ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D64
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 722/2010)
24 Ιανουαρίου, 2014
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΕΛΕΝΗ ΜΑΤΑΙΟΥ ΣΚΟΥΦΑΡΗ,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Γ. Σεραφείμ, για την Αιτήτρια.
Δ. Εργατούδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια, η οποία υπηρετούσε ως Βοηθός Διευθύντρια στη Δημοτική Εκπαίδευση, υπέβαλε αίτηση για τη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης μετά την προκήρυξη για την πλήρωση 47 τέτοιων θέσεων στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, Αρ. 1448. Στις 47 κενές υπό πλήρωση θέσεις, στην πορεία της διαδικασίας, προστέθηκαν ακόμη 14.
Σύμφωνα με το άρθρο 35Β(1) των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων του 1969 έως 2010 (εφεξής ο Νόμος), κατάλογος των 193 υποψηφίων, οι αιτήσεις τους, αντίγραφο της σχετικής δημοσίευσης και οι φάκελοι των υπηρεσιακών εκθέσεων τους διαβιβάστηκαν από τη Γραμματέα της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ) στον Πρώτο Λειτουργό Εκπαίδευσης, ως Πρόεδρο της αρμόδιας Συμβουλευτικής Επιτροπής (ΣΕ).
Στη συνέχεια, ο Πρόεδρος της ΣΕ με επιστολή του ημερομηνίας 2/2/2010, υπέβαλε στην ΕΕΥ την έκθεση της ΣΕ και τον κατάλογο των συστηνομένων για προαγωγή, υποψηφίων.
Η ΕΕΥ, στη συνεδρία της ημερομηνίας 18/2/2010, εξέτασε τη νομιμότητα του καταλόγου της ΣΕ και επιλήφθηκε των ενστάσεων που υποβλήθηκαν για αναθεώρηση του. Αναφορικά με την αιτήτρια, η Επιτροπή ενεργώντας αυτεπάγγελτα δυνάμει των εξουσιών που της παρέχουν οι πρόνοιες του άρθρου 35Β του Νόμου, αφαίρεσε από την αιτήτρια πέντε μονάδες επειδή έκρινε ότι η ΣΕ λανθασμένα θεώρησε το μεταπτυχιακό τίτλο της αιτήτριας (Paedagogiae Doctoris) ως πρόσθετο προσόν, εφόσον ο τίτλος εκείνος είχε συνυπολογιστεί με τον πρώτο τίτλο σπουδών της για εγγραφή στον πίνακα διοριστέων Δασκάλων Ειδικής Εκπαίδευσης για τα Κωφά Παιδιά. Ως αποτέλεσμα, το σύνολο των μονάδων της αιτήτριας μειώθηκε από 200.33 σε 195.33, βαθμολογία βάσει της οποίας η αιτήτρια κλήθηκε στο στάδιο των συνεντεύξεων.
Στη συνέχεια η ΕΕΥ κατάρτισε τον τελικό κατάλογο των 184 υποψηφίων που θα καλούσε σε προσωπική συνέντευξη βάσει του άρθρου 35Β(9) του Νόμου, για σκοπούς πλήρωσης των 61 θέσεων. Στο τέλος των συνεντεύξεων, κατά τις οποίες η αιτήτρια είχε εξασφαλίσει συνολική βαθμολογία 1,50 μονάδες, η ΕΕΥ προέβη σε συνολική αξιολόγηση ενός εκάστου των υποψηφίων. Με βάση το σύνολο της βαθμολογίας του τελικού καταλόγου που κατάρτισε η ίδια, στην οποία προστέθηκαν και οι μονάδες για την αξιολόγηση της απόδοσης κάθε υποψηφίου στην συνέντευξη, αποφάσισε, στις 18/3/2010, να προσφέρει προαγωγή, από 1/9/2010, στους 61 υποψηφίους που συγκέντρωσαν την υψηλότερη βαθμολογία. Η αιτήτρια που είχε συγκεντρώσει 196,83 βαθμούς δεν προήχθη και προσβάλλει με την παρούσα προσφυγή την εν λόγω απόφαση της ΕΕΥ αναφορικά με την προαγωγή των Ανδρέα Ηρακλέους (Ε/Μ 1), Μυρούλα Γεμενάρη Παπαγεωργίου (Ε/Μ 2) και Μαίρη Στυλιανού Χαραλάμπους (Ε/Μ 3) οι οποίοι είχαν συγκεντρώσει 201, 200,33 και 200,33 βαθμούς, αντίστοιχα.
Διερχόμενος τον προσωπικό φάκελο της αιτήτριας, διαπίστωσα ότι αυτή κατέχει τα εξής ακαδημαϊκά προσόντα:
— Diploma in teaching handicapped children at special schools for children requiring special care, Charles University, Prague (1989).
— Paedagogiae Doctoris (τίτλο του Διδάκτορος) στην επιστήμη της Ειδικής Παιδαγωγικής του Πανεπιστήμιου του Καρόλου Πράγας (κατεύθυνση Λογοπαιδεία και Κωφοπαιδεία), (1991).
— Πιστοποιητικό ημερομηνίας 11/11/2010 από το Πανεπιστήμιο του Καρόλου (το οποίο εκδόθηκε σε σχέση με το δίπλωμα με αρ.020935, δηλαδή τον πρώτο τίτλο σπουδών της), στο οποίο αναφέρεται ο ακαδημαϊκός τίτλος Magistr (δηλαδή Master).
Διαπιστώνω περαιτέρω ότι η ΕΕΥ μετά από σχετική εισήγηση της Επιτροπής Αξιολόγησης Περιεχομένου Πτυχίων είχε κάνει αποδεκτές τις αιτήσεις της αιτήτριας για τη θέση Δασκάλου Ειδικής Εκπαίδευσης για τις ειδικότητες Λογοθεραπείας και Κωφών με βάση το διδακτορικό της δίπλωμα, εγγράφοντας την τελευταία στο σχετικό κατάλογο διοριστέων. Από αυτό τον κατάλογο έγινε και ο διορισμός της στη θέση Δασκάλου Ειδικής Εκπαίδευσης (για Κωφά Παιδιά) σε σχολεία δημοτικής εκπαίδευσης από το 2000. ΄Εκτοτε και στις μετέπειτα προαγωγικές διαδικασίες, δεν της είχαν πιστωθεί μονάδες για το «διδακτορικό» της δίπλωμα ως πρόσθετο προσόν.
Ενδεικτική είναι η επιστολή της ΕΕΥ ημερομηνίας 26/5/2004, με την οποία η Επιτροπή απαντούσε σε παλαιότερο αίτημα της αιτήτριας, για αναγνώριση του διδακτορικού της τίτλου στα πλαίσια πλήρωσης κενών θέσεων Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης, ως πρόσθετου προσόντος, στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρονται και τα πιο κάτω:
"4. Η οργανική θέση που κατέχει η κα Σκουφάρη είναι η θέση δασκάλου Κωφών παιδιών και από αυτή τη θέση θεωρήθηκε υποψήφια για προαγωγή.
5. Η Επιτροπή σημείωσε το γεγονός ότι πρόσφατα το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. αναγνώρισε τον τίτλο «Diploma» που κατέχει η πελάτισσά σας ως τίτλο ισότιμο και αντίστοιχο προς πτυχίο πανεπιστημιακού επιπέδου στον κλάδο/ειδίκευση Ειδικής Παιδαγωγού. Όπως αναφέρεται όμως στην παράγραφο (4) πιο πάνω, η πελάτισσά σας θεωρήθηκε υποψήφια για προαγωγή από τη θέση δασκάλου Κωφών παιδιών. Η αναγνώριση του διπλώματός της αναφέρεται σε άλλον τομέα εκπαίδευσης, αυτόν της Ειδικής Παιδαγωγού.
6. Ως εκ των ανωτέρω, η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας δεν μπορεί να θεωρήσει ότι το δίπλωμα που κατέχει η πελάτισσά σας δύναται να αποτελέσει τον πρώτο τίτλο σπουδών για την ειδικότητα των Κωφών παιδιών."
Πρωταρχικός ισχυρισμός της αιτήτριας είναι ότι εσφαλμένα η ΕΕΥ ακύρωσε και/ή ανέτρεψε την απόφαση της ΣΕ να θεωρήσει το διδακτορικό τίτλο της ως πρόσθετο προσόν και να της αφαιρέσει 5 μονάδες αλλάζοντας δραματικά τη σειρά κατάταξης της στον τελικό κατάλογο των υποψηφίων για προαγωγή. Ο συνήγορος της αιτήτριας επικαλούμενος νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, υποστήριξε ότι ο συνυπολογισμός προσόντος που χρησιμοποιήθηκε για διορισμό, και σε μετέπειτα προαγωγή είναι καθόλα επιτρεπτός. (Υποθέσεις Αρ. 327/2006 και 328/2006, Χριστάκης Χαραλαμπίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 6/7/2007, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 955/2005 κ.ά., Μάριος Μικελλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 5/2/2008 και Δημοκρατία ν. Πογιατζή (2001) 3 Α.Α.Δ. 787). Επικουρικά η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι στερήθηκε του δικαιώματος ακρόασης, ενώ οι καθ΄ων η αίτηση παραβίασαν και την αρχή της ίσης μεταχείρισης.
Στον αντίποδα, οι καθ'ων η αίτηση ισχυρίζονται ότι η πιο πάνω πράξη της Ε.Ε.Υ. είναι καθόλα ορθή και νόμιμη. Η κα Εργατούδη, με αιχμή του δόρατος της την υπόθεση Δημοκρατία ν. Κόκκινου κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 199, επισημαίνοντας το γεγονός ότι το σχέδιο υπηρεσίας δεν απαιτεί κατοχή ακαδημαϊκών προσόντων για την επίδικη θέση - απαραίτητο προσόν είναι μόνο η τριετής τουλάχιστον υπηρεσία στην προηγούμενη θέση του Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης - υποστηρίζει ότι στην παρούσα περίπτωση δεν εγείρεται καν θέμα αποτίμησης πρόσθετων ακαδημαϊκών προσόντων. Έστω όμως και αν εγείρεται τέτοιο θέμα, το υπό αμφισβήτηση προσόν της αιτήτριας, δεν θα μπορούσε, σύμφωνα με την ευπαίδευτη συνήγορο, να θεωρηθεί ως πρόσθετο, εφόσον αυτό συνυπολογίστηκε για σκοπούς διορισμού της αιτήτριας στη θέση Δασκάλου Ειδικής Εκπαίδευσης για Κωφά Παιδιά. Προς επίρρωση των συγκεκριμένων θέσεων της, η κα Εργατούδη παρέπεμψε επίσης στις υποθέσεις Χαράλαμπος Ρούσος ν. Ε.Δ.Υ., Υπόθεση Αρ. 161/2008, ημερομηνίας 19/2/2010, Χαραλαμπίδης (πιο πάνω) και Πάντης ν. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντος (2001) 3 Α.Α.Δ. 1089. Τέλος, η ευπαίδευτη συνήγορος, ισχυρίζεται ότι σε κάθε περίπτωση το ακαδημαϊκό προσόν της αιτήτριας δεν μπορεί να θεωρηθεί ως διδακτορικό προσόν, αφού η φοίτηση για σκοπούς απόκτησης του στο Πανεπιστήμιο Καρόλου της Πράγας ήταν διάρκειας δύο χρόνων.
Αναφορικά με τον τελευταίο από τους πιο πάνω ισχυρισμούς των καθ'ων η αίτηση, αυτός, τίθεται για πρώτη φορά από τη συνήγορο στις αγορεύσεις της και συνεπώς αυτός δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός από το Δικαστήριο ως αιτιολογικό έρεισμα της επίδικης απόφασης, εφόσον δεν προέρχεται από το ίδιο το διοικητικό όργανο. (Τheophanous Ν.Α. (Μatic) Laundries Ltd v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 79, KES College ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 976/2000, ημερομηνίας 22/5/2002, Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 189, Στ.Ε. 4521/2012). Επομένως, ο εν λόγω ισχυρισμός απορρίπτεται.
Αναφορικά με τη νομολογία στην οποία η κάθε πλευρά παρέπεμψε, θεωρώ σκόπιμο να επισημάνω τα εξής: Οι υποθέσεις στις οποίες και οι δύο συνήγοροι παρέπεμψαν, αφορούσαν εκτίμηση προσόντων από την ΕΔΥ. Σε αντίθεση με τις εν λόγω υποθέσεις στις οποίες το υπό συζήτηση θέμα διέπετο αποκλειστικά από τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου, στην παρούσα περίπτωση υπάρχουν και οι πρόνοιες του άρθρου 35(Β)(4) του Νόμου, σύμφωνα με τις οποίες η ΣΕ, με αιτιολογημένη απόφαση της, αποδίδει 1-5 μονάδες, για κάθε πρόσθετο προσόν «το οποίο είναι συναφές με την εκπαίδευση ή την ειδικότητα του υποψηφίου ή τα καθήκοντα της θέσης».
Όπως καθίσταται πρόδηλο, το ζήτημα που ουσιαστικά εγείρεται εδώ, είναι κατά πόσο ο διδακτορικός τίτλος της αιτήτριας θα μπορούσε, δεδομένου ότι είχε χρησιμοποιηθεί για σκοπούς διορισμού της στη θέση Δασκάλου Ειδικής Εκπαίδευσης για Κωφά Παιδιά, να θεωρηθεί ως πρόσθετο προσόν στη διαδικασία για σκοπούς προαγωγής στην επίδικη θέση, έτσι ώστε να εγείρεται θέμα εφαρμογής των προνοιών του άρθρου 35(Β)(4) του Νόμου. Μπορεί, ένα ακαδημαϊκό προσόν που έχει χρησιμοποιηθεί για να ικανοποιηθεί προαπαιτούμενο του σχεδίου υπηρεσίας, έτσι ώστε ένας υποψήφιος να μπορεί να θεωρηθεί ως προσοντούχος, να χρησιμοποιηθεί περαιτέρω; Αυτό είναι το ερώτημα που εγείρεται.
Το θέμα απασχόλησε την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου πολύ πρόσφατα και συγκεκριμένα στην Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 65/2009, Χριστόδουλος Γρουτίδης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, ημερομηνίας 13/2/2013, στην οποία η Ολομέλεια, με αναφορά σε νομολογία, έθεσε τις αρχές που διέπουν το θέμα ως εξής:
"....... Αφ' ης στιγμής ένα ακαδημαϊκό προσόν χρησιμοποιείται για να ικανοποιηθεί προαπαιτούμενο του Σχεδίου Υπηρεσίας έτσι ώστε ένας υποψήφιος να μπορεί να θεωρηθεί ως προσοντούχος, το ίδιο τούτο προσόν δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί περαιτέρω έτσι ώστε συγκρινόμενο με προσόν άλλου ή άλλων υποψηφίων, να προσδώσει στον κατέχοντα υποψήφιο υπεροχή, επειδή π.χ. το δικό του προσόν θα μπορούσε να θεωρηθεί ανώτερο, δίδοντας έτσι στον ίδιο και πλεονέκτημα.(Παπαδοπούλου κ.ά. ν. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης (2002) 3 ΑΑΔ 276, Πάντης ν. Συμβούλιο Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντος (2001) 3 Β ΑΑΔ 1089)."
Να σημειωθεί ότι στην υπόθεση Πάντης (πιο πάνω), στην οποία παραπέμπει η υπόθεση Γρουτίδης, λέχθηκε πως, ό,τι επιτρέπεται να ληφθεί υπόψη ως επιπρόσθετο προσόν είναι εκείνο που υπερβαίνει το απαιτούμενο, ώστε το καθένα να έχει την αυτοτέλεια του, έστω και αν τα δύο έχουν την ίδια φυσιογνωμία. Να σημειωθεί επίσης ότι στην πρόσφατη υπόθεση Δημοκρατία ν. Μιχαηλίδου ως διαχειρίστρια της περιουσίας του Α. Μιχαηλίδη (2011) 3 Α.Α.Δ. 871, λέχθηκε πως όταν ο Νόμος για σκοπούς επιλογής καταλληλότερου υποψηφίου, μεταξύ άλλων, αναφέρεται και στα προσόντα ως κριτήρια, εννοεί προσόντα που δεν απαιτούνται.
Πέραν της πιο πάνω γενικής επισήμανσης στην οποία έχω ήδη προβεί, δηλαδή ότι οι υποθέσεις στις οποίες οι δύο συνήγοροι με έχουν παραπέμψει, αφορούσαν εκτίμηση προσόντων από την ΕΔΥ και συνεπώς το όλο θέμα διέπετο από τις αρχές του διοικητικού δικαίου, ενώ στην παρούσα περίπτωση υπάρχουν και οι πρόνοιες του άρθρου 35(Β)(4) του Νόμου, παρατηρώ και τα πιο κάτω.
Η υπόθεση Κόκκινος δεν προσφέρεται ως θέτουσα την αρχή, σύμφωνα με την οποία δεν είναι επιτρεπτή η χρησιμοποίηση ενός προσόντος ως πρόσθετου υπέρ ενός υποψηφίου, αφ' ης στιγμής το συγκεκριμένο προσόν είχε ήδη χρησιμοποιηθεί προς ικανοποίηση σχεδίου υπηρεσίας σε προηγούμενη θέση. Ορθή ερμηνεία της απόφασης στην Κόκκινος δόθηκε από τον Χατζηχαμπή, Δ., στις Συνεκδικαζόμενες Προσφυγές Αρ. 327/2006 και 328/2006, Χρ. Χαραλαμπίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω), στις οποίες και οι δύο πλευρές παραπέμπουν. Η απόφαση στην Κόκκινος, ορθά ερμηνευόμενη, βασίστηκε στο ότι η ΕΔΥ δεν εξέτασε τα ειδικά προσόντα που απαιτούντο για προαγωγή και που δεν περιλάμβαναν ακαδημαϊκά προσόντα, περαιτέρω δε, καθόσον έλαβε υπόψη της το προσόν Barrister του ενδιαφερόμενου μέρους ως σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης - τίτλος που όμως ήταν μέρος των προσόντων για διορισμό στην προηγούμενη θέση - όφειλε ταυτοχρόνως να είχε λάβει υπόψη της και την πολύ πιο μακρά πείρα του αιτητή στη δικηγορία, πράγμα που δεν έκανε. Η εν λόγω απόφαση, δεν απαγορεύει να ληφθεί υπόψη, ως προσόν σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, προσόν το οποίο αποτέλεσε μέρος των απαραίτητων προσόντων για «προαγωγή» στην προηγούμενη θέση, εφόσον αυτό συσταθμίζεται με τα όποια ανάλογα προσόντα των άλλων υποψηφίων. Ούτε βέβαια η υπόθεση Δημοκρατία ν. Πογιατζή (2001) 3(Β) Α.Α.Δ. 783, στην οποία παραπέμπει ο κ. Σεραφείμ, προσφέρεται ως θέτουσα την αντίθετη αρχή. Στην εν λόγω υπόθεση και οι δύο υποψήφιοι ικανοποιούσαν ένα απαιτούμενο από το σχέδιο υπηρεσίας προσόν που απαιτούσε ιδιότητες και ικανότητες, πλην όμως, ο επιλεγείς υποψήφιος είχε υψηλότερη βαθμολογική αξιολόγηση στο στοιχείο εκείνο, γεγονός που μπορούσε να ληφθεί περαιτέρω υπόψη υπέρ του. Με άλλα λόγια, η συγκεκριμένη υπόθεση απλά διακρίνει τις περιπτώσεις στις οποίες τυγχάνει εφαρμογής η αρχή που υιοθετήθηκε στην υπόθεση Κόκκινος, από τις περιπτώσεις χρησιμοποίησης του ίδιου προσόντος στην ίδια έκταση δύο φορές. Αλλά και η υπόθεση Μάριος Μικελλίδης δεν βοηθά την αιτήτρια. Σ' εκείνη την υπόθεση το Δικαστήριο απέρριψε μεν το λόγο ακύρωσης, σύμφωνα με τον οποίο πεπλανημένα θεωρήθηκε ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη κατείχαν πρόσθετα προσόντα σχετικά με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης, αφού τα εν λόγω προσόντα απαιτούντο για σκοπούς διορισμού στην προηγούμενη θέση, πλην όμως ο λόγος απόρριψης ήταν γιατί οι αιτητές απέτυχαν να τεκμηριώσουν την εν λόγω θέση τους εφόσον παρέλειψαν να παρουσιάσουν το υπό αναφορά σχέδιο υπηρεσίας.
Στην παρούσα περίπτωση, το επίμαχο ακαδημαϊκό προσόν της αιτήτριας - Διδακτορικός τίτλος στην Επιστήμη της Ειδικής Παιδαγωγικής του Πανεπιστημίου του Καρόλου Πράγας (Κατεύθυνση Λογοπαιδεία και Κωφοπαιδεία) - είχε χρησιμοποιηθεί για σκοπούς δεκτότητας της αίτησης της για τη θέση Δασκάλου Ειδικής Εκπαίδευσης για την ειδικότητα λογοθεραπείας και κωφών και αποτέλεσε το ουσιαστικό κριτήριο που οδήγησε, αρχικά στην εγγραφή της στο σχετικό κατάλογο διοριστέων και στη συνέχεια στο διορισμό της, από τον εν λόγω κατάλογο, στη θέση Δασκάλου Ειδικής Εκπαίδευσης για Κωφά Παιδιά. Κοντολογίς, το συγκεκριμένο ακαδημαϊκό προσόν της αιτήτριας αποτέλεσε το εμφαλτήριο με τη βοήθεια του οποίου αυτή, αρχικά πέτυχε την εγγραφή της στον ειδικό κατάλογο και στη συνέχεια το διορισμό της από τον εν λόγω κατάλογο στο συγκεκριμένο τομέα της Δημοτικής Εκπαίδευσης. Έχω την άποψη ότι, εφόσον το συγκεκριμένο προσόν της αιτήτριας στην ουσία αποτέλεσε το λόγο για τον οποίο αυτή κρίθηκε ότι ικανοποιούσε αρχικά τη συμπερίληψη της στο συγκεκριμένο ειδικό κατάλογο και στη συνέχεια το διορισμό της στο συγκεκριμένο τομέα της Δημοτικής Εκπαίδευσης, δεν μπορούσε να θεωρηθεί και ως πρόσθετο προσόν έτσι ώστε, συγκρινόμενο με τα προσόντα των άλλων υποψηφίων, να προσδώσει στην αιτήτρια υπεροχή, για σκοπούς προαγωγής στην επίμαχη θέση. Επομένως, ορθά κατά τη γνώμη μου, η ΕΕΥ έκρινε ότι λανθασμένα η ΣΕ θεώρησε το μεταπτυχιακό προσόν της αιτήτριας ως πρόσθετο προσόν και συνεπώς η ΕΕΥ, ορθά αφαίρεσε από την αιτήτρια τις πέντε μονάδες που η ΣΕ της είχε, για το λόγο αυτό, δώσει.
Ως αποτέλεσμα, ο συγκεκριμένος λόγος ακύρωσης απορρίπτεται.
Η αιτήτρια ισχυρίζεται επίσης ότι στερήθηκε του δικαιώματος ακρόασης και ότι με την επίδικη απόφαση, οι καθ'ων η αίτηση παραβίασαν την αρχή της ίσης μεταχείρισης. Ούτε οι συγκεκριμένοι λόγοι ακύρωσης ευσταθούν.
Το δικαίωμα σε ακρόαση παρέχεται εκεί και όπου είτε προνοείται ρητά από το Νόμο, είτε η διαδικασία σκοπεί στη λήψη μέτρων τιμωρητικού χαρακτήρα (βλ. άρθρο 43(1) του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου 158(Ι)(99)[1]. Στην κρινόμενη περίπτωση, η επίδικη πράξη κάθε άλλο παρά έχει το χαρακτήρα κύρωσης. Απλά αποτελεί μέρος μιας καθαρά διοικητικής διαδικασίας. Η χορήγηση στην αιτήτρια πέντε μονάδων προϋπόθετε την ύπαρξη πρόσθετου προσόντος με την έννοια που ο συγκεκριμένος όρος έχει ερμηνευθεί από τη νομολογία, προσόν το οποίο η αιτήτρια δεν κατείχε. Η ΕΕΥ απλά έκρινε με βάση κριτήρια που ίσχυαν για όλους τους υποψήφιους, ότι δεν συνέτρεχε η συγκεκριμένη προϋπόθεση.
Όσον αφορά τον ισχυρισμό για παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης, περιορίζομαι στην επισήμανση ότι η ίδια διαδικασία και τα ίδια κριτήρια ακολουθήθηκε και εφαρμόστηκαν για όλους τους υποψηφίους, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 35(Β) του Νόμου.
Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω, η προσφυγή δεν μπορεί να πετύχει και απορρίπτεται με έξοδα €1.350 υπέρ των καθ'ων η αίτηση. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται σύμφωνα με το άρθρο 146 του Συντάγματος.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ
[1] 43.-(1) Το δικαίωμα ακρόασης παρέχεται, εκτός από τις περιπτώσεις τις οποίες ο νόμος προβλέπει ρητά, σε κάθε πρόσωπο που θα επηρεαστεί από την έκδοση πράξης ή από τη λήψη διοικητικού μέτρου που είναι πειθαρχικής φύσης ή που έχει το χαρακτήρα της κύρωσης ή που είναι άλλως πως δυσμενούς φύσης.