ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Χαραλάμπους Γιώργος (2009) 1 ΑΑΔ 407
Δημοκρατία ν. C. Kassinos Construction Ltd (1990) 3 ΑΑΔ 3835
Ράφτης Αντώνης ν. Kυπριακής Δημοκρατίας και Άλλων (2002) 3 ΑΑΔ 345
Γεωργίου Αλίκη ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λάρνακαςκαι Άλλου (2002) 3 ΑΑΔ 475
Πιερίδη Ολυμπία ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2007) 3 ΑΑΔ 543
Επίτροπος Ρύθμισης Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (2010) 3 ΑΑΔ 96
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:D531
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 449/2010
17 Iουλίου, 2014
[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
KAI TO N. 112(Ι)/2004
ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ
Αιτητές
- ΚΑΙ -
ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΩΝ
Καθ' ων η αίτηση
....................................
Ν. Χατζηϊωάννου (κα) για Κ. Χατζηϊωάννου, για τους αιτητές
Ν. Κλεάνθους (κα) για Χρ. Τριανταφυλλίδη, για τους καθ' ων η αίτηση
.............................
A Π Ο Φ Α Σ Η
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ: Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές επιζητούν την ακύρωση του διατάγματος που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, Παράρτημα Τρίτο, Μέρος ΙΙ ως ΑΔΠ 91/10 την 29.1.2010 για τροποποίηση του Υποδείγματος Προσφοράς Ευρυζωνικής Πρόσβασης των αιτητών 2009.
Οι εξουσίες και αρμοδιότητες του Επιτρόπου ως ανεξάρτητου φορέα, καθορίζονται από τον εναρμονιστικό Νόμο περί ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων, Ν.112(Ι)/2004, (στο εξής ο ''Νόμος''). Σύμφωνα με το Μέρος 9 του Νόμου, κέκτηται εξουσίας να επιβάλει «ρυθμιστικές υποχρεώσεις» μόνο σε οργανισμούς που έχουν καθοριστεί από τον ίδιο ότι έχουν «Σημαντική Ισχύ» σε μια συγκεκριμένη αγορά.
Με την απόφαση του Επιτρόπου υπ΄ αρ. 21/09, οι αιτητές χαρακτηρίστηκαν ως Οργανισμός με Σημαντική Ισχύ στην Αγορά Χονδρικής Ευρυζωνικής Πρόσβασης και τους επιβλήθηκαν ρυθμιστικές υποχρεώσεις, μεταξύ των οποίων και η υποχρέωση διαφάνειας βάσει της οποίας οι αιτητές είχαν υποχρέωση να δημοσιεύουν τους όρους και τις προϋποθέσεις, συμπεριλαμβανομένων και των τελών, της υπηρεσίας χονδρικής (φυσικής) πρόσβασης στο «ΥΠΥ»(Υπόδειγμα Προσφοράς Υπηρεσίας). Μέσα στα πλαίσια αυτής της υποχρέωσης οι αιτητές ως Οργανισμός με σημαντική Ισχύ στην Αγορά 5(όπως μετονομάστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η αγορά Χονδρικής Ευρυζωνικής Πρόσβασης)δημοσίευσαν στις 2.09.09 στην ιστοσελίδα τους Υπόδειγμα Προσφοράς Χονδρικής Ευρυζωνικής Πρόσβασης 2009.
Ο Επίτροπος έκρινε στη βάση του άρθρου 56 του Νόμου και του απορρέοντος διατάγματος περί Καθορισμού της Διαδικασίας Επιβολής τροποποιήσεων στα ΥΠΥ (ΚΔΠ 112/07), ότι δικαιολογείτο η επέμβαση του για την τροποποίηση του πιο πάνω υποδείγματος των αιτητών και αποφάσισε τη διεξαγωγή δημόσιας ακρόασης(ΥΠ'ΑΡ.7/09) καλώντας τα ενδιαφερόμενα μέρη και τους αιτητές να υποβάλουν τις απόψεις τους σχετικά με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις των διαφόρων Παραρτημάτων, που περιλαμβάνονταν στο Εισηγητικό Έγγραφο του Επιτρόπου. Οι αιτητές κατέθεσαν τις παραστάσεις τους στις 11.11.09 ενώ σχόλια υπέβαλε και ο παροχέας Primetel.
Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας της Δημόσιας Ακρόασης ημερ.17.11.09, ο Επίτροπος, όπως προβλέπεται στις παρ. 5 και 6 της ΚΔΠ 112/07, απέστειλε στους Αιτητές , τόσο εγγράφως όσο και σε επεξεργάσιμη ηλεκτρονική μορφή, κείμενο των προτεινόμενων τροποποιήσεων που θα επέφερε στο «Υπόδειγμα Προσφοράς Υπηρεσιών Ευρυζωνικής Πρόσβασης» επί των Παραρτημάτων του Υποδείγματος Προσφοράς και καλούσε τους Αιτητές να υποβάλουν παραστάσεις. Ακολούθησε στις 15/12/09 η αποστολή εκ μέρους των Αιτητών, νέων παραστάσεων επί των προτεινόμενων τροποποιήσεων.
Προτού καταλήξει, ο Επίτροπος έλαβε υπόψη τις ακόλουθες παραμέτρους:
(α) την υποχρέωση για εισαγωγή και προώθηση αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην παροχή δικτύων και υπηρεσιών, καθώς και την αφαίρεση οποιωνδήποτε αδικαιολόγητων εμποδίων εις βάρος ενδιαφερομένων παροχέων, με σκοπό την ανάπτυξη αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και τη διαμόρφωση περιβάλλοντος για προαγωγή και προώθηση του ανταγωνισμού, σύμφωνα με το άρθρο 18(1)(γ) και (2) του Νόμου,
(β) τις πρόνοιες των άρθρων 56, 51, 49 και 46 του Νόμου,
(γ) την απόφαση του Επιτρόπου 21/09 για καθορισμό των Αιτητών ως οργανισμού με Σημαντική Ισχύ στη σχετική Αγορά 5.
(δ) το υπόδειγμα προσφοράς ως δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα των αιτητών
(ε) τα ελεγμένα στοιχεία ως έχουν προκύψει από τον κοστολογικό έλεγχο (απολογιστικά του έτους 2006 και προϋπολογιστικά του 2007),
(στ) τις παραστάσεις /σχόλια/εισηγήσεις των Αιτητών στα πλαίσια της Δημόσιας Ακρόασης
Με βάση τα πιο πάνω στοιχεία, προχώρησε σύμφωνα με τις πρόνοιες των άρθρων 20(ια), (κδ), 56(3) και 152 του Νόμου, στην έκδοση και δημοσίευση του επίδικου Διατάγματος.
Με τον πρώτο λόγο ακύρωσης οι αιτητές εισηγούνται ότι η επίδικη απόφαση ελήφθη καθ' υπέρβαση εξουσίας, καθότι μετά τη θέσπιση του Ν. 112(Ι)/04, ο Επίτροπος δεν είχε εξουσία να επιβάλλει ρυθμιστικές υποχρεώσεις σε οποιονδήποτε πάροχο ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εκτός εάν προηγηθεί ανάλυση αγοράς σύμφωνα με το Μέρος 9 του Νόμου. Προς υποστήριξη των θέσεων των Αιτητών, ο δικηγόρος τους επικαλείται τις πρόνοιες των άρθρων 161(1) και 161(3) του Νόμου, καθώς και νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υποθ.αρ.692/05 ΑΤΗΚ ν. Επιτρόπου ημερ. 27.6.08 και 1299/05 ημερ.27.6.08), όπου κρίθηκε ότι ο Επίτροπος δεν είχε εξουσία να επιβάλει ρυθμιστικές υποχρεώσεις, εκτός εάν προηγείτο έρευνα αγοράς βάσει του Μέρους 9 του Νόμου, με την επισήμανση ότι οι αποφάσεις αυτές δεν εφεσιβλήθηκαν από τον Επίτροπο.
Οι Αιτητές προβάλλουν επίσης ότι το διάταγμα με το οποίο οι Αιτητές προσδιορίζονταν ως έχοντες «Σημαντική Ισχύ στην Αγορά», στη βάση του οποίου τους επιβλήθηκαν οι ρυθμιστικές υποχρεώσεις(ΑΕ 21/09 ημερ.8/5/09),έχει προσβληθεί με την προσφυγή 1014/09 και αναμένεται να ακυρωθεί στην ίδια βάση που ακυρώθηκαν οι αποφάσεις του Επιτρόπου στις προσφυγές 391/2007, ημερ. 25.5.2010, 325/07, ημερ. 21.12.2009, 390/07, ημερ. 25.5.2009, 326/07, ημερ. 11.5.2009 και 327/07, ημερ. 3.2.2009.
Ο δικηγόρος του Επιτρόπου κάνει αναφορά στην αντικρουόμενη νομολογία αναφορικά με την υπάρξη ή μη ελαττωμάτων ή «πολλαπλότητας» στην διαδικασία ανάλυσης της αγοράς από τον Επίτροπο, που δεν έχει ακόμα ξεκαθαρίσει. Επισημαίνει ότι εναντίον των αποφάσεων στις 326/07 και 327/07 έχουν ασκηθεί εφέσεις που εκκρεμούν. Περαιτέρω θεωρεί άστοχη την επίκληση των αποφάσεων στις 692/05 και 1299/05, στις οποίες αναγνωρίστηκε η έλλειψη εξουσίας επιβολής ρυθμιστικών υποχρεώσεων εκ μέρους του Επιτρόπου στις περιπτώσεις που δεν έχει προηγηθεί ''εξέταση αγοράς'', αφού στην παρούσα περίπτωση είχε προηγηθεί τέτοια εξέταση.
Υποστηρίζει ότι πριν την έκδοση της επίδικης πράξης είχε προηγηθεί εδώ η ΑΕ 21/2009, η οποία ως διοικητική πράξη περιβάλλεται το τεκμήριο νομιμότητας και παράγει πλήρεις έννομες συνέπειες μέχρι την ανατροπή της με τελεσίδικη δικαστική απόφαση και ότι δεν είναι ορθό το παρόν Δικαστήριο να ελέγξει με παρεμπίπτοντα έλεγχο τη νομιμότητα του.
Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί. Καταρχήν η παραπομπή στα άρθρα 161(1) και (3)του Νόμου από τους αιτητές είναι άστοχή αφού αποτελούν μεταβατικές διατάξεις. Στην παρούσα, ο Επίτροπος ενήργησε εξολοκλήρου στην βάση του Ν.112(Ι)/04 και πιο συγκεκριμένα του άρθρου 20(η) του Μέρους 5, διεξάγοντας ανάλυση αγοράς για τη Χονδρική Ευρυζωνική Πρόσβαση(αγορά 5) δυνάμει των ρυθμιστικών προνοιών στο Μέρος 9 του Νόμου και εκδίδοντας ακολούθως την Απόφαση 21/09.
Συνεπώς οι υποχρεώσεις του Επιτρόπου για επίκαιρη ανάλυση αγοράς πριν την επιβολή οποιονδήποτε ρυθμιστικών υποχρεώσεων, έχουν στην παρούσα περίπτωση εκπληρωθεί.(βλ. σχετικά Υποθ. αρ. 256/11 ΑΤΗΚ ν. Επιτρόπου Ρυθμισης Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων, ημερ.14.05.14)
Εξάλλου η απόφαση του Επιτρόπου ΑΕ21/09 προσβλήθηκε από τους αιτητές στην 1014/09, στην οποία εκδόθηκε απόφαση στις 22.7.2011 και ο Χατζηχαμπής, Δ. (όπως ήταν τότε) απέρριψε την προσφυγή, θεωρώντας ότι τα επίδικα θέματα δεν καλύπτονταν από το δικόγραφο της προσφυγής.(εκκρεμεί έφεση).
Συνεπώς το τεκμήριο νομιμότητας και εγκυρότητας των διοικητικών πράξεων στην προκειμένη περίπτωση προσδίδει, στην προηγηθείσα έρευνα για τον προσδιορισμό των γενικών ρυθμιστικών υποχρεώσεων των αιτητών και την ανάλυση της επίμαχης αγοράς μέσω της ΑΕ 21/09,και σε συμμόρφωση με το γενικό κανονιστικό πλαίσιο(ΚΔΠ 112/07),το αναγκαίο έρεισμα στο οποίο ο Επίτροπος νομίμως βάσισε την εξουσία του προς έκδοση της επίδικης απόφασης.
Εφόσον αυτή η απόφαση αυτοτελώς έχει παράγει δυσμενείς συνέπειες για τους· αιτητές και είναι αντικείμενο άλλης δικαστικής διαδικασίας, είναι θεωρητική και μάλλον αχρείαστη η ενασχόληση με το διφορούμενο στη νομολογία θέμα περί πολλαπλότητας των διαδικασιών, δηλαδή της ύπαρξης τριών ξεχωριστών διακριτών σταδίων(ορισμός σχετικής αγοράς, καθορισμός οργανισμού με σημαντική ισχύ στην αγορά , επιβολή ρυθμιστικών υποχρεώσεων) και της εξέτασης διαφορετικών αγορών σε μια διαδικασία. Περιορίζομαι να αναφέρω την απόφαση του Κ. Κληρίδη στην Υποθ.αρ.1059/09 ΑΤΗΚ ν. Επιτρόπου Ρυθμισης Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων, ημερ.18.05.12 στην οποία γίνεται μια χρήσιμη ανασκόπηση της σχετικής αντιφατικής νομολογίας.
Προβάλλουν επίσης οι αιτητές ότι το επίδικο διάταγμα εξεδόθη καθ΄ υπέρβαση εξουσίας επειδή με αυτό επιβλήθηκαν τέλη και όχι πλαίσιο τελών ή ανώτατο ή κατώτατο όριο τιμών (ΑΤΗΚ ν. Επιτρ. Ρύθμισης Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων κ.α. (2005) 3 Α.Α.Δ. 20). Επίσης ότι καθορίστηκαν μηδενικά τέλη που δεν συνυπολόγιζαν το κόστος των αιτητών κατά παράβαση του άρθρου 60(1) του Νόμου.
Η πιο πάνω απόφαση δεν εφαρμόζεται εδώ, αφού αφορούσε την ερμηνεία του άρθρου 19 του παλαιότερου Νόμου Ν.19(Ι)/02. Επιπλέον στην προκειμένη περίπτωση δεν επρόκειτο για καθορισμό τιμών λιανικής πώλησης όπως στην αναφερόμενη απόφαση της Ολομέλειας αλλά για καθορισμό πλαισίου χρεώσεων, που περιλαμβάνεται στις εξουσίες του Επιτρόπου , όπως καθορίζεται στο άρθρο 20(ιζ)του Νόμου ως ο καθορισμός ανωτάτου και κατωτάτου ορίου τιμής.
Επίσης ο Επίτροπος τροποποιώντας τις παρ.2.2.17 και 2.2.18 του παραρτήματος 3 του ΥΠΟΔΕΙΓΜΑΤΟΣ και ορίζοντας τα τέλη απόρριψης αίτησης ανά τελικό χρήστη και τα τέλη ακύρωσης αίτησης μηδενικά, εφάρμοσε τη μεθοδολογία λιανικό μείον, δίνοντας την συγκεκριμένη ξεκάθαρη αιτιολογία:
«Αιτιολόγηση 1: Ο υπολογισμός των ανωτάτων τελών του Υποδείγματος της Χονδρικής Ευρυζωνικής Πρόσβασης βασίζεται στη μεθοδολογία λιανικό μείον (retail minus). Στον υπολογισμό του κόστους του λιανικού προϊόντος έξοδα που αφορούν στην ακύρωση/απόρριψη αίτησης περιλαμβάνονται κατ' αναλογία στη δεξαμενή κόστους application handling. Επομένως το συγκεκριμένο κόστος έχει συμπεριληφθεί και δεν είναι δυνατό να επανατιμολογείται.
Αιτιολόγηση 2: Η εν λόγω υπηρεσία παρέχεται σε λιανικό επίπεδο χωρίς χρέωση. Δεδομένου του γεγονότος ότι στον ορισμό της σχετικής αγοράς λαμβάνεται υπόψη η αυτοπρομήθεια, στο πλαίσιο της ρυθμιστικής υποχρέωσης της μη διάκρισης η παροχή των αντίστοιχων χονδρικών υπηρεσιών θα πρέπει να γίνεται με τους ίδιους όρους.»
Στην προκειμένη υπόθεση, όπως προκύπτει από το «Αιτιολογικό» για κάθε καθορισμό τέλους, ο Επίτροπος διενήργησε έλεγχο τελών με τη μέθοδο συμπίεσης περιθωρίου και υιοθέτησε το αποτέλεσμα του έτσι ώστε να υπάρχει συμφωνία με την απόφαση του αρ. 21/09. Επομένως τα ανώτατα χονδρικά τέλη που έχουν καθοριστεί, έχουν υπολογιστεί σε πρώτο στάδιο με βάση τη μεθοδολογία «λιανικό μείον», δηλαδή την ισχύουσα λιανική τιμή μείον το εκάστοτε εταιρικό κόστος της ΑΤΗΚ. Ουσιαστικά αυτό που ήθελε να αποτρέψει ήταν την χρέωση του ιδίου κόστους δυο φορές.
Σημειώνεται ότι τα ζητήματα που εγείρονται στις αγορεύσεις των διαδίκων, κυρίως σε σχέση με την μεθοδολογία και την αξιολόγηση του κοστολογικού συστήματος, αποτελούν θέματα τεχνικής φύσεως, κατά κανόνα, ανέλεγκτα από το Αναθεωρητικό Δικαστήριο. Είναι νομολογημένο ότι θέματα τέτοιας φύσης ανήκουν, κατ' εξοχήν, στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης και το έργο του δικαστηρίου εξαντλείται στη διαπίστωση του κατά πόσο έχει διενεργηθεί ή όχι η δέουσα έρευνα και έχει ληφθεί υπόψη κάθε τι που είναι σχετικό. Αντικείμενο της αίτησης ακυρώσεως δεν είναι η αναθεώρηση από το δικαστήριο των εκτιμήσεων του οργάνου που λαμβάνει την απόφαση ή η διαπίστωση από αυτό των πρωτογενών γεγονότων αλλά η διακρίβωση της επάρκειας της έρευνας - (βλ. Δημοκρατία ν. C. Kassinos Constr. Ltd (1990) 3 Α.Α.Δ. 3835, Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345, Γεωργίου ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λ/κας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 475, Πιερίδη ν. Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2007) 3 Α.Α.Δ. 543 και Στόρεϋ ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 113).
Ο επόμενος ισχυρισμός αφορά στην μη τήρηση των χρονοδιαγραμμάτων που αναφέρονται στην ΚΔΠ 112/20007, αλλά επειδή προβάλλεται αόριστα και χωρίς καμία εξειδίκευση το Δικαστήριο δεν μπορεί να τον εξετάσει.
Επίσης, οι αιτητές παραπονούνται ότι ο Επίτροπος ενήργησε υπό πλάνη και χωρίς δέουσα έρευνα, διότι στηρίχτηκε στα ελεγμένα στοιχεία ως έχουν προκύψει από τα απολογιστικά του έτους 2006 και προϋπολογιστικά του 2007 ενώ η όλη διεργασία που οδήγησε στο επίδικο διάταγμα έγινε το τελευταίο τρίμηνο του 2009, όταν ήταν διαθέσιμα τα απολογιστικά αποτελέσματα του 2007 και του 2008 και τα προϋπολογιστικά του 2009.
Το προσβαλλόμενο διάταγμα εκδόθηκε την 29.1.2010 και είναι παραδεκτό ότι βασίστηκε στα «ελεγμένα στοιχεία ως έχουν προκύψει από τον κοστολογικό έλεγχο(απολογιστικά του έτους 2006 και προϋπολογιστικά του έτους 2007). Είναι επίσης αδιαμφισβήτητο ότι οι αιτητές είχαν παρουσιάσει στον καθ΄ ου η αίτηση, πριν την έκδοση και δημοσίευση του προσβαλλόμενου διατάγματος, τα απολογιστικά του 2007 και τα προϋπολογιστικά του 2008(στις 16/03/09) και τα απολογιστικά του 2008(στις 15/09/09). Η δημόσια διαβούλευση, που προηγήθηκε του διατάγματος, έγινε την 17.11.2009 οπότε ήταν διαθέσιμα τα προαναφερόμενα νεότερα στοιχεία, εντούτοις ο καθ΄ ου η αίτηση δεν στηρίχθηκε σ΄ αυτά. Η δικαιολογία που έδωσε ο καθ΄ ου η αίτηση γι΄ αυτή την παράλειψη είναι ότι, λόγω του μεγάλου όγκου εργασιών που απαιτούνται για τη διενέργεια του κοστολογικού ελέγχου, δεν είναι δυνατό κάθε φορά που οι αιτητές στέλλουν, με καθυστέρηση μηνών, νέα στοιχεία να εγκαταλείπεται ολόκληρη η εργασία που έχει γίνει μέχρι εκείνη τη στιγμή και να ξεκινά νέα ανάλυση με τα νέα στοιχεία. Ο δικηγόρος του καθ' ου αναφέρει ότι ο ελεγχος κοστοστρέφειας ξεκίνησε από το 2007 και ανέθεσαν σε εσωτερικό ελεγκτή σχετικά έρευνα για τα στοιχεία που χρησιμοποιήθηκαν , η οποία ολοκληρώθηκε τον Οκτώβριο του 2008 και ότι λόγω του όγκου των στοιχείων απαιτήθηκε ένα έτος για την εξαγωγή ασφαλών πορισμάτων, συνεπώς ήταν τα μόνα διαθέσιμα ελεγμένα στοιχεία.
Παρόμοιος λόγος ακύρωσης έγινε δεκτός στην Υποθ.αρ. 450/2010 ΑΤΗΚ ν. Επιτρόπου Ρύθμισης Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων ημερ.9/03/12 (έχει εφεσιβληθεί), η οποία ωστόσο δεν είναι δεσμευτική. Ούτε η καθοδήγηση που άντλησε το Δικαστήριο εκεί από την υπόθεση Επιτρ. Ρυθμ. Τηλεπ. & Tαχ. ν. ΑΤΗΚ (2010) 3 Α.Α.Δ. 96, στην οποία τα γεγονότα της ελλιπούς έρευνας ήταν πολύ διαφορετικά, με βρίσκει σύμφωνο. Τα νεότερα στοιχεία τέθηκαν στην διάθεση του Επιτρόπου καθυστερημένα, ούτε τέσσερις μήνες πριν την έκδοση του επίδικου διατάγματος και εφόσον δεν ήταν ελεγμένα κατά το χρόνο της διεξαγωγής της δημόσιας ακρόασης δεν θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ως ασφαλής βάση. Εξάλλου η διαδικασία εξέτασης της αγοράς και προσδιορισμού των αναλογικών ρυθμίσεων που είχε προηγηθεί και απέληξε στην ΑΕ21/09 και που βάσει του 46(8) του Νόμου, διενεργείται κάθε δυο έτη από τον Επίτροπο είχε βασιστεί στα ίδια στοιχεία μέχρι το τέλος του 2007.
Η υποχρέωση δέουσας έρευνας δεν μπορεί να επεκτείνεται και σε στοιχεία που δεν έχουν αξιολογηθεί καθόλου ως αξιόπιστα, επειδή μεταξύ άλλων δεν υποβλήθηκαν από τους αιτητές έγκαιρα. (Σχετικό με το χρόνο υποβολής από τον υπόχρεο οργανισμό των στοιχείων του άρθρου 13 ετησίως, όχι αργότερα από τον όγδοο μήνα που ακολουθεί την λήψη του οικονομικού έτους αναφοράς, το άρθρο 14 του περί Καθορισμού μεθοδολογίας Υπολογισμού του Κοστους διαταγμα του 2008, ΚΔΠ320/2008).
Ο τελευταίος λόγος ακύρωσης που αναλύθηκε μέσω συμπληρωματικών αγορεύσεων, αφορά στην παραβίαση του άρθρου 56(4) και (5)(ως τροποποιήθηκε με το Ν.113(Ι)/07).Το άρθρο προνοεί τα εξής:
«(4) Ο Επίτροπος δύναται με απόφαση του να -
(α) καθορίζει περαιτέρω και αναλυτικά τις πληροφορίες που πρέπει να διατίθενται και τις απαιτούμενες λεπτομέρειες που πρέπει να περιλαμβάνει το υπόδειγμα προσφοράς υπηρεσίας των εδαφίων (2) και (3), καθώς και τον τρόπο δημοσίευσης του από το φορέα εκμετάλλευσης.
(β) επιβάλλει τροποποιήσει στο περιεχόμενο του υποδείγματος προσφοράς υπηρεσίας των εδαφίων (2) και (3) με στόχο την εκπλήρωση υποχρεώσεων που επιβάλλονται δυνάμει του παρόντος Νόμου.»
Οι αιτητές διατείνονται ότι η εξουσία του Επιτρόπου περιορίζεται στο να επιβάλλει την περίληψη στο Υπόδειγμα των πληροφοριών επαρκώς αναλυτικά χωρίς να επεκτείνεται σε εξουσία επέμβασης στο περιεχόμενο της πληροφορίας ή προσφοράς. Συνεπώς θεωρούν ότι επιβάλλοντας τροποποιήσεις ουσίας, υπερέβη της εξουσίας του.
Το άρθρο 56 καθώς και το κατ' εξουσιοδότηση σχετικό Διάταγμα ΚΔΠ 112/07 (άρθρο 3(2) και άρθρα 4-9), ρητά και συγκεκριμένα, αποδίδουν εξουσία στον Επίτροπο να αξιολογεί και να επεμβαίνει στο ΥΠΥ που δημοσιεύουν οι υπόχρεοι οργανισμοί επιβάλλοντας τροποποιήσεις . Συνεπώς η τροποποίηση των χονδρικών τιμών που κατέθεσαν οι αιτητές στην προκειμένη περίπτωση μετά από την ανάλυση και αξιολόγηση τους μέσω της δημόσιας διαβούλευσης, ήταν εντός του πλαισίου της διακριτικής εξουσίας του Επιτρόπου.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με €1500 έξοδα πλέον ΦΠΑ σε βάρος των αιτητών.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.
/ΚΑΣ