ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Σταματάρης, για τον Αιτητή. Ζωή Κυριακίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-05-30 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΙΑΚΩΒΙΔΗΣ ν. ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΜΕΣΩ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ, Υπόθεση Αρ. 1665/2011 , 30/5/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D356

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1665/2011 )

 

30 Μαΐου, 2014

 

[Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΟ  ΑΡΘΡΟ  146  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ  ΙΑΚΩΒΙΔΗΣ,

 

Αιτητής,

ν.

 

 

ΤΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ  ΤΗΣ  ΚΥΠΡΟΥ,  ΜΕΣΩ  ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ  ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ  ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ  ΤΟΥ  ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ  ΕΡΓΑΣΙΑΣ  ΚΑΙ  ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ  ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,

 

Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

Σταματάρης, για τον Αιτητή.

Ζωή Κυριακίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.:  Η παρούσα προσφυγή στρέφεται εναντίον της νομιμότητας της απόφασης του Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ημερομηνίας 18.10.2011, με την οποία απορρίφθηκε αίτημα του αιτητή για να του χορηγηθεί επίδομα προσωρινής ανικανότητας για εργασία.  Ο Διευθυντής, με την απόφασή του, πληροφορούσε τον αιτητή τα εξής:-

 

«Αναφέρομαι στην αίτηση σας ημερομηνίας 12.4.2010 για επίδομα προσωρινής ανικανότητας για εργασία δυνάμει των περί Αποζημίωσης Θυμάτων Βίαιων Εγκλημάτων Νόμων και Κανονισμών (Ν.51(Ι)/1997, Ν.126(Ι)/2006 και ΚΔΠ 328/2006) και επιθυμώ να σας πληροφορήσω ότι αυτή απορρίπτεται για τον πιο κάτω λόγο:

 

Η προαναφερόμενη νομοθεσία, άρθρο 2, προνοεί αποζημίωση μόνο στην περίπτωση που το θύμα έχει υποστεί σοβαρή σωματική βλάβη ή κλονισμό της υγείας του που αποδίδεται άμεσα σε ένα βίαιο έγκλημα και σύμφωνα με ιατρική γνωμάτευση συνεπάγεται παραμονή σε νοσοκομείο και αποχή από την εργασία για περίοδο όχι μικρότερη των 8 ημερών.  Στην περίπτωση σας, με βάση τα ιατρικά πιστοποιητικά που έχετε προσκομίσει, δεν έχετε νοσηλευτεί για την ελάχιστη απαιτούμενη περίοδο.»

 

 

 

Στην τελευταία πρόταση του πιο πάνω κειμένου, αναφέρεται, συγκεκριμένα, ο λόγος απόρριψης του αιτήματος, ανωτέρω, του αιτητή, το οποίο αυτός είχε υποβάλει στις 12.4.2010, δυνάμει του περί Αποζημίωσης Θυμάτων Βίαιων Εγκλημάτων Νόμου του 1997, (Ν. 51(Ι)/97), όπως έχει τροποποιηθεί.  Η απάντηση του Διευθυντή ήλθε δεκαοκτώ μήνες μετά, λόγω καθυστέρησης που σημειώθηκε στην εξέτασή του.  Δεν εγείρεται, όμως, οποιοδήποτε θέμα σχετικά και, επομένως, η πτυχή αυτή δε θα εξεταστεί περαιτέρω.  Είναι, όμως, σημαντικό να επισημανθεί, στο σημείο αυτό, ότι ο πιο πάνω Νόμος θεσπίστηκε ως αποτέλεσμα της επικύρωσης από τη Δημοκρατία της ομώνυμης Ευρωπαϊκής Σύμβασης, η οποία προβλέπει για την αποζημίωση θυμάτων βίαιων εγκλημάτων, όταν δεν υπάρχουν άλλες πηγές, στις οποίες αυτά να μπορούν να προσφύγουν για αποζημίωσή τους.  Προς υλοποίηση δε του πιο πάνω σκοπού, αναφέρεται στο προοίμιο του Νόμου ότι:-

 

«... τα Κράτη-Μέρη της Σύμβασης αναλαμβάνουν την υποχρέωση να εξασφαλίσουν ελάχιστο όριο αποζημίωσης σε θύματα εγκλημάτων βίας, που διαπράττονται στην επικράτεια τους, στις περιπτώσεις όπου δεν παρέχεται πλήρης αποζημίωση από άλλες πηγές.»

 

 

 

΄Οπως προκύπτει από την ίδια την προσβαλλόμενη απόφαση, ο αιτητής, υποβάλλοντας το αίτημά του, είχε ισχυριστεί ότι υπήρξε θύμα βίαιου εγκλήματος, συνεπεία του οποίου αυτός υπέστη σοβαρή σωματική βλάβη.  Η επιδίωξή του ήταν να επωφεληθεί από τις πρόνοιες του πιο πάνω Νόμου, με δεδομένο ότι, ως αποτέλεσμα του τραυματισμού του, κρατήθηκε μερικές ημέρες στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας για νοσηλεία, ενώ, στη συνέχεια, με σύσταση θεράποντος ιατρού, παρέμεινε για κάποιο χρονικό διάστημα και εκτός εργασίας.  Εμμένει, προφανώς, σε αυτή, εξ ου και η καταχώριση της παρούσας προσφυγής, με την οποία προσβάλλει τη νομιμότητα της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης. 

 

΄Οσον αφορά τα γεγονότα που περιβάλλουν την υπόθεση, αυτά είχαν σημειωθεί κατά τις μεταμεσονύκτιες ώρες της 14.8.2009, σε κάποιο κέντρο αναψυχής, στη Λευκωσία.  Συγκεκριμένα, ο αιτητής, καθ' ον χρόνο βρισκόταν εκεί για σκοπούς ψυχαγωγίας, δέχτηκε επίθεση και άγριο ξυλοδαρμό από αγνώστους, πέντε ή έξι τον αριθμό.  Με το πέρας του επεισοδίου, διακομίστηκε με ασθενοφόρο στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, όπου κρατήθηκε για νοσηλεία.  Εξειδικευμένες ιατρικές εξετάσεις κατέδειξαν ότι αυτός, συνεπεία του ξυλοδαρμού του, υπέστη κάταγμα της ένατης πλευράς αριστερά και του πρόσθιου τοιχώματος του αριστερού ιγμορείου.  Αφού έτυχε της απαραίτητης θεραπείας, στις 17.8.2009 εξήλθε από το νοσοκομείο, με οδηγίες για ανάπαυση και εξέταση στα εξωτερικά ιατρεία.  Οι τελευταίες  αυτές πληροφορίες αναφέρονται σε ιατρικό πιστοποιητικό, το οποίο εκδόθηκε στις 21.9.2009.  Κατά την ημέρα της εξόδου του αιτητή από το νοσοκομείο, χορηγήθηκε σ' αυτόν, από θεράποντα ιατρό, πιστοποιητικό ασθενείας, με το οποίο του δίδονταν οδηγίες να απουσιάσει από την εργασία του «από 14/8/09 μέχρι 15/9/09», δηλαδή για ένα ολόκληρο μήνα, προφανώς, για σκοπούς ανάρρωσής του.  Οι οδηγίες αυτές συνάδουν με την ανάλογη αναφορά σε «οδηγίες για ανάπαυση» στο πιστοποιητικό της 21.9.2009, που αναφέρθηκε πιο πάνω. 

 

Τέλος, όπως, επίσης, αναφέρεται στα γεγονότα, ο αιτητής κατάγγειλε το επεισόδιο του ξυλοδαρμού του κατά την ίδια ημέρα που αυτό είχε συμβεί, δηλαδή στις 14.8.2009, στον αστυνομικό σταθμό Λυκαβητού.  ΄Οταν, όμως, ακολούθως, ο Διευθυντής απευθύνθηκε, με επιστολή του, στον Αρχηγό Αστυνομίας, ζητώντας να του αποσταλεί έκθεση γεγονότων, πήρε την απάντηση ότι, αν και είχε δημιουργηθεί ποινικός φάκελος για τη συγκεκριμένη υπόθεση, προφανώς συνεπεία της καταγγελίας, τελικά, στις 13.1.2010, αυτή ταξινομήθηκε ως «ανεξιχνίαστη».

 

Η εν λόγω αστυνομική έκθεση, όπως και άλλα στοιχεία, προβλέπεται από το άρθρο 7(2) του Νόμου ότι πρέπει να συνοδεύει αίτημα όπως το υπό αναφορά, προς το σκοπό υποβοήθησης της εξέτασής του.  ΄Οπως δε γίνεται αντιληπτό, τέτοια έκθεση ουδέποτε υποβλήθηκε από τον αιτητή, προφανώς, για το λόγο που έχει προαναφερθεί.  Εντούτοις, ο Διευθυντής δεν έθεσε θέμα σε σχέση με την παράλειψη αυτή στα πλαίσια της απόφασής του, η οποία προσβάλλεται με την προσφυγή.  Είχαν, όμως, υποβληθεί από τον αιτητή τα ιατρικά έγγραφα, τα οποία αναφέρθηκαν πιο πάνω.  Ο Διευθυντής, κατ' εφαρμογή, όπως έκρινε, συγκεκριμένης πρόνοιας στο Νόμο, βάσισε, προφανώς, την απόφασή του στην αναφορά η οποία υπάρχει στο ιατρικό πιστοποιητικό ημερομηνίας 21.9.2009 και φέρει τον αιτητή να είχε παραμείνει στο νοσοκομείο για τέσσερις μέρες μόνο.  Η εν λόγω πρόνοια εντοπίζεται στο ερμηνευτικό άρθρο 2 του Νόμου και ερμηνεύει τη φράση «σοβαρή σωματική βλάβη ή κλονισμός της υγείας», συναρτώντας τη διάγνωσή της με απαιτούμενο χρόνο νοσηλείας και ανάρρωσης και ορίζοντας κατώτατο χρονικό όριο, ως, πιθανώς, αναγκαίο για το σκοπό αυτό.  Αναφέρει τα εξής:-

 

«'σοβαρή σωματική βλάβη ή κλονισμός υγείας' σημαίνει σωματική βλάβη ή κλονισμό της υγείας που σύμφωνα με ιατρική γνωμάτευση συνεπάγεται παραμονή σε νοσοκομείο και αποχή από την εργασία για περίοδο όχι μικρότερη από 8 ημέρες·»

 

 

 

Σε συνέχεια των πιο πάνω αδιαμφισβήτητων γεγονότων, δεν υπήρξε, πρόσθετα, αμφισβήτηση ότι ο αιτητής, συνεπεία του ξυλοδαρμού του, είχε υποστεί σοβαρό τραυματισμό στο σώμα και στο πρόσωπό του.  Εντούτοις, το αίτημά του απορρίφθηκε, διότι αυτός δεν είχε «νοσηλευτεί για την ελάχιστη απαιτούμενη περίοδο».  Αυτή είναι, ουσιαστικά, η αιτιολογία που ο Διευθυντής δίνει στην εν λόγω απόφασή του, εννοώντας, προφανώς, ότι ο αιτητής, για να δικαιούταν την αποζημίωση που προβλέπει ο Νόμος, έπρεπε να είχε τύχει νοσηλείας σε νοσοκομείο για τον ελάχιστο χρόνο των οκτώ ημερών που προβλέπει η πρόνοια, ανωτέρω.  Οι συνήγοροι, μέσω των αγορεύσεών τους, υποστήριξαν, ο καθένας, τη δική του διαφορετική άποψη όσον αφορά την εφαρμογή της πιο πάνω πρόνοιας ως προς το χρόνο στα κοινώς αποδεκτά γεγονότα. 

 

Η αναφορά στην υπό εξέταση πρόνοια σε «παραμονή σε νοσοκομείο» και «αποχή από την εργασία» δεν μπορεί, από απόψεως χρόνου, παρά να εννοεί δύο ξεχωριστές μεταξύ τους περιόδους, με τη δεύτερη να ακολουθεί, κατά λογική συνέπεια, την πρώτη, ως περίοδος ανάρρωσης μετά από την ενδονοσοκομειακή νοσηλεία ενός ασθενή.  ΄Οσον αφορά δε τη νοσηλεία, με την έννοια της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, δεν αποκλείεται αυτή να συνεχίσει και εκτός νοσοκομείου, με αποχή ή και χωρίς αποχή του ασθενή από την εργασία.  ΄Ομως, το επόμενο αυτό στάδιο νοσηλείας, σαφώς, δεν εμπίπτει στην πρόνοια, ανωτέρω, του νόμου, εκτός βέβαια και αν συνοδεύεται με αποχή και από την εργασία.  Η περίοδος αυτή αποτελεί, ουσιαστικά, το δεύτερο κριτήριο που θέτει ο Νόμος για τον υπολογισμό του χρόνου των οκτώ ημερών και, όπως έχει, ήδη, διαπιστωθεί, αυτό είναι ανεξάρτητο από το πρώτο, αφού δεν μπορεί να αναφέρεται στην περίοδο παραμονής του ασθενή στο νοσοκομείο, που είναι λογικό ότι υπάρχει τέτοια αποχή, εν πάση περιπτώσει.  ΄Επειτα, είναι δυνατό, σε μια περίπτωση, να δοθεί σε ασθενή χρόνος αποχής από την εργασία μετά την έξοδό του από το νοσοκομείο, ως ανεξάρτητης πλέον περιόδου, προς υποβοήθηση της ανάρρωσής του, εφόσον τούτο κριθεί αναγκαίο από θεράποντα ιατρό.  Αυτό ακριβώς είχε συμβεί στην προκειμένη περίπτωση, με τη χορήγηση στον αιτητή άδειας απουσίας από την εργασία του από τις 14.8.2009 μέχρι τις 15.9.2009, δηλαδή για 33 ημέρες, περίοδος η οποία, από μόνη της, υπερβαίνει κατά πολύ τις οκτώ ημέρες που προβλέπει ο Νόμος.

 

Αυτά όσον αφορά τα γεγονότα και την ερμηνεία της εν λόγω πρόνοιας.  Συνεκτιμώντας τα δε, για σκοπούς της παρούσας προσφυγής, διαπιστώνεται ότι ο Διευθυντής, ως η αρμόδια διοικητική αρχή, ερμήνευσε λανθασμένα το Νόμο και, δη, τη συγκεκριμένη πρόνοια, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί σε νομικά λανθασμένη απόφαση.  Η αναφορά είναι στην απόφαση του Διευθυντή ημερομηνίας 18.10.2011, με την οποία αγνοήθηκε το γεγονός ότι στον αιτητή είχε χορηγηθεί και χρόνος αποχής από την εργασία.  Επομένως, ως εκ της πιο πάνω κατάληξης, η εν λόγω απόφαση στερείται έννομου αποτελέσματος και κηρύσσεται άκυρη, δυνάμει του ΄Αρθρου 146.4(β) του Συντάγματος

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ' ων η αίτηση, καθοριζόμενα στο ποσό των €1.500,00.

 

 

 

 

 

 

                                                                  Γ.Ν. Γιασεμής,

                                                          Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο