ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D232
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ.: 306/2012)
31 Mαρτίου, 2014
[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 12, 23(5) 28 ΚΑΙ 29 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.
ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ
Αιτητής,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΥΓΕΙΑΣ
Καθ΄ων η αίτηση.
__________
Λ. Διομήδους, για τον Αιτητή.
Λ. Γρηγορίου (κα), για τους Καθ΄ ων η Αίτηση.
----------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Με την αίτηση του ο αιτητής επιδιώκει να κηρυχθεί η παράλειψη του καθ΄ ου η αίτηση για επανεξέταση του αιτήματος του για καταβολή των εξόδων της διάγνωσης και θεραπείας του στο American Heart Institute, κατόπιν ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 10.6.2011 στην Προσφυγή Αρ. 661/2010, ως άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
Ο αιτητής αναφερόμενος σε «προσβαλλόμενη απόφαση» βασίζεται στα Άρθρα 29 και 146.1 του Συντάγματος και στον περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (158(Ι)/1999), άρθρα 3-60. Η αρμόδια αρχή, μετά την έκδοση της ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ξεκίνησε τη διαδικασία επανεξέτασης του αιτήματος του. Ενώ η διαδικασία βρισκόταν στο τελικό στάδιο προκειμένου ο φάκελος να υποβληθεί ενώπιον του Υπουργού Υγείας για να ληφθεί τελική απόφαση, διαπιστώθηκε ότι ουδέποτε είχε αξιολογηθεί η οικονομική πτυχή του αιτήματος για να διαπιστωθεί αν ο αιτητής ήταν δικαιούχος δωρεάν ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης σύμφωνα με τα ισχύοντα οικονομικά κριτήρια ή αν προέκυπτε οποιαδήποτε επιβάρυνση.
Στις 6.3.3012 ζητήθηκε γραπτώς από τον αιτητή να προσκομίσει στοιχεία σχετικά με τα οικογενειακά του εισοδήματα προκειμένου η αρμόδια αρχή να λάβει υπόψη κατά τη λήψη της απόφασης την καταβολή ή όχι μέρους των εξόδων, σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 13 του Σχεδίου Παροχής Οικονομικής Αρωγής για Υπηρεσίες Υγείας που δεν προσφέρονται στο Δημόσιο Τομέα και ισχύει για πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας που διαμένουν μόνιμα στην Κύπρο ή για υπηκόους κρατών-μελών για τους οποίους ισχύουν οι διατάξεις των πράξεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΚ) αρ. 1408/71, (ΕΚ) αρ. 1386/2001 και (ΕΟΚ) αρ. 574/72, μόνιμους κάτοικους Κύπρου. Ο αιτητής παρέλειψε να προσκομίσει τα εισοδήματα της συζύγου του αναφέροντας ότι «η σύζυγος του δεν συνεργάζεται για εξασφάλιση των σχετικών στοιχείων». Ο Υπουργός Υγείας με τα ενώπιον του δεδομένα ενημέρωσε τον αιτητή με επιστολή ημερ. 23.4.2012 ότι δεν ήταν δυνατόν να αποφασίσει για την ικανοποίηση ή μη του αιτήματος, εφόσον για να λάβει τη σχετική απόφαση θα έπρεπε να είχε ενώπιον του πλήρη αξιολόγηση των οικογενειακών εισοδημάτων.
Είναι η θέση των καθ΄ ων η αίτηση ότι η αρμόδια αρχή δεν παρέλειψε να επανεξετάσει το ζήτημα. Αντιθέτως, προκειμένου να υπάρχει σαφής εικόνα πριν τη λήψη της απόφασης ήταν απαραίτητο να ληφθούν όλα τα σχετικά στοιχεία τα οποία ζητήθηκαν από τον αιτητή και αυτός παρέλειψε να τα προσκομίσει ή να ανταποκριθεί.
Το Άρθρο 29 του Συντάγματος:
«1. Έκαστος έχει το δικαίωμα ατομικώς ή ομού μετ' άλλων να υποβάλλη εγγράφους αιτήσεις ή παράπονα προς οιανδήποτε αρμοδίαν δημοσίαν αρχήν δικαιούμενος ν' απαιτήση, όπως αύτη επιληφθή αυτών και αποφασίση ταχέως. Η απόφασις της αρχής ταύτης, δεόντως ητιολογημένη, γνωστοποιείται εγγράφως αμέσως εις τον υποβαλόντα την αίτησιν ή τα παράπονα εν πάση περιπτώσει ενός προθεσμίας μη υπερβαινούσης τας τριάκοντα ημέρας.
2. Εφ' όσον ο ενδιαφερόμενος δεν ικανοποιείται εκ της αποφάσεως ή οσάκις ουδεμία απόφασις γνωστοποιήται προς αυτόν εντός της καθοριζομένης εν τη πρώτη παραγράφω του παρόντος άρθρου προθεσμίας δύναται ο ενδιαφερόμενος ν' αγάγη ενώπιον αρμοδίου δικαστηρίου διά προσφυγής την υπόθεσιν, εις ην αφορά η αίτησις ή το παράπονον αυτού.»
Το δε Άρθρο 146.5 το οποίο επίσης επικαλούνται οι δικηγόροι του αιτητή προνοεί
«5. H κατά την τετάρτην παράγραφον του παρόντος άρθρου απόφασις δεσμεύει παν δικαστήριον, όργανον ή αρχήν εν τη Δημοκρατία, και τα περί ων πρόκειται όργανα, αρχαί ή πρόσωπα υποχρεούνται εις ενεργόν συμμόρφωσιν προς ταύτην.»
Η υποχρέωση για απάντηση μέσα στην προθεσμία των 30 ημερών συντρέχει όταν η λήψη της απόφασης είναι εφικτή, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστατικών της υπόθεσης. Η διοίκηση οφείλει, σε κάθε περίπτωση, να δίδει εγγράφως μέσα στην προθεσμία πληροφορίες για την πορεία της υπόθεσης. Ο ενδιαφερόμενος δικαιούται, μετά την παρέλευση άπρακτης της περιόδου των τριών μηνών από την ημέρα της υποβολής της αναφοράς, να θεωρήσει την παράλειψη της αρμόδιας αρχής ως άρνηση να ικανοποιήσει το αίτημα του και δικαιούται να προσβάλει ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου την παράλειψη ως τέτοια. Στην περίπτωση αυτή ο ενδιαφερόμενος δεν μπορεί ταυτοχρόνως να προσβάλλει με βάση το Άρθρο 29 την παράλειψη απάντησης εκτός αν από την παράλειψη έχει υποστεί βλάβη (άρθρο 36 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(Ι)/99). Παράλειψη διοικητικού οργάνου να εκπληρώσει το καθήκον που του έχει ανατεθεί υπόκειται σε αναθεώρηση μόνο στην περίπτωση που η παράλειψη συνίσταται στη μη εκπλήρωση θετικής εκ του Νόμου υποχρέωσης. Η αδράνεια ελέγχεται εκεί όπου η παράλειψη της διοίκησης εκτρέπεται από το θεσμοθετημένο καθήκον της, Άρθρο 146.1 του Συντάγματος, γιατί μόνο τότε η παράλειψη παράγει έννομα αποτελέσματα και είναι συνεπώς εκτελεστή. Η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου διαχρονικά αποκαλύπτει ότι η φύση της παράλειψης διοικητικού οργάνου μπορεί να αποτελέσει αυτοτελώς αντικείμενο αναθεώρησης (Mustafa Hamza Uludag and the Republic 3 R.S.C.C. 131, The Police Association and Others v. The Police (1972) 2 C.L.R. 1, 23, Cyprus Tannery Ltd v. Republic (1980) 3 C.L.R. 405, 415). Μόνο στις περιπτώσεις όπου πρόκειται για παράλειψη εκπλήρωσης της υποχρέωσης ή εκτέλεσης καθήκοντος αυτή συνεχίζεται μέχρις ότου θεραπευτεί. Ως τελική κατάληξη: Ο αιτητής όταν αξιώνει θεραπεία σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος σε συνάρτηση με το ουσιαστικό του αίτημα δεν μπορεί να αξιώνει ταυτοχρόνως ξεχωριστή θεραπεία για παράλειψη της διοίκησης στη βάση της παραβίασης του Άρθρου 29 του Συντάγματος.
Όπως μεταφέρεται από το σύγγραμμα του Θ.Δ. Τσάτσου «Αίτησις ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας», 2η έκδοση, σελ. 44:
«Δια τούτου έννομον συμφέρον υπάρχει μόνον εφ΄ όσον ο αιτούμενος την ακύρωσιν της προσβαλλομένης πράξεως ή παραλείψεως έχει ήδη ζημιωθή ή είναι βέβαιον ότι θα ζημιωθή εξ αυτής και δεν αρκεί μόνον η προσδοκία ωφελείας ή αποφυγής ζημίας εκ της ακυρώσεως. Οσάκις ο αιτούμενος την ακύρωσιν δεν έχει ήδη ζημιωθή υπό την ανωτέρω καθορισθείσαν έννοιαν, εκ της προσβαλλομένης πράξεως ή παραλείψεως, το συμφέρον αυτού είναι ενδεχόμενον και μελλοντικόν.»
Είναι σαφές από τα γεγονότα όπως εκτίθενται στην αίτηση αλλά και στη γραπτή αγόρευση του δικηγόρου του αιτητή ότι το αίτημα του συνίσταται στην παράλειψη της αρχής να του απαντήσει μετά την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η απάντηση δόθηκε στις 23.4.2012. Ο Υπουργός Υγείας δεν ήταν δυνατόν να πάρει οποιαδήποτε απόφαση εφόσον ανέμενε τα πλήρη στοιχεία του αιτητή όπως του ζητήθηκαν και όπως ο τελευταίος ενημερώθηκε με επιστολή των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 23.4.2012, επιστολή η οποία αποτελεί και την απάντηση της διοίκησης στο αίτημα για επανεξέταση. Η θέση των καθ΄ων η αίτηση με βρίσκει καθόλα σύμφωνη. Ο αιτητής θα έπρεπε να προσβάλει με νέα προσφυγή την απόφαση του Υπουργείου Υγείας ημερ. 23.4.2012, εφόσον δόθηκε απάντηση στον αιτητή με τρόπο τέτοιο ώστε να εκλείπει το αντικείμενο της υπό κρίση αίτησης. Η νομιμότητα της απάντησης της διοίκησης εκφεύγει του ελέγχου του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Δεν θα συμφωνήσω με την εισήγηση του δικηγόρου του αιτητή ότι μέχρι την επίδοση της προσφυγής δεν είχε επανεξεταστεί το αίτημα του αιτητή και ότι από τη στιγμή που δεν έχει εκδοθεί μέχρι σήμερα οποιαδήποτε απόφαση η αίτηση θα πρέπει να επιτύχει. Η Μαυρονύχης ν. Αρχής Βιομηχανικής Κατάρτισης (1995) 1 Α.Α.Δ. 612, 619, με την οποία κρίθηκε ότι παράλειψη της διοίκησης για άρση κάθε πτυχής της άκυρης απόφασης και λήψη της κατάλληλης ενέργειας προς συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση αντιμετωπίζεται με νέο αναθεωρητικό έλεγχο, δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής στην υπό κρίση αίτηση.
Ο αιτητής ανταπαντώντας υποστηρίζει ότι η επιστολή ημερ. 23.4.2012 δεν αποτελεί εκτελεστή πράξη αλλά πράξη προπαρασκευαστική, παραπέμποντας στο σύγγραμμα του Μ. Στασινόπουλου, «Δίκαιο των Διοικητικών Διαφορών», 4η έκδοση, σελ. 173:
«Οι ακόλουθες πράξεις χαρακτηρίζονται ως μη εκτελεστές:
3. Άλλαι πράξεις χαρακτηριζόμεναι ως προπαρασκευαστικαί ήτοι ως τείνουσαι εις την προπαρασκευήν της μέλλουσας να εκδοθή εκτελεστής διοικητής πράξεως. Τοιαύται είναι αι πληρούσαι συνήθως διαδικαστικούς τύπος καθοριζόμενους υπό του νόμου ως
(α) ............
(β) Αι προκαταρκτικαί προσκλήσεις προς παροχήν πληροφοριών και αι συναφείς προκαταρκτικαί ανακοινώσεις προς τους ενδιαφερόμενους.»
Καθώς και στο σύγγραμμα Θ.Δ. Τσάτσου «Η Αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας», 3η έκδοση, σελ. 120-121:
«Κατά την Νομολογίαν του Συμβουλίου της Επικρατείας δεν είναι πράξις εκτελεστή η παρέχουσα ειδοποίηση ή απλήν ανακοίνωσιν των απόψεων της διοικήσεως.»
Ο συνήγορος του αιτητή όμως αποφεύγει να τοποθετηθεί για την εμβέλεια του άρθρου 36 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου όπου με σαφήνεια, όπως είδαμε ανωτέρω, προβλέπεται ότι μετά την πάροδο τριών μηνών από την ημέρα της επιβολής της αναφοράς ο ενδιαφερόμενος δικαιούται να θεωρήσει την παράλειψη της αρμόδιας αρχής να του απαντήσει ως άρνηση και να προσβάλει ενώπιον Δικαστηρίου την παράλειψη αυτή ως άρνηση ικανοποίησης της αναφοράς του. Στην παρούσα περίπτωση ζητήθηκαν από τον αιτητή σχετικά στοιχεία ώστε η αρμόδια αρχή, ο Υπουργός, να καταλήξει στην απόφαση του, ο δε αιτητής παρέλειψε μέχρι σήμερα να τα παράσχει.
Στη βάση των γεγονότων που έχω παραθέσει πιο πάνω και του νομικού πλαισίου κρίνω ότι η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει. Σε καμιά περίπτωση τα γεγονότα μπορούν να οδηγήσουν σε παράλειψη ή άρνηση του Υπουργού να επανεξετάσει το αίτημα ύστερα από την ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Προσφυγή 661/10.
Η αίτηση απορρίπτεται με €1.200 έξοδα σε βάρος του αιτητή.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
/ΦΚ