ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D16
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζόμενες Υπόθεσεις Αρ. 649/2011, 1167/2011,
1168/2011, 1169/2011 και 1286/2011)
10 Ιανουαρίου, 2014
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 25, 28, 29 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΙΚΑΡΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ (Υπόθεση αρ. 649/11),
2. ΑΓΑΘΑΓΓΕΛΟΣ ΑΣΛΑΝΙΔΗΣ (Υπόθεση αρ. 1167/11),
3. ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΠΑΠΑΔΗΜΑ ΑΓΑΘΑΓΓΕΛΟΥ (Υπόθεση αρ. 1168/11),
4. ΣΩΤΗΡΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ (Υπόθεση αρ. 1169/11),
5. ΑΝΔΡΕΑΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗΣ (Υπόθεση αρ. 1286/11),
Αιτητές,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ,
Καθ΄ ων η αίτηση.
Α. Παπαχαραλάμπους, για τους Αιτητές.
Γ. Χ΄΄ Χάννα (κα.), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Οι προσφυγές συνεκδικάστηκαν κατόπιν διατάγματος του Δικαστηρίου.
Οι υποθέσεις αφορούν προσφυγές εκπαιδευτικών λειτουργών Μέσης Εκπαίδευσης, οι οποίοι ζητούν δήλωση ότι η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση να αρνηθούν την παράταση του ηλικιακού ορίου αφυπηρέτησής τους ώστε να υπηρετήσουν όπως και οι άλλοι εργοδοτούμενοι της Κυπριακής Δημοκρατίας μέχρι το 61ο, 62ο και 63ο έτος της ηλικίας τους «είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή άνευ νομικού αποτελέσματος και ότι θα πρέπει κάθε τι που παραλήφθηκε εκ μέρους των καθ΄ ων η αίτηση να διενεργηθεί και άρα να υπάρξει απόφαση θετική του αιτήματος τους».
Με ξεχωριστές ατομικές επιστολές, οι αιτητές είχαν ζητήσει από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού παράταση του ορίου αφυπηρέτησής τους με ανάλογο τρόπο, όπως οι Δημόσιοι Υπάλληλοι, για τους οποίους είχε ήδη θεσπιστεί σχετικός Νόμος.
Το Υπουργείο απάντησε με πανομοιότυπο περιεχόμενο στους αιτητές, με ατομικές επιστολές ότι:
«1.... η νομοθετική ρύθμιση που αναφέρετε στην επιστολή σας αφορά τους δημόσιους υπαλλήλους και όχι τους εκπαιδευτικούς.
2. Σε ότι αφορά τη ρύθμιση που αφορά τους εκπαιδευτικούς και τη δημοσίευση του Νόμου που τροποποιεί τους περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμους του 1969 έως 2010 (δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 13/08/2010), αυτός τίθεται σε ισχύ από την 01/09/2011.»
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των αιτητών ισχυρίζονται ότι η πιο πάνω θέση των καθ΄ ων η αίτηση παραβιάζει την αρχή της ισότητας και ίσης μεταχείρισης που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 28 του Συντάγματος. Κατά τους αιτητές παραβιάζεται επίσης ο περί Ίσης Μεταχείρισης στην Απασχόληση και την Εργασία Νόμος του 2004 (Ν. 58(Ι)/2004) καθώς και η Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2000/78/ΕΚ για τη διαμόρφωση γενικού πλαισίου για την ίση μεταχείριση στην απασχόληση και εργασία.
Οι καθ΄ ων η αίτηση εγείρουν τις ακόλουθες προδικαστικές ενστάσεις:
1. Η προσβαλλόμενη πράξη δεν μπορεί να προσβληθεί με αίτηση ακύρωσης γιατί δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη κατά την έννοια του άρθρου 146 του Συντάγματος αλλά είναι πληροφοριακού χαρακτήρα.
2. Οι αιτητές στερούνται ίδιο, έννομο, ενεστώς και άμεσο συμφέρον να προσβάλουν την προσβαλλόμενη πράξη, με την προαναφερόμενη επιστολή, καθότι η αφυπηρέτησή τους ρυθμίζεται από Νόμο και δεν έχουν υποβάλει οποιοδήποτε αίτημα παράτασης της υπηρεσίας τους με βάση τις πρόνοιες του ισχύοντος Νόμου περί Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας.
3. Οι αιτητές δεν μπορούν να επιτύχουν στην αιτούμενη θεραπεία γιατί μ' αυτή επιδιώκουν τον εξαναγκασμό θέσπισης Νόμου που ευρίσκεται εκτός των αρμοδιοτήτων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κατά την άσκηση του ακυρωτικού του ελέγχου.
Οι πιο πάνω προδικαστικές ενστάσεις με βρίσκουν σύμφωνο.
Από το περιεχόμενο των επιστολών που στάληκαν στους αιτητές, από τους καθ΄ ων η αίτηση, αυτοί πληροφορήθηκαν απλά ότι η κειμένη νομοθεσία δεν επέτρεπε την ικανοποίηση του αιτήματός τους, εξειδικεύοντας ότι η ρύθμιση στην οποία οι αιτητές αναφέρονταν στις δικές τους επιστολές αφορούσε αποκλειστικά και μόνο τους δημόσιους υπαλλήλους και όχι τους εκπαιδευτικούς.
Οι αιτητές ως εκπαιδευτικοί ανήκουν σε άλλη τάξη λειτουργών, η απασχόληση των οποίων ρυθμίζεται από τις ειδικές διατάξεις του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου αρ. 10/68, ως τροποποιήθηκε, ενώ το όριο της υποχρεωτικής αφυπηρέτησης για τους εκπαιδευτικούς που παλαιότερα ρυθμιζόταν από τον περί Συντάξεων Καθηγητών Νόμο αρ. 56/67 και τον περί Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως Νόμο αρ. 14/62, ρυθμίζεται με τον περί Συντάξεων Νόμο αρ. 97(Ι)/97, ο οποίος με σαφή πρόνοια στον μεταγενέστερο τροποποιητικό Νόμο αρ. 69(Ι)/05, (στο άρθρο 12(1) σε συνδυασμό με τις διατάξεις των εδαφίων (2), (3), (4) και (4Α)), διαχώρισε τους δημοσίους υπαλλήλους από τους υπόλοιπους, επεκτείνοντας το όριο αφυπηρέτησης στο 63 έτος μόνο για τους πρώτους.
Αλλά πέραν των πιο πάνω, προκύπτει από τις αντίστοιχες γραπτές αγορεύσεις των αιτητών ότι αυτό που ουσιαστικά οι αιτητές επιδιώκουν, επικαλούμενοι βασικά την αρχή της ισότητας είναι, να εφαρμοσθεί και στην περίπτωση τους το άρθρο 12(4Α) του περί Συντάξεων Νόμου 97(Ι)/1997 όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 69(Ι)/2005 που ίσχυε για τους δημόσιους υπαλλήλους.
Χωρίς να πλήττεται η συνταγματικότητα του Νόμου 69(Ι)/2005, οι αιτητές ουσιαστικά επιδιώκουν την επέκταση του Νόμου εκείνου ώστε να περιλαμβάνει και τους εκπαιδευτικούς.
Όμως, για να ικανοποιηθεί τέτοιο αίτημα, χρειάζεται θετική προς τούτο νομοθετική διάταξη, κάτι που ξεφεύγει των πλαισίων της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου όπως εμφαντικά υποδείχτηκε από την πλήρη Ολομέλεια στην καθοδηγητική απόφαση Dias United Publishing Co. Ltd. v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550.
Στην απόφαση επίσης της Πλήρους Ολομέλειας Βάσος Κωνσταντίνου και Ανδρούλλα Σταύρου ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 267, λέχθηκαν , κατ΄ ακολουθίαν των όσων έχουν διαπιστωθεί στις υποθέσεις Dias United Publishing Co Ltd ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550 και Μαρία Βρούντου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 78, τα ακόλουθα:
«... το Δικαστήριο δεν δικαιούται να διευρύνει θετική νομοθετική διάταξη, μήτε να την τροποποιήσει ώστε να δημιουργηθεί ουσιαστικά ένα νέο νομοθέτημα. Ο συνταγματικός έλεγχος των νόμων, που ασκεί το Ανώτατο Δικαστήριο, δεν μπορεί να μετατραπεί σε μέσο αναμόρφωσης ή συμπλήρωσης της νομοθεσίας. Κάτι τέτοιο θα ξέφευγε της δικαιοδοσίας του. Η νομοθετική εξουσία ασκείται, σύμφωνα με το Σύνταγμα, όπως υποδείξαμε πιο πάνω, από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, η οποία, όπου μάλιστα χρειάζεται, ψηφίζει και τα αναγκαία κονδύλια για την εφαρμογή του, (Άρθρο 81 του Συντάγματος).»
Πανομοιότυπα θέματα, αναφορικά με τα αιτήματα των εκπαιδευτικών να έχουν δικαίωμα αφυπηρέτησης στο 63ο έτος της ηλικίας τους όπως οι δημόσιοι υπάλληλοι και πανομοιότυποι ισχυρισμοί, ότι η διάκριση που υπάρχει, μεταξύ εκπαιδευτικών και δημόσιων λειτουργών αναφορικά με το όριο αφυπηρετησή τους οδηγεί σε άνιση μεταχείριση, τέθηκαν και εξετάσθηκαν στις Συνεκδ. Υποθέσεις αρ. 2169/2006 κ.α. ΄Αδωνης Στυλιανού κ.α. ν. Δημοκρατίας, ημερ. 12.3.2010 καθώς και στην υπόθεση Μίκης Μαρκίδης ν. Δημοκρατίας κ.α., Υποθ. αρ. 246/2008, ημερ. 18.6.2009 , κρίθηκαν όμως ως απαράδεκτοι και απορρίφθηκαν.
Οι πιο πάνω απορριφθείσες προσφυγές εφεσιβλήθηκαν με τις Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 111/2009 και 71/2010, ημερ. 4.5.2012. Η Ολομέλεια τις απέρριψε με ex tempore απόφασή της, καθώς, έκρινε ότι δεν υπήρχε καμιά βάση που δικαιολογεί την ανατροπή των πρωτόδικων αποφάσεων, σημειώνοντας τα ακόλουθα σχετικά:
«Δυσκολευόμεθα να δούμε πώς μπορεί το Δικαστήριο να εκδώσει τέτοια απόφαση χωρίς νομοθετική κάλυψη επί του προκείμενου . Θα μπορούσαν οι αιτητές να προσβάλουν απ' ευθείας το Νόμο ως αντισυνταγματικό, κάτι το οποίο δεν κάμνουν. Εντούτοις, αναφέρονται σε ανισότητα που δημιουργείται με το Νόμο. Αλλά έστω και αν προσέβαλλαν το Νόμο αυτό ως αντισυνταγματικό, εντούτοις δεν θα πετύχαιναν και πάλι στις προσφυγές τους, διότι κάτι τέτοιο θα οδηγούσε μόνο σε ακύρωση του Νόμου ως αντισυνταγματικού αλλά δεν θα έδινε σε αυτούς οποιοδήποτε δικαίωμα αφυπηρέτησης στα 63 και υπάρχει σωρεία αποφάσεων όσον αφορά το αλυσιτελές προσφυγής.»
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, οι προσφυγές κρίνονται ως απαράδεκτες και απορρίπτονται χωρίς περαιτέρω εξέταση της ουσίας τους. Έξοδα €800.-, για κάθε προσφυγή, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, εις βάρος των αιτητών.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
Δ.
/ΕΑΠ.