ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
A. & S. ANTONIADES & CO. ν. THE REPUBLIC OF CYPRUS, THROUGH THE MINISTER OF FINANCE (1965) 3 CLR 673
Δημοκρατία ν. Χρίστου (1991) 3 ΑΑΔ 56
Kυπριακό Διϋλιστήριο Πετρελαίου Λτδ ν. Δήμου Λάρνακας (2000) 3 ΑΑΔ 345
Mαυρομμάτη Όλγα ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2000) 3 ΑΑΔ 662
Βασιλειάδης Αντώνης και Άλλες ν. Mάρως Κληρίδου - Τσιάππακαι Άλλων (2005) 3 ΑΑΔ 403
Ιωάννου Ελισάβετ Βούλγαρη ν. Αρχής Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Κύπρου (2011) 3 ΑΑΔ 260
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΠΟΥΡΓΟΥΡΙΔΗΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 1386/2007, 23 Δεκεμβρίου 2008
ΜΑΡΙΟΣ ΣΤΕΦΑΝΙΔΗΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 1207/2011, 15/2/2013
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 125(I)/1999 - Ο περί Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Νόμος του 1999
Ν. 158(I)/1999 - Ο περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμος του 1999
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:D728
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 1600/2011)
30 Σεπτεμβρίου, 2014
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΕΝΗ ΧΑΡΗ,
Αιτήτρια,
ν.
ΑΡΧΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΔΥΝΑΜΙΚΟΥ,
Καθ'ης η αίτηση.
____________________________________________
Α.Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.
Μ. Σπανού (κα), για την Καθ'ης η αίτηση.
____________________________________________
A Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: To αντικείμενο της παρούσας προσφυγής είναι η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού (στο εξής «η Αρχή»), με την οποία προήχθη το ενδιαφερόμενο μέρος Ουρανία Αντωνίου στη θέση Γραμματειακού Λειτουργού (στο εξής «η επίδικη θέση»).
Α. ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ
Το θέμα της πλήρωσης της επίδικης θέσης, η οποία κενώθηκε λόγω προαγωγής της κατόχου της, εξετάστηκε από το Συμβούλιο της Αρχής, κατά τη συνεδρία του, ημερομηνίας 29/8/2011, στην παρουσία της Προέδρου, Αντιπροέδρου και δέκα Μελών της Αρχής και με «παρακαθήμενους», το Γενικό Διευθυντή και τον εκτελούντα χρέη Γραμματέα, Διευθυντή Διοίκησης και Προσωπικού.
Αφού μελετήθηκαν αρχικά οι φάκελοι των υποψηφίων διαπιστώθηκε ότι έξι υπάλληλοι που κατείχαν την προηγούμενη της επίδικης, θέση του Βοηθού Γραμματειακού Λειτουργού, μεταξύ των οποίων και οι διάδικοι, πληρούσαν τα απαιτούμενα στο σχέδιο υπηρεσίας, προσόντα προαγωγής.
Στη συνέχεια, το Συμβούλιο άκουσε τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, ο οποίος πρότεινε για προαγωγή το ενδιαφερόμενο μέρος, σημειώνοντας (στην έκταση που εδώ ενδιαφέρει) τα ακόλουθα:
"Επισημαίνω ότι έχω λάβει υπόψη το σύνολο των νομότυπα συνταχθεισών υπηρεσιακών εκθέσεων αξιολόγησης των έξι υποψηφίων, δίδοντας όμως τη δέουσα κατά τη νομολογία μεγαλύτερη βαρύτητα στις πιο πρόσφατες αξιολογήσεις.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω στοιχεία, με βάση τα τρία νομοθετημένα κριτήρια - αξία, προσόντα, αρχαιότητα- στο σύνολο τους, κρίνω ότι η υποψήφια ΑΝΤΩΝΙΟΥ Ουρανία είναι η καταλληλότερη υποψήφια και τη συστήνω για προαγωγή στην κενή θέση Γραμματειακού Λειτουργού. Κρίνω ότι η ΑΝΤΩΝΙΟΥ Ουρανία υπερέχει των άλλων πέντε υποψηφίων για τους πιο κάτω λόγους:
Έναντι της υποψήφιας ΧΑΡΗ Ελένης: Η ΑΝΤΩΝΙΟΥ Ουρανία υπερέχει σημαντικά σε βαθμολογημένη αξία. Ενδεικτικά σημειώνω ότι για τα έτη 2000 - 2010 η ΑΝΤΩΝΙΟΥ Ουρανία συγκέντρωσε 53 «Εξαίρετος» σε σύγκριση με 45 «Εξαίρετος» της ΧΑΡΗ Ελένης. Οι δύο υποψήφιες είναι ουσιαστικά ίσες σε προσόντα. Η ΧΑΡΗ Ελένη υπερέχει σε αρχαιότητα κατά 2 χρόνια και πέντε μήνες. Θεωρώ όμως ότι το προβάδισμα αυτό σε αρχαιότητα δεν είναι αρκετό για να υπερακοντίσει τη σημαντική υπεροχή της ΑΝΤΩΝΙΟΥ Ουρανίας σε βαθμολογημένη αξία."
Ακολούθησε συγκριτική αξιολόγηση των υποψηφίων από το Συμβούλιο, πάνω στη βάση των στοιχείων των φακέλων και με άξονα τα τρία καθιερωμένα κριτήρια (αξία, προσόντα και αρχαιότητα), όπως προβλέπεται στον Κανονισμό 13(2) των περί Αρχής Βιομηχανικής Καταρτίσεως (Όροι Υπηρεσίας Υπαλλήλων) Κανονισμών του 1977 (Κ.Δ.Π. 266/77, ως έχει τροποπoιηθεί - στο εξής «οι Κανονισμοί») και αφού ελήφθη υπόψη και η σύσταση του Γενικού Διευθυντή.
Καταλήγοντας στην επίδικη απόφαση του, η οποία λήφθηκε με τη δεύτερη νικώσα ψήφο της Προέδρου, δικαίωμα που προβλέπεται στο άρθρο 11(3) του περί Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Νόμου του 1999 (Ν. 125(Ι)/99), σε περίπτωση ισοψηφίας, το Συμβούλιο σημείωσε τα ακόλουθα:
"58. Η Πρόεδρος, η Αντιπρόεδρος και τα Μέλη κος Ηλίας Μαρκάτζιης, κα Φρύνη Μιχαήλ, κος Σωτήρης Φελλάς και κος Χρίστος Τομπάζος (στο εξής θα καλούνται «η πλειοψηφία»), οι οποίοι επέλεξαν ως καταλληλότερη για τη θέση την υποψήφια ΑΝΤΩΝΙΟΥ Ουρανία, αιτιολόγησαν την απόφαση τους ως ακολούθως:
(i) Yπερτερεί σημαντικά σε βαθμολογημένη αξία έναντι της υποψήφιας ΧΑΡΗ, αφού από το 2000 η εικόνα των δύο υποψηφίων έχει ως ακολούθως:
Έτος ΑΝΤΩΝΙΟΥ Ουρανία ΧΑΡΗ Ελένη
2010 6 Εξαίρετος/2 Πολύ Ικανοποιητικά 6 Εξαίρετος/2 Πολύ Ικανοποιητικά
2009 6 Εξαίρετος/2 Πολύ Ικανοποιητικά 5 Εξαίρετος/3 Πολύ Ικανοποιητικά
2008 5 Εξαίρετος/3 Πολύ Ικανοποιητικά 5 Εξαίρετος/3 Πολύ Ικανοποιητικά
2007 5 Εξαίρετος/3 Πολύ Ικανοποιητικά 4 Εξαίρετος/4 Πολύ Ικανοποιητικά
2006 5 Εξαίρετος/3 Πολύ Ικανοποιητικά 4 Εξαίρετος/4 Πολύ Ικανοποιητικά
2005 5 Εξαίρετος/3 Πολύ Ικανοποιητικά 4 Εξαίρετος/4 Πολύ Ικανοποιητικά
2004 5 Εξαίρετος/3 Πολύ Ικανοποιητικά 4 Εξαίρετος/4 Πολύ Ικανοποιητικά
2003 4 Εξαίρετος/4 Πολύ Ικανοποιητικά 4 Εξαίρετος/4 Πολύ Ικανοποιητικά
2002 4 Εξαίρετος/4 Πολύ Ικανοποιητικά 3 Εξαίρετος/5 Πολύ Ικανοποιητικά
2001 4 Εξαίρετος/4 Πολύ Ικανοποιητικά 3 Εξαίρετος/5 Πολύ Ικανοποιητικά
2000 4 Εξαίρετος/4 Πολύ Ικανοποιητικά 3 Εξαίρετος/5 Πολύ Ικανοποιητικά
Eίναι ουσιαστικά ίση σε προσόντα με την υποψήφια ΧΑΡΗ.
Υστερεί έναντι της υποψήφιας ΧΑΡΗ σε αρχαιότητα κατά 2 χρόνια και 5 μήνες. Η πλειοψηφία του Συμβουλίου έκρινε ότι το προβάδισμα της ΧΑΡΗ σε αρχαιότητα δεν είναι αρκετό για να υπερακοντίσει τη σημαντική υπεροχή της ΑΝΤΩΝΙΟΥ σε βαθμολογημένη αξία.
Έχει υπέρ της τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή.
Συνεκτιμώντας όλα τα πιο πάνω δεδομένα, η πλειοψηφία του Συμβουλίου έκρινε ότι η υπεροχή της ΑΝΤΩΝΙΟΥ σε αξία σε συνδυασμό με την υπέρ της σύσταση του Γενικού Διευθυντή την καθιστούν καταλληλότερη για προαγωγή έναντι της ΧΑΡΗ, παρά τη μικρή υπεροχή της ΧΑΡΗ σε αρχαιότητα."
Β. ΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ
Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι κακώς δεν προτιμήθηκε η ίδια αντί του ενδιαφερόμενου μέρους γιατί κατά την άποψη της, δεν υστερούσε ουσιωδώς στις υπηρεσιακές εκθέσεις, υπερείχε σε προσόντα λόγω κατοχής του πιστοποιητικού LCCI (Accounting Higher), το οποίο χαρακτηρίζει ως απόλυτα σχετικό με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης και επιπρόσθετα, το προβάδισμα της σε αρχαιότητα καθιστούσε αυτήν υπέρτερη σε πείρα, στοιχείο, που θα έπρεπε να προσμετρήσει στην αξία της.
Τα πιο πάνω δεδομένα, συνεχίζει στην εισήγηση της η αιτήτρια, δεν συνεκτιμήθηκαν, ούτε και αξιολογήθηκαν από το Γενικό Διευθυντή και ακολούθως από το Συμβούλιο, με αποτέλεσμα να πάσχει τόσο η σύσταση όσο και η επίδικη απόφαση, λόγω πλάνης και έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.
Εγείρεται επιπρόσθετα από πλευράς αιτήτριας, ζήτημα πάσχουσας σύνθεσης του Συμβουλίου, λόγω της συμμετοχής του Γενικού Διευθυντή σε όλα τα στάδια της συνεδρίας, ενώ θα έπρεπε αυτός να αποχωρήσει, πριν από τη διαβούλευση για τη λήψη της απόφασης, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 21(2) του Ν.158(Ι)/99.
Γ. Η ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ
Προέχει ως θέμα δημοσίας τάξεως η εξέταση του ισχυρισμού για πάσχουσα σύνθεση του Συμβουλίου.
Όπως ήδη επισημάνθηκε, ο Γενικός Διευθυντής παρίστατο ως παρακαθήμενος και δεν προκύπτει από τα πρακτικά ότι αποχώρησε σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας, αφότου προέβη στη σύσταση του και πριν από τη λήψη της επίδικης απόφασης.
Είναι γεγονός ότι με βάση το άρθρο 21(2) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99 ως έχει τροποποιηθεί), οι υπηρεσιακοί παράγοντες οφείλουν να αποχωρούν πριν από τη διαβούλευση για τη λήψη απόφασης και ότι η παρουσία του Γενικού Διευθυντή υπό τις συνθήκες που περιγράφηκαν, θα προκαλούσε πρόβλημα νομιμότητας του Συμβουλίου, αν δεν υπήρχε σχετική νομοθετική διάταξη που να ρυθμίζει ειδικά το ζήτημα.
Το άρθρο 21(2) αποτελεί γενική αρχή του διοικητικού δικαίου. Ωστόσο, όπως έχει νομολογηθεί, οι γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα και ισχύουν όταν δεν υπάρχει σχετικός κανόνας που να ρυθμίζει το συγκεκριμένο ζήτημα (βλ. A & S Antoniades & Co. v. Republic (1965) 3 C.L.R. 673, Kυπριακά Διϋλιστήρια Πετρελαίου Λτδ v. Δήμου Λάρνακας (2000) 3 Α.Α.Δ. 345, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929- 1959, σελ 198-199 και Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, 5η Έκδοση, σελ. 68).
Στην παρούσα περίπτωση, η παρουσία του Γενικού Διευθυντή καλύπτεται από τον Κανονισμό 11(4), ο οποίος ορίζει τα ακόλουθα:
"Ο Γενικός Διευθυντής δύναται να παρίσταται σε όλες τις συνεδρίες του Διοικητικού Συμβουλίου, να λαμβάνει μέρος στις διεξαγόμενες συζητήσεις και να εκφράζει τη γνώμη του, αλλά δεν έχει δικαίωμα ψήφου."
Δεδομένης της πιο πάνω ειδικότερης ρύθμισης, που επιτρέπει την παρουσία του Γενικού Διευθυντή κατά τη συζήτηση, με δικαίωμα μάλιστα έκφρασης της άποψης του, η πρόνοια του άρθρου 21(1) του Ν. 158(Ι)/99, δεν τυγχάνει εφαρμογής και συνεπώς ο ισχυρισμός για πάσχουσα σύνθεση απορρίπτεται.
Δ. Η ΚΑΤ' ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΝ ΠΛΑΝΗ ΚΑΙ ΕΛΛΕΙΨΗ ΔΕΟΥΣΑΣ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΤΑΘΜΙΣΗ ΤΩΝ ΚΡΙΤΗΡΙΩΝ ΠΡΟΑΓΩΓΗΣ
Σύμφωνα με τον Κανονισμό 13(2), όπως ήδη επισημάνθηκε «αι διεκδικήσεις των υπαλλήλων προς προαγωγήν αποφασίζονται βάσει της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας αυτών», ενώ ο Κανονισμός 13(3) προβλέπει ότι «κατά την προαγωγή λαμβάνονται δεόντως υπ' όψιν αι περί των υποψηφίων συστάσεις του Διευθυντού».
Συστήνοντας το ενδιαφερόμενο μέρος, στην παρούσα περίπτωση, ο Γενικός Διευθυντής, επεσήμανε τη «σημαντική υπεροχή» της, έναντι της αιτήτριας, αναγόμενη σε 8 «Εξαίρετος» περισσότερα, για την περίοδο 2000 - 2010, στην οποία δόθηκε μεγαλύτερη βαρύτητα.
Την ίδια άποψη υιοθέτησε και η πλειοψηφία του Συμβουλίου, παραθέτοντας αναλυτικά, όπως σημειώθηκε πιο πάνω, την εικόνα των συγκεκριμένων αξιολογήσεων.
Επρόκειτο για εύλογες εκτιμήσεις που αφορούσαν ένα προβάδισμα αξίας που δεν μπορούσε να παραγκωνιστεί ούτε και να θεωρηθεί ως οριακό.
H ιδιαίτερη έμφαση που δόθηκε στις εκθέσεις - αξιολογήσεις της τελευταίας ενδεκαετίας δεν είναι επιλήψιμη και συνάδει με τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Στη Μαυρομμάτης v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 662, αναφέρθηκε ότι είναι φυσικό να αποδίδεται μεγαλύτερη σημασία στις τελευταίες εκθέσεις που αντικατοπτρίζουν την εξέλιξη των υποψηφίων.
Αναφορικά, με τα προσόντα, η άποψη του Γενικού Διευθυντή, όπως και της πλειοψηφίας του Συμβουλίου στη συνέχεια, ότι οι δύο υποψήφιες εμφανίζονταν ουσιαστικά ισοδύναμες, δεν εξέρχεται των λογικών πλαισίων.
Οι πίνακες προσόντων με βάση τα στοιχεία των προσωπικών φακέλων δικαιολογούν το πιο πάνω εύρημα. Στο LCCI (Αccounting Higher) της αιτήτριας, το ενδιαφερόμενο μέρος αντιπαραβάλλει διάφορα διπλώματα και πιστοποιητικά γραμματειακών σπουδών και επίσης LCCI (Shorthand Speed 100 wpm, Typewriting Higher, Typewriting Speed 50 wpm και Βook - Keeping Elementary). Επιπρόσθετα, είχαν και οι δύο επιτύχει σε κυβερνητικές εξετάσεις και έτυχαν επιμόρφωσης μέσω διαφόρων προγραμμάτων και σεμιναρίων. Στα καθήκοντα της θέσης περιλαμβάνεται η οργάνωση και διεύθυνση αρχείου ή βιβλιοθήκης και άλλων γραφειακών εργασιών, η εξασφάλιση και η συντήρηση του απαιτούμενου εξοπλισμού γραφείου, ο χειρισμός θεμάτων στεγαστικών αναγκών και λειτουργίας του συστήματος κλιματισμού, η διεξαγωγή αλληλογραφίας και άλλης διοικητικής φύσεως εργασίας και ο χειρισμός τεχνολογικού και άλλου εξοπλισμού.
Με βάση τα καταγεγραμμένα δεδομένα δεν προκύπτει αξιόλογη διαφορά στο κριτήριο των προσόντων. Η συζήτηση δεν αφορά ακαδημαϊκά προσόντα που θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως ιδιαίτερης σημασίας για σκοπούς στάθμισης. Σε πληθώρα πρόσφατων αποφάσεων έχει υποδειχθεί ότι πρόσθετα προσόντα αποτελούν μόνο πτυχιακά ή μεταπτυχιακά (ακαδημαϊκά) προσόντα, διότι σε διαφορετική περίπτωση θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι αδύνατο να αξιολογούνται κατά αντικειμενικό τρόπο τα διάφορα πιστοποιητικά, παρακολούθησης μαθημάτων, εξετάσεων, εκπαιδεύσεων κλπ (βλ. Λάμπρου v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 783/2002, ημερομηνίας 19/4/2004, Καναράς v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1509/2008, ημερομηνίας 26/10/2010, Πουργουρίδης v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1386/2007, ημερομηνίας 23/12/2008, Στυλιανού v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ.1719/2007, ημερομηνίας 22/7/2010, Ταλιώτης v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1317/2010, ημερομηνίας 26/1/2012, Στεφανίδης v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1207/2011, ημερομηνίας 15/2/2013 και Τούμπας κ.ά. v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 76/2006 κ.ά., ημερομηνίας 23/11/2009).
Με δεδομένη τη φύση των καθηκόντων-ευθυνών της επίδικης θέσης και το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων των διαδίκων, η κρίση περί ουσιαστικά ισοδύναμων προσόντων ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Το ζήτημα τέλος της αρχαιότητας απασχόλησε το Γενικό Διευθυντή και το Συμβούλιο. Το προβάδισμα της αιτήτριας κατά 2 χρόνια και 5 μήνες, που αφορούσε την απομακρυσμένη περίοδο της προαγωγής τους στη θέση Γραφέα 1ης Τάξης, αναφέρθηκε στη σύσταση και στην επίδικη απόφαση, με την επισήμανση ότι δεν ήταν αρκετό «για να υπερακοντίσει τη σημαντική υπεροχή της ΑΝΤΩΝΙΟΥ σε βαθμολογημένη αξία».
Η κρίση ότι το στοιχείο της αρχαιότητας δεν μπορούσε να υπερισχύσει της εξ' αντικειμένου υπεροχής του ενδιαφερόμενου μέρους στην αξία, είναι απόλυτα εναρμονισμένη με την πάγια νομολογία, σύμφωνα με την οποία η αρχαιότητα από μόνη της δεν αποτελεί ρυθμιστικό παράγοντα και λαμβάνεται υπόψη μόνο όταν όλα τα υπόλοιπα κριτήρια είναι ίσα (βλ. Δημοκρατία v. Xρίστου (1991) 3 Α.Α.Δ. 56, Δημοκρατία v. Mιχαηλίδη (1999) 3 Α.Α.Δ. 736, Βασιλειάδης v. Tσιάππα (2005) 3 Α.Α.Δ. 403).
Επομένως, στην κρινόμενη περίπτωση δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα στην αρχαιότητα της αιτήτριας, λαμβανομένων υπόψη των υπόλοιπων κριτηρίων.
Ο ισχυρισμός της αιτήτριας ότι η εκ της αρχαιότητας, υπέρτερη πείρα της, προσέδιδε στην αξία της, δεν ευσταθεί υπό τις περιστάσεις, διότι όπως έχει νομολογηθεί, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι η αρχαιότητα αυξάνει την αξία όταν διαφέρει η υπηρεσιακή επάρκεια, όταν δηλαδή οι υποψήφιοι δεν είναι ισοδύναμοι στις αξιολογικές εκθέσεις (βλ. Ιωάννου v. Aρχής Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Κύπρου (2011) 3 Α.Α.Δ. 260).
Εν κατακλείδι, διαπιστώνεται ότι τόσο η σύσταση όσο και η τελική κρίση του Συμβουλίου, λήφθηκε με βάση ορθές παραμέτρους, σε συμφωνία με τις νομολογιακές αρχές που διέπουν τα κριτήρια προαγωγής. Εξάλλου, αυτό που εξετάζεται είναι κατά πόσο η απόφαση ήταν εύλογα επιτρεπτή στη διοίκηση.
Ως εκ τούτου, η επίδικη απόφαση επικυρώνεται. Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα €1.350 εναντίον της αιτήτριας και υπέρ της καθ'ης η αίτηση.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.