ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
MEDCON CONSTRUCTION AND OTHERS ν. REPUBLIC (MINISTER OF FINANCE AND OTHERS) (1968) 3 CLR 535
VOUNIOTIS & SONS ν. REPUBLIC (1985) 3 CLR 2355
Tamassos Suppliers ν. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 60
Ετ. Γεν. Κατασκευών Λτδ ν. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 80
Κωνσταντινίδου Aικατερίνη Δημητρίου και Άλλες, ΚυπριακήΔημοκρατία ν. (Αρ. 1) (2002) 3 ΑΑΔ 220
Multi Klima Maliotis Engineering Ltd και Άλλοι ν. KυπριακήςΔημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 401
Kυπριακή Δημοκρατία ν. A.K. Xατζηιωάννου & Yιοί (2005) 3 ΑΑΔ 467
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Μάριος Θεοχαρίδης Λτδ (2008) 3 ΑΑΔ 488
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:D307
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 734/2011
12 Μαϊου, 2014
[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
G.A.I PAPANICOLΑOU BLINDS LTD
Αιτητές
- ΚΑΙ -
ΑΝΟΙΚΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ' ων η αίτηση
....................................
Α. Χριστοφόρου για Πελαγία, Χριστοδούλου και Βράχα και Σια, για τους αιτητές
Αχ. Αιμιλιανίδης, για τους καθ' ων η αίτηση,
Καμιά εμφάνιση, για το ε.μ. Α.C. Nicolaou Blinds Ltd.
.............................
A Π Ο Φ Α Σ Η
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ: Οι αιτητές, με την προσφυγή τους υπό εξέταση, προσβάλλουν τη νομιμότητα της απόφασης των καθ' ων η αίτηση ημερ. 18/3/11, με κοινοποίηση στους ίδιους στις 21/3/11, να κατακυρώσουν στο ε.μ. την προσφορά προμήθειας και εγκατάστασης παραπετασμάτων και κουρτίνων στις κτιριακές εγκαταστάσεις του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου.
Τα γεγονότα που περιβάλλουν την παρούσα αίτηση είναι τ' ακόλουθα:
Το Ανοικτό Πανεπιστήμιο Κύπρου περί τον Ιανουάριο 2011 προκήρυξε Δημόσιο Διαγωνισμό υπ' αρ. ΑΠΚΥ-015/2010 για προμήθεια και εγκατάσταση παραπετασμάτων και κουρτίνων στις κτιριακές εγκαταστάσεις του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου.
Ως αποτέλεσμα υποβλήθηκαν τρεις (3) προσφορές μεταξύ των οποίων ήταν αυτές των αιτητών και ε.μ.
Στις 7/2/11 το Συμβούλιο Προσφορών αποφάσισε όπως η Τρίτη προσφορά που υποβλήθηκε από την Λούκας και Χρίστος Κωνσταντίνου Λτδ. αποκλειστεί από το επόμενο στάδιο αξιολόγησης. Την 18/2/11 η Επιτροπή Αξιολόγησης υιοθέτησε την Τεχνική Έκθεση Αξιολόγησης Προσφοράς και εισηγήθηκε όπως οι αιτητές μη προχωρήσουν στο επόμενο στάδιο αξιολόγησης διότι δεν είχαν συμμορφωθεί με τους όρους του διαγωνισμού «Μέρος Α, Κεφ. 7.5. Προσφορές με διαφορετικά προϊόντα». Ειδικότερα οι αιτητές είχαν υποβάλει διαφορετικά προϊόντα αναφορικά με τα υφάσματα blackout και dimout τα οποία απαιτούντο στα προϊόντα (Α1-Α4) σε ενιαίο φάκελο και κρίθηκε ότι η προσφορά δεν πληρούσε ουσιώδη όρο.
Την 11/3/11 το Συμβούλιο Προσφορών μελέτησε και ενέκρινε την Τεχνική Έκθεση Αξιολόγησης και στις 18/3/11 αποφάσισε την κατακύρωση του διαγωνισμού στο ε.μ. που ήταν και ο μόνος προσφοροδότης που προχώρησε στην οικονομική αξιολόγηση. Οι αιτητές ενημερώθηκαν για το αποτέλεσμα με επιστολή ημερ. 21/3/11.
Οι καθ' ων η αίτηση με την ένσταση τους εγείρουν κατ' αρχήν προδικαστική ένσταση με την οποία ισχυρίζονται ότι οι αιτητές στερούνται έννομου συμφέροντος να προσφύγουν κατά της απόφασης κατακύρωσης. Εφόσον η προσφορά τους αποκλείστηκε ως εκτός προδιαγραφών.
Πρόσθετα είναι η θέση τους ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι νόμιμη, ορθή και έχει ληφθεί από τους καθ' ων η αίτηση στα πλαίσια των εξουσιών τους σε νόμιμη συγκρότηση μετά από δέουσα έρευνα και με πλήρη αιτιολογία και αποτελεί ορθή και νόμιμη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας τους.
Όπως είναι ορθό θα πρέπει πρώτα να εξετασθεί η εγερθείσα από τους καθ' ων η αίτηση προδικαστική ένσταση καθ' ότι σε περίπτωση επιτυχίας της η εξέταση της αίτησης εξαντλείται μέχρι εκεί.
Σε περίπτωση αποκλεισμού λόγω μη εκπλήρωσης ουσιώδους όρου, οι αιτητές έχουν έννομο συμφέρον να προωθήσουν προσφυγή μόνο με αναφορά στη νομιμότητα του όρου δυνάμει του οποίου αποκλειστήκαν, όταν δηλαδή πείθουν ότι ο σχετικός όρος ήταν επουσιώδης ή ότι πραγματικά δεν υπήρξε ουσιώδης απόκλιση από αυτόν.( Δημοκρατία ν. Κωνσταντινίδου κ.α. (2002) 3 Α.Α.Δ. 220). Μόνο αν διαπιστωθεί έννομο συμφέρον σε αυτή την βάση, μπορεί το Δικαστήριο να προχωρήσει και να εξετάσει άλλα θέματα που αφορούν την εγκυρότητα ή όχι της επίδικης διοικητικής πράξης (Δημοκρατία ν. Α.Κ. Χατζηιωάννου και Υιοί (2005) 3 Α.Α.Δ. 467).
Επομένως αυτό που πρέπει να εξεταστεί είναι αν ορθά αποκλείστηκαν οι αιτητές. Οι λόγοι ακύρωσης που προβάλλουν οι αιτητές συνοψίζονται στους ακόλουθους:
· Η σκοπιμότητα του συγκεκριμένου όρου αναφορικά με τον ξεχωριστό τρόπο υποβολής των διαφορετικών προϊόντων εξαντλείται στην διευκόλυνση των αξιολογούντων και η ασήμαντη παρέκκλιση από αυτόν δεν αποτελούσε παραβίαση ουσιώδους όρου που δικαιολογούσε τον αποκλεισμό των αιτητών. Ειδικότερα υποβάλλοντας οι αιτητές σε δυο από τις πέντε κατηγορίες προϊόντων, τρία διαφορετικά υφάσματα για την επένδυση των κουρτινών και παραπετασμάτων , δεν έπληξαν τον σκοπό ή την πληρότητα της προσφοράς τους αλλά έθεταν στην επιτροπή Αξιολόγησης τρεις εναλλακτικές λύσεις ίδια τιμής.
· Η απόφαση αποκλεισμού των αιτητών από την τελική φάση του διαγωνισμού, λήφθηκε καθ' υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής εξουσίας και κατά παράβαση του δημοσίου συμφέροντος.
· Η απόφαση στερείται επαρκούς αιτιολογίας.
Ο όρος, Μέρος Α, κεφάλαιο 7.5 που επικαλέστηκε η Επιτροπή Αξιολόγησης για να εισηγηθεί στην Τεχνική Έκθεση Αξιολόγησης Προσφοράς ΑΠΚΥ 015/2010 όπως οι αιτητές μη προχωρήσουν στο επόμενο στάδιο αξιολόγησης έχει ως ακολούθως:
«7.5 Προσφορές με διαφορετικά προϊόντα
Οι ενδιαφερόμενοι Οικονομικοί Φορείς μπορούν να υποβάλουν Προσφορές με διαφορετικά προϊόντα (διαφορετικοί κατασκευαστές ή διαφορετικά μοντέλα), νοουμένου ότι κάθε Προσφορά θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη, σε διαφορετικό φάκελο και πλήρης, να συμπληρώνεται σε ξεχωριστό έντυπο προσφοράς, να έχει δική της ανάλυση και να ικανοποιεί τις προδιαγραφές και τις απαιτήσεις των εγγράφων διαγωνισμού.»
Οι καθ' ών η αίτηση υποστηρίζουν καταρχάς πως στην υποβληθείσα προσφορά των αιτητών, τα εναλλακτικά μοντέλα Β01 και Β02 και D01 και D02 προέρχονται από την ίδια εταιρεία την CoulisseBV ενώ το εναλλακτικό μοντέλο D03 από διαφορετική εταιρεία, την Louvolitte. Συνεπώς εφόσον πρόκειται για διαφορετικά μοντέλα υφάσματος από διαφορετικές εταιρείες, το θέμα εμπίπτει στον επίμαχο όρο 7.5 για εναλλακτικές προσφορές. Αντιτείνουν ότι εύλογα απορρίφθηκε η προσφορά για παραβίαση ουσιώδους όρου, ο οποίος διέπεται από ρητή νομοθετική διάταξη. Πιο συγκεκριμένα, παραπέμπουν στο άρθρο 26(3) του περί Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων Προμηθειών, Έργων και Υπηρεσιών και για Συναφή θέματα Νόμο Ν.12(Ι)/2006[1], για να υποστηρίξουν ότι οι εναλλακτικές προσφορές των αιτητών θα ήταν αποδεκτές, μόνο εφόσον πληρούσαν τις ελάχιστες προϋποθέσεις που αυτές έπρεπε να πληρούν ως και τον προβλεπόμενο με τον συγκεκριμένο όρο τρόπο υποβολής τους.
Οι καθ' ων η αίτηση, πιστεύω, ατυχώς συνδέουν τον όρο 7.4 «Εναλλακτικές Προσφορές» με τον όρο «7.5. Προσφορές με διαφορετικά προϊόντα». Κατά το λεκτικό τους έχουν διαφορετικό εννοιολογικό περιεχόμενο. Η απαγόρευση εναλλακτικών προσφορών είναι απόλυτη κατά τον όρο 7.4, ενώ η υποβολή προσφορών με διαφορετικά προϊόντα κατά τον όρο 7.5 δεν ταυτίζεται με την έννοια της εναλλακτικής προσφοράς και δεν τίθεται ως εξαίρεση του προηγούμενου όρου. Στην περίπτωση της αιτήτριας εφαρμοζόταν μόνο ο όρος 7.5, εφόσον περιορίστηκε σε προσφορά εναλλακτικού τύπου για συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων στην ίδια τιμή χωρίς να έχει υποβάλει εναλλακτική προσφορά. Για τον ίδιο λόγο δεν θεωρώ ότι η περίπτωση εμπίπτει στην επικαλούμενη από τους καθ' ων η αίτηση νομοθετική πρόνοια του άρθρου 26.
Η συμμόρφωση με τις ουσιώδεις πρόνοιες του διαγωνισμού αποτελεί προϋπόθεση για συμμετοχή σ΄ αυτόν (Tamassos Tobacco Suppliers and Co. v. Δημοκρατίας ((1992) 3 Α.Α.Δ. 60). Η κρίση, κατά πόσο ο όρος που παραβιάζεται αποτελεί ουσιώδη ή μη πρόνοια, ανήκει στο Δικαστή. Το κριτήριο για τον καθορισμό της σημασίας όρου είναι αντικειμενικό (P. Steff & Co v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 891/88, ημερ. 11.10.1990). Κριτήριο είναι η σημασία που ενέχει η τήρησή του για την απόφαση για κατακύρωση της προσφοράς. Ουσιώδης είναι ο όρος η τήρηση του οποίου είναι αποφασιστικής σημασίας για τη λήψη και το περιεχόμενο της απόφασης για την κατακύρωση της προσφοράς (Medcon Construction and Others v. Republic (1968) 3 C.L.R. 535, Kounas and Sons Ltd v. Republic (1972) 3 C.L.R. 542, Vouniotis & Sons v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2355). Το τι συνιστά ουσιώδη όρο επεξηγείται από τον Πική, Δ. - όπως ήταν τότε - στις σελ. 73-74 της απόφασης στην Tamassos Tobacco Suppliers (άνω):
"Η κρίση κατά πόσο τύπος ο οποίος παραβιάζεται αποτελεί ουσιώδη ή επουσιώδη πρόνοια, ανήκει στο δικαστή (βλ. Σπηλιωτόπουλος ΈΓΧΕΙΡΙΔΙΟΝ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ', Έκδοση 1977, σσ. 404-405). Η νομολογία βεβαιώνει ότι το κριτήριο για τον καθορισμό της σημασίας και υπόστασης όρου πλειοδοτικού διαγωνισμού, είναι η σημασία που ενέχει η τήρησή του για την απόφαση για κατακύρωση της προσφοράς. Ουσιώδης είναι ο όρος η τήρηση του οποίου είναι αποφασιστικής σημασίας για τη λήψη και το περιεχόμενο της απόφασης για την κατακύρωση της προσφοράς
(βλ., μεταξύ άλλων, Medcon Construction and Others v. Republic (1968) 3 C.L.R. 535."
(Βλ. επίσης Εταιρεία Γενικών Κατασκευών ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 80 - απόφαση της Ολομέλειας).
Στην παρούσα περίπτωση ο όρος και η διαπίστωση της παραβίασης του από τους αιτητές δεν ανάγεται σε θέμα τεχνικής φύσης και γι' αυτό δεν βρίσκει έδαφος η επικαλούμενη από τους καθ' ών η αίτηση νομολογιακή αρχή, σύμφωνα με την οποία η κρίση της Διοίκησης παραμένει ανέλεγκτη εκτός μόνο στις περιπτώσεις πλάνης και υπέρβασης των ορίων διακριτικής εξουσίας. Ο όρος ήταν διαδικαστικός, αφού αφορούσε στον τρόπο υποβολής προσφοράς με διαφορετικά προϊόντα και αναγόταν στην τυπική διαδικασία τρόπου σύνταξης των εναλλακτικών προσφορών σύμφωνα με τα έγγραφα του Διαγωνισμού. Στην αρμόδια αρχή επαφίεται βέβαια ο καθορισμός των προϋποθέσεων για έγκυρη συμμετοχή και ο καταρτισμός των όρων των προσφορών, αφού αυτή είναι ο καλύτερος γνώστης των αναγκών και βρίσκεται σε ιδανική θέση να καθορίσει τις προδιαγραφές για την πλήρωσή τους (Θεοφάνους ν. Δημοκρατία, Προσφ. Αρ. 1010/87, ημερ. 24.3.90).
Μελετώντας το περιεχόμενο του συγκεκριμένου όρου υπό το πρίσμα των κριτηρίων που καθιέρωσε η νομολογία και λαμβάνοντας υπόψη τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς των δυο πλευρών, θεωρώ ότι επρόκειτο πράγματι για ουσιώδη όρο.
Σύμφωνα με την έκθεση αξιολόγησης η αιτήτρια θα έπρεπε να είχε υποβάλει τα διαφορετικά προϊόντα σε ανεξάρτητους φακέλους και να συμπληρώσει τα ξεχωριστά έντυπα προσφορών όπου θα ικανοποιούνταν οι προδιαγραφές και οι απαιτήσεις των εγγράφων του διαγωνισμού. Ο όρος εξυπηρετεί την διαφάνεια, σαφήνεια και καθαρότητα/διαύγεια αναφορικά τόσο με το ποιοτικό όσο και με το οικονομικό μέρος μιας αξιολογούμενης προσφοράς, που πρέπει να διέπουν ένα δημόσιο διαγωνισμό και με αυτή την έννοια κρίνεται ουσιώδης.
Από τα στοιχεία που τέθησαν ενώπιον του Δικαστηρίου δεν έχει προκύψει ότι τα συμπεράσματα της Τεχνικής Επιτροπής επί του εξεταζόμενου θέματος που υιοθέτησε η Επιτροπή Αξιολόγησης και στη συνέχεια το Συμβούλιο Προσφορών πάσχουν καθ' οιονδήποτε τρόπο. Η προσφορά των αιτητών δεν πληρούσε ουσιώδη όρο του Διαγωνισμού (όρο 7.5) και συνεπώς ορθά αποκλείσθηκαν από την περαιτέρω διαδικασία. Αποτέλεσμα τούτου είναι να μην έχει έννομο συμφέρον στην παρούσα προσφυγή. (βλ. Multiklima Malliotis Eng. Ltd. v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 401, Δημοκρατία ν. Μάριος Θεοχαρίδης Λτδ., (2008) 3 Α.Α.Δ. 488).
Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1300 έξοδα πλέον ΦΠΑ εναντίον των αιτητών και υπέρ των καθ' ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.
/ΚΑΣ
[1] 26.-(1) Όταν η ανάθεση γίνεται με βάση το κριτήριο της πλέον συμφέρουσας από
οικονομική άποψη προσφοράς, οι αναθέτουσες αρχές δύνανται να επιτρέπουν στους
προσφέροντες να υποβάλλουν εναλλακτικές προσφορές.
(2) Οι αναθέτουσες αρχές επισημαίνουν στην προκήρυξη του διαγωνισμού εάν
επιτρέπουν τις εναλλακτικές προσφορές. Εάν δεν υπάρχει σχετική επισήμανση, οι
εναλλακτικές προσφορές δεν επιτρέπονται.
(3) Οι αναθέτουσες αρχές που επιτρέπουν τις εναλλακτικές προσφορές αναφέρουν στα
έγγραφα του διαγωνισμού τις ελάχιστες προϋποθέσεις που αυτές πρέπει να πληρούν,
καθώς και τον τρόπο υποβολής τους.
(4) Οι αναθέτουσες αρχές λαμβάνουν υπόψη τους μόνο τις εναλλακτικές προσφορές που ανταποκρίνονται στις ελάχιστες απαιτήσεις που έχουν ορίσει.