ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Πασχαλίδης, Ανδρέας Λούκα Σ. Οικονομίδης, για τον Αιτητή. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-08-19 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο MΑΡΙΝΟΣ ΠΑΝΑΓΗ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ, Υπόθεση Αρ.1437/2011, 19/8/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D610

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                               Υπόθεση  Αρ.1437/2011

 

19 Αυγούστου, 2014

                                    

[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

MΑΡΙΝΟΣ  ΠΑΝΑΓΗ ,

Αιτητής

v.

 

 

                            ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ  ΜΕΣΩ

                                        ΥΠΟΥΡΓΟΥ  ΑΜΥΝΑΣ

       

Καθ'ων  η αίτηση.

_ _ _ _ _ _

Σ. Οικονομίδης, για τον Αιτητή.

Κ. Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους  Καθ΄ ων  η

 αίτηση.

_ _ _ _

 

A Π Ο Φ Α Σ Η

 

  ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.:   O αιτητής, ο οποίος, κατά τον ουσιώδη χρόνο έφερε τον βαθμό του Λοχαγού (ΠΖ) και υπηρετούσε στη Διεύθυνση Δικαστικού/ ΓΕΕΦ, επιδιώκει την ακύρωση απόφασης του Υπουργού Άμυνας, ημερ. 3/9/2011 με την οποίαν ένας αριθμός Αξιωματικών Πεζικού, συμπεριλαμβανομένου και του ιδίου μετατέθηκαν σε άλλες μονάδες για σκοπούς κάλυψης υπηρεσιακών αναγκών.

 

Τα γεγονότα της προσφυγής

  Με δύο γραπτά διαβήματα του ημερ. 26/3/2008 και 31/8/2009 ο τότε Αρχηγός του ΓΕΕΦ Αντιστράτηγος Κωνσταντίνος Μπισμπίκας, ενημέρωσε τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Άμυνας, ότι η υπαγόμενη στο ΓΕΕΦ, Διεύθυνση Δικαστικού, έχρηζε ενίσχυσης σε ανθρώπινο δυναμικό, λόγω των συνεχώς αυξημένων υποχρεώσεων της και ζήτησε την άμεση πρόσληψη με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού, τουλάχιστο τριών πτυχιούχων νομικής με άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος, πολύ καλή γνώση της αγγλικής γλώσσας και καλή γνώση χρήσης ηλεκτρονικού υπολογιστή. 

 

  Απαντώντας ο Γενικός Διευθυντής επεσήμανε ότι με βάση τη δημοσιονομική πολιτική της Κυβέρνησης για αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, δεν ήταν σκόπιμο να προωθηθεί διαδικασία για πρόσληψη νέου προσωπικού στην Εθνική Φρουρά, υπό οποιαδήποτε ιδιότητα.  Παράλληλα, υποδείχθηκε ότι θα έπρεπε να διερευνηθεί το ενδεχόμενο της κάλυψης των αναγκών της Διεύθυνσης Δικαστικού από προσοντούχο στρατιωτικό προσωπικό και ζήτησε την υποβολή σχετικών εισηγήσεων.

 

  Κατόπιν τούτου, η Διεύθυνση Προσωπικού του ΓΕΕΦ κοινοποίησε ανακοίνωση σε όλες τις μονάδες για υποβολή προσωπικών αναφορών των στελεχών τους που κατείχαν πτυχίο νομικής ανωτάτου εκπαιδευτικού ιδρύματος.

 

  Ο αιτητής ανταποκρινόμενος, υπέβαλε στο 1ο Γραφείο της μονάδας του (ΚΕΝ Λεμεσού) αντίγραφο διπλώματος Νομικής του "University of Northumbria at Newcastle" που του απονεμήθηκε στις 30/6/2006.

 

  Ακολούθησε απόφαση του Υπουργού ημερ. 6/7/2010 με την οποίαν 58 αξιωματικοί μετατέθηκαν σε γενικές θέσεις, μεταξύ των οποίων και ο αιτητής που μετατέθηκε στη Διεύθυνση Δικαστικού από 16/8/2010.

 

  Στη συνέχεια, ο αιτητής, ο οποίος απέκτησε στο μεταξύ στις 22/9/2010 και τον τίτλο " Bachelor of Laws (LLB)"  από το Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, υπέβαλε αντίγραφο του πτυχίου του, μαζί με αίτημα στο ΓΕΕΦ για μετάταξη του στη Διεύθυνση Δικαστικού, στην οποίαν ήδη υπηρετούσε ως Τμηματάρχης, επικαλούμενος τον Κανονισμό 12 των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990 (Κ.Δ.Π. 90/90 ως έχουν τροποπ.).

 

   Δεν δόθηκε οποιαδήποτε απάντηση στον αιτητή, ο οποίος αργότερα συμπεριλήφθηκε σε Πίνακα 28 αξιωματικών του Πεζικού, οι οποίοι μετατέθηκαν - τοποθετήθηκαν σε άλλες μονάδες με την επίδικη απόφαση του Υπουργού ημερ, 3/9/2011 για σκοπούς υπηρεσιακών αναγκών.

 

   Η δυνάμει της πιο πάνω υπουργικής απόφασης, μετάθεση του αιτητή από τη Διεύθυνση Δικαστικού στο 376 Τάγμα Πεζικού, κάτω από τις περιστάσεις  που προεκτέθηκαν, αμφισβητείται ως πάσχουσα λόγω έλλειψης αιτιολογίας και δέουσας έρευνας.

 

Το θέμα της επάρκειας της αιτιολογίας και της δέουσας έρευνας

  Eίναι η θέση του αιτητή, ότι η επίδικη απόφαση για τη μετάθεση του είναι πρόδηλα αναιτιολόγητη και ότι η γενικόλογη και αόριστη αναφορά σε «κάλυψη υπηρεσιακών αναγκών» δεν υποστηρίζεται από τα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης, αλλά, αντίθετα, κλονίζεται από αυτά, γεγονός που στοιχειοθετεί έλλειψη δέουσας έρευνας ως επιπρόσθετο λόγο ακύρωσης.

 

  Οι καθ' ων η αίτηση απαντούν ότι σύμφωνα με το άρθρο 64(1)[1] του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου του 2011 (Ν.19(Ι)/2011), που διέπει τη παρούσα, η απόφαση του Υπουργού για μετάθεση στελέχους σε οποιαδήποτε μονάδα δεν απαιτείται να είναι αιτιολογημένη.

 

  Ο αιτητής επικαλείται την αλληλογραφία της Διεύθυνσης Δικαστικού με τα ανώτερα κλιμάκια, στην οποίαν διατυπώνονταν οι αυξημένες και άμεσες ανάγκες για ενίσχυση σε προσωπικό και επιπρόσθετα ένα εμπιστευτικό έγγραφο με τίτλο «Φύλλο Ενημέρωσης Εισηγήσεων», ημερ. 16/12/2010 με αποδέκτες την Διεύθυνση Προσωπικού, τη Διεύθυνση Β΄ Κλάδου,  τον Επιτελάρχη, Υπαρχηγό και Αρχηγό ΓΕΕΦ. Το εν λόγω έγγραφο το οποίο δεν συμπεριλήφθηκε στα παραρτήματα που προσκομίστηκαν στην Ένσταση των καθ' ων η αίτηση, αλλά παρουσιάστηκε από τον αιτητή στη γραπτή αγόρευση του και δεν αμφισβητήθηκε. Περιλαμβάνει τις απόψεις και εισηγήσεις των ιεραρχικά ανωτέρων κλιμακίων επί του αιτήματος μετάταξης του αιτητή στη Διεύθυνση Δικαστικού. Παραθέτω σχετικό απόσπασμα:

 

«Οι ανάγκες του Δικαστικού Σώματος και κατ' επέκταση της Διεύθυνσης σε στελέχωση με νομικούς είναι εξαιρετικά μεγάλες δεδομένου μάλιστα ότι αφυπηρετεί την 1 Φεβ 2011 και ο Δντης της Διεύθυνσης. Στο σώμα του Δικαστικού θα υπηρετούν μόνο 3 Κύπριοι Αξιωματικοί, 2 βαθμού Τχη και 1 βαθμού Λγού που κρίθηκε ήδη για Τχης. Τα τελευταία χρόνια, ένας Αξκός του Δικαστικού Σώματος υπηρετεί στο Νομικό τμήμα του ΥΠΑΜ και ως εκ τούτου στη Διεύθυνση θα υπηρετούν μόνο δύο Δικαστικοί, γεγονός που δυσχεραίνει στο μέγιστο βαθμό το έργο τους που είναι ήδη υπερφορτωμένο. Ο Λγός Παναγή, κατά το χρονικό διάστημα που υπηρετεί στη Διεύθυνση, επιδεικνύει αίσθημα ευθύνης, αυξημένο ζήλο και ενδιαφέρον για την υπηρεσία και τον χαρακτηρίζει η τυπικότητα και η επιμέλεια στην εκτέλεση των καθηκόντων του. Κρίνεται ότι θα ενισχύσει τη Διεύθυνση σε ικανοποιητικό βαθμό και ότι η μετάταξη του είναι αναγκαία»

 

Επί της πιο πάνω εισήγησης τοποθετήθηκαν με χειρόγραφα σχόλια οι ιεραρχικά προϊστάμενες αρχές, μέχρι τον Αρχηγό, ως ακολούθως:

 

  Ο Προσωπάρχης ΓΕΕΦ πρότεινε «εκδήλωση ενεργειών για μετάταξη του υπόψη Αξκού μετά την παρέλευση εύλογου χρονικού διαστήματος εκτέλεσης καθηκόντων στην ΔΔΚ/ΓΕΕΦ».

 

  Ο Διευθυντής Β΄ Κλάδου πρότεινε όπως «η ΔΔΚ επανέλθει μετά την παρέλευση 1 έτους υπηρεσίας στη Διεύθυνση».

 

  Ο Υπαρχηγός σημείωσε ότι «για να γίνει μετάταξη, πρέπει να αποκτήσει την άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος και μέλους του δικηγορικού συλλόγου» άποψη με την οποίαν συμφώνησε και ο Αρχηγός.

 

  Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι αφενός υπήρχαν τρέχουσες και πιεστικές ανάγκες της Διεύθυνσης Δικαστικού σε προσοντούχους αξιωματικούς και αφετέρου ότι η μέχρι τότε υπηρεσία του αιτητή στη Διεύθυνση ήταν απόλυτα ικανοποιητική.  Από τα πιο πάνω προκύπτει επίσης ότι τα ανώτερα κλιμάκια, όχι μόνον επικροτούσαν την παραμονή του αιτητή στη Διεύθυνση, αλλά προσδοκούσαν στην μονιμοποίηση της εκεί παρουσίας του, μέσω της μετάταξης του εν' ευθέτω χρόνω.

 

  Είναι γεγονός ότι ο νόμος δεν απαιτεί αιτιολογία. Εφόσον όμως η διοίκηση επιλέξει να δώσει αιτιολογία, αυτή υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο. [Βλ. Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (2004) 3 ΑΑΔ 703, Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 821].

 

  Στο σύγγραμμα του «Η Αίτησις Ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας», υπό Θεμιστοκλέους Δ. Τσάτσου, Έκδοσις Τρίτη, σελ. 239, το θέμα τίθεται ως εξής:

 

 

  Επίσης, στο σύγγραμμα Διοικητικό Δίκαιο του Δ. Κόρσου, σελ. 191, διαβάζουμε:

 

«Εν τέλει, πρέπει να σημειωθή, ότι και η οικειοθελής αιτιολογία, ήτοι η αιτιολογία, την οποία η Διοίκηση εξ οικείας προαιρέσεως παραθέτει, χωρίς να είναι υπόχρεως προς τούτο ή εκ του νόμου ή από την φύση της ΔιοικΠρ., και ή οικειοθελής,λέγω, αιτιολογία υπόκειται, κατά την νομολογία, στον έλεγχο του ΣτΕ [Βλ. Αν. Τάχου, Ελλ. Διοικ. Δίκαιο, 2005, σ. 615]. Και δύναται να οδηγήση στην ακύρωσητης επ΄ αυτής στηριζομένης ΔιοικΠρ., αν είναι παράνομη, γενική ή αόριστη ή ασαφής ή ανακριβής κλπ. Η αντίληψη αυτή στηρίζεται στην σκέψη, ότι η Διοίκηση, οικειοθελώς παραθέτουσα στην ΔιοικΠρ., αιτιολογία, θεωρείται ως παραιτηθείσα της από τον νόμο αναγνωριζομένης σε αυτή ελευθερίας να εκδώση την ΔιοικΠρ. χωρίς αιτιολογία. Περαιτέρω δε, όπως στην επιστήμη γίνεται δεκτό, η Διοίκηση, η οικειοθελώς παραιτηθείσα της ελευθερίας προς αναιτιολόγητη έκδοση της Διοικ.Πρ., δεν ανακτά την ελευθερία αυτή μετά την τυχόν ακύρωση της ΔιοικΠρ. για πλημμέλεια στην οικειοθελώς παρατεθείσα αιτιολογία. Επομένως, η μετά την ακύρωση της ΔιοικΠρ. έκδοση εκ νέου αυτής χωρίς αιτιολογία έχει την έννοια , ότι η Διοίκηση εμμένει στην ίδια, αρχική αιτιολογία, την κριθείσα πλημμελή, εξ ου βεβαία αποβαίνει η ακύρωση και της δευτέρας ΔιοικΠρ., της γυμνής αιτιολογίας.»

 

  Χρήσιμη επί του προκειμένου αναφορά μπορεί να γίνει και στο σύγγραμμα Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο του Α. Ι. Τάχου, 9η Έκδοση, σελ. 676.

 

  Στην Γιωργαλλής v. Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (2007) 3 Α.Α.Δ 548, η οποία αφορούσε βέβαια, μετάθεση δημοσίου υπαλλήλου, η αιτιολογία της απόφασης, ότι αυτή « ενδείκνυται προς το συμφέρον της Υπηρεσίας », χωρίς περαιτέρω εξειδίκευση, κρίθηκε ως ανεπαρκής.

 

   Όπως διαπιστώθηκε από την Ολομέλεια στη σελ. 553, η Επιτροπή,

 

« . δεν αιτιολόγησε επαρκώς την απόφαση της για τη μετάθεση εν προκειμένω του εφεσείοντος. Δεν αναφέρθηκε ούτε και αξιολόγησε, ως όφειλε τις παραστάσεις του εφεσείοντος, ιδιαίτερα ως προς τις προσωπικές του συνθήκες, ενώ αυτός είχε συναφώς και την υποστήριξη του Προϊσταμένου του, ούτε και εξειδίκευσε, ως και πάλι όφειλε τους λόγους που στοιχειοθετούσαν "το συμφέρον της υπηρεσίας" οι οποίοι και "επέβαλλαν" τη μετάθεση του εφεσείοντος».

 

  Στην παρούσα υπόθεση η διοίκηση επέλεξε να δώσει αιτιολογία οικειοθελώς. Σύμφωνα με την πιο πάνω νομολογία και βιβλιογραφία, η δοθείσα οικειοθελώς αιτιολογία της διοίκησης υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο. Η εδώ δοθείσα αιτιολογία, πρόκειται κατά την κρίση μου για αιτιολογία η οποία δεν στοιχειοθετεί τις υπηρεσιακές ανάγκες. Πρόσθετα, πρόκειται για αιτιολογία η οποία είναι ασαφής, γενική και αόριστη. Σύμφωνα με τη νομολογία, ασαφής και αόριστη αιτιολογία ισοδυναμεί με έλλειψη αιτιολογίας στοιχείο που καθιστά την επίδικη απόφαση άκυρη. [Βλ. Πάντης ν. Σ.Α.Λ.Α. (2001) 3 ΑΑΔ 1089].

 

  Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.  Έξοδα €1.350 πλέον ΦΠΑ επιδικάζονται υπέρ του αιτητή.

 

 

/ΔΓ                                                                 Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.



[1] «64.(1) Κάθε τοποθέτηση, μετάθεση, απόσπαση ή διάθεση στελέχους σε οποιαδήποτε μονάδα ή υπηρεσία της Δύναμης διενεργείται από τον Υπουργό, αφού λάβει υπόψη τις απόψεις του Αρχηγού:

  Νοείται ότι, οι αποφάσεις που λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος εδαφίου δεν απαιτείται να είναι αιτιολογημένες».

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο