ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D663
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αρ. Υπόθεσης: 164/2011)
11 Σεπτεμβρίου, 2014
[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.
ΣΑΒΒΑ ΜΑΡΙΟΥ, ΛΟΧΙΑ 59,
Αιτητής,
- και -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Καθ΄ων αίτηση.
__________
Γ. Καραπατάκης, για τον Αιτητή.
Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Ο αιτητής, ο οποίος υπηρετεί από τις 12.2.2005 στο Λιμενικό Ναυτικό Λεμεσού (Ναυτικός Σταθμός), καταχώρισε την υπό κρίση προσφυγή επιδιώκοντας δήλωση, ότι η απόφαση του καθ΄ ου η αίτηση, όπως του γνωστοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 4.1.2011, με την οποία απέρριψε το αίτημα του για προαγωγή στο βαθμό του Υπαστυνόμου, στην εξειδικευμένη θέση του Κυβερνήτη Αστυνομικών Ακάτων, είναι άκυρη.
Ο αιτητής, στις 6.3.1997, απέκτησε δίπλωμα Ανώτερης Δημόσιας Σχολής Εμπορικού Ναυτικού Χανίων, μετά από τετραετή φοίτηση και στις 22.4.1997 δίπλωμα πλοιάρχου 3ης τάξης, από την Ελληνική Δημοκρατία, ενώ από τις 7.12.2004, διορίστηκε στην εξειδικευμένη θέση του Κυβερνήτη Αστυνομικών Ακάτων, με το βαθμό του λοχία στην Αστυνομία Κύπρου.
Στις 24.11.2010, με επιστολή του, ο αιτητής αιτήθηκε να εξεταστεί η προαγωγή του στο βαθμό του Υπαστυνόμου, εφόσον συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του Κανονισμού 4(1)(β) των περί Αστυνομίας (Προαγωγή Εξειδικευμένων Μελών) Κανονισμών του 2006 (ΚΔΠ 191/2006), όπως έχουν τροποποιηθεί. Δικαιούχος για προαγωγή στο βαθμό του Υπαστυνόμου, είναι εκείνος που έχει συμπληρώσει εξαετή υπηρεσία στο βαθμό του λοχία. Προνοείται ότι πρόσωπο, το οποίο δεν είναι κάτοχος πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου ή άλλου ισοδύναμου προσόντος ή κάτοχος σε ισχύ επαγγελματικής άδειας χειριστή ηλεκτρολόγου μηχανικού ή ηλεκτρονικού πτητικών μέσων, αλλά κάτοχος διπλώματος σχολής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης τριετή ή τετραετή, μεταλυκειακού τίτλου σπουδών, θα πρέπει να συμπληρώσει επταετή υπηρεσία, αντί της εξαετούς, στο βαθμό του λοχία.
Οι καθ΄ ων η αίτηση αναγνωρίζουν, ότι σύμφωνα με το πιστοποιητικό του ΚΥΣΑΤΣ, το δίπλωμα του αιτητή αναγνωρίζεται ως ισότιμο και αντίστοιχο προς πτυχίο Ανώτατης Εκπαίδευσης Τεχνολογικού Τομέα στον κλάδο/ειδίκευση πλοιάρχου. Αντιτείνουν όμως ότι, όπως τέθηκε το θέμα ενώπιον της Νομικής Υπηρεσίας και όπως γνωμάτευσαν σχετικά, το ΚΥΣΑΤΣ, ναι μεν αναγνωρίζει τα πτυχία που λαμβάνονται από τις Ακαδημίες Εμπορικού Ναυτικού, ως ισότιμα και αντίστοιχα πτυχία Ανώτατης Εκπαίδευσης Τεχνολογικού Τομέα, όμως, ο κάτοχος τέτοιου πτυχίου, δεν θεωρείται ότι κατέχει ισότιμο και αντίστοιχο πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου, με αποτέλεσμα ο αιτητής να μην πληροί τα κριτήρια του Κανονισμού 4(1)(β), για προαγωγή στο βαθμό του Υπαστυνόμου.
Προσβάλλεται η επίδικη διοικητική πράξη ως προϊόν ανεπαρκούς ή ελαττωματικής έρευνας, ως στερούμενη επαρκούς νόμιμης και ειδικής αιτιολογίας, αλλά και ως άκυρη, λόγω πραγματικής και νομικής πλάνης.
Ο αιτητής εισηγείται ότι οι καθ΄ ων η αίτηση ερμήνευσαν λανθασμένα τον Κανονισμό 4(1)(β), όπως το ίδιο λανθασμένη είναι και η γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας. Ο Κανονισμός αναφορικά με τη μείωση της προαπαιτούμενης υπηρεσίας, για σκοπούς προαγωγής, ισχύει στην περίπτωση κατόχων πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου ή ισοδύναμου προσόντος. Το ΚΥΣΑΤΣ αναγνώρισε την ισοδυναμία του διπλώματος του αιτητή με πανεπιστημιακό πτυχίο, ενώ ο ίδιος ο Κανονισμός 4(1)(β) απαιτεί ισοδύναμο προσόν και όχι αντιστοιχία με πτυχίο πανεπιστημίου, σύμφωνα με την ερμηνεία που δίδουν οι καθ΄ ων η αίτηση.
Οι καθ΄ ων η αίτηση τοποθετούνται διάφορα επί του ζητήματος. Το ΚΥΣΑΤΣ, ναι μεν αναγνωρίζει τα πτυχία που απονέμονται από τις Ακαδημίες Εμπορικού ναυτικού ως ισοδύναμα και αντίστοιχα προς πτυχίο Ανώτατης Εκπαίδευσης Τεχνολογικού Τομέα, όμως αυτά δεν θεωρούνται ως ισότιμα και αντίστοιχα πτυχίου πανεπιστημιακού επιπέδου. Στην προκειμένη περίπτωση το ΚΥΣΑΤΣ, ως το κατά Νόμο αρμόδιο όργανο, αποφάσισε ότι ο αιτητής κατέχει πτυχίο Ανώτατης Εκπαίδευσης Τεχνολογικού Τομέα, ισότιμο προς πανεπιστημιακό πτυχίο, χωρίς όμως την αντιστοιχία.
Η ερμηνεία που δόθηκε από τους καθ΄ ων η αίτηση, σύμφωνα με την οποία, για να αναγνωριστεί η ισοτιμία προς πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο, απαιτείται να συντρέχει και αντιστοιχία, κρίνω ότι είναι αναιτιολόγητη και εξέρχεται του γράμματος του Νόμου.
Το ίδιο ζήτημα εξετάστηκε από τους Χατζηχαμπή, Δ. και Κραμβή, Δ., στις Χρ. Παναγή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω Αρχηγού Αστυνομίας, Υποθ. Αρ. 1310/09, ημερ. 12.7.2011 και Φραγκουλίδου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1748/08, ημερ. 15.7.2009, αντιστοίχως, στις οποίες εστιάζεται και ο συνήγορος του αιτητή προς υποστήριξη της αίτησης.
Ακολούθησε η Πέτρου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω 1. Αρχηγού Αστυνομίας, 2. Υπουργού Δικαιοσύνης, ημερ. 10.2.2012, Υπόθ. Αρ. 847/10, όπου κρίθηκε ότι, εφόσον ο Κύπριος νομοθέτης δεν εισήξε ρυθμίσεις άλλες, αλλά περιορίστηκε στον ενιαίο καθορισμό και την προκήρυξη της θέσης, στη βάση ισοτιμίας, δεν υπάρχει περιθώριο άλλης ερμηνείας του σχετικού σχεδίου υπηρεσίας. Τόσο ο Νόμος, όσο και ο Κανονισμός, ζητούν ισοδυναμία που παραπέμπει σε ισοτιμία και όχι σε αντιστοιχία. Αν, όπως παρατηρείται στην Πέτρου (ανωτέρω), ο νομοθέτης δεν προέβη στη διάκριση μεταξύ πτυχίου Πανεπιστημίου και πτυχίου ΤΕΙ στην οποία έχει προβεί ο Έλληνας νομοθέτης, το ζήτημα τελειώνει εδώ. Δεν μπορεί να διαμορφωθεί άλλως πως το ζήτημα και να δοθεί άλλη ερμηνεία, με καταφυγή στην αντιστοιχία. Το άρθρο 14 Α(2) του περί Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών Ανώτερης και Ανώτατης Εκπαίδευσης και Παροχής Σχετικών Πληροφοριών Νόμου 68(Ι)/1996, όπως τροποποιήθηκε από τον Νόμο 1(Ι)/2004, είναι ξεκάθαρο και δεν επιδέχεται, κατά τη γνώμη μου, άλλη ανάγνωση:
«Αντίστοιχα με τους τίτλους σπουδών των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΤΕΙ) της Ελλάδας, οι τίτλοι σπουδών του Ανώτερου Τεχνολογικού Ινστιτούτου Κύπρου (ΑΤΙ) θεωρούνται ισότιμοι και αντίστοιχοι προς Βασικό Τίτλο Σπουδών Ανωτάτης Εκπαίδευσης:
Νοείται ότι οι τίτλοι αυτοί μπορούν να γίνονται αποδεκτοί για εγγραφή σε προγράμματα μεταπτυχιακών σπουδών στην Κύπρο και στο εξωτερικό.»
Υιοθετώντας ότι κρίθηκε από τον Δικαστή Κραμβή στην υπόθεση Παναγή (ανωτέρω), ο όρος ισοδυναμία είναι ταυτόσημος με τον όριο ισοτιμία και άρα δεν απαιτείται και αντιστοιχία.
Κρίνω ότι παρείσφρησε ουσιώδης πλάνη εκ μέρους των καθ΄ ων η αίτηση, οι οποίοι πέραν της ισοτιμίας, απαίτησαν και αντιστοιχία, ενώ κάτι τέτοιο δεν προνοείται στον Κανονισμό. Η απόφαση πάσχει: είναι σαφές ότι συνιστά προϊόν πλάνης περί το Νόμο και ερείδεται επί λανθασμένης ερμηνείας του σχετικού Κανονισμού.
Εν όψει της κατάληξης μου δεν κρίνεται χρήσιμη η ενασχόληση με τους υπόλοιπους λόγους ακύρωσης.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται με €1.500 έξοδα πλέον ΦΠΑ υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
/ΦΚ