπτωση του και ειδοποίησε σχετικά την Προϊσταμένη του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών Γερμασόγειας.
Στο μεταξύ, η Προϊσταμένη, κατόπιν εισήγησης των υφισταμένων της, αποφάσισε τη διακοπή του Δημοσίου Βοηθήματος του αιτητή από 1/3/2013 για τους πιο κάτω λόγους που σημειώθηκαν στην επίδικη επιστολή της που κοινοποιήθηκε στον αιτητή:
"Δεν προσκομίστηκε ιατρικό πιστοποιητικό ανικανότητας για εργασία από τις 25/11/2012 μέχρι σήμερα, ούτε εγγραφή σας ως ανέργου, που να δικαιολογεί την παροχή Δημοσίου Βοηθήματος με βάση το άρθρο 3(1) των περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμων 95(Ι)/2006 και 2012.
Παράλληλα η σύζυγος σας χαρακτηρίζεται με βάση τα άρθρα 2 και 3(10)(β) των πιο πάνω αναφερομένων Νόμων ως εκούσια άνεργη, ενόψει του ότι της έχει προταθεί από την Υπηρεσία μας σε τρεις διαφορετικές περιπτώσεις εργασία την οποίαν η ίδια αρνήθηκε επίμονα να αναλάβει."
Σημειώνεται ότι το βοήθημα άρχισε να καταβάλλεται και πάλι κανονικά στον αιτητή από 1/9/2013.
Οι λόγοι ακύρωσης
Ο αιτητής υποστηρίζει ότι οι καθ'ων η αίτηση κακώς τερμάτισαν το βοήθημα του εφόσον οι ίδιοι τον παρέπεμψαν ενώπιον της ΣΠΟ.
Αναφερόμενος δε στις προσωπικές συνθήκες του ιδίου και της οικογένειας, οι οποίες, όπως λέγει, παραμένουν δυσχερείς, αμφισβητεί ως εσφαλμένο το χαρακτηρισμό της συζύγου του ως εκουσίως άνεργης υπό τις περιστάσεις (φροντίδα συζύγου, παιδιού με νοητική στέρηση αλλά και ταυτόχρονη εκ μέρους της επιδίωξη ευρέσεως κατάλληλης απασχόλησης) και ισχυρίζεται ότι θα πρέπει αναδρομικά να του καταβληθούν τα ποσά που θα ελάμβανε, αν δεν μεσολαβούσε η εξάμηνη διακοπή του βοηθήματος.
Η πλευρά των καθ'ων η αίτηση παραπέμπει στις ερμηνευτικές διατάξεις του άρθρου 2 του Νόμου, αναφορικά με τη σημασία του όρου «εκούσια άνεργος» και επίσης στις πρόνοιες των άρθρων 3(10)(β) και 12 του Νόμου, καταλήγοντας στην εισήγηση ότι εφόσον κατά τον ουσιώδη χρόνο, ο αιτητής δεν είχε έγκυρο πιστοποιητικό ανικανότητας για εργασία, υπεύθυνη για τη συντήρηση του ήταν η σύζυγος του, η οποία κατόπιν δέουσας έρευνας απεδείχθη εκουσίως άνεργη, οπόταν με βάση σχετική εγκύκλιο, τα αίτημα θα επανεξεταζόταν, κατόπιν εξαμήνου, όπως και έγινε.
Σύμφωνα με το άρθρο 3(1)(β) του Νόμου, σε κάθε πολίτη της Δημοκρατίας που διαμένει νόμιμα στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση περιοχές και του οποίου το εισόδημα και οι άλλοι οικονομικοί πόροι δεν επαρκούν για την ικανοποίηση των βασικών και ειδικών αναγκών του, παρέχεται δημόσιο βοήθημα από το Διευθυντή σύμφωνα με τις διατάξεις του Νόμου.
Στο άρθρο 3(10)(β) ορίζεται ότι Δημόσιο Βοήθημα δεν παρέχεται «για οποιαδήποτε περίοδο κατά την οποίαν ο αιτητής εκούσια παραμένει άνεργος ή εκούσια υποαπασχολείται ή αρνείται να παρακολουθήσει πρόγραμμα επαγγελματικής αποκατάστασης εγκεκριμένο από οποιαδήποτε Αρχή της Δημοκρατίας».
Σύμφωνα με την επιφύλαξη της ίδιας πρόνοιας:
"Νοείται ότι, σε περίπτωση που ο αιτητής ισχυρίζεται ότι είναι ανίκανος για εργασία, ο Διευθυντής μπορεί αν κρίνει σκόπιμο, να τον παραπέμψει προς εξέταση από την Συμβουλευτική Πολυθεματική Ομάδα που αναφέρεται στο εδάφιο (13) του παρόντος άρθρου και να αποφασίσει αφού ακούσει τις απόψεις της εν λόγω Ομάδας."
Στο άρθρο 3(10)(θ) προβλέπεται επίσης ότι δεν παρέχεται Δημόσιο Βοήθημα σε περίπτωση που «ο αιτητής αρνηθεί να παράσχει πληροφορίες ή στοιχεία στο Διευθυντή σε σχέση με την οικονομική του κατάσταση ή σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο ζήτημα το οποίο θα επηρεάσει, κατά ουσιώδη τρόπο, οποιαδήποτε σχέδια ή οποιεσδήποτε αποφάσεις που θα ληφθούν από το Διευθυντή αναφορικά με την αποκατάσταση του ή το δικαίωμα του για δημόσιο βοήθημα».
Στην παρούσα περίπτωση, όπως προκύπτει από τα έγγραφα του διοικητικού φακέλου, οι καθ'ων η αίτηση είχαν ενώπιον τους βεβαιώσεις και ιατρικά πιστοποιητικά Ψυχιάτρων, σύμφωνα με τα οποία ο αιτητής, λόγω σοβαρών ψυχικών διαταραχών δεν ήταν σε θέση να εργαστεί.
Επιπρόσθετα, στις 20/2/2011 ο αιτητής εισήχθη στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών, λόγω λήψης υπερβολικής δόσης ηρεμιστικών χαπιών.
Παρόλα τα πιο πάνω δεδομένα, με πρωτοβουλίες των Λειτουργών και της Προϊστάμενης του Γραφείου Λεμεσού, έγιναν διαβήματα προς τη Διευθύντρια για τερματισμό του βοηθήματος, πάνω στη βάση της «εικόνας» που σχημάτισαν για τη «λειτουργικότητα του αναφερόμενου λήπτη» κατά τη διάρκεια των συναντήσεων τους στο γραφείο αλλά και κατά τη διάρκεια των επισκέψεων τους στο σπίτι της οικογένειας.
Όπως καταγράφηκε στο παραπεμπτικό έντυπο, η άποψη των εν λόγω λειτουργών ήταν ότι «ο λήπτης είναι απόλυτα λειτουργικός και ικανός για εργασία».
Οι πιο πάνω διαπιστώσεις, οι οποίες εν πάση περιπτώσει δεν προέρχονται από ειδικούς, ευρίσκονται σε διάσταση με τα ιατρικά ευρήματα και τελικά απορρίφθηκαν από την ΣΠΟ, η οποία αποφάνθηκε ότι ο αιτητής λόγω σοβαρής διαταραχής προσωπικότητας δεν ήταν ικανός για εργασία.
Στην παρούσα υπόθεση, με δεδομένο ότι η περίπτωση του αιτητή δεν αφορούσε «εκουσίως άνεργο», αλλά ανίκανο προς εργασία, πάνω στη βάση ιατρικών πιστοποιητικών, η απόφαση διακοπής του βοηθήματος, από 1/3/2013, πριν αποφανθεί η ΣΠΟ, στην οποία οι ίδιοι οι καθ'ων η αίτηση είχαν αποταθεί την 1/3/2012, καθώς επίσης και η διασύνδεση του θέματος με ότι θεωρήθηκε από το Επαρχιακό Γραφείο στις αναφορές του προς τη Διευθύντρια, ως «δυστοκία» της συζύγου του «σε ότι αφορά την κινητοποίηση της για εργασία», κατέστησαν τη διοικητική διαδικασία ακροσφαλή και την επίδικη απόφαση, έκθετη σε ακύρωση.
Ενόψει όλων των πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται. Στον αιτητή, ο οποίος δεν εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο, επιδικάζονται τα πραγματικά έξοδά του.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.