ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Kedoum Ahmed Ibrahim ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 505
Zaharijevic Victoria ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 56
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:D691
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.1530 /2012)
22 Σεπτεμβρίου, 2014
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δικαστής]
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146, 11, 28, 29, 30 και 35 του Συντάγματος και αναφορικά με τα άρθρα 5, 6 και 8 της ΕΣΔΑ.
URESHA DULGANI PERERA BENARAGAMA VIDANA ARACHCHILAGE
Aιτήτρια,
Και
Kυπριακής Δημοκρατίας μέσω
Υπουργού Εσωτερικών
Καθ΄ων η αίτηση
-----------------------
Μ.Μυτίδης, για την αιτήτρια
Μ.Λοϊζου, (κα.), δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ων η αίτηση
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια αμφισβητεί τη νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης που εκδόθηκαν εναντίον της.
Καταγόμενη από τη Σρι Λάνκα αφίχθηκε στην Κύπρο στις 3 Νοεμβρίου 2000, με σκοπό να εργαστεί ως οικιακή βοηθός. Της παραχωρήθηκε προς τούτο προσωρινή άδεια παραμονής η οποία ανανεωνόταν διαδοχικά μέχρι τις 3 Νοεμβρίου 2006. Στο μεταξύ, και συγκεκριμένα στις 12 Οκτωβρίου 2006, η αιτήτρια με διπλοσυστημένη επιστολή, μέσω του τότε δικηγόρου της, υπέβαλε αίτηση με σκοπό να της παραχωρηθεί το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος. Η εν λόγω επιστολή παραλήφθηκε από τους καθ΄ων η αίτηση στις 16 Οκτωβρίου 2006.
Η αιτήτρια είχε συλληφθεί στις 29 Ιουλίου 2012 ως παρανόμως διαμένουσα στη Δημοκρατία και στις 30 Ιουλίου 2012 εκδόθηκαν εναντίον της διατάγματα κράτησης και απέλασης. Τα εν λόγω διατάγματα γνωστοποιήθηκαν στην αιτήτρια στις 30 Ιουλίου 2012.
Όπως διεφάνη, η αιτήτρια τέλεσε στις 23 Μαϊου 2005, βρισκόμενη στη χώρα της, γάμο με κύπριο πολίτη ο οποίος, όμως, δεν είχε εξασφαλίσει διαζύγιο από τον προηγούμενο του γάμο. Στις 30 Ιουλίου 2012 ο εν λόγω κύπριος ζήτησε, όπως παραχωρηθεί εκ νέου, στην αιτήτρια το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος.
Ο δικηγόρος της αιτήτριας με επιστολή του ημερ. 26 Σεπτεμβρίου 2012, ζήτησε από τους καθ΄ων η αίτηση να πληροφορηθεί την τύχη της αίτησης που υποβλήθηκε το 2006. Παραθέτω μέρος της απάντησης που δόθηκε με επιστολή των καθ΄ων η αίτηση ημερ. 3 Οκτωβρίου 2012:
«Η άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας της έχει λήξει από τις 03/11/2006 και έκτοτε σύμφωνα με τα στοιχεία του προσωπικού της φακέλου δεν έχει αποσταλεί οποιονδήποτε αίτημα για παράταση της, ενώ οι επιστολές ημερ. 09/10/2006 που επισυνάπτονται και αναφέρονται στην αλλοδαπή δεν εντοπίζονται στον φάκελο της».
Εν πάση περιπτώσει οι καθ΄ων η αίτηση πληροφόρησαν περαιτέρω το δικηγόρο της αιτήτριας ότι, η τελευταία δεν θα μπορούσε να υποβάλει αίτηση για να εξασφαλίσει άδεια ως επί μακρόν διαμένουσα, καθότι τον Νοέμβριο του 2007 άρχισαν να γίνονται αποδεκτές αιτήσεις αυτής της φύσεως και στο μεταξύ η αιτήτρια διέμενε στη Δημοκρατία παρανόμως.
'Ηταν ο προβληθείς ισχυρισμός, εκ μέρους της αιτήτριας ότι, η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας, αιτιολογίας και επίσης ότι παραβιάστηκε, από πλευράς των καθ΄ων η αίτηση η αρχή της χρηστής διοίκησης.
Είναι έκδηλο ότι, τα πιο πάνω διατάγματα κράτησης και απέλασης εκδόθηκαν στη βάση ότι η αιτήτρια είχε κηρυχθεί απαγορευμένη μετανάστης, λόγω ακριβώς της παράνομης διαμονής της εντός της Δημοκρατίας.
Στην υπόθεση Zaharijevic v. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 56, εξετάστηκε η δυνατότητα που παρέχεται στο Δικαστήριο να εξετάσει θέματα που σχετίζονται με την προσβαλλόμενη πράξη πέραν, από τη διακριτική ευχέρεια που ενυπάρχει. Τονίστηκε δε το εξής:
«παρόλο ότι δεν υπάρχει περιορισμός στο δικαστικό έλεγχο και η απόφαση της διοίκησης ελέγχεται κατά πόσο συμμορφώνεται με όλες τις αρχές του διοικητικού δικαίου εντούτοις ο δικαστικός έλεγχος συνήθως περιορίζεται ενόψει της ευρείας διακριτικής εξουσίας που έχει το κράτος να εκδίδει διατάγματα απέλασης στο κατά πόσον η ευχέρεια του ασκήθηκε καλόπιστα. (βλ. Kedoum v. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 505). Όμως όπου παρίσταται ανάγκη ο έλεγχος μπορεί να επεκταθεί και σε άλλα ζητήματα που σχετίζονται αποκλειστικά με την προσβαλλόμενη πράξη.»
Επί του προκειμένου, η αιτήτρια υπέβαλε, πριν από τη λήξη της αδείας παραμονής της, αίτηση με στόχο να της παραχωρηθεί το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος. Κατά το συγκεκριμένο αυτό χρόνο η αιτήτρια βρισκόταν νομίμως στη Δημοκρατία.
Όπως διαφαίνεται από την απάντηση που δόθηκε από τους καθ΄ων η αίτηση, προς το υποβληθέν αίτημα του δικηγόρου της αιτήτριας, που υποβλήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 2012, η εν λόγω αίτηση δεν εξετάστηκε από τους καθ΄ων η αίτηση. Η απάντηση ήταν ότι, τέτοια αίτηση δεν είχε εντοπιστεί στο φάκελο της αιτήτριας, συνεπώς δεν θα μπορούσε να εξεταστεί τέτοιο ζήτημα. Όπως προκύπτει όμως, από το φάκελο της υπόθεσης η σχετική επιστολή στάληκε «διπλοσυστημένη» και είχε παραληφθεί από τους καθ΄ων η αίτηση στις 16 Οκτωβρίου 2006. Αν μια επιστολή γίνει αποδεκτό ότι ταχυδρομήθηκε και δεν έχει επιστραφεί στον αποστολέα, τότε δημιουργείται μαχητό τεκμήριο παράδοσης της επιστολής στο πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται. (Βλ. Υποθ. αρ.1447/11 Rashel ν. Δημοκρατίας, 14 Ιουνίου 2013).
Πόσο μάλλον στην παρούσα υπόθεση όπου υπάρχει η βεβαιότητα παράδοσης, με το αντίγραφο της ταχυδρομικής αποστολής. Το ερώτημα που τίθεται είναι κατά πόσο θα πρέπει η αιτήτρια να υποστεί τις συνέπειες της παράλειψης των καθ΄ων η αίτηση, που, επί του προκειμένου, δεν έχουν λάβει καθόλου υπόψη την αίτηση που υπέβαλε και ούτε καν της απάντησαν αναφορικά με το υποβληθέν αίτημα.
Όπως σημείωσα πιο πάνω, είναι έκδηλο ότι οι καθ΄ων η αίτηση κατά το στάδιο λήψης της απόφασης κήρυξης της αιτήτριας ως απαγορευμένου μετανάστη, δεν είχαν ενώπιον τους την πιο πάνω αίτηση. Συναφώς, δεν διενήργησαν την απαιτούμενη έρευνα και ουσιαστικώς τελούσαν υπό πλάνη ως προς τα πραγματικά περιστατικά της παρούσας υπόθεσης. Το γεγονός, που αναφέρεται από τους καθ΄ων η αίτηση ότι, σε οικιακές βοηθούς δεν παραχωρείται το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος, δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης καθότι η ουσία της αιτήσεως που υποβλήθηκε δεν εξετάστηκε καθόλου.
Η υποβολή της σχετικής αιτήσεως λαμβάνεται υπόψη μόνο ως προς το γεγονός ότι οι καθ΄ων η αίτηση κήρυξαν την αιτήτρια ως απαγορευμένο μετανάστη χωρίς να λάβουν υπόψη την αίτηση, κάτι που δεν προήλθε από οποιαδήποτε υπαιτιότητα της αιτήτριας. Η απουσία της αιτήσεως από το φάκελο της υπόθεσης, οδήγησε τους καθ΄ων η αίτηση, χωρίς οποιαδήποτε άλλη επί τούτου ενέργεια να απορρίψουν την αίτηση. Οι καθ΄ων η αίτηση παρέλειψαν να λάβουν υπόψη την αίτηση που καταδείκνυε μια νόμιμη ενέργεια εκ μέρους της αιτήτριας να την υποβάλει πριν τη συμπλήρωση της άδειας παραμονής της. Σχετικό επί τούτου είναι το άρθρο 51(1) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1991, Ν.158(Ι)/99, που αναφέρει:
«51.-(1) Η διοίκηση δεν επιτρέπεται να ενεργεί ΅ε τρόπο ασυνεπή, αντιφατικό ή κακόπιστο, ώστε να εξαπατά ή να ταλαιπωρεί χωρίς λόγο το διοικού΅ενο».
Με γνώμονα τα πιο πάνω, θεωρώ ότι η προσφυγή θα πρέπει να επιτύχει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται με 1,300 έξοδα πλέον ΦΠΑ υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ΄ων η αίτηση.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.