ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D438
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 607/2012)
27 Ιουνίου 2014
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΑΝΤΡΕΑΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ,
2. KODITHUWAKU HEMASHANI,
Αιτητές
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ
ΚΑΙ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ
ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Καθ΄ ων η αίτηση
----------------------------------
Μ. Παρασκευάς, για τους Αιτητές.
Ζ. Κυριακίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,
για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
-------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η απόφαση των καθ΄ ων ημερ. 14.9.2011 με την οποία ο γάμος των αιτητών θεωρήθηκε εικονικός και διακηρύχθηκε ως τέτοιος από το Τμήμα Αρχείου, Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, βάλλεται ως άκυρη και παράνομη, ενώ ταυτόχρονα επιδιώκεται και δήλωση ότι η πράξη των καθ΄ ων ημερ. 10.11.2011 με την οποία, κατ΄ ισχυρισμόν, αποστέρησαν από τους αιτητές το δικαίωμα υποβολής ιεραρχικής προσφυγής είναι επίσης άκυρη και χωρίς έννομα αποτελέσματα.
Τα γεγονότα συνοπτικά είναι τα ακόλουθα: Η αιτήτρια 2 με καταγωγή από τη Σρι Λάνκα γεννημένη στις 9.5.1960, αφίχθηκε στη Δημοκρατία το 2004, της παραχωρήθηκε δε άδεια εργασίας ως οικιακής βοηθού μέχρι 20.7.2005. Η άδεια ανανεωνόταν μέχρι τις 13.3.2008. Στις 21.4.2008, τέλεσε το γάμο της με τον αιτητή 1 που γεννήθηκε στις 18.2.1960, Ελληνοκύπριο. Έλεγχοι από μέλη της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης στο πλαίσιο των καθηκόντων τους ήγειραν υποψίες ως προς το γνήσιο του γάμου εφόσον ο σύζυγος - αιτητής 1, διανυκτέρευε ουσιαστικά στο σπίτι των γονιών του και όπως αργότερα κατέθεσε ο ίδιος περιστασιακά μετέβαινε στη διεύθυνση της αιτήτριας 2 για να μεταφέρει τα ρούχα του και να την παίρνει στο σπίτι των γονιών του για να καθαρίσει. Η αιτήτρια 2 σε δική της κατάθεση ανέφερε ότι, λόγω έλλειψης χώρου, ο αιτητής 1 σύζυγος της διέμενε με τους γονείς του.
Σε σύσκεψη της Συμβουλευτικής Επιτροπής για Εικονικούς Γάμους την 1.7.2011, ο γάμος κρίθηκε εικονικός υπό το φως των ανωτέρω δεδομένων. Το ζεύγος δεν συμβίωνε, ενώ μαρτυρίες από το περιβάλλον του αιτητή 1 τον έφεραν να διαμένει μόνος του και καθημερινά με τους γονείς του. Η Διευθύντρια του Τμήματος αποφάσισε στις 24.8.2011 την κήρυξη του γάμου ως εικονικού και στις 14.9.2011 απεστάλησαν επιστολές προς τους αιτητές ότι ο γάμος της θεωρήθηκε εικονικός, ότι η αιτήτρια θα έπρεπε να αναχωρήσει για την πατρίδα της, πληροφορώντας τους ταυτόχρονα ότι είχαν δικαίωμα ιεραρχικής προσφυγής στον Υπουργό Εσωτερικών. Τέτοια προσφυγή υπεβλήθη στις 31.10.2011, αλλά δεν εξετάστηκε ως εκπρόθεσμη. Η αιτήτρια 1 υπέβαλε παράπονο στην Επίτροπο Διοίκησης ότι η απόφαση της 14.9.2011 δεν της κοινοποιήθηκε εγκαίρως για σκοπούς υποβολής ιεραρχικής προσφυγής.
Εγείρονται από τους αιτητές αρκετά θέματα προς συζήτηση με την αγόρευση τους. Προεξάρχον είναι η Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο με τις κατευθυντήριες γραμμές για την καλύτερη ενσωμάτωση και εφαρμογή της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ για τα δικαιώματα των πολιτών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδιαιτέρως ως προς τα δικαιώματα πολιτών και τον περιορισμό αυτών στην περίπτωση των εικονικών γάμων. Οι κατευθυντήριες αυτές γραμμές, κατά το συνήγορο, ουδόλως έτυχαν εδώ εφαρμογής, δεν υπάρχει σαφής μαρτυρία για την λεγομένη εικονικότητα του γάμου, η βάση στη οποία ενήργησαν οι καθ΄ ων πάσχει από ανακρίβειες και δεν δόθηκε ούτε η δυνατότητα αμφισβήτησης των στοιχείων από τους αιτητές ή το δικηγόρο τους. Περαιτέρω οι αιτητές επισυνάπτουν έγγραφα που κατά την άποψη τους αποδεικνύουν ή τουλάχιστον παρέχουν μια σαφή ένδειξη για την αλήθεια των ισχυρισμών τους, όπως ενοικιαστήρια έγγραφα, αρχικά στο όνομα της αιτήτριας 2, αργότερα και στους δύο αιτητές, αποδείξεις πληρωμής ενοικίου, και τραπεζικούς λογαριασμούς στο όνομα της αιτήτριας 2.
Οι καθ΄ ων στην ένσταση τους, αλλά και στην αγόρευση τους, πέραν της παραθέσεως των συναφών γεγονότων που κατά την άποψη τους δικαιολογούσαν πλήρως την απόφαση, εγείρουν προδικαστική ένσταση ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη εφόσον αυτή καταχωρήθηκε στις 5.4.2012, πολύ πέραν των 75 ημερών από την ημερομηνία της 14.9.2011 όταν λήφθηκε η απόφαση. Εκπρόθεσμη είναι ακόμη και αν ληφθεί υπόψη η ημερομηνία 30.10.2011 που οι ίδιοι οι αιτητές αναφέρουν στην προσφυγή τους ως την ημερομηνία που έλαβαν γνώση. Πρόσθετα οι καθ΄ ων θεωρούν ότι δικαιολογείται και η έγερση δεύτερης προδικαστικής ένστασης ότι καθότι η απόφαση ενσωματώθηκε στην πράξη της υποβολής ιεραρχικής προσφυγής και της επ΄ αυτής απορριπτικής απόφασης ημερ. 10.11.2011.
Κατά τα υπόλοιπα οι καθ΄ ων θεωρούν ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι καθόλα νόμιμη και αιτιολογημένη βασισμένη στα δεδομένα των ιδίων των αιτητών και τις καταθέσεις τους, τις επισκέψεις των αστυνομικών του Τμήματος και τις παρατηρήσεις τους και την ορθή ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 7Α και 7Γ του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου Κεφ. 105, ως τροποποιήθηκε αναφορικά με τους εικονικούς γάμους. Όλα τα στοιχεία και γεγονότα έδειχναν ότι το ζεύγος δεν ζει κάτω από την ίδια στέγη, ο δε αιτητής 1 διαμένει κατ΄ ουσίαν με τους γονείς του. Οι μαρτυρίες που συνελέγησαν από τους γείτονες συνδράμουν στο ίδιο αποτέλεσμα. Έπεται ότι όλες οι παράμετροι συνυπολογίσθηκαν με αποτέλεσμα οι καθ΄ ων να οδηγηθούν στο εύλογο αποτέλεσμα ότι ο γάμος ήταν εικονικός. Οι καθ΄ ων παραπέμπουν στην παρόμοια υπόθεση, αυτού του Δικαστηρίου, στην Ilona Sarkisyan v. Δημοκρατίας, υπ΄ αρ. 1107/09, ημερ. 26.10.2010, όπου έγινε ανάλυση πέραν των γεγονότων και του εφαρμοστέου δικαίου στο ζήτημα της εικονικότητας του γάμου στη βάση της νομολογίας.
Οι αιτητές, παρόλο που αρχικά ζήτησαν και έλαβαν χρόνο για την καταχώρηση απαντητικής αγόρευσης, στο τέλος δήλωσαν στις 11.2.2014 ότι δεν θα καταχωρούσαν απαντητική αγόρευση. Αυτό το δεδομένο έχει βέβαια τη δική του σημασία εφόσον οι ισχυρισμοί των καθ΄ ων ως προς το εκπρόθεσμο της προσφυγής παρέμειναν αναπάντητοι.
Είναι αξιωματικό ότι κάθε προσφυγή πρέπει να εγείρεται εντός της προθεσμίας των 75 ημερών που προνοείται από το Άρθρο 146 του Συντάγματος, προθεσμία που είναι κατά τη νομολογία, ανατρεπτική κατά τρόπο που η μη τήρηση της καθιστά την αίτηση ακυρώσεως απαράδεκτη, (Potamitis v. Water Board of Limassol (1985) 3 C.L.R. 260, Τάκη ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 4 και Γανωματής ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 133).
Εδώ είναι δεδομένο ότι η προσφυγή καταχωρήθηκε εκτός της προθεσμίας των 75 ημερών από οποιαδήποτε άποψη είτε η προθεσμία λογίζεται να άρχεται από την ημερομηνία 14.9.2011 όταν λήφθηκε η απόφαση, είτε από την ημερομηνία 30.10.2011 όταν οι αιτητές διατείνονται ότι έλαβαν γνώση. Η προσφυγή, όπως προαναφέρθηκε, καταχωρήθηκε στις 5.4.2012, πολύ έξω από το χρόνο των 75 ημερών. Επί της ενστάσεως και της αγόρευσης της Δημοκρατίας δεν υπάρχει απάντηση από τους αιτητές, ούτε και ζητήθηκε η προσαγωγή οποιασδήποτε μαρτυρίας προς υποστήριξη των όσων καταγράφονται στην αίτηση ακυρώσεως. Υπάρχει σημείωση στο Τεκμήριο 11 της ενστάσεως ότι η προσβαλλόμενη πράξη ημερ. 14.9.2011, στάληκε αυθημερόν σε αμφότερους τους αιτητές στην οδό Αγίου Παύλου, 63, Άγιος Δομέτιος 2363 Λευκωσία. Στην προσφυγή τους οι αιτητές διατείνονται ότι οι επιστολές στάληκαν σε διεύθυνση που δεν διέμενε πλέον η αιτήτρια 2, αλλά σε διεύθυνση του πρώην εργοδότη της, ο οποίος την ενημέρωσε αργότερα στις 30.10.2011.
Η προαναφερθείσα διεύθυνση όμως είναι η δηλωθείσα από τους αιτητές διεύθυνση όπως φαίνεται από τα Τεκμήρια 4 έως 7 στην ένσταση, ενώ και ο αιτητής 1 στην κατάθεση του, Τεκμήριο 8, δήλωσε την ίδια διεύθυνση. Η αναφερόμενη από τους αιτητές νέα διεύθυνση στην οδό Ρακτιβάν 7 στο Καϊμακλί ως παρουσιάζεται και από το σχετικό ενοικιαστήριο έγγραφο υπενοικίασης που επισυνάπτεται στην προσφυγή, δεν κοινοποιήθηκε ποτέ στους καθ΄ ων ως η νέα κατ΄ ισχυρισμόν κατοικία (ένα δωμάτιο), των αιτητών και εν πάση περιπτώσει η μετακίνηση στη νέα διεύθυνση έγινε στις 5.1.2012, μετά δηλαδή τα γεγονότα τα αφορώντα στην προσφυγή. Από την άλλη, η επιστολή ημερ. 14.9.2011 θεωρείται κατά τεκμήριο ότι είχε φθάσει στον προορισμό της εντός ευλόγου χρόνου, εφόσον δεν επεστράφη, (Latifundia Properties Ltd v. Ψακή κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 670, άρθρο 2 του περί Ερμηνείας Νόμου Κεφ. 1, Theodorou v. Abbot of Kykko Monastery (1965) 1 C.L.R. 9, Πίττακα ν. Γ & Β Χατζηδημοσθένους Λτδ (2004) 1 Α.Α.Δ. 1879 και Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 415). Τεκμαίρεται επομένως η παραλαβή της επιστολής εντός μερικών ημερών και όχι μέχρι 30.10.2011, (Katsantonis v. Frantzeskou (1981) 1 C.L.R. 566). Εν πάση όμως περιπτώσει και να γινόταν δεκτή η μεταγενέστερη ημερομηνία, και πάλι η προσφυγή καταχωρήθηκε βεβαίως εκπροθέσμως.
Τα πιο πάνω οδηγούν στη δεύτερη προδικαστική ένσταση ότι η ιεραρχική προσφυγή ενσωμάτωσε την προσβαλλόμενη πράξη, η οποία και έχασε την εκτελεστότητα της. Και αυτή η προδικαστική ένσταση είναι ορθή. Συμφώνως πάγιας νομολογίας η ιεραρχική προσφυγή εφόσον ασκείται, ασχέτως του αποτελέσματος της, παραμένει από πλευράς διοικητικού δικαίου η μόνη ισχύουσα και επομένως η απόφαση επί αυτής είναι και η μόνη προσβλητέα, (Lordos Hotels (Holdings) Ltd v. Δημοκρατίας (2002) 4 Α.Α.Δ. 1083, Vouros v. Republic (1987) 3 C.L.R. 1159, Strongiliotis v. Improvement Board of Ayia Napa (1985) 3 C.L.R. 1085 και Σβανάς ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 576). Είναι μια δυνατότητα που προσφέρεται στο διοικούμενο με αποτέλεσμα να μην υπάρχει τελική απόφαση, εφόσον βέβαια ασκείται η ιεραρχική προσφυγή, μέχρι της τελεσφόρησης της. Σε τέτοια περίπτωση υπάρχει σύνθετη διοικητική ενέργεια που απολήγει στην τελική εκτελεστή πράξη, της προηγηθείσας να χάνει την χωριστή αυτοτέλεια και εκτελεστότητα της, (Κεραυνού ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 398 και Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 244).
Απορρέει συνεπώς από τα ανωτέρω ότι οι αιτητές θα έπρεπε να προσβάλουν την απορριπτική απόφαση της 10.11.2011 επί της ιεραρχικής προσφυγής έστω και η απάντηση ήταν ότι αυτή ήταν εκπρόθεσμη. Και βεβαίως ήταν εκπρόθεσμη διότι καταχωρήθηκε στις 31.10.2011 μετά την εύλογη περίοδο του χρόνου αποστολής της επιστολής ημερ. 14.9.2011, ως ανωτέρω ήδη επεξηγήθηκε. Η ιεραρχική προσφυγή καταχωρήθηκε μετά την παρέλευση των 20 ημερών. Δεν προσβάλλεται αυτή η πράξη επί της ιεραρχικής προσφυγής, αλλά μόνο ζητείται δήλωση ότι στερήθηκε στους αιτητές η δυνατότητα άσκησης της ιεραρχικής προσφυγής. Να σημειωθεί δε ότι και πάλι οι αιτητές διατείνονται στην προσφυγή τους ότι έλαβαν λήψη της επιστολής αυτής στις 23.1.2012, χωρίς καμιά απολύτως εξήγηση, ενώ στην παρ. 14 των γεγονότων της αίτησης ακυρώσεως λένε ότι αυτή τη φορά απεστάλη στη σωστή διεύθυνση του αιτητή 1.
Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη με €1.200 έξοδα εναντίον των αιτητών και υπέρ των καθ΄ ων.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ