ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D464
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 81/2013)
4 Ιουλίου, 2014
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΜΟΝΗ ΑΓΙΑΣ ΝΑΠΑΣ,
2. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτητές
ΚΑΙ
ΔΗΜΟΣ ΑΓΙΑΣ ΝΑΠΑΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
____________________
Π. Αγγελίδης με Π. Μιχαήλ, για τους Αιτητές.
Χ. Κυριακίδης, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με την εξεταζόμενη προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 19.12.2012, με την οποία απέρριψαν αίτηση των αιτητών για Άδεια Οικοδομής σε σχέση με ανάπτυξη που αφορούσε πρατήριο πετρελαιοειδών στο τεμάχιο με αρ. 396 του κτηματικού σχεδίου 2-288-373 τμήμα 05 στην Αγία Νάπα.
Τα γεγονότα που αφορούν στην υπόθεση έχουν εκτεθεί στην ένσταση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 21.2.2013 και στα συνημμένα σε αυτήν παραρτήματα.
Σημειώνω συναφώς ότι στις 4.4.2013 το Ανώτατο Δικαστήριο έκανε δεκτή την προσφυγή των καθ' ων η αίτηση στην αίτηση υπ' αριθ.1274/2010 και ακύρωσε την πολεοδομική άδεια με αρ. ΑΜΧ/0793/2006 και ημερομηνίας 21.6.2010 που είχαν ζητήσει οι αιτητές για την ανέγερση πρατηρίου πώλησης πετρελαιοειδών στο τεμάχιο γης με αριθμό εγγραφής 396, Φ/Σχ 2- 288- 373 στην Αγία Νάπα.
Σημειώνω επίσης ότι η αίτηση για άδεια οικοδομής, η οποία αποτελεί αντικείμενο της εξεταζόμενης προσφυγής, βασιζόταν στην πολεοδομική άδεια, η οποία ακυρώθηκε με την πιο πάνω απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Εναντίον της απόφασης εκείνης δεν ασκήθηκε έφεση.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση με τη γραπτή αγόρευσή του εγείρει προδικαστική ένσταση ότι, δεδομένης της τελεσίδικης απόφασης του Ανώτατου Δικαστηρίου ημερομηνίας 4.4.2013 επί της προσφυγής υπ' αριθ. 1274/2010 των καθ' ων η αίτηση, σύμφωνα με την οποία η Πολεοδομική Άδεια στην οποία μέχρι πρότινος στηριζόταν η αίτηση των Αιτητών για Άδεια Οικοδομής πρατηρίου πετρελαιοειδών ακυρώθηκε, η εξεταζόμενη προσφυγή καθίσταται άνευ αντικειμένου και η δίκη καταργείται.
Συμφωνώ με την πιο πάνω προδικαστική ένσταση.
Αναφορικά με τη σχέση πολεοδομικής άδειας και άδειας οικοδομής, σχετικό είναι το άρθρο 21 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972-2007 (Ν 90/72, όπως τροποποιήθηκε), σύμφωνα με το οποίο:
«Τηρουμένων των επομένων διατάξεων του παρόντος άρθρου, από της ορισθείσης ημέρας απαγορεύεται η έναρξις οιασδήποτε αναπτύξεως ακινήτου ιδιοκτησίας εκτός εάν έχη χορηγηθή πολεοδομική άδεια υπό της Πολεοδομικής Αρχής εξουσιοδοτούσα την ανάπτυξιν ταύτην:
Νοείται ότι δεν εμποδίζεται ή επηρεάζεται η ανάπτυξη οποιασδήποτε ακίνητης ιδιοκτησίας, εφόσον για την ανάπτυξη αυτή υφίσταται κατά την ορισθείσα ημέρα άδειας που εκδόθηκε κατά τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου .
............................»
Η συνάφεια των δύο αδειών, ήτοι της πολεοδομικής και της άδειας οικοδομής, έχει επεξηγηθεί σε πληθώρα αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπως υποδεικνύει και ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση.
Σύμφωνα με τη νομολογία του Ανώτατου Δικαστηρίου η ύπαρξη πολεοδομικής άδειας αποτελεί το θεμέλιο και την προϋπόθεση για την έκδοση άδειας οικοδομής[1].
Στην υπόθεση Ζαντή ν. Επάρχου Λευκωσίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 4841 το Ανώτατο Δικαστήριο επεσήμανε ότι:
«. χωρίς το θεμέλιο αυτό δεν παρέχεται εξουσία στην αρμόδια , βάσει του Κεφ.96, αρχή να εξετάσει τη δυνατότητα παροχής άδειας οικοδομής. Ο κάτοχος πολεοδομικής άδειας ο οποίος απευθύνεται για άδεια οικοδομής δεσμεύεται εκ προιοιμίου από αυτή, εφόσον αυτό τούτο το δικαίωμα του για ανάπτυξη στοιχειοθετείται από τους όρους της. Η άδεια οικοδομής ορθά χαρακτηρίζεται ως άδεια για την εκτέλεση των εγκριθέντων με την πολεοδομική άδεια έργων. Η εξουσία της αρμόδιας Αρχής περιορίζεται ουσιαστικά στον καθορισμό των όρων εκτέλεσης».
Επίσης το άρθρο 85 (1) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 (Ν. 90/72) προβλέπει ότι οι διατάξεις του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου και των σχετικών Κανονισμών με βάση τις οποίες εκδίδονται οι άδειες οικοδομής, αναγιγνώσκονται και εφαρμόζονται ως υποκείμενες στις διατάξεις του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, με αποτέλεσμα να υπερισχύουν οι πρόνοιες του άρθρου 21 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 το οποίο απαγορεύει την έναρξη οποιασδήποτε οικοδομής προτού εξασφαλιστεί πολεοδομική άδεια.
Στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Βασιλείου κ.α. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 485 τονίστηκε ότι:
«Η έκδοση της άδειας οικοδομής προϋποθέτει την ύπαρξη πολεοδομικής άδειας. Η διακριτική ευχέρεια που έχει η Δημοτική Αρχή να εκδώσει άδεια οικοδομής παρά την αρνητική στάση της Πολεοδομικής Αρχής, δεν εξουδετερώνει τη συνάφεια που έχουν οι δύο πράξεις μεταξύ τους, αφού προτού η Δημοτική Αρχή εξετάσει αν θα εκδώσει άδεια οικοδομής, θα πρέπει να έχει τις θέσεις της Πολεοδομικής Αρχής»
Η αλληλουχία των δύο αδειών εμφαίνεται επίσης στην υπόθεση Δήμος Λευκωσίας v. Παπαϊωάνου κ.α. (2010) 3 Α.Α.Δ. 102, στην οποία λέχθηκαν τα ακόλουθα σχετικά:
«Η άδεια Οικοδομής στην έκταση που στηρίζεται στην πολεοδομική άδεια δεν μπορεί από μόνη της επιτυχώς να προσβληθεί, παρά μόνο στην έκταση που προσβάλλονται άλλα ανεξάρτητα στοιχεία της. Θα πρέπει πρώτα να εξετάζεται η πολεοδομική άδεια. Σε περίπτωση επικύρωσης της πολεοδομικής άδειας ως νόμιμης, τότε αυτόματα επικυρώνεται και η άδεια οικοδομής, εκτός βέβαια αν προσβάλλονται και άλλα στοιχεία της, τα οποία θα πρέπει να εξεταστούν. Σε περίπτωση που πολεοδομική άδεια ακυρωθεί συμπαρασύρει σε ακυρότητα και την άδεια οικοδομής».
Προκύπτει λοιπόν ότι η εξεταζόμενη προσφυγή έχασε το αντικείμενό της αναφορικά με την έγκριση της άδειας οικοδομής Πρατηρίου Πετρελαιοειδών, εφόσον η ακυρωτική απόφαση έχει ως συνέπεια την κατάργηση και εξαφάνιση της εξ υπαρχής, την ακύρωση της Πολεοδομικής Άδειας, έναντι πάντων (erga omnes) και την συνεπαγόμενη αδυναμία έκδοσης άδειας οικοδομής.
Στην υπόθεση Στράκκα Λτδ. ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 643 αναφέρονται τα ακόλουθα, σχετικά στη σελ. 651:
«Αποτελεί βασική αρχή του δικαίου ότι η δίκη καταργείται για διάφορους λόγους στους οποίους περιλαμβάνεται η έλλειψη αντικειμένου. Κατά κανόνα η προσφυγή δεν μπορεί να προωθηθεί και πρέπει να διαγραφεί αν μετά την καταχώρηση και πριν την εκδίκασή της επισυμβούν γεγονότα που έχουν ως συνέπεια την εξαφάνιση του αντικειμένου της, όπως π.χ. η ρητή ανάκληση της προσβαλλόμενης πράξης στο σύνολό της, η σιωπηρά ανάκλησή της η οποία εξυπακούεται από νέα πράξη του ίδιου οργάνου που ρυθμίζει το ίδιο θέμα και η πλήρης ικανοποίηση της αξίωσης του αιτητή. Στις περιπτώσεις αυτές η δίκη καταργείται γιατί η συνέχισή της δεν εξυπηρετεί κανένα σκοπό. Στην περίπτωση όμως που έχουν προκύψει στον αιτητή ζημιογόνες συνέπειες από την προσβαλλόμενη διοικητική πράξη ή παράλειψη ενώ αυτή βρισκόταν ακόμα σε ισχύ, η δίκη δεν καταργείται. Εναπόκειται, βέβαια, στον εκάστοτε αιτητή να αποδείξει ότι έχουν ήδη προκύψει σ' αυτόν ζημιογόνες συνέπειες από την προσβαλλόμενη πράξη πριν την ανάκλησή της ή την ικανοποίηση της αξίωσής του και συντρέχει, επομένως, λόγος για τη συνέχιση της δίκης.»
Κατά συνέπεια και για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, η προσφυγή απορρίπτεται, ως απωλέσασα το αντικείμενο της. Έξοδα €1.000.- υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση και εις βάρος των αιτητών.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.
[1] Δέστε: Frangos & Others ν. Republic (1982) 3 C.L.R. 53 και Τουβλοποιεία Παλαίκυθρου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Έπαρχου Λευκωσίας, Υποθ. Αρ. 611/2005, 19.2.2008.