ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Αντωνίου Α. & Χ. Λτδ και Άλλοι ν. Λάμπρου Γνάφτη (2013) 1 ΑΑΔ 59
Παπαϊωάννου & άλλοι (Αρ. 2) ν. Δημοκρατίας (1991) 3 ΑΑΔ 713
Κυπριακή Δημοκρατία και Άλλες ν. Δώρας Γερμανού και Άλλων (2005) 3 ΑΑΔ 93
Nαζίρης Pένος ν. Pαδιοφωνικού Iδρύματος Kύπρου (2007) 3 ΑΑΔ 38
Xατζηχάννας Bραχίμης I. ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (Aρ. 2) (2009) 3 ΑΑΔ 655
Παναγή Λοΐζος και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 163
Αντωνίου Άρτεμις ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 562
Χατζηχάννας Βραχίμης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2013) 3 ΑΑΔ 284
Χατζηχάννας Βραχίμης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 3) (2013) 3 ΑΑΔ 546
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2014:D118
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΟΜΕΝΕΣ ΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΡ. 1/2008 &
60/2008)
18 Φεβρουαρίου, 2014
[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.]
(Υπόθεση Αρ. 1/2008)
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΒΡΑΧΙΜΗΣ Ι. ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑΣ,
Αιτητής,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η αίτηση.
---------------------------
(Υπόθεση Αρ. 60/2008)
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΕΝΗ ΠΑΡΟΥΤΗ,
Αιτήτρια,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ης η αίτηση.
---------------------------
Αιτητής προσωπικά, στην 1/2008.
Μαρίκα Καλλιγέρου (κα), για την Αιτήτρια στην 60/2008.
Μαρίνα Σπηλιωτοπούλου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
-------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.: Οι πιο πάνω συνεκδικαζόμενες προσφυγές στρέφονται κατά της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας («ΕΔΥ»), η οποία δημοσιεύθηκε στις 7.12.2007 στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, με την οποία το Ενδιαφερόμενο Μέρος, Ζαχαρίας Ζαχαριάδης, προήχθη εκ νέου, κατόπιν δεύτερης επανεξέτασης, λόγω ακυρωτικής απόφασης, στη μόνιμη θέση Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού, Γενικό Διοικητικό Προσωπικό, Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, αναδρομικά από την 1.8.2003.
ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Το Ανώτατο Δικαστήριο με απόφαση του ημερομηνίας 28.9.07, στην Προσφυγή αρ. 1560/05, την οποία καταχώρησε η αιτήτρια στην Υπόθεση αρ. 60/2008, Ελένη Παρούτη, (στο εξής «η αιτήτρια»), ακύρωσε την απόφαση της ΕΔΥ ημερομηνίας 30.9.05, σε ό,τι αφορά τον αναδρομικό διορισμό του Ενδιαφερόμενου Μέρους Ζαχαρία Ζαχαριάδη στην επίδικη θέση. Σχετική προσφυγή του αιτητή στην Υπόθεση αρ. 1/2008, Βραχίμη Χατζηχάννα, (στο εξής «ο αιτητής»), εναντίον της ίδιας πράξης απορρίφθηκε ως προς έτερo Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο (Παρέλλη), ενώ ως προς το Ενδιαφερόμενο Μέρος του οποίου η επίδικη προαγωγή είχε ήδη ακυρωθεί, το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι δεν χρειαζόταν νέα ακύρωση (βλ. Υποθ. αρ. 1572/05, Βραχίμης Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 15.10.2007). Σημειώνω ότι αυτή η διοικητική απόφαση είχε ληφθεί κατόπιν επανεξέτασης μετά την ακυρωτική απόφαση στις Συνεκδ. Υποθ. αρ. 825/2003 και 884/2003, Βραχίμης Χατζηχάννας και Ελένη Παρούτη ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 9.3.2005.
Ως λόγος ακύρωσης στην υπόθεση 1560/2005 διαπιστώθηκε η έλλειψη έρευνας και αιτιολογίας ως προς την ικανοποίηση της απαίτησης της παρ. 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης για «δεκαετή τουλάχιστον ευδόκιμη πείρα εκτέλεσης διοικητικών καθηκόντων ....» από το Ενδιαφερόμενο Μέρος, κατά παράβαση μάλιστα του δικαστικού δεδικασμένου.
Η ΕΔΥ ενεργώντας στην βάση του δεδικασμένου που προκύπτει από τις πιο πάνω ακυρωτικές αποφάσεις, έστειλε στην Συμβουλευτική Επιτροπή τις αιτήσεις των υποψηφίων και τις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, προκειμένου να προβεί στις δέουσες ενέργειες. Το Ενδιαφερόμενο Μέρος, με επιστολή του ημερ. 15.10.07, απέστειλε σειρά εγγράφων προκειμένου να τεκμηριώσει την διοικητική του πείρα, η οποία διαβιβάστηκε στο διευθυντή του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.
Η Διευθύντρια Τελωνείων ως προεδρεύσασα της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής, υπέβαλε στην ΕΔΥ την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής με την οποία παραπέμπει στη σύσταση της κατά την αρχική εξέταση του θέματος. Ως προς το επίμαχο θέμα της απαιτούμενης 10ετούς διοικητικής ευδόκιμης πείρας ανέφερε τα εξής:
«5. Η Συμβουλευτική Επιτροπή σημείωσε την ερμηνεία που δόθηκε από την ίδια, κατά την αρχική εξέταση των αιτήσεων όσον αφορά στην απαίτηση της παρ. 3(2) «για δεκαετή τουλάχιστον ευδόκιμη πείρα εκτέλεσης διοικητικών καθηκόντων σε υπεύθυνη θέση ......», με βάση την οποία, λαμβανομένου υπόψη του βαθμού υπευθυνότητας που λογικά απαιτείται για την ικανοποιητική εκτέλεση των καθηκόντων στα διάφορα επίπεδα θέσεων της Δημόσιας Υπηρεσίας, κρίθηκε ότι ως «υπεύθυνη» μπορεί να θεωρηθεί μια θέση με μισθοδοτική κλίμακα τουλάχιστον του επιπέδου που αντιστοιχεί/αντιστοιχούσε στη σημερινή κυβερνητική κλίμακα Α8. Περαιτέρω, η Συμβουλευτική Επιτροπή σημείωσε την αρχική απόφασή της ως προς τη διαπίστωση από μέρους των υποψηφίων της εν λόγω πείρας, σύμφωνα με την οποία λήφθηκαν υπόψη τόσο τα καθήκοντα που οι υποψήφιοι εκτελούσαν ή/και εκτελούν όσο και τα καθήκοντα που προβλέπονται στα Σχέδια Υπηρεσίας των θέσεων που κατέχουν ή/και κατείχαν, και τα οποία ίσχυαν κατά το χρόνο που οι υποψήφιοι κατείχαν τη θέση.»
Η ΕΔΥ ακολούθως στη συνεδρία της ημερομηνίας 19.11.2007 μελέτησε την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και αφού έλαβε υπόψη τα ενώπιον της στοιχεία, υιοθέτησε τα πορίσματα της σε ό,τι αφορά τη σύσταση της κατά την αρχική εξέταση του θέματος αφού η υπόλοιπη διαδικασία δεν έχει επηρεαστεί.
Αφού σύγκρινε τους υποψηφίους με βάση το πραγματικό και νομικό καθεστώς κατά τους ουσιώδεις χρόνους, η ΕΔΥ έκρινε ότι το Ενδιαφερόμενο Μέρος υπερείχε γενικά των άλλων υποψηφίων και τον επέλεξε ως τον πιο κατάλληλο για διορισμό στην επίδικη θέση αναδρομικά από 1.8.2003.
ΛΟΓΟΙ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ
Προσφυγή 1/2008
Ο αιτητής προβάλλει σωρεία λόγων ακύρωσης. Συνοψίζονται ουσιαστικά στους πιο κάτω:
1. Η τροποποίηση της παρ. 6 του Σχεδίου Υπηρεσίας που καθιστούσε πλεονέκτημα την μακρά και ευδόκιμη πείρα στο Γενικό Διοικητικό Προσωπικό είναι ultra vires και επιφέρει άδικη και αντισυνταγματική μεταχείριση των υποψηφίων.
2. Πάσχει η σύνθεση/συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Παραβίαση του άρθρου 32(1)(δ)(ii) του Ν. 1/90.
3. Πλάνη της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της ΕΔΥ ως προς τον χρόνο προαγωγής του αιτητή στη θέση Ανώτερου Γεωργικού Λειτουργού (αναδρομικά από 1.2.1998).
4. Αναιτιολόγητη έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Ελλείπει οποιαδήποτε σύγκριση μεταξύ των συστηθέντων και του αιτητή.
5. Υπεροχή του αιτητή σε προσόντα και αξία και παραγνώριση των πρόσθετων προσόντων του χωρίς ειδική αιτιολογία.
6. Εκδικητικές αξιολογικές εκθέσεις.
7. Η σύσταση πάσχει ως αναιτιολόγητη και συγκρουόμενη με τα στοιχεία των φακέλων.
8. Υπέρμετρη βαρύτητα στις συνεντεύξεις.
Η εκδίκαση των προσφυγών αναβλήθηκε επανειλημμένα, κατόπιν συμφωνίας των διαδίκων, μέχρι την έκδοση των αποφάσεων επί των Εφέσεων που είχαν ασκήσει οι αιτητές για τις προηγηθείσες αποφάσεις και οι οποίες θα επηρέαζαν το εύρος του δεδικασμένου και την κρίση του παρόντος δικαστηρίου επί των επίδικων θεμάτων.
Η δικηγόρος της καθ΄ ης η αίτηση παρέπεμψε στην Χατζηχάννας ν. Δημοκρατίας (Αρ.2) (2009) 3 ΑΑΔ 655, με την οποία πράγματι κρίθηκαν τελεσίδικα πολλά από τα εδώ εγειρόμενα θέματα. Η έφεση αυτή στρεφόταν εναντίον της πρωτόδικης απόφασης στην Υπόθεση αρ. 825/03, δηλαδή αφορούσε την διαδικασία πρώτης πλήρωσης της θέσης. Επειδή όμως οι λόγοι ακύρωσης που ο αιτητής προβάλλει πιο πάνω εγέρθηκαν και στις δυο προηγούμενες προσφυγές του με το ίδιο περιεχόμενο και αφορούν ζητήματα τα οποία δεν επαναδιερευνήθηκαν στην τρίτη επανεξέταση που εδώ εξετάζεται, εφόσον αυτή έγινε στην βάση του ακυρωτικού αποτελέσματος και όχι εφ' όλης της ύλης, καλύπτονται από το δεδικασμένο της απόφασης της Ολομέλειας. Σημειώνεται δε ότι η έφεση που καταχώρησε ο αιτητής εναντίον της πιο πρόσφατης απόφασης του Δικαστηρίου (Υποθ. αρ. 1572/05, Αναθεωρητική Έφεση αρ. 184/07) απορρίφθηκε στις 2.12.2010.
Είναι νομολογημένο ότι το δεδικασμένο που έχει συντελεσθεί ως αποτέλεσμα απόφασης σε προηγηθείσα προσφυγή, επενεργεί ως εμπόδιο στην αναψηλάφηση κατά την επανεξέταση από την καθ' ης η αίτηση όλων εκείνων των θεμάτων τα οποία είχαν κριθεί με τον ένα ή άλλο τρόπο από την Ολομέλεια. Αποτελεί δε το δεδικασμένο, νομολογιακά καθιερωμένο εμπόδιο στην προσπάθεια οποιουδήποτε των διαδίκων όπως εγείρει εκ νέου τέτοια θέματα σε επόμενη προσφυγή, με την οποία προσβάλλεται η νομιμότητα της απόφασης που λήφθηκε κατόπιν επανεξέτασης (Βλ. Άρτεμις Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 562, Ναζίρης ν. ΡΙΚ (2007) 3 ΑΑΔ 38).
Διεξήλθα προσεχτικά την υπό αναφορά απόφαση της Ολομέλειας και προκύπτει ότι οι λόγοι ακύρωσης υπό 1,2,6,7 και 8 (ανωτέρω) που εγείρει ο αιτητής καλύπτονται πλήρως από το δεδικασμένο. Στο στάδιο των διευκρινήσεων εξάλλου ο αιτητής ορθά απέσυρε τους λόγους ακύρωσης 1, 2 και 6 (πιο πάνω).
Ο αιτητής επέμεινε στον λόγο ακύρωσης 3 με τον οποίο ισχυρίζεται ότι πεπλανημένα η Συμβουλευτική Επιτροπή έλαβε υπόψη ως χρόνο προαγωγής του στην θέση του Ανώτερου Γεωργικού Λειτουργού την 15.11.2001, ενώ είχε ήδη προαχθεί σε αυτήν αναδρομικά από την 1.2.1998 με δεύτερη αναδρομική απόφαση κατόπιν επιτυχών προσφυγών του. Παραπέμπει δε στην επιστολή του προς τα μέλη της ΕΔΥ ημερομηνίας 26.3.2005, πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης, στην οποία μεταξύ άλλων ενημέρωνε για αυτήν την προαγωγή του και την αρχαιότητα του.
Η Ολομέλεια στη Χατζηχάννα (ανωτέρω) αποφάσισε για δικονομικούς λόγους ότι ανεπίτρεπτα παρείσφρησε πρωτοδίκως αλλά και κατ΄εφεση το ζήτημα και πιο συγκεκριμένα ότι το θέμα δεν εγέρθη, κατά παράβαση του Καν. 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Δικαστηρίου του 1962, ούτε στα νομικά σημεία ούτε στα γεγονότα της προσφυγής και ότι εφόσον η προαγωγή του ήταν εξέλιξη μεταγενέστερη όφειλε να είχε τροποποιήσει τα δικόγραφα ώστε να την περιλάβει και να τύχει συζήτησης.
Στην παρούσα διαδικασία ο αιτητής τροποποίησε την αίτηση ακυρώσεως κατόπιν σχετικής διαταγής του Δικαστηρίου και συμπεριέλαβε στα νομικά σημεία της προσφυγής την ακόλουθη παράγραφο:
«"26. Σε μία από τις υπό εκδίκαση προσφυγές ή εφέσεις μου να δικαιωθώ και προαχθώ/διορισθώ αναδρομικά, τότε θα έχει εμφιλοχωρήσει πλάνη στην όλη διαδικασία, που οδηγεί σε ακύρωση, καθότι θα υπερέχω σημαντικά στην αρχαιότητα και πείρα, εκτός της έκδηλης μου υπεροχής στα προσόντα.
Έχω ήδη προαχθεί αναδρομικά από τις 15.12.1990, στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.»
Περαιτέρω, στην παράγραφο (α) των γεγονότων επί των οποίων βασίζεται η προσφυγή, αναφέρει ότι την 1.2.1998 προάχθηκε στην θέση Ανώτερου Γεωργικού Λειτουργού και κατέχει την μισθολογική κλίμακα Α13+2 (ενώ έχει ήδη προαχθεί αναδρομικά από τις 15.12.1990, στην θέση ΑΛΔΔ & Π). Συνεπώς το Δικαστήριο μπορεί να επιληφθεί του συγκεκριμένου λόγου ακύρωσης επί της ουσίας.
Μετά την επιφύλαξη της απόφασης στις παρούσες προσφυγές, εκδόθηκαν δύο αποφάσεις της Ολομέλειας, η Α.Ε.185/2007, ημερομηνίας 17.5.13 και η Α.Ε.82/2009, ημερομηνίας 14.6.13, στις οποίες ο εφεσείων, αιτητής στην παρούσα, είχε εγείρει το ίδιο ζήτημα πλάνης αναφορικά με την ημερομηνία προαγωγής του στην θέση του Ανώτερου Διοικητικού Λειτουργού και το πώς αυτή επηρέαζε την αρχαιότητα του. Ο λόγος έφεσης έγινε δεκτός και στις δυο αυτές αποφάσεις. Ας σημειωθεί ότι οι αποφάσεις εκεί αφορούσαν άλλες διαδικασίες προαγωγών στην επίδικη θέση. Στην τελευταία αναφέρθηκε σχετικά:
«Ο εφεσείων υποστηρίζει ότι εσφαλμένα απορρίφθηκαν οι ισχυρισμοί του για πλάνη ως προς την αρχαιότητά του, λόγω της εσφαλμένης καταγραφής στα πρακτικά της Συμβουλευτικής Επιτροπής ως ημερομηνία προαγωγής του στη θέση Ανώτερου Γεωργικού Λειτουργού την 1/5/2001 αντί της ορθής 1/2/1998. Η αρχαιότητά του, υπέβαλε, με την αναδρομική προαγωγή του και, συνακόλουθα, η πείρα του ήταν πολύ μεγαλύτερες από εκείνες που καταγράφηκαν και τέθηκαν ενώπιον της Επιτροπής..
Το ζητούμενο εδώ, όπως λέχθηκε στην Παπαϊωάννου & άλλοι (Αρ.2) ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 713, είναι όχι το κατά πόσο, βλέποντας τα πράγματα εκ των υστέρων, δικαιολογούμαστε να σχηματίσουμε τη μια ή την άλλη γνώμη ως προς την αξία των υποψηφίων αλλά το κατά πόσο το βάθρο της κρίσης του προάγοντος οργάνου ως προς το ποιος είναι ο καταλληλότερος καταρρίπτεται, εξαιτίας της πλάνης.
Με κάθε εκτίμηση προς τον αδελφό μας Δικαστή που επιλήφθηκε πρωτόδικα της υπόθεσης, θεωρούμε ότι, έστω και αν η ορθή αρχαιότητα του εφεσείοντα προέκυπτε από τους ενώπιον της Επιτροπής Προσωπικούς του Φακέλους, από τη στιγμή που αυτή, χωρίς άλλο σχολιασμό, περιορίστηκε να υιοθετήσει τα πορίσματα της Συμβουλευτικής Επιτροπής, όπου υπήρχε λανθασμένη καταγραφή σε σχέση με την αρχαιότητα του εφεσείοντα, η πιθανότητα στην απόφασή της να εμφιλοχώρησε πλάνη δεν μπορεί να αποκλειστεί.»
Επίσης στην ΑΕ185/2007, ημερομηνίας 17.5.13 λέχθηκαν τα εξής:
«'Εχουμε την άποψη πως η θέση του εφεσείοντα είναι ορθή. Όπως και στην υπόθεση Χατζηχάννας του 2007 (πιο πάνω), της οποίας τα γεγονότα, στο βαθμό και την έκταση που μας ενδιαφέρουν, βρίσκουμε ότι είναι τα ίδια, έτσι και στην κρινόμενη περίπτωση, η αναδρομική προαγωγή του εφεσείοντα ανέτρεψε, κατά τη γνώμη μας, άρδην τη σειρά αρχαιότητας των υποψηφίων με συνέπεια τη δραστική μεταβολή των ουσιαστικών δεδομένων, με αποτέλεσμα η Επιτροπή, όταν κατέληγε στην απόφαση της, να βασιστεί, έστω και εν αγνοία της, σε μη ακριβή στοιχεία.»
Υιοθετώντας το πιο πάνω σκεπτικό των αποφάσεων της Ολομέλειας, οι οποίες είναι δεσμευτικές για το παρόν δικαστήριο, ο λόγος ακύρωσης επιτυγχάνει. Η ΕΔΥ εδώ έκρινε ότι το Ενδιαφερόμενο Μέρος υστερούσε σε αρχαιότητα των ανθυποψηφίων του, μεταξύ των οποίων και του αιτητή, στην παρούσα θέση κρίνοντας ότι η διαφορά σε αρχαιότητα δεν μπορεί να έχει αποφασιστική σημασία μεταξύ των κριτηρίων επιλογής λόγω του ότι η θέση πρώτου Διοικητικού Λειτουργού είναι ψηλά στην ιεραρχία. Δεν καταγράφει όμως ποια είναι αυτή η διαφορά στην αρχαιότητα, ενώ υιοθετεί την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ως προς το θέμα. Το Ενδιαφερόμενο Μέρος κατείχε την θέση Φροντιστή Νοσοκομείου από 27.12.99, ενώ ο αιτητής είχε ήδη προαχθεί από 1.2.1998 στην αμέσως προηγούμενη θέση και ακολούθως, με δεύτερη απόφαση (βλ. Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 9.9.2011, αρ. 4556, που κατετέθη από τον αιτητή) προήχθη αναδρομικά από 15.12.1990 (η τελευταία αυτή προαγωγή του δεν εντοπίστηκε στον προσωπικό του φάκελο) ανωτέρω. Θεωρώ λοιπόν ότι προκύπτει ενδεχόμενο πλάνης, έστω και εν αγνοία του διορίζοντος οργάνου, ως προς το εύρος της αρχαιότητας του αιτητή που ανατρέπει αντικειμενικά το υπόβαθρο λήψης της επίδικης απόφασης. Η προσφυγή επιτυγχάνει.
Υπόθεση αρ. 60/2008
Η αιτήτρια θεωρεί ότι κατά παράβαση του ακυρωτικού δεδικασμένου που προκύπτει από τις πιο πάνω επιτυχείς προσφυγές της, η Συμβουλευτική Επιτροπή και ακολούθως η ΕΔΥ δεν προέβηκαν στη δέουσα έρευνα, ενώ ελλείπει αιτιολογία ως προς την κατάληξη της ότι το Ενδιαφερόμενο Μέρος κατέχει το προσόν της παρ. 3(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Συγκεκριμένα, η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι το εν λόγω προσόν διασπάται σε τέσσερις απαιτήσεις (της χρονικής διάρκειας, της ευδόκιμης πείρας, της εκτέλεσης διοικητικών καθηκόντων σε συγκεκριμένα θέματα και της υπεύθυνης θέσης) που δεν αναλύθηκαν, και ότι οι βεβαιώσεις των εκάστοτε διευθυντών του Τμήματος Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας που ήταν ήδη ενώπιον της ΕΔΥ ως μέρος του προσωπικού του φακέλου δεν τεκμηριώνουν τις επιμέρους απαιτήσεις ως προς την πείρα του Ενδιαφερόμενου Μέρους.
Θεωρώ πως το γεγονός ότι οι επιστολές/βεβαιώσεις, στις οποίες στηρίχθηκε η Συμβουλευτική Επιτροπή για να εξαγάγει τα συμπεράσματα της υπήρχαν ήδη ενώπιον της από την πρώτη εξέταση, δεν συνεπάγεται ότι δεν προσέθεσαν στην έρευνα του συγκεκριμένου θέματος κατά τη επανεξέταση. Το σημαντικό είναι ότι αυτή την φορά η Συμβουλευτική Επιτροπή, αλλά και η ΕΔΥ που υιοθέτησε την θέση της, τεκμηρίωσαν με συγκεκριμένους ισχυρισμούς:
(α) Για ποιους λόγους η θέση Φροντιστή θεωρήθηκε ως «υπεύθυνη θέση»∙
(β) τη χρονική διάρκεια της πείρας από 8.11.1985. Οι ισχυρισμοί της αιτήτριας ότι υπάρχει πλάνη γιατί το Ενδιαφερόμενο Μέρος δεν κατέλαβε την θέση Φροντιστή από 8.11.1985, αλλά από 25.2.89 με αναδρομικότητα από 8.11.85, επομένως δεν είχε αποκτήσει πραγματική πείρα από την άσκηση των καθηκόντων της θέσης παρά μόνο από το 1989, δεν τεκμηριώνουν ουσιώδη πλάνη που θα μπορούσε να επηρεάσει την κατ' ελάχιστον 10ετή διάρκεια της απαιτούμενης πείρας. Αυτό γιατί ακόμη και αν η διοικητική πείρα του Ενδιαφερόμενου Μέρους στην θέση Φροντιστή προσμετρήσει από το 25.2.89 καλύπτεται η απαιτούμενη χρονική διάρκεια που απαιτείται από την παρ. 3 του Σχεδίου Υπηρεσίας∙
(γ) τα καθήκοντα που εκτελούσε το Ενδιαφερόμενο Μέρος στην βάση του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης του, που σχετίζονταν με τις επιμέρους απαιτούμενες πτυχές της απαιτούμενης διοικητικής πείρας∙
(δ) το ότι τα διοικητικά καθήκοντα του Ενδιαφερομένου Μέρους ασκούνταν ευδοκίμως.
Θεωρώ ότι η καθ' ης η αίτηση αυτή την φορά, συμμορφούμενη με το δεδικασμένο, κατεύθυνε την προσοχή της στην αιτιολόγηση της πλήρωσης του συγκεκριμένου προσόντος από το Ενδιαφερόμενο Μέρος και κατέγραψε συγκεκριμένα στοιχεία αιτιολογώντας της κρίση της. Ο λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.
Η αιτήτρια στη συνέχεια ισχυρίζεται ότι παραγνωρίστηκε το πλεονέκτημα χωρίς ειδική και επαρκή αιτιολογία. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης προβαλλόταν σταθερά στις προηγούμενες προσφυγές. Στην πρώτη ακυρωτική απόφαση στην Υπόθεση 884/03, η οποία δεν εφεσιβλήθηκε, διαπιστώθηκαν τα εξής με αναφορά σε πλούσια νομολογία επί του θέματος:
«Η ειδική αιτιολογία που έδωσε η ΕΔΥ, στην προκείμενη περίπτωση, - καλύτερη απόδοση στην προφορική εξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής και της ΕΔΥ - καθώς και η σύσταση του Διευθυντή (μη αιτιολογημένη), υπό το φως των πιο πάνω νομολογιακών αρχών, δεν αποτελεί πειστικό και επαρκή λόγο για την παραγνώριση του προσόντος πλεονέκτημα. Η απόφαση της Ε.Δ.Υ. δεν περιέχει πειστικούς λόγους ή ειδική αιτιολογία για την παραγνώριση του προσόντος πλεονέκτημα της αιτήτριας και την προτίμηση της προς τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Ζαχαριάδη και Παρέλλη.»
Η ΕΔΥ επανέλαβε την ίδια αιτιολογία στην δεύτερη της απόφαση. Η ακυρωτική απόφαση που εκδόθηκε στην δεύτερη προσφυγή της αιτήτριας (Υπόθεση αρ. 1560/05) δεν πραγματεύτηκε το συγκεκριμένο λόγο ακύρωσης. Σε έφεση που άσκησε η αιτήτρια (Α.Ε.175/07, Ελένη Παρούτη ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 3.2.2011), υποστήριξε σχετικά πως η μη εξέταση του λόγου αυτού συνιστούσε σφάλμα αφού «θα αποκρυστάλλωνε το πεδίο επανεξέτασης χάριν της αρχής της απονομής και εφαρμογής της δικαιοσύνης σε σύντομο χρόνο». Η Ολομέλεια αποφάσισε ότι ορθά δεν αποφασίστηκε πρωτοδίκως το συγκεκριμένο θέμα και δεν υπεισήλθε στην εξέταση του.
Με αυτά τα δεδομένα το Δικαστήριο θα προχωρήσει στην εξέταση της ουσίας του εν λόγω ισχυρισμού. Η ΕΔΥ έδωσε την ακόλουθη αιτιολογία:
«Ο Ζαχαριάδης Ζαχαρίας έχει αξιολογηθεί ως Πάρα πολύ καλός από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, δηλαδή στο ίδιο ή/και σε υψηλότερο από τους μη επιλεγέντες επίπεδο και ως Εξαίρετος κατά την ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση, δηλαδή σε υψηλότερο από τους μη επιλεγέντες επίπεδο. Επίσης, ο Ζαχαριάδης διαθέτει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή. Συγκρινόμενος με τους μη επιλεγέντες ανθυποψηφίους του, ο επιλεγείς ουδενός υστερεί ή/και υπερέχει σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση αυτές των τελευταίων πέντε προ του ουσιώδους χρόνου ετών. Η Επιτροπή δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι ο επιλεγείς δεν διαθέτει ούτε την προτίμηση ούτε το πλεονέκτημα του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας, όμως, λαμβάνοντας υπόψη ότι, συγκρινόμενος με τους μη επιλεγέντες που κατέχουν τόσο το πλεονέκτημα όσο και την προτίμηση, υπερέχει ή δεν υστερεί όσον αφορά στην αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, υπερέχει στην αξιολόγηση κατά την ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση, δεν υστερεί σε αξία, και, επιπλέον, διαθέτει τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή και δεδομένου του επιπέδου της θέσης, η οποία είναι Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής και ψηλά στην ιεραρχία, έκρινε ότι ο επιλεγείς είναι καταλληλότερος για την υπό πλήρωση θέση. Τέλος, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι ο επιλεγείς υστερεί των ανθυποψηφίων του Σώσειλου, Παρούτη, Κουφτερού και Χατζηχάννα σε αρχαιότητα στην παρούσα θέση, αλλά, συγκρινόμενος με αυτούς, σ΄ ό,τι αφορά την αξία, από το Χατζηχάννα υπερέχει και από τους υπόλοιπους δεν υστερεί. Επίσης, λαμβάνοντας υπόψη τα υπόλοιπα κριτήρια επιλογής, όπως αναλυτικά έχουν εκτεθεί πιο πάνω, αλλά και το γεγονός ότι η θέση Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού είναι ψηλά στην ιεραρχία, η διαφορά σε αρχαιότητα δεν μπορεί να είναι αποφασιστικής σημασίας.»
Επαναλαμβάνει ουσιαστικά το ίδιο σκεπτικό με τις προηγούμενες της αποφάσεις, με την προσθήκη εδώ της υπεροχής της αιτήτριας σε αρχαιότητα και τη διαφοροποίηση στην αξιολόγηση της απόδοσης του Ενδιαφερόμενου Μέρους κατά την ενώπιον της ΕΔΥ προφορικής συνέντευξης από «Σχεδόν Εξαίρετος» σε «Εξαίρετος». Η αιτιολογία αυτή δεν διαφοροποιείται ουσιαστικά από αυτήν που κρίθηκε ως ανεπαρκής με την απόφαση του Δικαστηρίου στην Υπόθεση αρ. 884/03, η οποία παράγει δεδικασμένο. Συνεπώς θεωρώ ότι πράγματι η αιτιολογία που δόθηκε για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος της αιτήτριας δεν είναι ειδική και πειστική, κατά παράβαση του δεδικασμένου. Επιπρόσθετα, η νομολογία δέχεται ότι το πλεονέκτημα δεν είναι δυνατό να παρακαμφθεί με επίκληση της σύστασης και της υπεροχής στην προφορική εξέταση (βλ. Παναγή ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2011) 3 Α.Α.Δ. 163 και Δημοκρατία κ.ά. ν. Γερμανού κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 93). Για τους προαναφερόμενους λόγους, στοιχειοθετείται λόγος ακύρωσης.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.
Στον αιτητή, στην Υπόθεση αρ. 1/2008, ο οποίος εμφανίζεται για τον εαυτό του, επιδικάζονται τα πραγματικά του έξοδα.
Υπέρ της αιτήτριας στην Υπόθεση αρ. 60/2008 επιδικάζονται έξοδα όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Π. Παναγή, Δ.
/ΣΓεωργίου