ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυθραιώτης κ.ά. ν. Κ. Τράπεζας (1989) 3 ΑΑΔ 118
Γεωργίου Δημήτρης Δρ. ν. Aρχής Hλεκτρισμού Kύπρου. (1995) 3 ΑΑΔ 424
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2014:D489
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1477/2012)
9 Ιουλίου, 2014
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Ξ. Ευγενίου (κα) για Α. Σ. Αγγελίδη, για τον Αιτητή.
Μ. Θεοκλήτου (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:-
Τα γεγονότα και η θεραπεία που ζητείται
Το Ίδρυμα Κρατικών Υποτροφιών Κύπρου χορήγησε στον αιτητή υποτροφία για την παρακολούθηση στην Κύπρο σειράς μαθημάτων στον κλάδο Ελέγχου Εναέριας Κυκλοφορίας με σκοπό την απόκτηση άδειας ιδιώτη χειριστή μηχανοκινητήριου αεροσκάφους και ειδικότητες στον έλεγχο αεροδρομίου, προσέγγισης και περιοχής. Καταρτίστηκε συναφώς Συμφωνία ημερ. 13.1.2009. Η σειρά μαθημάτων ήταν για περίοδο δυόμιση ετών η οποία μπορούσε και να παραταθεί.
Ο αιτητής ολοκλήρωσε επιτυχώς όλα τα στάδια της εκπαίδευσης με εξαίρεση την πρακτική εκπαίδευση στον Πύργο Ελέγχου η οποία ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2010. Κατά τη διάρκεια της πρακτικής εκπαίδευσης ο αιτητής αξιολογείτο από τους εκπαιδευτές του. Στις 6.9.2010 στάληκε στον αιτητή επιστολή από τον Προϊστάμενο του Πύργου Ελέγχου Λάρνακας με την οποία επισημαινόταν το χαμηλό επίπεδο της επίδοσης του και η αξιολόγησή της ως μη ικανοποιητικής ενώ καλείτο όπως καταβάλει περαιτέρω προσπάθεια για άμεση και αποτελεσματική βελτίωση της απόδοσής του, «καθώς ο διαθέσιμος χρόνος δεν είναι απεριόριστος». Εν τω μεταξύ ο αιτητής ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του στο Κέντρο Ελέγχου Πτήσεων για το συμβατικό έλεγχο περιοχής με εξομοιωτή καθώς και για την απόκτηση άδειας μονοκινητήριου αεροσκάφους οπότε επέστρεψε στον Πύργο Ελέγχου της Λάρνακας τον Οκτώβρη του 2011 για πρακτική εκπαίδευση αφού παρατάθηκε η περίοδος αυτή κατόπιν οδηγιών της Διεύθυνσης του Τμήματος. Οι αξιολογήσεις των εκπαιδευτών του για τις οποίες ο αιτητής λάμβανε γνώση, ανέφεραν πάλιν πως δεν παρουσίαζε την αναμενόμενη πρόοδο. Η αδυναμία του αιτητή να ανταποκριθεί στις ιδιαίτερες απαιτήσεις του επαγγέλματος διαπιστώθηκε και από τον Ανώτερο Λειτουργό Ελέγχου Εναέριας Κυκλοφορίας σε υπηρεσιακό του σημείωμα προς το Διευθυντή του Τμήματος ημερ. 25.1.2012 με την εισήγηση να μελετηθεί η διακοπή της εκπαίδευσής του. Σε κατοπινό του σημείωμα ημερ. 14.5.2012 ο πιο πάνω Ανώτερος Λειτουργός κατέγραψε πως η απόδοση του αιτητή κατά την περίοδο εκπαίδευσής του ήταν ασταθής και μη ικανοποιητική και ότι ήταν αδύνατο να εκτιμηθεί πόσος επιπρόσθετος χρόνος θα απαιτείτο για αποπεράτωση της εκπαίδευσης ή κατά πόσο ο εκπαιδευόμενος θα μπορούσε να ανταποκριθεί προς επίτευξη του σκοπού αυτού. Οι ίδιες εντυπώσεις καταγράφηκαν και στα σημειώματα των εκπαιδευτών του ημερ. 8, 11, 13, 16, 18 και 20 Μαΐου 2012 αντίστοιχα για τα οποία ο αιτητής λάμβανε γνώση.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, ο Διευθυντής του Τμήματος με επιστολή του ημερ. 17.7.2012 πληροφόρησε τον αιτητή ότι οι καθ' ων η αίτηση αποφάσισαν να τερματίσουν τη Συμφωνία για την υποτροφία που του παραχωρήθηκε λόγω της μη ικανοποιητικής απόδοσης και προόδου του. Με αναφορά σε αριθμό εκθέσεων που υποβλήθηκαν από τους υπεύθυνους εκπαιδευτές, ο Διευθυντής τόνισε πως ενώ παρήλθε κατά πολύ η περίοδος των δυόμιση ετών που προβλεπόταν για ολοκλήρωση της εκπαίδευσης, ο αιτητής δεν κατόρθωσε να επιτύχει το απαιτούμενο επίπεδο γνώσεων και ικανότητας παρά το ότι το Τμήμα κατέβαλε αρκετές προσπάθειες παρέχοντας πίστωση χρόνου, για βελτίωση της επίδοσής του, χωρίς όμως ικανοποιητικά αποτελέσματα. Ως εκ τούτου, σύμφωνα με την πρόνοια της παραγράφου 5 της Συμφωνίας, το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας ως Παραχωρούσα Αρχή, τερμάτισε την υποτροφία που του παραχωρήθηκε.
Ο αιτητής εξαιτείται την ακύρωση του τερματισμού αυτού.
Η προδικαστική ένσταση
Η δικηγόρος των καθ' ων η αίτηση εγείρει προδικαστική ένσταση ότι με την προσφυγή δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη.
Από την άλλη, ως προς την προδικαστική ένσταση, ο δικηγόρος του αιτητή εισηγείται πως δεν μπορεί η παραχώρηση υποτροφίας στον αιτητή κατά τις πρόνοιες της ΚΔΠ 208/2007 να θεωρείται πράξη δημοσίου δικαίου και να μην θεωρείται πράξη δημοσίου δικαίου ο τερματισμός της υποτροφίας που ήδη διαμόρφωσε κεκτημένο δημόσιο δικαίωμα.
Η κατάληξη επί της προδικαστικής ένστασης
Ο όρος 5 της Συμφωνίας δίνει το δικαίωμα στην Παραχωρούσα Αρχή να προχωρήσει στον τερματισμό της, κάτω από προϋποθέσεις, ως ακολούθως:-
«5. Αν οποτεδήποτε κατά τη διάρκεια της παρακολούθησης της σειράς των μαθημάτων περιέλθει στην αντίληψη του Ιδρύματος και/ή της Παραχωρούσας Αρχής ότι οποιαδήποτε έκθεση αναφορικά με τη διαγωγή, εργατικότητα και πρόοδο του φοιτητή είναι με οποιοδήποτε τρόπο μη ικανοποιητική, το Ίδρυμα και/ή η Παραχωρούσα Αρχή θα έχει το δικαίωμα να αναστείλει, αποσύρει ή τερματίσει οποιαδήποτε μελλοντική πληρωμή ή πληρωμές αναφορικά με την υποτροφία ή το Ίδρυμα και/ή Παραχωρούσα Αρχή θα μπορεί να τερματίσει τη συμφωνία αυτή χωρίς να επηρεάζεται οποιοδήποτε από τα δικαιώματα του/της εναντίον του φοιτητή και του εγγυητή για αθέτηση ή μη εκτέλεση ή μη τήρηση οποιουδήποτε όρου της παρούσας συμφωνίας».
Βρίσκω εύστοχη την παραπομπή της δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση στο σύγγραμμα του Ε. Σπηλιωτόπουλου Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, 2η Έκδοση, παράγραφος 426 η οποία έχει ως ακολούθως:-
«Ούτω, τόσον αι συμβάσεις εις τας οποίας το Κράτος ή το δημόσιον νομικόν πρόσωπον είναι συμβαλλόμενον, όσον και αι πράξεις των οργάνων του συμβαλλομένου Κράτους ή άλλου δημοσίου νομικού προσώπου, αι αφορώσαι την ερμηνείαν ή την εκτέλεσιν, εφαρμογήν και λύσιν αυτών, δεν προσβάλλονται δι' αιτήσεως ακυρώσεως υπό του αντισυμβαλλομένου εν πάση περιπτώσει και κατ' αρχήν υπό των τρίτων μη συμβαλλομένων (ΣΕ 146/1977). Αι προηγηθείσαι της συμβάσεως πράξεις (διακηρύξεις, εγκρίσεις, κατακυρώσεις), εφ' όσον εξεδόθησαν βάσει ειδικών κανόνων του διοικητικού δικαίου, αποσπώμεναι εκ της συμβάσεως έχουν χαρακτήρα διοικητικής πράξεως και προσβάλλονται παραδεκτώς δι' αιτήσεως ακυρώσεως (ΣΕ 1265/1964, 2410/1965).»
Στην Κυθραιώτης κ.ά. ν. Κεντρικής Τράπεζας (1989) 3(Β) ΑΑΔ 118 λέχθηκαν τα πιο κάτω:-
«Όμως κάθε ενέργεια ή πράξη που είναι μεταγενέστερη του καταρτισμού της σύμβασης και σχετίζεται με την εκτέλεσή της δεν αφορά το δημόσιο δίκαιο, αλλά ρυθμίζεται από τους κανόνες του ιδιωτικού δικαίου. Κατά συνέπεια το αναθεωρητικό δικαστήριο είναι αναρμόδιο να επιληφθεί θέματος εγειρομένου μετά τη σύναψη της σύμβασης. Η επίλυσή του ανήκει στην αρμοδιότητα των τακτικών δικαστηρίων σαν θέματος πλέον ιδιωτικού δικαίου.»
Στη Δρ. Γεωργίου ν. Α.Η.Κ. (1995) 3 ΑΑΔ 424 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:-
«Ακόμα αποφασίστηκε ότι άνκαι η διαδικασία που οδηγεί στην κατακύρωση σχετικού συμβολαίου προσφορών στο ενδιαφερόμενο μέρος είναι σύνθετη διοικητική πράξη που ανήκει στον τομέα του δημόσιου δικαίου, οποιαδήποτε ενέργεια που πραγματοποιείται μετά την υπογραφή της σύμβασης, ανήκει στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου και συνεπώς εκτός της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου κάτω από το Άρθρο 146 του Συντάγματος (βλ. George P. Zachariades Ltd v. The Republic (1987) 3 C.L.R. 68)».
(βλ. επίσης Adboard Ld v Δήμου Λεμεσού (2005) 3 ΑΑΔ 66).
Κατά την κρίση μου, τα πιο πάνω τυγχάνουν εφαρμογής και στην προκειμένη περίπτωση και ως εκ τούτου το επιχείρημα του δικηγόρου του αιτητή πως δεν μπορεί η παραχώρηση υποτροφίας να θεωρείται πράξη δημοσίου δικαίου και ο τερματισμός της όχι καταρρίπτεται. Ως αποτέλεσμα, η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται εκτελεστότητας εφόσον πρόκειται για πράξη εμπίπτουσα στο πεδίο του ιδιωτικού δικαίου.
Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, η προσφυγή απορρίπτεται, εφόσον η προσβαλλόμενη πράξη δεν δύναται να προσβληθεί βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Επιδικάζονται €1300 έξοδα, υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠσ