ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:D621
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση αρ.1439/12)
1η Σεπτεμβρίου, 2014
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δικαστής]
Αναφορικά με τα ´Αρθρα 146 και 28 του Συντάγματος
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ
Aιτητής,
Και
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ΄ης η αίτηση,
-------- -----------
Α.Κωνσταντίνου, για τον αιτητή
Κ.Στιβαρού, (κα.), για Ιωαννίδης, Δημητρίου ΔΕΠΕ, για την καθ΄ης η αίτηση
Aσπ.Σοφοκλέους, (κα.), για το ενδιαφερόμενο μέρος
--------- -----------
ΑΠΟΦΑΣΗ
Ο αιτητής προσβάλλει την επαναπροαγωγή του ενδιαφερόμενου, Χρίστου Χρίστου, στη θέση Ανώτερου Τεχνικού Σταθμού - Τεχνικού Μηχανικού Σταθμού (Ηλεκτρολογία, Ηλεκτρολογική Συντήρηση) Επιχειρησιακή Μονάδα Παραγωγής, Ηλεκτροπαραγωγικός Σταθμός Μονής, στην Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου.
Τα γεγονότα που αφορούν την παρούσα υπόθεση είχαν ως έναυσμα γνωστοποίηση της καθ΄ης η αίτηση, ημερ. 9 Σεπτεμβρίου 2010, για την πλήρωση της πιο πάνω θέσης. Ο αιτητής, που βρίσκεται στην υπηρεσία των καθ΄ων η αίτηση από την 1η Νοεμβρίου 1998 και ο ενδιαφερόμενος, υπέβαλαν αίτηση.
Στις 19 Απριλίου 2011 η καθ΄ης η αίτηση προήγαγε τον ενδιαφερόμενο στην επίδικη θέση. Ως αποτέλεσμα τούτου ο αιτητής καταχώρησε προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, που στις 5 Απριλίου 2012 ακύρωσε την εν λόγω προαγωγή θεωρώντας ότι η τότε απόκλιση από τη σύσταση του Διευθυντή δεν ήταν αιτιολογημένη (Υπ. Αρ.583/11 Χαραλάμπους ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, ημερ. 25 Απριλίου 2012).
Η καθ΄ης η αίτηση προχώρησε, με βάση την πιο πάνω ακυρωτική απόφαση, σε επανεξέταση.
Η Συμβουλευτική Υπεπιτροπή της Αρχής για Θέματα Προσωπικού σε συνεδρία της στις 10 Ιουλίου 2012, επιλήφθηκε εκ νέου των αιτήσεων όλων των υποψηφίων που πληρούσαν τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας. H Υπεπιτροπή αφού μελέτησε και αξιολόγησε όλα τα ενώπιον της στοιχεία, τις υπηρεσιακές εκθέσεις και τους προσωπικούς φακέλους των υποψηφίων και έχοντας υπόψη και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, που ήταν υπέρ του αιτητή, αποφάσισε να συστήσει εκ νέου για προαγωγή τον ενδιαφερόμενο.
Στις 11 Σεπτεμβρίου 2012 το Διοικητικό Συμβούλιο της καθ΄ης η αίτηση, δεν υιοθέτησε τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή και αποφάσισε, κατά πλειοψηφία, την προαγωγή του ενδιαφερομένου στην επίδικη θέση. Αναφέρθηκε ότι, λήφθηκε υπόψη η αρχαιότητα του αιτητή, η οποία ανάγεται σε πέντε μήνες, και η ισοτιμία των δύο σε αξία και προσόντα.
Ο αιτητής εισηγείται ότι, τόσο η σύσταση της Συμβουλευτική Υπεπιτροπής όσο και η απόφαση της καθ΄ης η αίτηση παραβιάζει το δεδικασμένο εφόσον δεν δόθηκε η απαιτουμένη αιτιολογία για παραγνώριση της σύστασης του Γενικού Διευθυντή με την οποία συστείνετο για προαγωγή ο αιτητής. Περαιτέρω ότι, η αιτιολογία ήταν πεπλανημένη και συγκρουόταν με τα στοιχεία των φακέλων.
Η καθ΄ης η αίτηση και η πλευρά του ενδιαφερομένου πρόβαλαν ότι, η καθ΄ης η αίτηση, σε συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση, προέβη σε λεπτομερή εξέταση και σύγκριση των υποψηφίων παρέχοντας με σαφήνεια τους λόγους επιλογής του ενδιαφερομένου.
Είμαι της γνώμης ότι ο πιο πάνω λόγος ακυρώσεως ευσταθεί.
Η νομολογία επιτάσσει ότι, οι ειδικοί και συγκεκριμένοι λόγοι για τους οποίους γίνεται επιλογή κατ΄αντίθεση προς την εκφρασθείσα σύσταση του διευθυντή, πρέπει να καταγράφονται να είναι πειστικοί και εύκολα διακριτοί στη συγκεκριμένη απόφαση. (Βλ. Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 495).
Προσφέρεται η δυνατότητα στο διορίζον όργανο, ως το καθ΄ύλην αρμόδιο, να αποκλίνει από τη δοθείσα σύσταση. Η απόκλιση, όμως, πρέπει να αιτιολογείται επαρκώς, να είναι ειδική. Το κατά πόσο η απόκλιση ήταν, υπό τις περιστάσεις, εύλογη και δεόντως αιτιολογημένη, κρίνεται μετά από στάθμιση όλων των παραγόντων που λήφθηκαν υπόψη από το διορίζον όργανο.
Στην υπό εξέταση υπόθεση υπήρχαν αντικειμενικά κριτήρια. Σε αρχαιότητα υπερτερούσε ο αιτητής. Με την υπέρ του σύσταση, υπερτερούσε και στην αξία. Αναφορικά με τα προσόντα οι υποψήφιοι ήταν ίσοι.
Κρίνω συναφώς ότι, η δοθείσα αιτιολογία για παρέκκλιση από τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, πάσχει. Οι λόγοι που ώθησαν τη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή, όσο και την καθ΄ης η αίτηση να καταλήξουν σε παρέκκλιση, δεν αναφέρονται. Η απόφαση κρίνεται αναιτιολόγητη καθότι, και πάλι, γίνεται απλή καταγραφή των στοιχείων των φακέλων χωρίς να προσδιορίζονται τα στοιχεία που θα αιτιολογούσαν την προαγωγή του ενδιαφερομένου, κατά παρέκκλιση της συστάσεως. Σημειώνω επίσης ότι, δεν υπάρχει διαφοροποίηση των όσων είχαν αποτελέσει το αντικείμενο της ακυρωτικής αποφάσεως στην Υπ.Αρ.583/2011. Η καθ΄ης η αίτηση όφειλε να προβεί σε επανεξέταση στη βάση του δεδικασμένου και να παράσχει την απαιτούμενη, υπό τις περιστάσεις, αιτιολογία.
Θεωρώ αναγκαίο στο σημείο αυτό να παραθέσω το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφαση στην υπόθεση Χαραλάμπους ν. ΑΗΚ, (ανωτέρω) που είναι ενδεικτικό:
«.το Δικαστήριο δεν μπορεί να συμφωνήσει ότι η απλή καταγραφή των συγκριτικών στοιχείων μεταξύ του αιτητή και του ενδιαφερομένου μέρους αποτελεί τέτοια ειδική πειστική αιτιολογία. Με δεδομένη την έστω οριακή υπεροχή του αιτητή σε αξία, αρχαιότητα και πείρα, δεν εντοπίζεται οτιδήποτε το ουσιαστικό στην απόφαση των καθ΄ ων για παράκαμψη της σύστασης του Γενικού Διευθυντή, η οποία αποτελεί ανεξάρτητο στοιχείο κρίσης που προσθέτει βεβαίως, με βάση τη νομολογία, στην αξία ενός υποψηφίου. Οι καθ΄ ων απλώς ανάπλασαν στο πρακτικό τους τα συγκριτικά στοιχεία του αιτητή και του ενδιαφερόμενου μέρους, χωρίς ουσιαστική περαιτέρω αξιολόγηση και χωρίς να εντοπίσουν εκείνο ή εκείνα τα διαφοροποιητικά στοιχεία που συνηγορούσαν υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους, ως τέτοιας ιδιάζουσας φύσης, ώστε να παρακαμφθεί η σύσταση.
Στην Ειρήνη Χριστοδούλου - ανωτέρω -, ακριβώς είχε γίνει κατ΄ αναλογία, παρόμοια διατύπωση από την Ε.Δ.Υ. υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους παρακάμπτοντας τη σύσταση του Αρχιπρωτοκολλητή που ήταν υπέρ της αιτήτριας. Όπως αναγράφεται στο σκεπτικό της πλειοψηφίας σελ. 168-169, υπήρχε μόνο απαρίθμηση των στοιχείων των δύο υποψηφίων και αναφορά στη διαφορά υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους κατά την αξιολόγηση της συνέντευξης. Κρίθηκε εκεί ότι εφόσον η οριακή διαφορά στη συνέντευξη δεν συνιστούσε επαρκή αιτιολογία, η παραγνώριση της σύστασης παρέμεινε χωρίς στήριξη. Στην υπό κρίση περίπτωση, δεν υπήρξε ούτε καν το διαφοροποιητικό στοιχείο μιας υπέρ του ενδιαφερομένου μέρους κατάστασης πραγμάτων. Αντίθετα, όλα τα στοιχεία ήταν υπέρ του αιτητή, έστω και οριακά. Η αρχαιότητα, η πείρα, η αξία όχι μόνο ήσαν ίσα με του ενδιαφερόμενου μέρους, αλλά ήταν και υπέρ του αιτητή στο σύνολο τους. Τα προσόντα ήταν τα ίδια. Η σύσταση του Γενικού Διευθυντή πρόσθεσε λοιπόν στα όσα υπέρ του είχε ο αιτητής. Η παραγνώριση της χρειαζόταν ειδική πειστική αιτιολογία που εδώ ελλείπει».
Καταλήγω συναφώς στο συμπέρασμα ότι, τόσο η σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, όσο και η προσβαλλόμενη απόφαση δεν ικανοποιούν το αναγκαίο επίπεδο αιτιολόγησης της παρέκκλισης από τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή. Η αόριστη αναφορά ότι, ο αιτητής υπερέχει οριακά σε αρχαιότητα και είναι ίσοι σε αξία και προσόντα δεν είναι ικανοποιητική και καθιστά το δικαστικό έλεγχο ανέφικτο. Τούτο οδηγεί σε παραβίαση του δεδικασμένου, δοθέντος ότι ακολουθήθηκε η ιδία, και δικαστικώς αποδοκιμασθείσα, αιτιολογία.
Ενόψει των πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει, η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται, με €1,600 έξοδα, πλέον ΦΠΑ, υπέρ του αιτητή και εναντίον της καθ΄ης η αίτηση.
Κ. Παμπαλλής,
Δ.