ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1544/2011)
12 Δεκεμβρίου, 2013
[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
MYLENE RAGADI ELLAMIL,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ
ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Ευάγγελος Χειμώνας, για την Αιτήτρια.
Μαρία Λοΐζου, (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.
________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Η αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, (η «Διευθύντρια»), ημερομηνίας 1/11/2011, με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή της για έκδοση δελτίου διαμονής, ως σύζυγος πολίτη της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, δυνάμει των προνοιών του περί του Δικαιώματος των Πολιτών της ΄Ενωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμου του 2007, (Ν. 7(Ι)/2007), (όπως έχει τροποποιηθεί), (ο «Νόμος»).
Η αιτήτρια, 35 ετών, υπήκοος Φιλιππινών, αφίχθηκε, για πρώτη φορά, στην Κύπρο το 2005, για να εργαστεί ως οικιακή βοηθός. Της χορηγήθηκε, για το σκοπό αυτό, θεώρηση εισόδου και άδεια προσωρινής παραμονής, που ανανεώθηκε διαδοχικά μέχρι τις 26/4/2010, για να μένει και να εργάζεται στη δηλωθείσα διεύθυνση της εργοδότριάς της στο Στρόβολο.
Στις 25/8/2009, η αιτήτρια τέλεσε πολιτικό γάμο στο Δημαρχείο Λευκωσίας με το Ρουμάνο υπήκοο Andrian-Bogdan Petre, δηλώνοντας ως διεύθυνση μόνιμης κατοικίας τους ένα διαμέρισμα στην οδό Καστοριάς 3, στην Ακρόπολη.
Ακολούθως, στις 14/9/2009, υποβλήθηκε από την αιτήτρια, στο Επαρχιακό Γραφείο του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης αίτηση για έκδοση δελτίου διαμονής για μέλη της οικογένειας πολίτη της ΄Ενωσης που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους της ΄Ενωσης, κατά τα προβλεπόμενα στο ΄Αρθρο 11 του Νόμου. Στις 5/6/2010, στα πλαίσια εξέτασής της, διενεργήθηκε, στη δηλωθείσα διεύθυνση του ζεύγους στην Ακρόπολη, έλεγχος για τον εντοπισμό του, χωρίς αποτέλεσμα. Σε μεταγενέστερη τηλεφωνική επικοινωνία λοχία του Κλιμακίου της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (Υ.Α.Μ.), Λευκωσίας, (το «Κλιμάκιο»), με την αιτήτρια, αυτή ανέφερε ότι ο σύζυγός της είχε μεταβεί στη Ρουμανία για να διευθετήσει προσωπικά του έγγραφα και επρόκειτο να επιστρέψει σε τρεις εβδομάδες και ότι η ίδια διέμενε προσωρινά σε άλλη διεύθυνση, στην οδό Κέννεντυ 41, στη Λευκωσία. Ακολούθησε νέος έλεγχος στην εν λόγω διεύθυνση, κατά τον οποίο εντοπίστηκε μια Ρουμάνα υπήκοος, που επιβεβαίωσε τη συμβίωση του ζεύγους και ανέφερε ότι η αιτήτρια απουσίαζε στην εργασία της και ότι ο σύζυγός της βρισκόταν στην πατρίδα του. Δε διενεργήθηκε έλεγχος στο υπνοδωμάτιο, ενόψει της απουσίας των ενδιαφερομένων και της αδυναμίας λήψης της συγκατάθεσής τους. Αναζητήθηκαν, στη συνέχεια, πληροφορίες από μέλος της Διαχειριστικής Επιτροπής της πολυκατοικίας της οδού Κέννεντυ 41, στη Λευκωσία, το οποίο δεν ήταν σε θέση να αναγνωρίσει το ζεύγος από φωτογραφίες που του υποδείχθηκαν, και από τον ιδιοκτήτη του διαμερίσματος, ο οποίος επιβεβαίωσε τη γνησιότητα του γάμου του ζεύγους, αναφέροντας ότι η αιτήτρια εργαζόταν ως οικιακή βοηθός στην οικία της μητέρας του για τέσσερα χρόνια και ότι το ζεύγος διέμενε προσωρινά στο διαμέρισμά του.
Στις 23/6/2010, οι δύο σύζυγοι προσήλθαν σε συνέντευξη, χωριστά, στα γραφεία του Κλιμακίου, κατά την οποία τους υποβλήθηκαν διάφορες ερωτήσεις αναφορικά με τις συνθήκες γνωριμίας και συμβίωσής τους και διαπιστώθηκαν σοβαρές αντιφάσεις στις απαντήσεις τους.
Τα πιο πάνω γεγονότα, καθώς και οι αντιφατικές πληροφορίες που το Κλιμάκιο συνέλεξε κατά τη συνέντευξη του ζεύγους καταγράφηκαν σε Ενημερωτικό Σημείωμα του Υπεύθυνου του Κλιμακίου ημερομηνίας 25/6/2010, (το «Ενημερωτικό Σημείωμα 25/6/2010»), ο οποίος κατέληξε στην άποψη ότι ουδέποτε υπήρξε συμβίωση του ζεύγους και ότι ο γάμος εξυπηρετούσε σκοπιμότητες και εισηγήθηκε την παραπομπή του φακέλου στη Συμβουλευτική Επιτροπή για Εικονικούς Γάμους.
Νέα προσπάθεια εντοπισμού του ζεύγους, από μέλη του Κλιμακίου, στις 10/9/2011, δεν έφερε αποτέλεσμα, αφού πρόσωπο που εντοπίστηκε στο διαμέρισμα της οδού Κέννεντυ 41, στη Λευκωσία, ισχυρίστηκε ότι διέμενε μαζί του, αλλά ότι είχε πρόσφατα επιστρέψει από το εξωτερικό και δε γνώριζε πού βρίσκονταν οι σύζυγοι. Ακολούθως, η αιτήτρια και ο σύζυγός της δεν ανταποκρίθηκαν στις τηλεφωνικές κλήσεις, που λοχίας του Κλιμακίου τους απηύθυνε επανειλημμένα. Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, το Κλιμάκιο εισηγήθηκε στη Διευθύντρια την απόρριψη της αίτησης, η οποία απορρίφθηκε στις 19/9/2011, για να ακολουθήσει, στη συνέχεια, η αποστολή στην αιτήτρια της επιστολής ημερομηνίας 1/11/2011, με την οποία αυτή πληροφορήθηκε ότι η αίτησή της απορρίφθηκε και ότι θα έπρεπε να αναχωρήσει από την Κύπρο μέσα σε ένα μήνα.
Η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται αιτιολογίας και δέουσας έρευνας, βρίσκεται δε σε αντίθεση με το περιεχόμενο του Ενημερωτικού Σημειώματος 25/6/2010, από το οποίο προέκυπτε ότι ο γάμος της ήταν γνήσιος και ότι υπήρχε κανονική συμβίωσή της με το σύζυγό της στη δηλωθείσα διεύθυνσή τους. Εφόσον, εισηγείται, δεν προέκυψε αντίθετη μαρτυρία, η απόφαση των καθ' ων η αίτηση για απόρριψη του αιτήματός της, κατά τη λήψη της οποίας αγνοήθηκαν οι πληροφορίες που λήφθηκαν σε ανύποπτο χρόνο, από πρόσωπα που δε γνωρίζονταν μεταξύ τους, τα οποία επιβεβαίωσαν τη γνησιότητα του γάμου τους και τη συμβίωσή τους, στερείται νόμιμου υπόβαθρου.
Η πλευρά των καθ' ων η αίτηση απαντά ότι η απόρριψη του αιτήματος ήταν νόμιμη και εύλογη, μέσα στα πλαίσια του ΄Αρθρου 27(2) του Νόμου και με βάση τα πορίσματα της έρευνας, που διενεργήθηκε για να διαπιστωθεί κατά πόσο η αιτήτρια ήταν «μέλος της οικογένειας» και «σύζυγος» ευρωπαίου πολίτη, κατά την έννοια που αποδίδεται στους εν λόγω όρους από το ΄Αρθρο 2 του Νόμου, εφόσον υπήρχαν εύλογες υποψίες για τη γνησιότητα του γάμου της. Επισημαίνουν, περαιτέρω, την πάγια νομολογιακή αρχή ότι η υποκειμενική εκτίμηση των γεγονότων από τη διοίκηση δεν υπόκειται στον ουσιαστικό έλεγχο του ακυρωτικού δικαστηρίου.
Η αιτήτρια, ως πρόσωπο που δεν είναι υπήκοος κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης, διεκδίκησε, με την αίτησή της, τη χορήγηση του προβλεπόμενου στο ΄Αρθρο 12(1) του Νόμου δελτίου διαμονής, ως μέλος της οικογένειας - (σύζυγος) - πολίτη της ΄Ενωσης. Πρόκειται για ένα δικαίωμα που επεκτείνεται από τον πολίτη της ΄Ενωσης, ο οποίος πληροί συγκεκριμένες προϋποθέσεις, στα μέλη της οικογένειάς του, κατά τα προβλεπόμενα στο ΄Αρθρο 9 του Νόμου.
Η ιδιότητα του μέλους της οικογένειας ευρωπαίου πολίτη, που περιλαμβάνει το/τη σύζυγο, αποτελεί βασικό όρο, υποκείμενο στον έλεγχο της αρμόδιας αρχής - όπως ορίζεται στο ΄Αρθρο 27(2) του Νόμου - ιδίως όταν υπάρχει εύλογη αμφιβολία κατά πόσο το μέλος πληροί αυτήν την ιδιότητα.
Στην παρούσα περίπτωση, η αρμόδια αρχή, εξετάζοντας την αίτηση, επιχείρησε, με επιτόπιες επισκέψεις των αρμοδίων λειτουργών στη δηλωθείσα από την αιτήτρια διεύθυνση κατοικίας της, να διαπιστώσει κατά πόσο υφίστατο πραγματική συμβίωση του ζεύγους και, κατ' επέκταση, εάν η αιτήτρια είχε την ιδιότητα μέλους της οικογένειας ευρωπαίου πολίτη. Οι ενέργειες που περιγράφονται στο Ενημερωτικό Σημείωμα 25/6/2010 και στο Ενημερωτικό Σημείωμα του Υπεύθυνου του Κλιμακίου ημερομηνίας 14/9/2011 αποκαλύπτουν ότι, σε τρεις περιπτώσεις, η αιτήτρια και ο σύζυγός της αναζητήθηκαν στην κατοικία τους και δεν εντοπίστηκαν. Οι συγκεχυμένες πληροφορίες που δόθηκαν από τρίτα πρόσωπα, που βρέθηκαν να διαμένουν στη δηλωμένη διεύθυνση του ζεύγους και στην προσωρινή, σύμφωνα με την αιτήτρια, διεύθυνσή του στην οδό Κέννεντυ 41, στη Λευκωσία, όπως, επίσης, και οι απόψεις του ιδιοκτήτη του διαμερίσματος, υιού της εργοδότριας της αιτήτριας, και του μέλους της Διαχειριστικής Επιτροπής της πολυκατοικίας της οδού Κέννεντυ 41, στη Λευκωσία, σημειώθηκαν και εξετάστηκαν, εύλογα, όμως, δε θεωρήθηκαν επαρκείς για να στοιχειοθετήσουν την ύπαρξη συμβίωσης του ζεύγους. Επιπρόσθετα, οι αντιφάσεις που διαπιστώθηκαν στις απαντήσεις των ενδιαφερομένων κατά τη συνέντευξη, στην οποία αυτοί υποβλήθηκαν, κλόνισαν, περαιτέρω, τη βάση του αιτήματος, εφόσον παρέμεναν οι αμφιβολίες αναφορικά με τη γνησιότητα του γάμου τους.
Με βάση το σύνολο του υλικού που εξετάστηκε και τα αποτελέσματα των επιτόπιων ερευνών των καθ' ων η αίτηση, η προσβαλλόμενη απόφαση είναι, υπό τις περιστάσεις, εύλογη και επαρκώς αιτιολογημένη.
Η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ