ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Χριστοδούλου, Μιχαλάκης κ. Aγαθοκλέους για κ. Βορκά, για τον αιτητή CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-09-05 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΣΑΒΒΑΣ ΠΕΤΡΙΔΗΣ ΛΤΔ κ.α. ν. ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ κ.α., ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1018/11, 5/9/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D644

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                                                ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1018/11

 

5 Σεπτεμβρίου, 2014

 

[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΜΕΤΑΞΥ:

1.     ΣΑΒΒΑΣ ΠΕΤΡΙΔΗΣ ΛΤΔ,

2.     ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΓΕΡΟΥΔΗ,

                                                                      Αιτητών,

και

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.     ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ, ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ,

2.     ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΚΤΗΝΙΑΤΡΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ,

Καθ΄ων η αίτηση.

______

κ. Aγαθοκλέους για κ. Βορκά, για τον αιτητή

Ε. Συμεωνίδου (κα), για καθ΄ων η αίτηση

______

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

     ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.:  Η αιτήτρια 1 είναι διαχειρίστρια πτηνοτροφικής μονάδας στο χωριό Μαρκί και ο αιτητής 2 ιδιοκτήτης της εν λόγω μονάδας, η οποία παράγει και διαθέτει στην αγορά αυγά βιολογικής εκτροφής.

 

     Μέσα στα πλαίσια εφαρμογής του Εθνικού Προγράμματος Ελέγχου Σαλμονέλας, λειτουργοί των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών προέβηκαν στις 14.6.11 σε λήψη δειγμάτων κοπράνων ορνίθων αυγοπαραγωγής από θαλάμους της μονάδας και αυθημερόν μετέφεραν τα δείγματα για εξετάσεις στο Εργαστήριο Παθολογικής Ανατομικής Βακτηριολογίας Παρασιτολογίας (ΕΠΑΒΠ).

 

     Με τη λήψη των δειγμάτων το εργαστήριο προχώρησε άμεσα σε δοκιμή για ανίχνευση σαλμονέλας, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η απομόνωση στις 17.6.11 στελεχών του μικροβίου στα τρία δείγματα που λήφθηκαν από το θάλαμο 2 της μονάδας.   Ενόψει τούτου, την επομένη 18.6, ξεκίνησαν αναλύσεις και τα σχετικά αποτελέσματα  για τα δύο δείγματα βγήκαν στις 19.6.11 και για το τρίτο στις 20.6.11 και όλα ήταν θετικά στο μικρόβιο της σαλμονέλας.

 

     Με την ανίχνευση του μικροβίου, το ΕΠΑΒΠ απέστειλε τα δείγματα στο Εργαστήριο Ελέγχου Τροφίμων Ζωικής Προέλευσης (ΕΕΤΖΠ) από τις εξετάσεις του οποίου προέκυψε - στις 21 και 24.6.11 - ότι επρόκειτο για salmonella enteritidis.

 

     Κατ΄ ακολουθία των πιο πάνω, ο Διευθυντής των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών απέστειλε στις  21.6.11 επιστολή στον αιτητή 2 με την οποία, αφενός, τον ενημέρωνε για τα αποτελέσματα των αναλύσεων και, αφετέρου, τον καλούσε να προβεί σε συγκεκριμένες ενέργειες, διαφορετικά το μολυσμένο σμήνος θα θανατωνόταν και τα αυγά θα καταστρέφονταν.  Όπως τελικά έγινε, με τους αιτητές να αντιδρούν με την παρούσα προσφυγή με την οποία αποβλέπουν σε: 

 

     «Δήλωση και/ή Απόφαση του Σεβαστού Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή η απόφαση των Καθ΄ ων η Αίτηση ημερομηνίας 211.6.2011 δια της οποίας ενημέρωσαν τους Αιτητές ότι ανιχνεύθηκε Salmonellas Enteritidis σε κόπρανα από σμήνος του θαλάμου τους με αριθμό 2 και ότι θα προέβαιναν στην καταστροφή των πτηνών και των αυγών του εν λόγω θαλάμου είναι παράνομος και συνεπώς άκυρη.»

 

     Η προσφυγή βασίζεται σε δεκαεννέα νομικά σημεία, αλλά προωθήθηκε στη βάση ότι οι καθ΄ ων η αίτηση (α) δεν τήρησαν τα χρονοδιαγράμματα που καθορίζονται από τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό για την δειγματοληψία, (β) δεν προέβηκαν στις ενέργειες που καθόρισαν με την επιστολή τους ημερ. 31.1.2008 που είχαν αποστείλει σε όλους τους πτηνοτρόφους μετά που τέθηκε σε ισχύ ο Ευρωπαϊκός Κανονισμός για τον έλεγχο του επιπολασμού της σαλμονέλας και (γ) δεν τίμησαν τη δέσμευση ημερ. 3.12.00 του Υπουργού Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος έναντι του Παγκύπριου  Συνδέσμου Πτηνοτρόφων για την διενέργεια επαναληπτικών ελέγχων στην περίπτωση εντοπισμού σαλμονέλας σε πτηνοτροφική μονάδα.  Αναλυτικά:-

 

     Είναι θέση των αιτητών ότι σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) 2160/2003, όπως αυτός τροποποιήθηκε ένα μήνα πριν την επίδικη δειγματοληψία από τον Κανονισμό (ΕΕ) 517/11[1], η εξέταση των δειγμάτων στο εργαστήριο έπρεπε να αρχίσει μέσα σε 48 ώρες από την παραλαβή τους.  Οι καθ΄ ων η αίτηση όμως δεν τήρησαν το υπό αναφορά χρονοδιάγραμμα αφού τα δείγματα παραλήφθηκαν από το ΕΠΑΒΠ στις 14.6 και η εξέταση τους άρχισε στις 18.6 με αποτέλεσμα η διαδικασία να πάσχει.  Περαιτέρω, οι καθ΄ ων η αίτηση δεν συμμορφώθηκαν και στις πρόνοιες του άρθρου 2.2.[2] της Επιτροπής ημερ. 31.7.06 σύμφωνα με το οποίο θα έπρεπε, επιπρόσθετα από τα δείγματα κοπράνων, να συλλέξουν προς εξέταση και δείγματα σκόνης.

 

     Η παρ. 3.1 του Κανονισμού (ΕΕ) 517/11, αντέτειναν οι καθ΄ ων η αίτηση, αφορά το πρώτο στάδιο ανίχνευσης της σαλμονέλας το οποίο αρχίζει με τη λήψη των δειγμάτων που πρέπει, στη συνέχεια, να εξεταστούν εντός 48 ωρών από την παραλαβή τους από το εργαστήριο και μέσα σε 4 ημέρες από τη δειγματοληψία.  Στην υπό εξέταση περίπτωση, εισηγήθηκαν, τα δείγματα λήφθηκαν στις 14.6 και αυθημερόν διαβιβάστηκαν στο ΕΠΑΒΠ, το οποίο προχώρησε άμεσα σε έναρξη δοκιμής, αποτέλεσμα της οποίας  ήταν η απομόνωση στις 17.6 στελεχών του μικροβίου και την επομένη 18.6 ξεκίνησαν οι αναλύσεις. Επομένως η διαδικασία τήρησης των χρονοδιαγραμμάτων δεν πάσχει και από τη στιγμή που προέκυψαν τα θετικά αποτελέσματα  καθηκόντως το ΕΠΑΒΠ διαβίβασε τα δείγματα στο ΕΕΤΖΠ για ανίχνευση του οροτύπου της σαλμονέλας.  Σ΄ ότι δε αφορά το δεύτερο παράπονο των αιτητών - ότι δηλαδή οι καθ΄ ων η αίτηση θα έπρεπε σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) 1168/06 να συλλέξουν και δείγματα σκόνης - υπέδειξαν ότι ο Κανονισμός αυτός καταργήθηκε στις 26.5.11 που τέθηκε σε ισχύ ο Κανονισμός (ΕΕ) 517/11, η παρ. 2.2.2[3] του οποίου παρέχει τη δυνατότητα στην αρμόδια αρχή να αποφασίσει να επιτρέψει την αντικατάσταση ενός δείγματος περιττωμάτων ή ενός ζεύγους μάκτρων για μπότες από δείγμα σκόνης.

 

     Όπως γίνεται αντιληπτό από την αντιπαραβολή των θέσεων των μερών για την τήρηση ή όχι του χρονοδιαγράμματος που προνοείται από την παρ. 3.1 του Κανονισμού (ΕΕ) 517/11, η διαφωνία τους αφορά στο κατά πόσο η έναρξη δοκιμής σηματοδοτεί ή όχι και την έναρξη εξέτασης των δειγμάτων.  Με τους αιτητές να τοποθετούνται αρνητικά, επισημαίνοντας στην Απάντηση τους (σελ. 2) ότι η παρ. 3.1 «. προνοεί ξεκάθαρα έναρξη εξέτασης και όχι δομικής αλλιώς θα γινόταν αναφορά σε δοκιμή «testing».  Δεν με βρίσκει σύμφωνο η εισήγηση, η οποία θεωρώ ότι ταυτίζει την «εξέταση» με την «ανάλυση» των δειγμάτων.  Έχω όμως την άποψη ότι η έναρξη «εξέτασης» των δειγμάτων εν τη εννοία της παρ. 3.1 του Κανονισμού δεν ταυτίζεται με την έναρξη «ανάλυσης», η οποία προϋποθέτει ότι ήδη είχαν απομονωθεί στελέχη του μικροβίου που την καθιστούσαν αναγκαία.  Επομένως, κατά την άποψή μου, η διαδικασία εξέτασης των δειγμάτων αρχίζει με την έναρξη της δοκιμής που αντιστοιχεί στο πρώτο στάδιο της εξέτασης και, εφόσον απομονωθούν στελέχη, αρχίζουν οι αναλύσεις που αντιστοιχούν στο δεύτερο στάδιο της εξέτασης, οι οποίες εφόσον αποφέρουν θετικά αποτελέσματα οδηγούν στο τρίτο στάδιο που είναι η ανίχνευση του οροτύπου της σαλμονέλας.  Η διαδικασία εξέτασης λοιπόν δεν ταυτίζεται με τις αναλύσεις των δειγμάτων, αλλά σηματοδοτείται με την έναρξη δοκιμής  και εκ τούτου είναι προφανές ότι η θέση των αιτητών ότι οι καθ΄ ων η αίτηση δεν τήρησαν το χρονοδιάγραμμα που προνοείται στην παρ. 3.1 του Κανονισμού (ΕΕ) 217/11 δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.  Όπως δεν ευσταθεί και η δεύτερη θέση τους, ότι δηλαδή οι καθ΄ ων η αίτηση θα έπρεπε να συλλέξουν και δείγματα σκόνης, αφού ο Κανονισμός στον οποίο βάσισαν το παράπονό τους καταργήθηκε από τον Κανονισμό (ΕΕ) 517/11, η παρ. 2.2.2. του οποίου προνοεί για δυνατότητα και όχι  υποχρέωση των αρμοδίων αρχών για συλλογή σκόνης.

 

     Τα επόμενα δύο παράπονα των αιτητών βασίζονται στην επιστολή των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών ημερ. 31.1.08 και στις δεσμεύσεις του Υπουργού Γεωργίας ημερ. 3.12.00.  Διατείνονται συναφώς ότι σύμφωνα με την εν λόγω επιστολή οι καθ΄ ων η αίτηση θα έπρεπε, αμέσως μετά τα θετικά αποτελέσματα των εξετάσεων, να προβούν και σε εξετάσεις στα αυγά και πτηνά ως ήταν και η δέσμευση του Υπουργού και όχι να προχωρήσουν στην καταστροφή των αυγών και στη θανάτωση των πτηνών.

 

     Η θέση ότι έπρεπε να εξεταστούν τα αυγά πριν καταστραφούν, αντέτειναν οι καθ΄ ων η αίτηση, τέθηκε με ένσταση των αιτητών ημερ. 29.6.11 βάσει του άρθρου 10 του περί Υγιεινής Παραγωγής Τροφίμων Ζωϊκής Προέλευσης και Διάθεσης τους στην Αγορά καθώς και για άλλα Συναφή Θέματα Νόμου του 2003 (Ν.150(1)/2003 όπως τροποποιήθηκε).  Προς τον σκοπό δε εξέτασης της ένστασης, συστάθηκε τριμελής επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 10(2) του Νόμου απαρτιζόμενη από δύο κτηνιατρικούς λειτουργούς και ένα ιδιώτη κτηνίατρο που διόρισαν οι αιτητές.  Η εν λόγω επιτροπή αποφάσισε ομόφωνα την καταστροφή των αυγών, αλλά για διαφορετικούς λόγους.  Συγκεκριμένα, οι δύο κτηνιατρικοί λειτουργοί αποφάσισαν ότι εφόσον τα αυγά προέρχονται από μολυσμένο σμήνος μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για ανθρώπινη κατανάλωση μόνο εάν υποβάλλονταν σε επεξεργασία που θα εγγυάτο την εξάλειψη όλων των προτύπων σαλμονέλας που έχουν σημασία για τη δημόσια υγεία (Μέρος Δ του Παραρτήματος ΙΙ του Κανονισμού (ΕΚ) 2160/03) και επειδή τέτοια επεξεργασία δεν μπορούσε να γίνει θα έπρεπε να καταστραφούν, ενώ ο ιδιώτης κτηνίατρος συμφώνησε στην καταστροφή των αυγών λόγω του ότι είχαν περάσει αρκετές ημέρες από τη συλλογή τους και δεν ήταν πλέον κατάλληλα για κατανάλωση.  Αναφορικά δε με την ισχυρισθείσα δέσμευση του Υπουργού, αντέτειναν ότι πράγματι ο Υπουργός δεσμεύτηκε για επαναληπτικούς ελέγχους, αλλά μόνο όπου υπήρχε η ελάχιστη υποψία ότι τα ευρήματα από τις προκαταρκτικές αναλύσεις δεν ανταποκρίνονταν στην υγιεινή του τελικού προϊόντος.  Η δέσμευση αυτή, τόνισε η ευπαίδευτη συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση, συνάδει με την προϋπόθεση που εισάγεται στην παρ. 4 του Παραρτήματος Ι του Κανονισμού (ΕΚ) 1237/07 της Επιτροπής της 23.10.07 που τροποποιεί τον Κανονισμό (ΕΕ) 2160/03 και ακριβώς επειδή στην παρούσα περίπτωση δεν υπήρχε ίχνος υποψίας για ψευδώς θετικά αποτελέσματα ο οποιοσδήποτε περαιτέρω έλεγχος δεν είχε θέση.  Σχετικά, μάλιστα,  παρέθεσε και το κείμενο «της δέσμευσης» του Υπουργού, όπου (ο Υπουργός) τόνιζε ότι ναι μεν οι Κτηνιατρικές Υπηρεσίες θα προέβαιναν σε επαναληπτικούς ελέγχους όπου υπήρχε η ελάχιστη υποψία ότι τα ευρήματα από τις προκαταρκτικές αναλύσεις δεν ανταποκρίνονταν στην υγιεινή του τελικού προϊόντος, αλλά ταυτόχρονα υπογράμμιζε ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες θα διατηρούσαν την αυστηρότητα τους ώστε να διασφαλίζεται στο μέγιστο βαθμό η προστασία της δημόσιας υγείας.  Και αυτό, κατέληξε, συνέβη στην παρούσα περίπτωση με την καταστροφή των αυγών και θανάτωση των πτηνών εφόσον δεν υπήρχε ίχνος υποψίας για ψευδώς θετικά αποτελέσματα και επομένως επαναληπτικοί έλεγχοι δεν απαιτούνταν να γίνουν.

 

     Εξέτασα τις εκατέρωθεν θέσεις και επί των δύο υπό συζήτηση θεμάτων, τα οποία είναι προφανές πως έχουν ως κοινή βάση την υποχρέωση των Κτηνιατρικών Υπηρεσιών για επαναληπτικούς ελέγχους οποτεδήποτε εγείρονται υποψίες για τυχόν ψευδώς θετικά αποτελέσματα.  Στην προκείμενη όμως περίπτωση δεν είχαν εμφιλοχωρήσει τέτοιες υποψίες και κατά συνέπεια οι θέσεις των αιτητών δεν ευσταθούν, ενώ αντίθετα κρίνω ότι ευσταθούν οι θέσεις των καθ΄ ων η αίτηση οι οποίες υιοθετούνται στην ολότητά τους και ενόψει τούτου η προσφυγή είναι καταδικασμένη σε απόρριψη.  Χωρίς να χρειάζεται να ασχοληθώ και με το «Final Report of an Audit Carried out in Cyprus in order to evaluate the Salmonella National Control Program in particular poultry populations που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή την περίοδο από 14.6.11 μέχρι 21.6.11, το οποίο επικαλούνται οι αιτητές για να πλήξουν τις διαδικασίες που ακολουθούν τα κυπριακά εργαστήρια.  Και αυτό καθότι δεν αιτιολογούν ποσώς πως οι (αρνητικές) διαπιστώσεις της Επιτροπής για τις διαδικασίες που ακολουθούν (γενικά) τα κυπριακά εργαστήρια εφαρμόζονται και στη δική τους περίπτωση.

 

     Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται ως αβάσιμη, με €1.200 έξοδα εναντίον των αιτητών και προς όφελος των καθ΄ων η αίτηση.

 

 

 

                                                                      Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

/κβπ



[1] «3.1. Μεταφορά και προετοιμασία των δειγμάτων

Τα δείγματα αποστέλλονται κατά προτίμηση με κατεπείγουσα ταχυδρομική αποστολή ή με ιδιωτική ταχυδρομική υπηρεσία στα εργαστήρια που αναφέρονται στο άρθρο 11 και στο άρθρο 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2160/2003 εντός 24 ωρών από τη συλλογή τους. Εάν δεν αποσταλούν μέσα σε 24 ώρες, θα αποθηκεύονται στην κατάψυξη. Τα δείγματα μπορούν να μεταφέρονται σε θερμοκρασία δωματίου, θα πρέπει όμως να αποφεύγεται η υπερβολικά υψηλή θερμοκρασία (μεγαλύτερη από 25 °C) ή η έκθεση στο φως. Στο εργαστήριο τα δείγματα θα διατηρούνται κατεψυγμένα έως την εξέταση, η οποία θα πρέπει να αρχίζει μέσα σε 48 ώρες από την παραλαβή και μέσα σε τέσσερις ημέρες από τη δειγματοληψία..».

 

[2] «. Σε περίπτωση δειγματοληψίας από την αρμόδια αρχή, συλλέγονται - από σημεία όπου υπάρχει μεγάλη ποσότητα σκόνης σε όλο τον ορνιθώνα - 250 ml που περιέχουν τουλάχιστον 100 γραμμάρια σκόνης.  Εάν δεν υπάρχει αρκετή ποσότητα σκόνης, λαμβάνεται επιπλέον δείγμα 150 γραμμαρίων φυσικώς ομαδοποιημένων περιττωμάτων ή συμπληρωματικό ζεύγος μάκτρων για μπότες ή καλτσών».

[3] «H αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει να επιτρέψει την αντικατάσταση ενός δείγματος περιττωμάτων ή ενός ζεύγους μάκτρων για μπότες από δείγμα σκόνης 100 g. που συλλέγεται από πολλαπλές θέσεις σε όλο τον ορνιθώνα από τις επιφάνειες με ορατή παρουσία σκόνης.  Εναλλακτικά μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένα υγρό υφασμάτινο μάκτρο ή και περισσότερα, αντί να συλλεχθεί σκόνη από πολλαπλές θέσεις σε όλο το σπίτι, υπό την προϋπόθεση ότι κάθε μάκτρο καλύπτεται επαρκώς από σκόνη και από τις δύο πλευρές».


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο