ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Χρ.Χριστοδουλίδης, για την αιτήτρια Δ.Καλλίγερος - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-07-09 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΝΙSHANI MANIYAMGAMA DEWAGE, από τη Σρι Λάνκα μόνιμη κάτοικος Λευκωσίας και τώρα στα αστυνομικά κρατητήρια της Μενόγειας ν. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Υποθ. Αρ.895/2014, 9/7/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D495

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υποθ. Αρ.895/2014)

 

9 Ιουλίου, 2014

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δικαστής]

 

Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος

 

ΝΙSHANI MANIYAMGAMA DEWAGE, από τη Σρι Λάνκα μόνιμη κάτοικος Λευκωσίας και τώρα στα αστυνομικά κρατητήρια της Μενόγειας, Επαρχίας Λάρνακας

                                                         Αιτήτρια,

-και -

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, μέσω 1.  ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ 2.  ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Καθ΄ων η αίτηση.

-----------------------

Αίτηση για προσωρινό διάταγμα ημερ. 27 Ιουνίου 2014

Χρ.Χριστοδουλίδης, για την αιτήτρια

Δ.Καλλίγερος - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ων η αίτηση.

---------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:   Η αιτήτρια προσβάλλει τη νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης που εκδόθηκαν στις 20 Ιουνίου 2014.  Υπάρχουν και άλλα αιτητικά τα οποία δεν θα με απασχολήσουν σε αυτό το στάδιο. 

 

Ταυτοχρόνως, η αιτήτρια καταχώρησε μονομερή αίτηση με την οποία επιδιώκει την έκδοση διατάγματος αναστολής της σύλληψης και κράτησης της, όπως επίσης, διάταγμα αναστολής της απέλασης της από τη Δημοκρατία και διάταγμα με το οποίο να διατάσσονται οι καθ΄ων η αίτηση να αφήσουν αμέσως ελεύθερη την αιτήτρια.  Μετά από οδηγίες του Δικαστηρίου η αίτηση επιδόθηκε στην άλλη πλευρά και κατατέθηκε ένσταση.

 

Με την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση η αιτήτρια ανέφερε ότι, προερχόμενη από τη Σρι Λάνκα, είχε αρχικώς  αφιχθεί στην Κύπρο, από το 2009, για να εργαστεί ως   οικιακή βοηθός και εξασφάλισε προς τούτο σχετική άδεια.  Η άδεια παραμονής της ήταν σε ισχύ μέχρι τις 17 Απριλίου 2014.  Τον Ιούλιο του 2011, συνεχίζει, γνώρισε τον μέλλοντα σύζυγο της Christian Ungheanu από τη Ρουμανία και στις 3 Απριλίου 2013 τέλεσαν το γάμο τους.  Εγκαταστάθηκαν και διέμεναν έκτοτε στην οδό Νίκης 1, στον ΄Αγιο Δομέτιο στη Λευκωσία και η ίδια είχε υποβάλει αίτηση για να της παραχωρηθεί το δικαίωμα παραμονής και εργασίας στην Κύπρο λόγω γάμου με ευρωπαίο πολίτη.  Η αίτηση αυτή συνέχισε,  ουδέποτε απαντήθηκε και στις 19 Ιουνίου 2014 συνελήφθη βρισκόμενη στη στάση λεωφορείου και έκτοτε κρατείται.  Δεν έχει, όπως αναφέρει, λάβει επιστολή με την οποία να της γνωστοποιείται ότι η αίτηση της έχει απορριφθεί.  Καμία αναφορά δεν γίνεται για το θέμα ούτε και στην επιστολή ημερ. 20 Ιουνίου 2014 που της επιδόθηκε και με την οποία είχε κηρυχθεί ως παράνομος μετανάστης. 

 

Με την ένορκη δήλωση της κας.Ξένιας Γεωργιάδου, Διοικητικής Λειτουργού στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μεταναστεύσεως, επιβεβαιώνεται ότι η αιτήτρια είχε αφιχθεί στην Κύπρο με σκοπό να εργαστεί ως οικιακή βοηθός.  Η τελευταία ανανέωση που δόθηκε ήταν, όπως αναφέρει η ενόρκως δηλούσα, μέχρι τις 17 Απριλίου 2013. 

 

Είναι αποδεκτό ότι η αιτήτρια τέλεσε γάμο με τον εν λόγω Ρουμάνο υπήκοο, ο οποίος είχε αιτηθεί και απέκτησε Βεβαίωση Εγγραφής με αναφορά, ότι εργοδοτείται σε κάποιο Νίκο Δ. Ευθυμίου.  Τούτο δεν είχε επιβεβαιωθεί αφού το Δεκέμβρη του 2013 η Υπηρεσία Κοινωνικών Ασφαλίσεων επιβεβαίωσε ότι δεν είχαν καταβληθεί οποιεσδήποτε εισφορές στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων για τον εν λόγω Ρουμάνο υπήκοο. 

 

Στις 2 Αυγούστου 2013 η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για έκδοση Δελτίου Διαμονής, ως μέλος οικογένειας ευρωπαίου πολίτη, αφού η ιδία δεν ήταν υπήκοος κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης.  Ζητήθηκε, συνεχίζει η ενόρκως δηλούσα, με επιστολή ημερ. 2 Οκτωβρίου 2013 η υποβολή Βεβαιώσεων Πληρωμής Κοινωνικών Ασφαλίσεων τόσο για την αιτήτρια όσο και για το σύζυγο της, πλην όμως οι τελευταίοι δεν ανταποκρίθηκαν, με αποτέλεσμα η αίτηση να απορριφθεί στις 11 Δεκεμβρίου 2013.  Γνωστοποιήθηκε η απόρριψη αυτή, με επιστολή προς την αιτήτρια στις 19 Δεκεμβρίου 2013.

 

Στις 18 Φεβρουαρίου 2014, καταλήγει επί του προκειμένου η ενόρκως δηλούσα δόθηκαν οδηγίες προς την Αστυνομία για εντοπισμό της αιτήτριας για σκοπούς απέλασης.  Τούτο έγινε τελικώς στις 20 Ιουνίου 2014, όπου εκδόθηκαν και τα διατάγματα κράτησης και απέλασης, τα οποία και της επιδόθηκαν την ίδια ημερομηνία.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος, με τη γραπτή του αγόρευση αναγνωρίζει ότι, για να εκδοθεί ένα προσωρινό διάταγμα της φύσεως που αιτείται, θα πρέπει να καταδειχθεί ότι υπάρχει έκδηλη παρανομία στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης είτε η μη έκδοση του διατάγματος να επιφέρει ανεπανόρθωτη ζημιά στην αιτήτρια.  Ισχύουν και οι δύο προϋποθέσεις, σημείωσε ο συνήγορος.

 

Αναφορικά με την έκδηλη παρανομία, αποτελεί θέση της αιτήτριας, όπως υποστήριξε, ότι, ούτε η επιστολή ημερ. 2 Οκτωβρίου 2013, με την οποία της είχε ζητηθεί η προσκόμιση πιστοποιητικού εισφορών προς το ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ούτε η επιστολή 19 Δεκεμβρίου 2013 με την οποία οι καθ΄ων η αίτηση την πληροφορούσαν ότι η αίτηση της έχει απορριφθεί, περιήλθαν στη γνώση της.  Ουδέποτε, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κ.Χριστοδουλίδης, η αιτήτρια έλαβε τις εν λόγω επιστολές. 

 

Ο συνήγορος αναγνωρίζει παράλληλα ότι η παράδοση επιστολής στο ταχυδρομείο και η απουσία ένδειξης επιστροφής της, δημιουργεί μαχητό τεκμήριο ότι η εν λόγω επιστολή έφθασε στον προορισμό της.  ΄Εκαμε αναφορά ο ευπαίδευτος συνήγορος σε σειρά αποφάσεων για να καταδείξει ότι θα έπρεπε η πλευρά των καθ΄ων η αίτηση να προσκομίσουν μαρτυρία επί τούτου.  Παράλληλα, σημείωσε ότι σύμφωνα με τον Καν.19 των περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεων Κανονισμών του 1972, (ΚΔΠ 242/1972) ο Λειτουργός Μετανάστευσης όταν αποφασίσει ότι ένα πρόσωπο είναι απαγορευμένος μετανάστης πρέπει να του επιδώσει σχετική ειδοποίηση πληροφορώντας τον για το θέμα αυτό. 

 

Κάτι τέτοιο δεν έγινε συνεπώς υπάρχει, κατά την εισήγηση του κ.Χριστοδουλίδη έκδηλη παρανομία.  Ούτε η υποχρέωση που επιβάλλει το άρθρο 18ΟΘ του Κεφ.105 τηρήθηκε.  Με τα δεδομένα αυτά η πρώτη προϋπόθεση, κατά τον ισχυρισμό του, υπάρχει.

 

Ως προς το θέμα της ανεπανόρθωτης ζημιάς η αιτήτρια, όπως αναφέρει και στην ένορκη δήλωση της, σε περίπτωση  που απελαθεί στη Σρι Λάνκα ο σύζυγος της δεν θα την ακολουθήσει διότι αυτός διαμένει μονίμως στην Κύπρο και ούτε γνωρίζει τη «σριλανκέζικη γλώσσα».  ΄Ενας τέτοιος, βίαιος, όπως τον χαρακτήρισε, χωρισμός των συζύγων, θα προκαλέσει θλίψη, οδύνη και κατάθλιψη στην αιτήτρια με ενδεχόμενο να κλονιστεί η υγεία της.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος της Δημοκρατίας με τη δική του αγόρευση επανέλαβε τις νομικές αρχές επί των οποίων στηρίζεται η δυνατότητα έκδοσης διαταγμάτων αυτής της μορφής και εισηγήθηκε ότι καμία από τις δύο προϋποθέσεις που τίθενται από τη νομολογία δεν έχουν, επί του προκειμένου, εφαρμογή. 

 

Οι επιστολές του Τμήματος αναφορικά με την υποχρέωση υποβολής Βεβαιώσεων Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερ. 2 Οκτωβρίου 2013, και η γνωστοποίηση απόρριψης της αιτήσεως ημερ. 19 Δεκεμβρίου 2013 έχουν, όπως χαρακτηριστικά είπε, αποσταλούν στη διεύθυνση της αιτήτριας, συνεπώς υπήρχε γνώση και η αιτήτρια δεν ενήργησε μέσα στο πλαίσιο της προβλεπόμενης διαδικασίας. 

 

Το Δικαστήριο όταν αντιμετωπίζει θέματα που άπτονται της έκδοσης προσωρινών διαταγμάτων σε υποθέσεις διοικητικών προσφυγών, έχει υποχρέωση να εξετάσει το εγειρόμενο ζήτημα μέσα από το πρίσμα του Καν.13 των Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962.  Η δικαιοδοσία αυτή, όπως επιτάσσει η νομολογία, και αναφέρομαι στις υποθέσεις Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ν. Marfin Popular Bank (2007) 3 A.A.Δ. 32, όπου είχε τονιστεί η εξαιρετική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και η υπόθεση Frangos and others v. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 53, όπου η διαπίστωση και μόνο παρανομίας δεν είναι αρκετή αλλά πρέπει να καταδειχθεί προδήλως αναγνωρίσιμη έκδηλη παρανομία, η οποία να εξάγεται από τα γεγονότα τα οποία έχουν τεθεί ενώπιον του Δικαστηρίου.  Ταυτοχρόνως, η διαπίστωση της ύπαρξης έκδηλης παρανομίας γίνεται στις περιπτώσεις όπου αυτή αναδύεται αυτόματα και είναι δυνάμενη να ανακύψει κατόπιν αναλογισμού ως προς τις επιπτώσεις στο διαθέσιμο υλικό, χωρίς τη δυνατότητα στάθμισης και έκφρασης γνώμης επί τούτου. (Λοϊζίδης ν. Υπουργείου Εξωτερικών (1995) 3 Α.Α.Δ. 233).

 

Όπως έχω σημειώσει πιο πάνω, ο προβληθείς ισχυρισμός από πλευράς αιτήτριας είναι ότι, δεν έλαβε τις επιστολές που αναλύονται στις αγορεύσεις των δύο πλευρών.  Αντίθετη επί του προκειμένου η εισήγηση των καθ΄ων η αίτηση.  Το ερώτημα που τίθεται είναι τούτο αρκετό για να καταδείξει έκδηλη παρανομία η οποία είναι προδήλως αναγνωρίσιμη, εξαγόμενη από τα γεγονότα της υπόθεσης και ανακύπτουσα χωρίς οποιοδήποτε αναλογισμό του διαθέσιμου υλικού ή χωρίς στάθμιση γνώμης επί τούτου;  Σαφώς η απάντηση είναι αρνητική.  Για να τεκμηριωθεί ένας τέτοιος ισχυρισμός απαιτείται περαιτέρω ανάλυση των γεγονότων, κάτι το οποίο δεν γίνεται σ΄αυτό το στάδιο.  Σημειώνω επί του προκειμένου, απλώς για σκοπούς επίρρωσης της πιο πάνω θέσης μου ότι, από το περιεχόμενο της ενστάσεως καταφαίνεται ότι υπήρχαν διάφορες διευθύνσεις οι οποίες δόθηκαν από πλευράς αιτήτριας είτε κατά το στάδιο εργοδότησης της, είτε με το πιστοποιητικό γάμου που προσκομίστηκε, πλην, όμως, και πάντοτε εκ πρώτης όψεως, καταδεικνύεται ότι οι εν λόγω επιστολές είχαν ταχυδρομηθεί στη διεύθυνση που η αιτήτρια είχε συμπεριλάβει στην αίτηση της για την έκδοση Δελτίου Διαμονής.  Και τούτο το αναφέρω απλώς και μόνο για να καταδείξω ότι το θέμα δεν είναι αυταπόδεικτό αλλά χρήζει περαιτέρω ανάλυσης που πρέπει να γίνει στο στάδιο της εξέτασης της ουσίας της προσφυγής.  Εδώ εξετάζεται η νομιμότητα της απόφασης των καθ΄ων η αίτηση έχοντας υπόψη όλα τα γεγονότα και δεν μπορεί να αποφασιστεί αποσπασματικά το θέμα αυτό.  Ούτε η επίκληση του άρθρου 18ΟΘ του Κεφ.105 μπορεί να βοηθήσει την κατάδειξη εύκολα αναγνωρίσιμης και έκδηλης παρανομίας για να βοηθήσει την υπόθεση της αιτήτριας.  Από τη στιγμή που υπάρχει θέμα στάθμισης και έκφρασης γνώμης, όπως ισχύει στην παρούσα περίπτωση, δεν τίθεται θέμα βεβαίωσης έκδηλης παρανομίας.  Συναφώς βρίσκω ότι η αιτήτρια δεν έχει ικανοποιήσει, πάντοτε εκ πρώτης όψεως, το επίπεδο που απαιτείται για να τεκμηριωθεί η έκδηλη παρανομία. 

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό για ανεπανόρθωτη ζημιά πρέπει να σημειώσω ότι, η απλή αναφορά σε ενδεχόμενη προσωπική δυσκολία ή δυσχέρεια την οποία θα υποστεί η αιτήτρια, παρόλη τη συμπάθεια που ο καθένας αισθάνεται για άτομα που βρίσκονται στη χώρα μας αναζητώντας μια καινούργια και καλύτερη ζωή, η τήρηση των υποχρεώσεων των ζητούντων νομική προστασία είναι, κατά τη γνώμη μου, απαραίτητη.  Στην προκείμενη περίπτωση η αιτήτρια δεν έχει, πάντοτε επαναλαμβάνω εκ πρώτης όψεως και για σκοπούς εξέτασης της παρούσας αίτησης, τηρήσει τις αναγκαίες νομικές υποχρεώσεις που η ίδια ανέλαβε, υποβάλλοντας σχετική αίτηση έτσι ώστε να τηρείται η νομιμότητα και η σωστή διοίκηση στη χώρα μας.

 

Με γνώμονα τα πιο πάνω η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας, όπως αυτά θα υπολογιστούν στο τέλος της υπόθεσης.

 

 

                                                                      Κ. Παμπαλλής,

                                                                                  Δ.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο