ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Δ. Καλλής, για τους Αιτητές. για τους Καθ΄ ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-06-27 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΚΩΣΤΟΥΛΟΣ amp;amp; ΣΙΑ ΛΤΔ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, Υπόθεση Αρ. 999/2012, 27/6/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D443

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 999/2012)

 

27 Ιουνίου 2014

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΚΩΣΤΟΥΛΟΣ & ΣΙΑ ΛΤΔ,

Αιτητών

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

Καθ΄ ων η αίτηση

-----------------------------------

 

Δ. Καλλής, για τους Αιτητές.

Γ. Χατζηχάννα (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

 

------------------------------------

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

         ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Οι αιτητές ασχολούνται με τη συλλογή,  μεταφορά και διαχείριση αποβλήτων λαμβάνοντας προς τούτο σχετική άδεια από τις αρμόδιες αρχές από το 2005 δυνάμει του περί Στερεών Αποβλήτων Νόμου αρ. 215(Ι)/2002.  Το 2009 στην εκδοθείσα άδεια που ίσχυε μέχρι το 2012 τέθηκε όρος για τη μεταφορά και αξιοποίηση των αποβλήτων σε χώρο εγκατάστασης ιδιοκτησίας των αιτητών στην Κάτω Λακατάμια.  Σύμφωνα με τους αιτητές ενόψει του όρου αυτού προέβηκαν σε επενδύσεις έναντι €300.000 για τη βελτίωση του χώρου με την επεξεργασία στο χώρο να είναι η κύρια πηγή εισοδήματος τους ισοδύναμο με το 25% του κέρδους τους.

 

         Τα ως άνω αναφέρονται στην αίτηση ακυρώσεως από πλευράς γεγονότων.  Οι καθ΄ ων στην ένσταση τους θέτουν τα πράγματα με μεγαλύτερη σαφήνεια εξηγώντας ότι αυτό που προσβάλλεται με την προσφυγή είναι ο όρος 4.3 της Άδειας Διαχείρισης Αποβλήτων που εκδόθηκε στις 30.3.2012.  Η άδεια αυτή προέκυψε ως αποτέλεσμα της ενοποίησης δύο προηγούμενων αδειών, η πρώτη των οποίων ζητήθηκε το 2005 και εκδόθηκε το 2006 διάρκειας ενός έτους, η οποία είχε, μετά την καταβολή της εγγύησης, διάρκεια από τις 27.9.2007 μέχρι τις 26.9.2008.  Νέα αίτηση που υπεβλήθη προς ανανέωση της άδειας έγινε δεκτή για επιπλέον τρία έτη.  Στην αίτηση ανανέωσης δηλώθηκε από τους αιτητές ότι τα απόβλητα θα μεταφέρονταν για επεξεργασία σε χώρους των αιτητών με τη χρήση κινητού σπαστήρα.  Με την καταβολή και πάλι των εγγυητικών, η άδεια εκδόθηκε στις 2.10.2009 με ημερομηνία λήξης τη 2.10.2012.  Νέα αίτηση για ανανέωση εγκρίθηκε από τους καθ΄ ων για επιπλέον πέντε έτη.

 

         Οι αιτητές κατείχαν και άλλη άδεια για συλλογή, μεταφορά και διάθεση ανάμεικτων οικιακών απορριμμάτων με τη χρήση ιδιόκτητων οχημάτων με ημερομηνία έκδοσης 2.10.2009 και ημερομηνία λήξης 2.10.2011.  Έγινε αίτηση για ανανέωση και αυτής της άδειας και λήφθηκε θετική γνωμοδότηση.  Εν τέλει, όπως ήδη ανεφέρθη, εκδόθηκε μια ενοποιημένη άδεια.

 

         Οι καθ΄ ων εγείρουν προδικαστική ένσταση ότι ο όρος 4.3 της άδειας δεν μπορεί να προσβληθεί αυτοτελώς καθότι αποτελεί ουσιώδες μέρος αυτής.  Τόσο οι αιτητές, όσο και οι καθ΄ ων επιχειρηματολογούν επί της προδικαστικής ενστάσεως χρησιμοποιώντας την ίδια νομοθεσία και νομολογία, αλλά με διαφορετική ανάγνωση ο καθένας.

 

         Ο όρος 4.3 της  άδειας έχει ως εξής:

 

«4.3.  Τα απόβλητα που θα συλλέγονται πρέπει να μεταφέρονται κατευθείαν σε άλλους φορείς εκμετάλλευσης όπως αδειοδοτημένες εγκαταστάσεις διαχείρισης (π.μ. ΧΥΤΑ, ΧΥΤΥ), ή σταθμούς μεταμόρφωσης  (ΣΜΑ) και πουθενά αλλού.»

 

Ο πιο πάνω όρος επιβλήθηκε από τους καθ΄ ων δυνάμει του άρθρου 25(4)(α) και (β) του περί Αποβλήτων Νόμου             αρ. 185(Ι)/2011, σύμφωνα με το οποίο:

 

«25(4)(α)   Η άδεια διαχείρισης αποβλήτων χορηγείται από τον Υπουργό, μετά από συμβουλευτική γνωμοδότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής Διαχείρισης Αποβλήτων.

 

(β)  Η άδεια διαχείρισης αποβλήτων περιλαμβάνει όρους, οι οποίοι αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής, και αφορούν τα ακόλουθα:

 

(i)              τους τύπους και τις ποσότητες αποβλήτων που μπορούν να υποβληθούν σε επεξεργασία,

(ii)             τις τεχνικές και τυχόν άλλες απαιτήσεις που σχετίζονται με κάθε τύπο επιτρεπόμενης εργασίας,

(iii)            τα μέτρα ασφάλειας και προφύλαξης που πρέπει να λαμβάνονται,

(iv)           τη μέθοδο που πρέπει να χρησιμοποιείται για κάθε είδος εργασίας,

(v)            τα μέτρα για την αντιμετώπιση περιπτώσεων έκτακτης ανάγκης και σοβαρού κινδύνου,

(vi)           το απαιτούμενο επιστημονικό και τεχνικό προσωπικό,

(vii)          τις εργασίες παρακολούθησης και ελέγχου, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο, και

(viii)        τις διατάξεις σχετικά με το κλείσιμο και τη μέριμνα μετά από την παύση λειτουργίας, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο.»

 

Η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου έχει διαμορφωθεί κατά τρόπο ώστε να μην είναι προσβλητοί  με προσφυγή οι επί μέρους όροι μιας χορηγηθείσας άδειας.  Η απόφαση στην Κυπριακό Διϋλιστήριο Πετρελαίου Λτδ ν. Δήμου Λάρνακας (2000) 3 Α.Α.Δ. 345, είναι σχετική ως αφορούσα παράλληλες πρόνοιες της περί Πολεοδομίας νομοθεσίας.  Λέχθηκε εκεί ότι η νομιμότητα της πράξης εξετάζεται με βάση τις πρόνοιες του συγκεκριμένου Νόμου.  Αν η νομοθετική πρόνοια στοχεύει στο να καταστήσει τους όρους που τίθενται αναπόσπαστο μέρος της άδειας, τότε η πράξη της έκδοσης της άδειας δεν λογίζεται διαιρετή με συνακόλουθο να μην είναι δυνατόν οι ξέχωροι και διάφοροι όροι που τίθενται να προσβάλλονται αυτοτελώς.  Στην μεταγενέστερη απόφαση στην Χρ. Λειβαδιώτου ως Διαχειρίστρια της περιουσίας του αποβιώσαντος Γεωργίου Λειβαδιώτη ν. Δήμου Αγίου Δομετίου (2010) 3 Α.Α.Δ. 456, η πιο πάνω απόφαση στην Κυπριακό Διϋλιστήριο Πετρελαίου Λτδ επιβεβαιώθηκε, ενώ έγινε με επιδοκιμασία αναφορά και στην προγενέστερη Βασιλείου κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 485 και τη σύγχρονη με τη Λειβαδιώτου, Δήμος Λευκωσίας ν. Ν. Παπαϊωάννου  (2010) 3 Α.Α.Δ. 102.

 

  Οι αυθεντίες όλες παραπέμπουν στο μη διαιρετό όρων σε άδεια οικοδομής ή σε πολεοδομική άδεια.  Έτσι δεν αναθεωρείται η νομιμότητα όρου σε άδεια και αυτό είναι λογικό διότι μια άδεια δίδεται με τους ακολουθούντες αυτή όρους και αναγιγνώσκεται και εφαρμόζεται εν τω συνόλω της.  Διαφορετικά, όπως επισημάνθηκε στην Λειβαδιώτου, θα υπήρχε επιδοκιμασία και ταυτόχρονα αποδοκιμασία της άδειας, ιδιαιτέρως, όπως ήταν εκεί η περίπτωση, που ο διοικούμενος ενεργεί επί της πολεοδομικής άδειας για να αμφισβητήσει μεταγενέστερα όρο της άδειας οικοδομής.

 

Οι αιτητές εισηγούνται ότι η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί διότι ο όρος 4.3 δεν είναι αναπόσπαστος όρος της άδειας και κατ΄ επέκταση μπορεί να αναθεωρηθεί από το Δικαστήριο από μόνος του.  Τίθεται επομένως ευθέως ζήτημα ερμηνείας της επίμαχης νομοθεσίας διά του άρθρου 25 αυτής και της έννοιας του όρου 4.3.  Δεν μπορεί, κρίνεται, να υποστηριχθεί βάσιμα ότι ο όρος 4.3 δεν εμπίπτει στο εν λόγω άρθρο.  Κατ΄ αρχάς, όπως είναι λογικό, μια άδεια εκδίδεται στη βάση συγκεκριμένων όρων και αυτό ακριβώς προνοεί το εδάφιο 4(β) του άρθρου 25.  Οι όροι που περιλαμβάνονται στην άδεια αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.  Με άλλα λόγια, εάν ο διοικούμενος επιζητεί την επ΄ ονόματι του ή της επιχείρησης του έκδοση και χορήγηση άδειας, δεν είναι λογικό να αποδέχεται κάποιους από τους όρους και κάποιους όχι.  Δεν υπάρχει δηλαδή δικαίωμα επιλογής των όρων εκείνων που θεωρεί συμφέροντες ή ανώδυνους για την επιχείρηση του, απορρίπτοντας ταυτόχρονα άλλους.  Η επίμαχη άδεια περιλαμβάνει πρόνοια περί του αδιαχώριστου αυτής.  Το Παράρτημα 2 της ένστασης είναι η άδεια υπ΄ αρ. 2.12.48.2.98.1 και 2.12.48.2.98.9, εκδοθείσα προς τους αιτητές στις 30.3.2012 και ημερομηνία λήξης 12.3.2015 και εκδόθηκε «σύμφωνα με τους όρους που τίθενται στα συνημμένα παραρτήματα Ι και ΙΙ τα οποία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της άδειας αυτής.».

Ο όρος 4.3 εμπίπτει αβίαστα στο άρθρο 25(4)(β) και ιδιαίτερα τις υποπαραγράφους (ii) και (iv).  Ο όρος 4.3 έθεσε την απαίτηση της συλλογής και μεταφοράς των αποβλήτων κατευθείαν σε άλλους φορείς εκμετάλλευσης όπως αδειοδοτημένες εγκαταστάσεις διαχείρισης ή σταθμούς μεταφόρτωσης.  Πρόκειται για απαίτηση που σχετίζεται με τον τύπο της επιτρεπόμενης εργασίας, αλλά και τη μέθοδο που πρέπει να χρησιμοποιείται για κάθε είδους εργασία.  Το εδάφιο 4(β)(ii) είναι διατυπωμένο κατά ευρύ τρόπο.  Προνοεί για τις τεχνικές και «τυχόν άλλες απαιτήσεις» σχετιζόμενες με τον τύπο της εργασίας.  Δεν περιορίζεται σε τεχνικές και μόνο προδιαγραφές ή απαιτήσεις, αλλά επεκτείνεται και σε άλλες τυχόν απαιτήσεις.  Η άδεια διαχείρισης, Παράρτημα Ζ, αναφέρεται στο Είδος της Διαχείρισης και περιλαμβάνει ως πρώτο θέμα τη «συλλογή και μεταφορά» των αποβλήτων.  Και ο όρος 4.3 αναφέρεται ακριβώς σε αυτή τη μεταφορά.  Η μεταφορά εμπεριέχεται στην επιτρεπόμενη από το Νόμο και την ίδια την άδεια εργασία, αλλά ακόμη και τη μεθοδολογία που πρέπει να χρησιμοποιείται σε κάθε περίπτωση.

 

Το άρθρο 25(4)(β)(ii) δεν αναγιγνώσκεται  κατά το ejusdem generis rule διότι δεν μπορεί να εξαχθεί μια συγκεκριμένη κατηγορία ή γένος από τις προηγηθείσες λέξεις «τις τεχνικές» που είναι από μόνη της ευρεία έννοια, ούτε και οι λέξεις «τυχόν άλλες απαιτήσεις» εννοιολογικά είναι τέτοιας συνάφειας ή γενικότητας συναρτώμενες με τις προηγηθείσες ώστε να διαβάζονται υπό το φως των προηγούμενων λέξεων.  Η κλασσική διατύπωση αυτού του κανόνα ερμηνείας βρίσκεται στο σύγγραμμα του E.A. Driedger: On the Construction of Statutes σελ. 92 και έχει ως εξής:

 

«Where general words are found, following an enumeration of persons or things all susceptible of being regarded as specimens of a single genus or category, but not exhaustive thereof, their construction should be restricted to things of that class or category, unless it is reasonably clear from the context or the general scope and purview of the Act that Parliament intended that they should be given a broader definition.»

 

Κατά τον Cockburn L.J. στην R. v. Cleworth  (1864) v B & S 927,

 

     «According to well established rules in the construction of statutes, general terms following particular ones apply only to such persons or things as are ejusdem generis with those comprehended in the language of the legislature.»

 

Όπως  εξηγείται  στον Cross: Statutory Interpretation σελ. 116, ο λόγος ύπαρξης του κανόνα αυτού είναι ότι θεωρείται ότι ο νομοθέτης εισάγοντας τις γενικές λέξεις που ακολουθούν τις συγκεκριμένες ήθελε να εντάξει στις συγκεκριμένες περιπτώσεις και τυχόν άλλες που πιθανόν να του διέφυγαν και που θα θεωρούνταν ότι θα έπρεπε να συμπεριληφθούν.  Άλλος λόγος είναι ότι αν οι γενικές λέξεις εννοούνταν να είχαν διαφορετική έννοια από τη συγκεκριμενοποίηση των περιπτώσεων, η παράθεση τους θα ήταν άνευ λόγου.

 

Εδώ, οι τυχόν άλλες «απαιτήσεις» δεν είναι συνδεδεμένες έννοιες με τις «τεχνικές».  Αλλά και περαιτέρω, ορθά η Δημοκρατία εξήγησε κατά τις διευκρινίσεις ότι ο όρος 4.3 υπήρχε και προηγουμένως στην αδειοδότηση των αιτητών.  Προς τούτο παραπέμπει στο Παράρτημα Β της ένστασης, αλλά και στο Παράρτημα Ε, όπου στη σελ. 9, απαντάται ουσιαστικά ο ίδιος όρος 4.3.

 

Η προδικαστική ένσταση συνεπώς επιτυγχάνει και εν πάση περιπτώσει με αυτή απαντάται και ο λόγος ακύρωσης που θεωρεί ότι ο τεθείς όρος 4.3 δεν συνάδει και δεν μπορούσε να επιβληθεί δυνάμει του άρθρου 25(5).

 

Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με έξοδα υπέρ των καθ΄ ων και εναντίον των αιτητών στο ποσό των €1.300.

 

 

 

                                  Στ. Ναθαναήλ,

                                            Δ.

 

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο