ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                                (Υπόθεση Αρ. 128/2012)

 

2 Δεκεμβρίου, 2013

 

[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΑΝΤΩΝΗ ΑΝΤΩΝΗ,

                                                                                       Αιτητή,

-      ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,

                                                                      Καθ΄ ων η αίτηση.

----------------------------

Πέτρος Μιχαήλ, για τον Αιτητή.

Ευγενία Καρακάννα (κα), εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

-----------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:  Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση της Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ημερ. 3.1.2012 με την οποία απορρίφθηκε το αίτημά του για χορήγηση σύνταξης γήρατος  στο 63ο έτος της ηλικίας του.

 

Σύμφωνα με τα αναντίλεκτα γεγονότα της υπόθεσης, ο αιτητής ο οποίος συμπλήρωνε τα 63 του χρόνια στις 13.2.2010, υπέβαλε αίτηση στις 29.9.2009 για παραχώρηση σύνταξης, η οποία εξετάστηκε και του διαβιβάστηκε ο ασφαλιστικός του λογαριασμός, βάσει του οποίου δεν συμπλήρωνε τον απαιτούμενο χρόνο για χορήγηση σύνταξης γήρατος κατά το 63ο έτος. Του ζητήθηκε να προσκομίσει το χρόνο ασφάλισης από τον αρμόδιο φορέα του Ηνωμένου Βασιλείου για να εξεταστεί το δικαίωμα του σύμφωνα με τις πρόνοιες του Κανονισμού ΕΚ1408/71.  Με την παραλαβή του πιστοποιητικού, που αφορούσε το χρόνο ασφάλισης στο Ηνωμένο Βασίλειο, επανεξετάστηκε το δικαίωμα του σύμφωνα με τις διατάξεις του εν λόγω Κανονισμού, συνυπολογίζοντας το χρόνο ασφάλισης των 986 εβδομάδων στην Κύπρο με τις 593 εβδομάδες στην Αγγλία, που συμποσούνται σε 1579 ή 30 χρόνια και 19 εβδομάδες. Από το χρόνο ασφάλισης στο Ηνωμένο Βασίλειο, δεν λήφθηκαν υπόψη 46 εβδομάδες που αφορούν εξομοιούμενη περίοδο, η οποία χορηγείται σύμφωνα με τη νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου πριν από τη συμπλήρωση του 16ου έτους της ηλικίας, αλλά δεν λαμβάνεται υπόψη κατά τον υπολογισμό της βασικής σύνταξης.  Για να θεμελιώσει δικαίωμα σύνταξης ως η αίτηση χρειαζόταν 33 χρόνια και 19 εβδομάδες, το οποίο αντιστοιχούσε σε ποσοστό 70% του χρόνου ασφάλισης που απαιτείται σύμφωνα με την κυπριακή νομοθεσία (άρθρο 35(1) του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου, Ν. 59(Ι)/2010).   Η αίτηση του απορρίφθηκε.

 

Στις 27.4.2011 ο αιτητής υπέβαλε ένσταση στην Υπουργό Εργασίας μέσω των δικηγόρων του ζητώντας την επανεξέταση της υπόθεσης, καθότι δεν είχαν πιστωθεί στο χρόνο ασφάλισης του στην Κύπρο τα δύο έτη που υπηρέτησε στην Εθνική Φρουρά, ενώ ο χρόνος ασφάλισης  στην Αγγλία, σύμφωνα με βεβαίωση της εκεί αρμόδιας υπηρεσίας, ήταν  693 εβδομάδες.  Η ένσταση απορρίφθηκε αναρμοδίως, από Λειτουργό του Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η απόφαση αυτή η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 25.5.2011 ακυρώθηκε εκ συμφώνου από το Ανώτατο Δικαστήριο στα πλαίσια της προσφυγής 843/11.

 

           

Στις 3.1.2012 η ένσταση του αιτητή απορρίφθηκε με επιστολή της Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, με την οποία υιοθέτησε την απόφαση του Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως ορθή.  Εναντίον της απορριπτικής αυτής απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.

 

Σημειώνω εδώ παρενθετικά ότι, όπως έχει περιέλθει στην αντίληψη μου, στις 20.6.2011 υπεβλήθη εκ νέου αίτηση από τον αιτητή για παραχώρηση σύνταξης στο 63ο έτος της ηλικίας του, η οποία απερρίφθη στις 3.11.2011 για τον ίδιο λόγο που απορρίφθηκε και η αίτηση του ημερ. 29.12.2009. Εναντίον αυτής της απόφασης ο αιτητής καταχώρησε την προσφυγή αρ. 1521/11, η οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη με απόφαση ημερομηνίας 19.3.11. (βλ. Αντώνης Αντώνη ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 1521/2011, ημερ. 19.3.2013).

 

Ο αιτητής στη γραπτή του αγόρευση προβάλλει ως λόγους ακύρωσης την έλλειψη δέουσας έρευνας και πλάνη περί τα πράγματα και το Νόμο, τους οποίους ανέλυσε από κοινού ως αλληλένδετους. 

 

Επικαλείται το άρθρο 35(1)(β) του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου το οποίο προνοεί τα εξής:

 

«35.(1)  Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, πρόσωπο δικαιούται σύνταξη γήρατος, εάν-

............................................................................................

 

(β)    συμπλήρωσε την ηλικία των εξήντα τριών (63) ετών, ικανοποιεί τις σχετικές ασφαλιστικές προϋποθέσεις και, ο αριθμός των ασφαλιστικών μονάδων της βασικής ασφάλισής του δεν υπολείπεται του 70% του αριθμού των ετών που εμπίπτουν στην περίοδο αναφοράς, η οποία ισχύει στην περίπτωση του, ή

............................................................................................ 

 

 

Ως προς τις «ασφαλιστικές προϋποθέσεις» ορθά παραπέμπει στο άρθρο 23(2)(β) του Τρίτου Πίνακα του εν λόγω Νόμου, σύμφωνα με το οποίο, για την περίοδο που αρχίζει από την πρώτη Δευτέρα του 2010, ο ασφαλισμένος πρέπει να έχει συμπληρώσει βασική ασφάλιση πέντε τουλάχιστον ασφαλιστικών μονάδων και να έχουν παρέλθει διακόσιες εξήντα εβδομάδες από την εβδομάδα έναρξης της ασφάλισης του.

 

Με βάση τις πιο πάνω πρόνοιες και τον ορισμό του όρου «περίοδος αναφοράς» στο άρθρο 2 του Νόμου[1], σε συνδυασμό με το άρθρο 24(5)[2], ο αιτητής θεωρεί πως η περίοδος αναφοράς που ισχύει στην περίπτωση του είναι από 13.2.1963 μέχρι 13.2.2010, ήτοι 47 έτη. Επομένως, υπολογίζει το 70% των ετών αυτών σε 1710 εβδομάδες που αντιστοιχεί σε 32.9 έτη, σε αντίθεση με τους καθ' ων η αίτηση που καταλήγουν σε 1725 εβδομάδες που αντιστοιχεί σε 33 έτη και 10 εβδομάδες.  Παρόλο που η διαφορά των 15 εβδομάδων μεταξύ των αντίστοιχων θέσεων των διαδίκων φαίνεται να έγκειται σε παρερμηνεία από πλευράς του αιτητή των σχετικών διατάξεων του Νόμου, δεν είναι τέτοια που να επιδρά με οποιοδήποτε τρόπο στο αποτέλεσμα της προσφυγής και, ως εκ τούτου, δεν θα απασχολήσει το Δικαστήριο περαιτέρω.

 

Ο αιτητής, με βάση τον ασφαλιστικό του λογαριασμό (Παράρτημα Β της ένστασης), είχε συμπληρώσει περίοδο ασφάλισης 986 εβδομάδων και ως εκ τούτου δεν συμπλήρωνε τον απαιτούμενο χρόνο για χορήγηση σύνταξης γήρατος κατά το 63ο έτος.  Παρατηρώ παρενθετικά ότι για την περίοδο 1963-1966 και 1970-1988 υπάρχουν μηδενικές εισφορές. Στη συνέχεια συνυπολογίστηκαν, σύμφωνα με το πιστοποιητικό ασφάλισης του Ηνωμένου Βασιλείου που προσκόμισε ο αιτητής, άλλες 593 εβδομάδες οπότε συμποσούμενες συμπληρώνονται 1579 εβδομάδες, ήτοι 30 χρόνια και 19 εβδομάδες.

 

Είναι καταρχάς η θέση του αιτητή ότι θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη περίοδος ασφάλισης και για τα έτη 1961 και 1962 (όπως προκύπτει από το Παράρτημα Β). Όπως, όμως ορθά αντιτείνουν οι καθ' ων η αίτηση, δεν θα μπορούσαν να συνυπολογιστούν στην περίοδο αναφοράς οποιαδήποτε έτη πριν την συμπληρώση της ηλικίας των 16 ετών. Σχετικός επί του προκειμένου είναι ο ορισμός του όρου «περίοδος αναφοράς» (ανωτέρω) και το άρθρο 17(1)(α) του Νόμου το οποίο προνοεί:

 

«17.(1)  Ασφαλισμένος λογίζεται ότι έχει ασφαλιστέες αποδοχές για τις οποίες, όμως, δεν έχει υποχρέωση για καταβολή εισφορών -

 

(α)  για κάθε περίοδο που αρχίζει κατά ή μετά την πρώτη ημέρα του έτους εισφορών, μέσα στο οποίο συμπλήρωσε το δέκατο έκτο έτος της ηλικίας του, κατά την οποία αυτός τυγχάνει τακτικής εκπαίδευσης ή μαθητείας που εγκρίνει ο Διευθυντής, σε καμιά, όμως, περίπτωση για περίοδο πριν από τις 5 Οκτωβρίου 1964∙

..........................................................................................» 

 

Επίσης ο αιτητής διατείνεται ότι θα έπρεπε να υπολογιστούν οι περίοδοι ασφάλισης του Ηνωμένου Βασιλείου, ανερχόμενοι στις 639 εβδομάδες στο σύνολο τους.  Αντ΄ αυτού οι καθ' ών η αίτηση έλαβαν υπόψη μόνο τις 593 εβδομάδες ενώ δεν πιστώθηκαν οι 46 εβδομάδες που αναφέρθηκαν στο έντυπο Ε205UK κάτω από τον τίτλο «Period treated as insurance period».  Ισχυρίζεται πως η παράλειψη αυτή των καθ' ών η αίτηση παραβιάζει, κατ' ισχυρισμό του αιτητή, το άρθρο 18 του Κανονισμού 1408/71ΕΚ.

 

Παρατηρώ ότι οι 46 εβδομάδες που δεν λήφθηκαν υπόψη αντιστοιχούν στην περίοδο από 6.4.1962 μέχρι 10.2.1963 και αφορούσαν εξομοιούμενο χρόνο ασφάλισης σύμφωνα με την αγγλική ασφαλιστική νομοθεσία («Period treated as insurance period»). Το άρθρο 18 του Κανονισμού 1408/71ΕΚ ορίζει ότι ο αρμόδιος φορέας κράτους μέλους, η νομοθεσία του οποίου εξαρτά την κτήση, διατήρηση ή ανάκτηση δικαιώματος παροχών από την συμπλήρωση περιόδων ασφαλίσεων, λαμβάνει υπόψη, κατά το μέτρο που απαιτείται, και τις περιόδους ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν υπό την νομοθεσία άλλου κράτους μέλους σαν να επρόκειτο για περιόδους που πραγματοποιήθηκαν υπό την οικεία νομοθεσία του κράτους μέλους.

 

Σύμφωνα με τους καθ' ων η αίτηση, ο Κανονισμός αφορά ασφαλίσεις που πραγματοποιήθηκαν και όχι εξομοιούμενο χρόνο. Η διάκριση αυτή δεν παραβιάζει τον Κανονισμό ο οποίος επιτρέπει τον συνυπολογισμό περιόδων ασφάλισης σε άλλο κράτος μέλος, «στο μέτρο που απαιτείται».  Σχετικό με την διάκριση μεταξύ της πραγματικής και της εξομοιούμενης ασφάλισης είναι το άρθρο 24 του Νόμου και ειδικότερα το εδάφιο (2)(δ) το οποίο ορίζει ότι περίοδοι εξομοιούμενης ασφάλισης δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 17, «δεν λαμβάνονται υπόψη για σκοπούς σύνταξης».

 

 Τέτοιο δικαίωμα του αιτητή δεν μπορεί να θεμελιωθεί ούτε στο άρθρο 24(5) (ανωτέρω).   Όπως έχει ήδη επισημανθεί πιο πάνω, αθροιστικά ο αιτητής είχε συμπληρώσει 30 χρόνια και 19 εβδομάδες (1579 εβδομάδες) και υπολειπόταν εισφορές 3 χρόνων για να εγκριθεί το αίτημα του. Το εν λόγω άρθρο δίνει δικαίωμα πίστωσης περιόδων ασφάλισης πριν την 5.10.1964 (εντός της οποίας εμπίπτει και η επίδικη περίοδος εξομοιούμενης ασφάλισης στην Αγγλία), μόνο στην περίπτωση που ο αιτητής θα αποκτούσε δικαίωμα παροχής με τον συνυπολογισμό τους.  Η ερμηνεία του εν λόγω άρθρου στο σύνολο του Νόμου εύλογα υποδηλώνει ότι κατ' εξαίρεση λαμβάνεται υπόψη τέτοια περίοδος σε περίπτωση που θεμελιώνει καθοριστικά τέτοιο δικαίωμα.  Στην περίπτωση του αιτητή ακόμη και αν συνυπολογιζόνταν η περίοδος ασφαλιστέων αποδοχών από 13.2.1963 μέχρι 5.10.1964 (82 εβδομάδες), ο αιτητής δεν θα συμπλήρωνε την συντάξιμη περίοδο. Συνεπώς ούτε το άρθρο 24(5) είχε εφαρμογή στην περίπτωση του. Σημειώνω περαιτέρω ότι ακόμη και αν αθροιστικά υπολογίζονταν στα παραπάνω και οι 46 εβδομάδες εξομοιούμενου χρόνου, και πάλι δεν θα ανέρχονταν στις απαιτούμενες, σύμφωνα με τον αιτητή,  εισφορές των 1710 εβδομάδων ώστε να ικανοποιεί τις προϋποθέσεις εισφοράς για χροήγηση τμηματικής συνταξης γήρατος στην ηλικία των 63 ετών.

 

Αναφορικά δε με το παράπονο του αιτητή ότι δεν συνυπολογίστηκε ως συντάξιμος, παρά τις περί του αντιθέτου επισημάνσεις της Διοίκησης, ο χρόνος της Εθνικής Φρουράς, παρατηρώ ότι ο χρόνος αυτός λήφθηκε υπόψη στον υπολογισμό των 986 εβδομάδων ασφάλισης στην Κύπρο.

 

Για τους πιο πάνω λόγους κρίνω ότι δεν ευσταθεί κανένας από τους  προταθέντες λόγους ακύρωσης.

 

 

 

 

Κατ' ακολουθία των πιο πάνω, η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του αιτητή όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.  Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.

 

                                                           

 

Π. Παναγή, Δ.

 

 

 

 

 

/ΣΓεωργίου

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 



[1] ««περίοδος αναφοράς» σε σχέση με ασφαλισμένο σημαίνει την περίοδο που αρχίζει στις 5 Οκτωβρίου 1964 ή εάν ο ασφαλισμένος συμπλήρωσε την ηλικία των δεκαέξι (16) ετών μετά τις 3 Οκτωβρίου 1965, την περίοδο που αρχίζει την πρώτη ημέρα του έτους εισφορών μέσα στο οποίο συμπλήρωσε την ηλικία αυτή και λήγει την τελευταία εβδομάδα πριν από εκείνη η οποία περιλαμβάνει τον ουσιώδη χρόνο και σε περίπτωση ασφαλισμένου αναφορικά με τον οποίο τυγχάνει εφαρμογής το εδάφιο (5) του άρθρου 24, η ανωτέρω περίοδος αρχίζει στις 7 Ιανουαρίου 1957 ή την πρώτη ημέρα του έτους εισφορών μέσα στο οποίο ασφαλισμένος συμπλήρωσε το δέκατο έκτο έτος της ηλικίας του, οποιαδήποτε από τις δύο ημερομηνίες είναι μεταγενέστερη."

 

[2]  «24(5) Για σκοπούς χορήγησης .σύνταξης γήρατος .περίοδοι ασφάλισης που πραγματοποιήθηκαν πριν από τις 5 Οκτωβρίου 1964, λαμβάνονται υπόψη, εάν ο αιτητής μόνο με το συνυπολογισμό τους αποκτά δικαίωμα για την παροχή ή εάν ο συνυπολογισμός αυτός αυξάνει το ύψος της παροχής."


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο