ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Α. Χριστοδούλου (κα) για αιτήτρια Ελ. Γαβριήλ (κα), για καθ΄ ων η αίτηση CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-07-11 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο LYUDMYLA TKACH ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, Υπόθεση Αρ. 5741/2013, 11/7/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D514

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 5741/2013)

 

 

 11 Ιουλίου, 2014

 

[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΜΕΤΑΞΥ:

LYUDMYLA  TKACH,

                                                                                          Αιτήτριας,

 

και

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

Καθ΄ων η αίτηση.

______

 

 

Α. Χριστοδούλου (κα) για αιτήτρια

Ελ. Γαβριήλ (κα), για καθ΄ ων η αίτηση

 

______

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

     ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ:  Η αιτήτρια κατάγεται από την Ουκρανία και εισήλθε στην επικράτεια της Κυπριακής Δημοκρατίας με τουριστική θεώρηση εισόδου στις 21.11.04 και πέντε ημέρες μετά υπέβαλε αίτηση ασύλου, την οποία απέσυρε στις 24.6.2005 αφού στο μεταξύ, στις 24.6.2005, τέλεσε πολιτικό γάμο στο Δημαρχείο Αραδίππου με τον Σλοβάκο Kinlovic Stanislav.

 

     Τέσσερα χρόνια μετά την τέλεση του γάμου, στις 31.3.2009, η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για έκδοση Δελτίου Διαμονής ως σύζυγος πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο και της εκδόθηκε με ισχύ μέχρι τις 24.1.2015.  Στο μεταξύ όμως, ηγέρθηκαν υποψίες για την γνησιότητα του γάμου και αφού διεξήχθη αστυνομική έρευνα, ο Αρχηγός Αστυνομίας ενημέρωσε την Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (στο εξής η Διευθύντρια) ότι η πεποίθηση της Αστυνομίας είναι ότι ο γάμος είναι εικονικός.  Κατ΄ ακολουθία τούτου, και μετά από εισήγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για εικονικούς γάμους, η Διευθύντρια έκρινε το γάμο ως εικονικό και στις 8.5.13 απέστειλε τόσο στην αιτήτρια όσο και στο φερόμενο Σλοβάκο σύζυγό της σχετική επιστολή.

 

     Με τη λήψη της προαναφερθείσας επιστολής, η αιτήτρια ζήτησε μέσω του δικηγόρου της να της εξηγηθούν  οι λόγοι για τους οποίους ο γάμος της κρίθηκε εικονικός και, περαιτέρω, καταχώρησε στις 15.7.13 προσφυγή, με την οποία προσβάλλει τη νομιμότητα της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση τόσο σε σχέση με την γνησιότητα του γάμου, όσο και σε σχέση με την ακύρωση της άδειας παραμονής της στην Κύπρο.

 

     Έξι μήνες μετά την καταχώριση της προσφυγής, στις 22.1.14, η αιτήτρια καταχώρισε και μονομερή αίτηση για έκδοση δύο ενδιάμεσων διαταγμάτων.  Το πρώτο για αναστολή της ισχύος της απόφασης ότι ο γάμος της είναι εικονικός και, το δεύτερο, για να της επιτρέπεται η έξοδος και η είσοδος στη Δημοκρατία μέχρι την τελική αποπεράτωση της προσφυγής και/ή μέχρι νεώτερης διαταγής του Δικαστηρίου.

 

     Η αίτηση τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου στις 4.2.14 και δόθηκαν οδηγίες για επίδοση της στους καθ΄ ων η αίτηση, οι οποίοι αντέδρασαν με ένσταση στην οποία εγείρουν και έξι προδικαστικές ενστάσεις.  Πρώτα όμως  θα  ΄ταν χρήσιμο να γίνει αναφορά στους ισχυρισμούς που προβάλλονται εκατέρωθεν στις ενόρκους δηλώσεις που συνοδεύουν τόσο την αίτηση όσο και την ένσταση επί της ουσίας και στη συνέχεια, αν χρειαστεί, θα γίνει αναφορά και στις προδικαστικές ενστάσεις παρόλο που αυτό φαίνεται να μη συνάδει με τον ορθόδοξο τρόπο χειρισμού προδικαστικών ενστάσεων.

 

     Είναι θέση της αιτήτριας ότι ο γάμος της είναι γνήσιος  και οι καθ΄ ων η αίτηση δεν της εξήγησαν τους λόγους για τους οποίους κατέληξαν σε απόφαση ότι είναι εικονικός, παρόλο που σχετικά τους απέστειλε μέσω της δικηγόρου της αρκετές επιστολές.  Όπως διατείνεται, διαμένει και εργάζεται στην Κύπρο τα τελευταία 10 χρόνια και είναι επείγον να εκδοθεί το αιτούμενο διάταγμα, διαφορετικά υπάρχει άμεσος κίνδυνος να την απελάσουν και σε τέτοια περίπτωση θα υποστεί ανεπανόρθωτη ζημιά αφού θα χάσει τη δουλειά, το σπίτι και την οικογένεια της.  Περαιτέρω, επειδή πρέπει να ταξιδεύσει στην Ουκρανία για να ανανεώσει το διαβατήριο της, δικαιολογείται και η έκδοση του δεύτερου διατάγματος που ζητεί καθότι κατά την επιστροφή ελλοχεύει ο κίνδυνος να μην της επιτρέψουν την είσοδο στη Δημοκρατία ενόψει της προσβαλλόμενης απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση η οποία, όπως πληροφορείται από τους δικηγόρους της, πάσχει από έκδηλη παρανομία.

 

     Η αιτήτρια, αντιτείνει η ενόρκως δηλούσα για τους καθ΄ ων η αίτηση, δεν παραθέτει στην ένορκο δήλωση της ισχυρισμούς για έκδηλη παρανομία ή για ανεπανόρθωτη βλάβη.  Όπως δε συμβουλεύεται από τους δικηγόρους των καθ΄ ων, η αίτηση πρέπει να απορριφθεί καθότι η αιτήτρια απέτυχε να τεκμηριώσει είτε έκδηλη παρανομία είτε ανεπανόρθωτη ζημιά.

 

     Όπως σημειώνεται πιο πάνω, η αίτηση προσέκρουσε και σε προδικαστικές ενστάσεις.  Κρίνω ότι δεν χρειάζεται να γίνει καν αναφορά σ΄ αυτές γιατί η αίτηση έκδηλα δεν μπορεί να επιτύχει.  Και αυτό καθότι κατά πάγια νομολογία, η εξαιρετική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για την έκδοση προσωρινού διατάγματος αναλαμβάνεται μόνο εφόσον διαπιστώνεται πως η προσβαλλόμενη διοικητική απόφαση είναι έκδηλα παράνομη ή εφόσον, στο πλαίσιο του συνόλου των δεδομένων, δικαιολογείται να εκδοθεί ενόψει επαπειλούμενης, εξαιτίας της, ανεπανόρθωτης βλάβης (Απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου ν. Μarfin Popular Bank Public Co Ltd (2007) 3 A.A.Δ. 32) και στην παρούσα περίπτωση η αιτήτρια εξόφθαλμα απέτυχε να αποδείξει είτε έκδηλη παρανομία είτε ανεπανόρθωτη βλάβη.  Υπενθυμίζεται συναφώς ότι η έκδηλη παρανομία πρέπει να αναδύεται από μόνη της από τα δεδομένα που αναντίλεκτα και αντικειμενικά είναι ενώπιον του Δικαστηρίου και η διατύπωση μόνο του ισχυρισμού - όπως συμβαίνει στην παρούσα περίπτωση - ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι έκδηλα παράνομη, δεν ικανοποιεί σε καμιά περίπτωση το στοιχείο της έκδηλης παρανομίας.  Σ΄ ότι δε αφορά την κατ΄ ισχυρισμό ανεπανόρθωτη ζημία είναι αρκετό να λεχθεί ότι με όσα η αιτήτρια διατείνεται στην ένορκη δήλωση της, ταυτίζει την έννοια της ανεπανόρθωτης ζημίας με την ενδεχόμενη οικονομική ζημιά που θα υποστεί στην περίπτωση απέλασης της.  Η κατ΄ ισχυρισμό όμως ζημία, οικονομική από κάθε άποψη, δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ανεπανόρθωτη και στην περίπτωση που πετύχει στην προσφυγή της μπορεί να διεκδικήσει αποζημιώσεις βάσει του άρθρου 146(6) του Συντάγματος.

 

     Για τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον της τα οποία, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, θα είναι πληρωτέα στο τέλος της διαδικασίας εκδίκασης της προσφυγής. 

 

 

                                                                      Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

 

/κβπ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο