ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Bρούντου Mαρία ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 ΑΑΔ 78
Γαλατάκης Δήμος Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 78
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:D636
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.1915 /2012)
3 Σεπτεμβρίου, 2014
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δικαστής]
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΜΑΝΙFESTICO INVESTMENTS LTD
Αιτητές,
-και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω του
Διευθυντή Κτηματολογίου και Χωρομετρίας
Καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
Μ.Ραφαήλ για Ι.Φράγκο και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους αιτητές
Δ.Καλλίγερος, δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ων η αίτηση
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Οι αιτητές αμφισβητούν το επιβληθέν ποσό των μεταβιβαστικών τελών που τους επιβλήθηκε από το κτηματολόγιο Λευκωσίας.
Οι αιτητές συμφώνησαν στις 24 Αυγούστου 2012 να αγοράσουν από κάποιο Alexander Slobodenyuk το ακίνητο με αριθμό εγγραφής 13/2006, Φ/Σχ.30/39Ε2, τεμ.2049 στο Δάλι της επαρχίας Λευκωσίας περιλαμβανομένων των υπό ανέγερση ευρισκομένων κτιρίων. Η τιμή πώλησης καθορίστηκε στις €325,000.
Για τα υπό ανέγερση κτίρια ήτοι μια διώροφη οικοδομή με βοηθητική οικοδομή, ψησταριά, κολυμβητική δεξαμενή και περίφραξη υπήρχε άδεια οικοδομής με αριθμό 1089, αρ.φακέλου ΔΟ91/04 ημερ. 6.6.2006.
Στις 14 Σεπτεμβρίου 2012 κατά την επίσκεψη των αιτητών στο κτηματολόγιο Λευκωσίας για υλοποίηση της συμφωνίας πώλησης και μεταβίβασης του κτήματος επ΄ονόματι τους, ο διευθυντής του κτηματολογίου και χωρομετρίας καθόρισε το τέλος μεταβίβασης και εγγραφής του τίτλου της πιο πάνω ακίνητης ιδιοκτησίας στο όνομα των αιτητών στο ποσό των €19.166,02.
Οι αιτητές πλήρωσαν το εν λόγω ποσό και παράλληλα παρέδωσαν επιστολή με την οποία εξέφραζαν τη διαφωνία τους καθότι με βάση τις πρόνοιες του περί Κτηματολογίου και Χωρομετρικού Τμήματος (Τέλη και Δικαιώματα) Νόμου, Κεφ.219, όπως τροποποιήθηκε με το Ν.156(Ι)/2011, θα έπρεπε τα εν λόγω τέλη να είναι μειωμένα κατά 50%.
Από πλευράς των καθ΄ων η αίτηση υποστηρίχθηκε ότι ορθώς επιβλήθηκε το τέλος καθότι για να τυγχάνει εφαρμογής η σχετική πρόνοια για μείωση του 50% στο τέλος εγγραφής θα έπρεπε οι αιτητές να παρουσιάσουν εκτός από την άδεια οικοδομής και πιστοποιητικό τελικής εγκρίσεως.
Αυτό είναι το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται προς απόφανση, και συγκεκριμένα η ερμηνεία που έδωσαν οι καθ΄ων η αίτηση στις πρόνοιες του άρθρου 10 του Κεφ.219.
Η ύπαρξη αδείας οικοδομής είναι αρκετή ή απαιτείται και πιστοποιητικό τελικής έγκρισης; Αυτό είναι το ερώτημα και αν η απάντηση είναι θετική, τότε το θέμα λήγει.
Η παράγραφος (2) του άρθρου 10 του Κεφ.219, όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 156(Ι)/2011 που τέθηκε σε ισχύ από τις 2 Δεκεμβρίου 2011 αναφέρει τα εξής:
«(2) Στις περιπτώσεις που επιβάλλονται ή εισπράττονται τέλη με βάση το Κεφάλαιο 17 του Πίνακα, αλλά οι μεταβιβάσεις αφορούν οικόπεδα, κτίρια ή τμήματα τους μετά των δικαιωμάτων τους επί της γης ή των εξ αδιαιρέτου ιδανικών μεριδίων που πωλούνται για πρώτη φορά από την ημερομηνία έκδοσης της σχετικής πολεοδομικής αδείας ή αδείας οικοδομής και αμφότερες οι ημερομηνίες συνομολόγησης του σχετικού πωλητηρίου εγγράφου κατάθεσης τους για πρώτη φορά στο επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο και με βάση τον περί Πώλησης Ακινήτων (Ειδική Εκτέλεση) Νόμο, εμπίπτουν στην περίοδο των έξι μηνών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, το τέλος μεταβίβασης που επιβάλλεται θα είναι μειωμένο κατά πενήντα τοις εκατόν (50%).»
Στην υπό εξέταση περίπτωση δεν υπάρχει αμφισβήτηση ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις που τίθενται από την πιο πάνω διάταξη, δηλαδή ότι πρόκειται περί πωλήσεως οικοπέδου με κτίρια, ότι υπάρχει άδεια οικοδομής, και η κατάθεση του σχετικού πωλητηρίου εγγράφου γίνεται για πρώτη φορά. Ούτε υπάρχει αμφισβήτηση αναφορικά με την πρόβλεψη για το χρονικό διάστημα κατάθεσης του εν λόγω εγγράφου.
Θεωρώ ότι η ερμηνεία ενός νομοθετήματος δεν μπορεί να τυγχάνει διασταλτικής αντίκρισης, όταν τίθεται με καθαρότητα και σαφήνεια η πρόθεση του νομοθέτη.
Όπως αναφέρεται στην υπόθεση Δήμος Γαλατάκης Λτδ ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 78:
«Ο βασικός κανόνας ερμηνείας νομοθετημάτων είναι η γραμματική ερμηνεία, δηλαδή το απλό γραμματικό και κατά κυριολεξία νόημα των λέξεων (δέστε Γεωργιάδης & Υιός v. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 142). Όπου όμως η γραμματική ερμηνεία δεν είναι ξεκάθαρη, λαμβάνεται υπόψη η πρόθεση του νομοθέτη και σε τέτοια περίπτωση εξετάζεται ολόκληρο το σχετικό μέρος του Νόμου ή και ολόκληρος ο Νόμος, καθώς επίσης και η ανάγκη ή το κακό που σκόπευε να θεραπεύσει, ανάλογα με την περίπτωση. Όπως ορθά επισημαίνει το πρωτόδικο Δικαστήριο, φορολογικοί και ποινικοί νόμοι πρέπει να ερμηνεύονται αυστηρά και όπου υπάρχει αμφιβολία να δίδεται η ερμηνεία εκείνη που είναι υπέρ του πολίτη. Τέλος, πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η αρχή ότι διατάξεις που αφορούν φορολογική απαλλαγή πρέπει να ερμηνεύονται στενά.»
Περαιτέρω στην υπόθεση Βρούντου ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 78 τονίστηκε ότι:
«Το Ανώτατο Δικαστήριο έχει, σύμφωνα με το Άρθρο 146.4 του Συντάγματος, την εξουσία να επικυρώσει εν όλω ή εν μέρει την προσβαλλόμενη απόφαση ή να κηρύξει την πράξη ή την παράλειψη, άκυρη. Δεν έχει δικαιοδοσία να νομοθετεί διευρύνοντας νομοθετικές ρυθμίσεις που δεν έτυχαν της έγκρισης της Βουλής. Κάτι τέτοιο, θα συγκρουόταν και με την αρχή της διάκρισης των εξουσιών.»
Επί του προκειμένου ο Νόμος απαιτεί την ύπαρξη μόνο «σχετικής πολεοδομικής αδείας ή αδείας οικοδομής.» Αν ο νομοθέτης επιθυμούσε να συμπεριληφθεί στην εν λόγω νομοθετική πρόνοια και η ύπαρξη πιστοποιητικού τελικής εγκρίσεως αυτό θα μπορούσε να το αναφέρει. Σε κανένα σημείο δεν είναι δυνατό να συναχθεί από το περιεχόμενο του κειμένου ότι κάτι τέτοιο είναι προαπαιτούμενο ή θα μπορούσε να εξυπακούεται.
Ανάλογο θέμα εξετάστηκε και από τον αδελφό δικαστή Ναθαναήλ στην Υπόθ. αριθμ.1324/2012, Ελληνική Τράπεζα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ. 25 Σεπτεμβρίου, 2013, την οποία έθεσε ενώπιον μου ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ων η αίτηση. Στο σημείο αυτό δεν μπορώ παρά να σχολιάσω ευμενώς την προσέγγιση αυτή, γιατί ο δικηγόρος ως λειτουργός της δικαιοσύνης έχει υποχρέωση να θέτει ενώπιον του δικαστηρίου όλα τα στοιχεία ανεξαρτήτως εάν βοηθούν ή βλάπτουν οποιανδήποτε πλευρά.
΄Εχοντας υπόψη ότι οι αιτητές πληρούσαν τα προαπαιτούμενα που είχαν τεθεί με βάση την παράγραφο (2) του άρθρου 10 του Κεφ.219 καταλήγω ότι η ερμηνεία που δόθηκε από τους καθ΄ων η αίτηση είναι εσφαλμένη. Ως εκ τούτου η προσφυγή θα έχει επιτυχή κατάληξη.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται και ποσό €1,600 πλέον ΦΠΑ επιδικάζεται υπέρ των αιτητών και εναντίον των καθ΄ων η αίτηση.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.