ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D392
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 1282/2009)
13 Ιουνίου, 2014
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΛΟΧΙΑΣ 3999 ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΟΥΖΟΥΡΗΣ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ Ή/ΚΑΙ
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
3. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΑΤΑΡΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΡΗΣΗΣ
ΜΗΤΡΩΟΥ ΜΑΧΗΤΩΝ ΤΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Ι. Τυπογράφος, για τον Αιτητή.
Λ. Λάμπρου-Ουστά (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, ο αιτητής αξιώνει την ακόλουθη θεραπεία:
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη ή / και απόφαση των Καθ' ων η αίτηση με την οποίαν προήχθησαν από 17-7-2009 στο βαθμό του Υπαστυνόμου οι Λοχίες που αναφέρονται στον επισυνημμένο Κατάλογο Ενδιαφερομένων Μερών με την παράλειψη ή / και σιωπηρή άρνηση των Καθ' ων η Αίτηση ξεχωριστά, ή / και συλλογικά, να μη προχωρήσουν σε ίση μεταχείριση και στη περίπτωση του αιτητή προάγοντας τον επ' ανδραγαθία, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου 24(Ι)/2001, είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος και ότι παραλήφθηκε θα πρέπει να διενεργηθεί».
Ο περί Καθιέρωσης της 15ης Ιουλίου 1974 ως ημέρας Μνήμης και Τιμής των Πεσόντων και Αγωνισθέντων για τη Δημοκρατία Νόμος του 2000, (Ν. 24(Ι)/2001, ως έχει τροποποιηθεί) - (στο εξής ο Νόμος), προβλέπει τον καταρτισμό και τήρηση Μητρώου Μαχητών της Αντίστασης, στο οποίο καταχωρούνται, είτε αυτεπαγγέλτως από την ιδρυθείσα για το σκοπό αυτό Επιτροπή Καταρτισμού και Τήρησης Μητρώου Μαχητών της Αντίστασης - (στο εξής η Επιτροπή), είτε κατόπιν αίτησης κάθε ενδιαφερομένου, πρόσωπα που υπήρξαν θύματα του Πραξικοπήματος, ή πολέμησαν ή αγωνίστηκαν για τη Δημοκρατία ενάντια στις παράνομες ενέργειες εκείνης της περιόδου.
Σύμφωνα με το άρθρο 6 του Νόμου, η συμπερίληψη στο Μητρώο εναπόκειται στην απόλυτη κρίση της Επιτροπής, η οποία εκδίδει πιστοποιητικό περίληψης κάθε Μαχητή της Αντίστασης στο Μητρώο.
Ως καταληκτική ημερομηνία υποβολής αίτησης καθορίστηκε η 31/8/2006.
Για τους καταχωρισμένους στο Μητρώο, Μαχητές, προνοείται, δυνάμει του άρθρου 12 του Νόμου, η απονομή ηθικών αμοιβών από την Κυπριακή Πολιτεία, ύστερα από εισήγηση της Επιτροπής.
Οι προβλεπόμενες ηθικές αμοιβές περιλαμβάνουν μετάλλια ή διπλώματα, μεταθανάτιες προαγωγές σε πεσόντες και προαγωγές επ' ανδραγαθία.
Ο αιτητής, γεννηθείς την 2/3/1959, με καταγωγή από τα Καννάβια Λευκωσίας, είναι μέλος της Αστυνομικής Δύναμης Κύπρου και φέρει το βαθμό του Λοχία.
Με αίτηση του ημερομηνίας 30/6/2006, συνοδευόμενη από «βιογραφικό σημείωμα», ο αιτητής ζήτησε τη συμπερίληψη του στο Μητρώο.
Σημείωσε στο βιογραφικό του, ότι ήταν δημοκρατικών πεποιθήσεων, με πίστη προς τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, ότι ο πατέρας και ο θείος του ήταν μέλη της ΠΕΟ και του ΑΚΕΛ, αντίστοιχα και ότι ο ίδιος ως μαθητής του Γυμνασίου Μόρφου, «κάστρο των Γριβικών» κατά την άποψη του, ξυλοφορτώθηκε από μεγαλύτερους μαθητές γιατί δεν συμμετείχε σε εκδηλώσεις εναντίον του Μακαρίου.
Προσδιόρισε τη δράση του, κατά το διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ της πρώτης και δεύτερης φάσης της Τουρκικής εισβολής, αναφέροντας ότι εργαζόταν σε εστιατόριο συγγενικού του προσώπου στην Αμμόχωστο και ότι φιλοξένησε στο διαμέρισμα του, δύο νεαρά μέλη του εφεδρικού τα οποία καταδιώκονταν από τους πραξικοπηματίες.
Ανέφερε ότι κάποιο βράδυ, συνελήφθη μαζί με τους φιλοξενούμενους του, από ενόπλους που εισήλθαν στο διαμέρισμα, κακοποιήθηκε ανακρινόμενος για κρυμμένα όπλα και οδηγήθηκε στον Αστυνομικό Σταθμό Αμμοχώστου, ενώπιον σημαίνοντος στελέχους του Πραξικοπήματος (Κίκης Κωνσταντίνου), ο οποίος αφού τον χαστούκισε κατ' επανάληψη, ανέσυρε πιστόλι τοποθετώντας το στο πίσω μέρος της κεφαλής του αιτητή και απειλώντας τον με τις φράσεις «απόψε θα σε παίξω σαν το σιήλλο» και «απόψε θα σε παίξω, δεν την γλιτώνεις».
Υπό το κράτος απειλών ο αιτητής κατέγραψε σε κόλλα χαρτί που του δόθηκε για το σκοπό αυτό το όνομα και τον τόπο καταγωγής, το σχολείο που φοιτούσε και τη γνωριμία του με τους φιλοξενούμενους του.
Οδηγήθηκε στη συνέχεια σε κελί κλαίγοντας από το φόβο του, μέχρι την επόμενη το πρωί, όταν με συνοδεία δύο αστυνομικών επέστρεψε στο τόπο διαμονής του στην Αμμόχωστο και την ίδια μέρα έφυγε με λεωφορείο για το χωριό του.
Τα πιο πάνω εξετάστηκαν από την Επιτροπή, η οποία αποφάσισε την 1/9/2006, την εγγραφή του αιτητή στο Μητρώο, σημειώνοντας παράλληλα ότι η αντιστασιακή του δράση, «δεν δύναται να στοιχειοθετήσει πρόταση της Επιτροπής για προαγωγή επ' ανδραγαθία».
Σε κάποιο μεταγενέστερο στάδιο, στις 20/5/2009 το Υπουργικό Συμβούλιο, υιοθετώντας σχετική πρόταση του Υπουργείου Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξεως, ενέκρινε την προαγωγή αριθμού μελών της Αστυνομίας - Μαχητών της Αντίστασης, διαφόρων βαθμών, οι οποίοι είχαν προταθεί από την Επιτροπή. Μεταξύ των προτεινομένων ήσαν και τα δώδεκα ενδιαφερόμενα μέρη που κατείχαν το βαθμό του Λοχία.
Υλοποιώντας την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ο Αναπληρωτής Αρχηγός της Αστυνομίας, με επιστολή του ημερομηνίας 28/7/2009, ενημέρωσε τους Αστυνομικούς Διευθυντές και Διοικητές Μονάδων και Πυροσβεστικής, ότι προήγαγε τα ενδιαφερόμενα μέρη στο βαθμό του Υπαστυνόμου με ισχύ από 17/7/2009.
Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η απόφαση της Επιτροπής με την οποία κρίθηκε ότι η αντιστασιακή του δραστηριότητα δεν ήταν δυνατό να στοιχειοθετήσει πρόταση προαγωγής του επ' ανδραγαθία, πάσχει λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας και παραβιάζει τις αρχές της φυσικής δικαιοσύνης (δικαίωμα ακρόασης) και της ισότητας.
Πρόσθετα της ένστασης επί της ουσίας των λόγων ακύρωσης, οι καθ'ων η αίτηση εγείρουν προδικαστική ένσταση με τον ισχυρισμό ότι ο αιτητής δεν νομιμοποιείται να προσβάλλει την προαγωγή των ενδιαφερόμενων μερών, εφόσον ο ίδιος δεν είχε προταθεί από την Επιτροπή και συνεπώς η προσφυγή του είναι απαράδεκτη στην έκταση που αφορά την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 20/5/2009 και την υλοποιητική αυτής, απόφαση του Αναπληρωτή Αρχηγού ημερομηνίας 28/7/2009.
Η απάντηση του αιτητή είναι ότι οι πιο πάνω αποφάσεις είχαν ως έρεισμα τους, την προηγηθείσα απόφαση της Επιτροπής, η οποία ήταν πάσχουσα προπαρασκευαστική πράξη, με αποτέλεσμα να τις συμπαρασύρει σε ακυρότητα.
Προσθέτει ότι τόσο το Υπουργικό Συμβούλιο, όσο και ο Αρχηγός δεσμεύονταν να προβούν σε προαγωγή όλων των Λοχιών που ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο εγγεγραμμένοι στο Μητρώο και η παράλειψή τους να προάξουν και τον αιτητή, κατέστησε την απόφαση τους ακυρώσιμη.
Για τους πιο κάτω λόγους, η προδικαστική ένσταση θα πρέπει να πετύχει. Όπως σημειώθηκε στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και ακολούθως σ' αυτήν του Αναπληρωτή Αρχηγού, οι προαγωγές διενεργήθηκαν με βάση το άρθρο 12(1) του Νόμου, το οποίο ορίζει ότι οι ηθικές αμοιβές, στις οποίες περιλαμβάνονται και οι επ' ανδραγαθία προαγωγές, απονέμονται κατόπιν εισήγησης της Επιτροπής.
Στην παρούσα περίπτωση, το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε την προαγωγή Μελών της Αστυνομίας που ήταν εγγεγραμμένοι στο Μητρώο και περιλαμβάνονταν στους σχετικούς καταλόγους ως προτεινόμενοι για επ' ανδραγαθία προαγωγή από την Επιτροπή.
Ο αιτητής, του οποίου η δράση εξετάστηκε προηγουμένως από την Επιτροπή και κρίθηκε ως μη συνιστώσα ανδραγαθία, δεν είχε συμπεριληφθεί στους προτεινόμενους για προαγωγή Λοχίες και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αμφισβητεί την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και την ακολουθήσασα του Αναπληρωτή Αρχηγού με την οποία προήχθησαν τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Στην υπόθεση Λοχίας 3003 Αντώνης Κακουρής v. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1281/2009, (η απόφαση δόθηκε νωρίτερα σήμερα), που προσομοιάζει απόλυτα με την παρούσα, λέχθηκε ότι εφόσον η εισήγηση της Επιτροπής αποτελεί δυνάμει του άρθρου 12(1) του Νόμου αναγκαίο προαπαιτούμενο της επ' ανδραγαθίας προαγωγής των Μαχητών της Αντίστασης, η μη συμπερίληψη του αιτητή στον κατάλογο προτεινομένων αποστερεί το έννομο συμφέρον του για προσβολή της επ' ανδραγαθία προαγωγής των συναδέλφων του, εφόσον δεν ήταν δυνατή η προαγωγή του ιδίου από το Υπουργικό Συμβούλιο.
Τονίσθηκε επίσης και αυτό ισχύει βεβαίως και στην παρούσα, με αναφορά στη Γρηγορίου κ.ά. v. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 733, ότι το άρθρο 12 του Νόμου, δεν στοιχειοθετεί οφειλόμενη ενέργεια, από πλευράς Υπουργικού Συμβουλίου, για απονομή ηθικών αμοιβών, ούτε από μέρους της Επιτροπής, για υποβολή εισήγησης για προαγωγή.
Ενόψει των πιο πάνω, η προδικαστική ένσταση επιτυγχάνει και συνεπώς η προσφυγή σε ό,τι αφορά την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου και του Αναπληρωτή Αρχηγού κρίνεται απαράδεκτη.
Αναφορικά με αυτή καθ' εαυτή την απόφαση της Επιτροπής, παρατηρώ τα πιο κάτω.
Αποφασίστηκε, όπως ήδη λέχθηκε, πάνω στη βάση των στοιχείων που προσκομίστηκαν από τον ίδιο τον αιτητή - και γι' αυτό δεν ισχύει το επιχείρημα περί μη ακροάσεως του - ότι η περιγραφόμενη στο συνημμένο βιογραφικό, εμπλοκή του στα γεγονότα της περιόδου προ, κατά και μετά το πραξικόπημα, μέχρι την επιστροφή του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου στην Κύπρο, δεν στοιχειοθετούσε πρόταση προαγωγής επ' ανδραγαθία.
Η εκτίμηση των γεγονότων και η τελική κρίση ανήκει βέβαια στην Επιτροπή και είναι κατ' αρχή ανέλεγκτη. Όμως, έχει νομολογηθεί ότι στην έννοια της ανδραγαθίας και του ανδραγαθήματος ενυπάρχει ως απαραίτητο συστατικό της, το στοιχείο του ηρωισμού (βλ. Λοχίας 4549 Α. Γεωργίου κ.ά. v. Παναγή κ.ά. & Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 81).
Είναι προφανής στην παρούσα περίπτωση η έλλειψη αυτού του απαραίτητου στοιχείου από τα περιγραφόμενα γεγονότα που συνιστούν την αντιστασιακή δράση του αιτητή, η οποία είναι βεβαίως, άξια κάθε επαίνου και σεβασμού.
Σημειώνεται ότι στον αιτητή έχει ήδη απονεμηθεί το «Μετάλλιο Αντίστασης» ως έμπρακτη απόδοση τιμής από την Κυπριακή Πολιτεία για τη δράση του κατά την προάσπιση της Δημοκρατίας και της νομιμότητας.
Κατά τα άλλα, συμπεριλαμβανομένου και του ισχυρισμού για άνιση μεταχείριση του αιτητή, ισχύουν οι ακόλουθες παρατηρήσεις της Ολομέλειας στην πρόσφατη απόφαση Γιαννάκης Αχιλλέως κ.ά. v. Kυπριακής Δημοκρατίας, Αναθ. Έφεση Αρ. 22/2010, ημερομηνίας 12/2/2014, στην οποία εκφράσθηκαν και αμφιβολίες σε σχέση με την εκτελεστότητα της πράξης της Επιτροπής :
"Δεν έχουμε πάρει απάντηση και δεν θα μας ήταν εύκολο να δούμε πως η απόφαση της Επιτροπής θα μπορούσε η ίδια να κριθεί ως εκτελεστή διοικητική πράξη για σκοπούς προσφυγής. Δεν χρειάζεται όμως να επεκταθούμε στο θέμα αυτό διότι υπάρχει ένας πολύ απλός λόγος για τον οποίον η έφεση δεν θα μπορούσε να επιτύχει εν πάση περιπτώσει. Είναι δεκτό ότι, με βάση και την αναφορά στις ελληνικές αυθεντίες, επ' ανδραγαθία προαγωγή γίνεται όχι απλώς ένεκα έκθεσης στρατιωτικού εν κινδύνω αλλά σε περίπτωση όπου η κατά την κρίση της διοικήσεως δράση ανάγεται σε ηρωική ή ανδραγάθημα, μάλιστα εις βαθμό ώστε η οποιαδήποτε προαγωγή να χρήζει ειδικωτέρας αιτιολογίας για να τονίζεται η φύση του πράγματος. Εδώ δεν έχουμε τέτοια περίπτωση αφού κατά το σχετικό χρόνο ο Εφεσείων ήταν μόλις 14 ετών και, όπως ο ίδιος αναφέρει, η δική του αντιστασιακή δράση εδράζεται στο ότι συνελήφθη, εκρατήθη δια της βίας και εκακοποιήθη τελώντας υπό συνθήκες εκφοβισμού και τρομοκρατίας υπό περιορισμό. Αυτά βεβαίως δεν μπορούσαν να συνιστούσαν ανδραγάθημα που να συναρτάται προς προαγωγή επ' ανδραγαθία.
Η θέση του όμως είναι ότι άλλοι οι οποίοι βρίσκονταν στις ίδιες καταστάσεις με τον ίδιο πήραν προαγωγή επ' ανδραγαθία ώστε η αρχή της ισότητας να αποτελεί ανάγκη για ανάλογη μεταχείριση και του ιδίου.
Το πρώτο βεβαίως που πρέπει να παρατηρηθεί είναι ότι, όπως διεπίστωσε και ο ίδιος ο αδελφός μας Δικαστής, δεν υπήρχε η ταυτότητα εκείνη των όρων και των προϋποθέσεων που είναι αναγκαία για να ισχύει η αρχή της ίσης μεταχείρισης των δεδομένων.
Πέραν τούτου όμως, το Δικαστήριο έθεσε το ερώτημα κατά πόσο θα μπορούσε να υπάρχει επιχείρημα για άνιση μεταχείριση το οποίο οδηγεί ουσιαστικά στην υποχρέωση της διοίκησης να προβεί σε απόφαση η οποία είναι αντίθετη με το νόμο, να δώσει δηλαδή προαγωγή επ' ανδραγαθία εκεί όπου δεν υφίστανται οι ίδιοι οι όροι της ανδραγαθίας που θα επέβαλλαν την υποχρέωση της πολιτείας να δώσει προαγωγή επ' ανδραγαθία.
Δεν εξετάζουμε κατά πόσο στις άλλες περιπτώσεις λοιπόν εδόθη οποιαδήποτε προαγωγή επ' ανδραγαθία αφού, και αν ακόμα είχε υπάρξει τέτοια παρανοημένη αντίληψη των πραγμάτων, σαφώς τούτο δεν θα επέτρεπε τέτοια κατάληξη του Δικαστηρίου ώστε να δοθεί και στον αιτητή προαγωγή επ' ανδραγαθία εκεί όπου η ίδια η έννοια της ανδραγαθίας δείχνει ότι δεν πληρείται ο βασικότερος όρος για τέτοια ηθική αμοιβή."
Τέλος, η αιτιολογία της κρίσης της Επιτροπής συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου.
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα €1.350 υπέρ των καθ'ων η αίτηση. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ