ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Π. Δαμιανού (κα.), για τους Αιτητές. Τ. Ιακωβίδου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-02-27 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο SERBAN MIHAELA κ.α. ν. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ κ.α., Υπόθεση Αρ. 323/2012, 27/2/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D153

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ  ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση  Αρ. 323/2012)

 

27 Φεβρουαρίου, 2014

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

1.     SERBAN MIHAELA,

2.    SANDEEP SINGH,

Αιτητές,

ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1.     ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2.    ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,

Καθ΄  ων η αίτηση.

____________________

 

Π. Δαμιανού (κα.), για τους Αιτητές.

Τ. Ιακωβίδου (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.


Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:   Με την προσφυγή τους οι αιτητές ζητούν, μεταξύ άλλων, απόφαση του δικαστηρίου με την οποίαν να ακυρούται η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση, ημερ. 20.12.2011, με την οποίαν απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή των αιτητών κατά της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση για κήρυξη του γάμου τους ως εικονικού.

 

Με την προσφυγή ζητείται και δήλωση ή απόφαση του δικαστηρίου με την οποία να διατάσσονται οι καθ΄ ων η αίτηση να παραχωρήσουν άδεια στους αιτητές να παραμείνουν στην Κυπριακή Δημοκρατία μέχρι την εκδίκαση της προσφυγής. 

 

Το παρόν ακυρωτικό δικαστήριο δεν έχει εξουσία να διατάξει τους καθ΄ ων η αίτηση να παραχωρήσουν άδεια παραμονής στους αιτητές. 

 

Θα εξετάσω στη συνέχεια το ζήτημα της εγκυρότητας της προαναφερόμενης απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 20.12.2011 που, κατά την εκτίμηση μου, είναι το κύριο ζήτημα που εγείρεται με την παρούσα προσφυγή. 

 

Εν πάση περιπτώσει δεν ηγέρθηκε οποιαδήποτε ένσταση αναφορικά με πολλαπλότητα ζητούμενων θεραπειών.

Τα αδιαμφισβήτητα γεγονότα της υπόθεσης είναι ότι οι αιτητές τέλεσαν πολιτικό γάμο στο Δημαρχείο Λύσης, στη Λάρνακα, στις 14.5.2009.   Ο αιτητής αρ. 2, ο οποίος είναι Ινδός, ήλθε στην Κύπρο το 2003 με άδεια εισόδου για να φοιτήσει σε κολλέγιο στη Λευκωσία.  Του δόθηκε άδεια παραμονής μέχρι το 2004, το 2004 υπέβαλε αίτηση πολιτικού ασύλου και του παραχωρήθηκε άδεια μέχρι το 2006.  Η αίτηση του για άσυλο απορρίφθηκε το 2007 και ο αιτητής κλήθηκε να αναχωρήσει για τη χώρα του με επιστολή των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 20.3.2009.  Αντί να αναχωρήσει, ο αιτητής αρ. 2, στις 14.5.2009, τέλεσε τον προαναφερόμενο γάμο με την αιτήτρια αρ. 1, η οποία κατάγεται από τη Ρουμανία και είναι ευρωπαία πολίτις.  Η αιτήτρια αρ. 1 βρισκόταν στην Κύπρο από το 2005.   

 

Στην ένσταση των καθ΄ ων η αίτηση προβάλλεται προδικαστική ένσταση σύμφωνα με την οποία η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη επειδή οι καθ΄  ων η αίτηση εξέδωσαν νέα αρνητική απόφαση αργότερα, στις 9.3.2012.   Δεν τέθηκε ενώπιον μου η απόφαση της 9.3.2012, όμως θεωρώ ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ημερ. 20.12.2011, με την οποίαν απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή των αιτητών εναντίον της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση για εικονικότητα του γάμου των αιτητών, είναι εκτελεστή διοικητική πράξη εφόσον παράγει έννομα αποτελέσματα. 

 

Οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, μη δέουσα έρευνα και μη επαρκή ή καθόλου αιτιολογία.  Περιλαμβάνουν επίσης πλάνη περί τα πράγματα και το νόμο. 

 

Εξέτασα με προσοχή όλα τα ενώπιον μου στοιχεία.  Έλαβα ιδιαίτερα υπόψιν μου το περιεχόμενο και το λεκτικό της προσβαλλόμενης απόφασης ημερ. 20.12.2011.  Στην απόφαση αναγράφεται ότι η ιεραρχική προσφυγή των αιτητών απορρίπτεται επειδή, όπως έχει διαφανεί:  «(α)  Οι δηλώσεις των συζύγων αναφορικά με πληροφορίες προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν, ήταν αντιφατικές (άρθρο 7Α(3) (δ) του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου),  (β)  Η αλλοδαπή έχει στο παρελθόν αντιμετωπίσει προβλήματα όσον αφορά την άδεια διαμονής της στη Δημοκρατία (άρθρο 7Α(3) (ζ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου)».  

 

Εκτός από την ίδια την προσβαλλόμενη απόφαση, διαφωτιστικό είναι και το Παράρτημα 7 επί της ενστάσεως το οποίο βρίσκεται και στον Υπηρεσιακό Φάκελο που κατατέθηκε ενώπιον μου ως τεκμήριο 1.  Το Παράρτημα 7 είναι σημείωμα προς το Διοικητή ΥΑΜ ημερ. 7.10.2010.   Σ΄ αυτό αναγράφεται ότι ο Αστυφύλακας 4671 επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον αιτητή αρ. 2 και διευθέτησε συνάντηση και με τους δύο αιτητές για τις 17.2.2011.  Την ημερομηνία εκείνη προσήλθε μόνον ο αιτητής αρ. 2 λέγοντας ότι η αιτήτρια αρ. 1 εργαζόταν και δεν μπορούσε να παρουσιαστεί.   Του υπεδείχθη ότι θα έπρεπε να προσέλθουν και οι δύο αιτητές και διευθετήθηκε νέα συνάντηση για τις 19.2.2011.  Στις 19.2.2011 προσήλθαν και οι δύο αιτητές οι οποίοι, σύμφωνα με το σημείωμα, «υπέπεσαν σε σωρείαν αντιφάσεων με πιο σοβαρή τη δικαιολογία της προηγούμενης συνάντησης, δηλαδή ο σύζυγος έλεγε ότι η σύζυγος του εργαζόταν και δεν μπορούσε να παρευρεθεί ενώ η ίδια είπε ότι είχε σχολάσει η ώρα 13.00 αλλά δεν πήγε σπίτι γιατί δεν ήθελε να παρουσιαστεί στο γραφείο μου λέγοντας ότι είναι υποχρέωση μας να πάμε εμείς στο σπίτι τους για έλεγχο, ανέφερε επίσης ότι βρισκόταν με κάποια φίλη της επίσης από τη Ρουμανία ...».   Σε άλλο σημείο του ίδιου σημειώματος αναγράφονται τα εξής:  «Στη συνέχεια καλέσαμε και τους δύο μαζί στο γραφείο όπου ζητήθηκε να δώσουν εξηγήσεις για όλες τις αντιφάσεις αλλά αντί αυτού άρχισαν να μαλλώνουν μεταξύ τους χωρίς ωστόσο να παραδέχονται οτιδήποτε και χωρίς να δώσουν οποιαδήποτε εξήγηση προφανώς γιατί δεν είχαν κάποια εξήγηση.  Παρά την επιμονή μας αυτοί επέμεναν ότι ζουν κάτω από την ίδια στέγη.  Γνώμη μου είναι ότι πιθανόν να υπάρχει συμβίωση αλλά αυτή είναι καθαρά τυπική για σκοπούς ελέγχου από την Υπηρεσία μας.  Δεν κρίθηκε σκόπιμο να γίνει επίσκεψη εφόσον προηγήθηκε το τηλεφώνημα και το στοιχείο του αιφνιδιασμού χάθηκε.  Γενικά η εικόνα που παρουσίασαν δεν δείχνει σε καμιά περίπτωση ζευγάρι με κοινή ζωή».   

 

Εκτός από το προαναφερόμενο σημείωμα, η προσβαλλόμενη απόφαση βασίστηκε και στις απόψεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής για εικονικούς γάμους, η οποία πραγματοποίησε συνεδρία στις 5.8.2011 και η οποία κατέληξε στο ότι ο γάμος ήταν εικονικός, σύμφωνα με τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον της.  Όπως αναφέρεται στο σχετικό πρακτικό «οι δηλώσεις των συζύγων ήταν αντιφατικές ενώ από την έρευνα φαίνεται ότι η συμβίωση του ζεύγους είναι τυπική» (Δέστε το Ερυθρό 47 στον Υπηρεσιακό Φάκελο, τεκμήριο 1).

 

Τα προαναφερόμενα είναι, βασικά, τα στοιχεία που είχαν ενώπιον τους οι καθ΄ ων η αίτηση και τα οποία τους οδήγησαν στο συμπέρασμα για εικονικότητα του γάμου.  Ενώπιον τους όμως υπήρχαν και τα εξής σημαντικά στοιχεία τα οποία επισυνάπτονται στην προσφυγή αλλά βρίσκονται και στο φάκελο του δικαστηρίου και τον Υπηρεσιακό Φάκελο:

 

(α)   Το προαναφερόμενο πιστοποιητικό γάμου ημερ. 14.5.2009.

 

(β)  Βεβαίωση του Κοινοτάρχη Κοκκινοτριμιθιάς, χωρίς ημερομηνία, σύμφωνα με την οποίαν οι δύο αιτητές συζούν αρμονικά ως σύζυγοι στην οδό Ελευθερίου Βενιζέλου 37 στην Κοκκινοτριμιθιά, για περίπου 3 χρόνια.

 

(γ)   Δήλωση του ανδρογύνου (των αιτητών) ότι αυτοί συζούν αρμονικά κάτω από την ίδια στέγη, στην προαναφερόμενη διεύθυνση από 1.1.2010 μέχρι 6.2.2012 και κάτω από τη δήλωση τους υπάρχει βεβαίωση του Κοινοτάρχη Κοκκινοτριμιθιάς ημερ. 6.2.2012, η οποία πιστοποιεί ότι γνωρίζει το ζεύγος των αιτητών προσωπικά και ότι αυτοί διαμένουν κάτω από την ίδια στέγη.

 

(δ)  Δήλωση που υπογράφεται από έξι άτομα, χωρίς ημερομηνία, σύμφωνα με την οποία γνωρίζουν προσωπικά τους αιτητές και ότι αυτοί συμβιούν ως αντρόγυνο, κάτω από την ίδια στέγη και αρμονικά, και

 

(ε)   Βεβαίωση επίσης του προαναφερόμενου Κοινοτάρχη, ημερ. 4.5.2010, ότι οι αιτητές διαμένουν μόνιμα στην Κοκκινοτριμιθιά στην προαναφερόμενη διεύθυνση.

 

Σχετικός είναι ο περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμος. Κεφ. 105 και συγκεκριμένα τα άρθρα 2 και 7Α.      Στο ερμηνευτικό άρθρο 2 αναγράφεται ότι εικονικός γάμος σημαίνει γάμο ο οποίος τελέστηκε μεταξύ πολίτου της Δημοκρατίας ή αλλοδαπού που διαμένει νόμιμα στην Κυπριακή Δημοκρατία, με αλλοδαπό, με αποκλειστικό σκοπό την είσοδο και παραμονή του τελευταίου στη Δημοκρατία.  Το άρθρο 7Α προνοεί για εικονικούς γάμους.  Προνοεί συγκεκριμένα ότι ο Διευθυντής του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης συμβουλεύεται τη Συμβουλευτική Επιτροπή που ιδρύεται με το άρθρο 7Β του Νόμου για να διαπιστώσει αν ο γάμος είναι εικονικός.   Ο Διευθυντής ή εκπρόσωπος του μπορεί να καλέσει σε συνέντευξη μαζί ή χωριστά τους δύο συζύγους ή οποιοδήποτε πρόσωπο είναι σε θέση να του δώσει πληροφορίες, για να διαπιστώσει αν ο γάμος είναι κανονικός (άρθρο 7Α(2)).  Το εδάφιο 3 του άρθρου 7Α αναφέρει τα κύρια στοιχεία που τείνουν να καταδείξουν ότι ένας γάμος είναι εικονικός.  Αυτά είναι:  (α)  ότι το ζεύγος δεν συζεί κάτω από την ίδια στέγη, (β)  οι σύζυγοι δεν έχουν συναντηθεί ποτέ πριν από το γάμο τους, (γ)  η έλλειψη κατάλληλης συμβολής στην αντιμετώπιση των υποχρεώσεων που απορρέουν από το γάμο, (δ) οι δηλώσεις των συζύγων αναφορικά με στοιχεία της ταυτότητας τους (όνομα, διεύθυνση διαμονής, ιθαγένεια και επάγγελμα), τις περιστάσεις της πρώτης του γνωριμίας ή «αναφορικά με άλλες σημαντικές πληροφορίες προσωπικού χαρακτήρα που τους αφορούν είναι αντιφατικές», (ε)  οι συζύγοι δεν μιλούν μια κοινά αντιληπτή γλώσσα, (στ)  έχει καταβληθεί χρηματικό ποσό για τη σύναψη του γάμου (εκτός όταν πρόκειται για προίκα στις περιπτώσεις όπου η προίκα είναι συνήθης πρακτική, και (ζ) υπάρχουν ενδείξεις ότι ο ένας ή και οι δύο σύζυγοι έχουν στο παρελθόν συνάψει εικονικό γάμο ή παρουσιάζουν προβλήματα σε ότι αφορά την άδεια διαμονής τους στη Δημοκρατία.  

 

Με όλα τα προαναφερόμενα στοιχεία υπόψιν μου κατέληξα αβίαστα στο συμπέρασμα ότι η έρευνα που έγινε από τους καθ΄ ων η αίτηση στην προκείμενη περίπτωση δεν ήταν επαρκής, όπως και η αιτιολογία που δόθηκε, δεν ήταν επαρκής.  Κατέληξα στα προαναφερόμενα συμπεράσματα κυρίως για τους εξής λόγους:

 

1.     Υπήρχε ενώπιον των καθ΄  ων η αίτηση επαρκής μαρτυρία ότι οι αιτητές συζούσαν υπό την ιδία στέγη, ως ζευγάρι, και όμως οι καθ΄  ων η αίτηση δεν το θεώρησαν σκόπιμο να επισκεφθούν το ζευγάρι στη διεύθυνση του για να ελέγξουν εάν πράγματι τα γεγονότα ήταν όπως φαίνονται στις σχετικές βεβαιώσεις του αρμόδιου Κοινοτάρχη, αλλά και γενικά τις συνθήκες διαβίωσης τους. 

2.    Από τα στοιχεία που αναγράφονται στο άρθρο 7Α (3) ανωτέρω δεν υπάρχει οτιδήποτε που να τείνει να δείξει ότι ο γάμος είναι εικονικός εκτός από τις, κατ΄ ισχυρισμό, αντιφατικές δηλώσεις των συζύγων και τα προβλήματα που κατ΄  ισχυρισμό αντιμετωπίζει η πρώτη αιτήτρια σ΄ ότι αφορά την άδεια διαμονής της στη Δημοκρατία.  Εξετάζοντας όμως το προαναφερόμενο σημείωμα, Παράρτημα 7, είναι προφανές ότι καμιά άλλη αντίφαση δεν σημειώνεται, στις δηλώσεις των αιτητών, εκτός από «την πιο σοβαρή», κατά την εκτίμηση των καθ΄  ων η αίτηση, που είναι ως προς τη δικαιολογία για την οποία η πρώτη αιτήτρια δεν είχε εμφανιστεί στη συνέντευξη της 17.2.2011.  Γι΄  αυτό το ζήτημα φαίνεται ότι οι δύο αιτητές έδωσαν διαφορετικές εξηγήσεις.  Αυτό το στοιχείο όμως, κατά την κρίση μου, καμιά σχέση δεν έχει με όσα αναγράφονται στο άρθρο 7Α (3) (δ), δηλαδή τις αντιφατικές δηλώσεις των συζύγων, αναφορικά με στοιχεία της ταυτότητας τους, τις περιστάσεις της πρώτης τους γνωριμίας ή αναφορικά με «άλλες σημαντικές πληροφορίες προσωπικού χαρακτήρα» που τους αφορούν.  Επιπρόσθετα, οι καθ΄  ων η αίτηση στην προσβαλλόμενη απόφαση αναφέρονται και σε προβλήματα που παρουσιάζει η αιτήτρια αρ. 1 όσον αφορά την άδεια διαμονής της.   Πουθενά όμως, είτε στην ένσταση, είτε στον Υπηρεσιακό Φάκελο που παρουσιάστηκε, δεν φαίνεται ποιο ή ποια προβλήματα αυτής της φύσης αντιμετώπιζε η πρώτη αιτήτρια, η οποία, όπως έχει ήδη αναφερθεί, είναι ευρωπαία πολίτις με όλα τα δικαιώματα που αυτή της η ιδιότητα της παρέχει και διαμένει στην Κύπρο από το 2005.

3.    Στο Παράρτημα 7, παρά το ότι επιβεβαιώνεται ότι οι αιτητές επέμεναν στο ότι ζουν κάτω από την ίδια στέγη, και παρά το ότι κατά τη γνώμη του συντάξαντος το Παράρτημα 7 είναι πιθανόν να υπάρχει συμβίωση, ο συντάξας καταλήγει, αυθαίρετα, στο συμπέρασμα ότι η συμβίωση είναι καθαρά τυπική για σκοπούς ελέγχου από την ΥΑΜ, χωρίς όμως να δίδεται οποιοδήποτε στοιχείο με βάση το οποίο κάποιος εύλογα να μπορεί να καταλήξει στο προαναφερόμενο συμπέρασμα.  Ακόμα στο ίδιο σημείωμα, μετά τη σημείωση ότι δεν κρίθηκε σκόπιμο να γίνει επίσκεψη στο σπίτι των αιτητών, διατυπώνεται και πάλι η θέση ότι οι αιτητές δεν δείχνουν σε καμιά περίπτωση να είναι ζευγάρι με κοινή ζωή, και αυτό όμως το συμπέρασμα είναι εντελώς ατεκμηρίωτο και επομένως αυθαίρετο.

4.    Η Συμβουλευτική Επιτροπή, επίσης αυθαίρετα και χωρίς αιτιολογία υιοθετεί τα προαναφερόμενα συμπεράσματα.

 

Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, θεωρώ ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, ημερ. 20.12.2011, με την οποίαν απορρίφθηκε η ιεραρχική προσφυγή των αιτητών εναντίον της απόφασης των καθ΄   ων η αίτηση να κρίνουν το γάμο των αιτητών ως εικονικό, είναι ακυρώσιμη ως προϊόν ανεπαρκούς έρευνας και ως απόφαση με ανεπαρκή αιτιολογία.  

 

Κατά συνέπεια η προσφυγή επιτυγχάνει και εκδίδεται απόφαση ως η παράγραφος Γ του αιτητικού της προσφυγής με την οποία ακυρώνεται η προαναφερόμενη απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση ημερ. 20.12.2011.  ΄Εξοδα €1.000.-, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει υπέρ των αιτητών.

 

 

 

                                                        Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,

                                                                     Δ.

 

 

 

/ΕΑΠ.

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο