ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 636/2010)

 

 

21 Νοεμβρίου, 2013

 

 

[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΚΑΛΟΨΙΔΙΩΤΗΣ,

 

Αιτητής,

 

ν. 

 

 

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΥ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ

ΚΥΠΡΟΥ (ΕΤΕΚ),

                           

Καθ' ων η αίτηση.

 

 

Σ. Δράκος, για τον Αιτητή.

 

Αλ. Κουντουρή (κα) για Τάσσος Παπαδόπουλος και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους Καθ'ων η αίτηση.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Στις 7/10/2009 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για εγγραφή στο Μητρώο Μελών των καθ'ων η αίτηση, στο εξής ΕΤΕΚ, στον κλάδο επιμέτρησης και εκτίμησης γης, στην επιμέτρηση. Να σημειωθεί ότι ο αιτητής ασκούσε το επάγγελμα του επιμετρητή ποσοτήτων από το 1990 και ήταν εγγεγραμμένος στον ειδικό κατάλογο του ΕΤΕΚ ως εξ επαγγέλματος επιμετρητής ποσοτήτων. Να σημειωθεί επίσης, ότι κατά τον καταρτισμό του Μητρώου Μελών, το ΕΤΕΚ υποβοηθείται, από την Επιτροπή Εγγραφής Μελών, δυνάμει της Κ.Δ.Π. 133/97.

 

Η αίτηση του αιτητή, αρχικά εξετάστηκε από την Υποεπιτροπή Εκτίμησης η οποία και εισηγήθηκε την απόρριψή της. Στη συνέχεια, της αίτησης επιλήφθηκε η Επιτροπή Εγγραφής Μελών, η οποία υιοθετώντας την εισήγηση της Υποεπιτροπής Εκτίμησης, εισηγήθηκε στη Διοικούσα Επιτροπή του ΕΤΕΚ, την απόρριψή της. Στη σχετική έκθεση της, η Επιτροπή Εγγραφής Μελών εισηγείται τη μη αναγνώριση του διπλώματος του αιτητή Diploma of Technical Engineer in Civil Engineering - Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο. Παράλληλα, στην έκθεση επισημαίνεται ότι ο αιτητής είναι μέλος του ΕΤΕΚ εξ επαγγέλματος, έχει υποβάλει βεβαίωση (Professional Member) του RICS (2004) και ότι επιθυμεί να εξεταστεί η αίτηση του στα πλαίσια της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ και του περί Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου σε σχέση με τη διακίνηση εργαζομένων στην ΕΕ, Ν. 31(Ι)/2008. Θα πρέπει να λεχθεί πως ο αιτητής απέστειλε επιστολές ημερομηνίας 2/10/2009 και 26/1/2010 διευκρινίζοντας ότι υπέβαλε την αίτηση του στα πλαίσια της εν λόγω Οδηγίας για το γενικό σύστημα Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων σε σχέση με τη διακίνηση εργαζομένων στην ΕΕ και του σχετικού εναρμονιστικού Νόμου.

 

Η Διοικούσα Επιτροπή του ΕΤΕΚ, ασκώντας τις εξουσίες που της παρέχονται από το άρθρο 14 του Νόμου, επιλήφθηκε της αίτησης στη συνεδρία της ημερομηνίας 9/2/2010 και με βάση τα ενώπιον της στοιχεία αποφάσισε να την απορρίψει με την εξής αιτιολογία:

 

"1. Σύμφωνα με το άρθρο 7(1)(α) του περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμου 224/90-

 

    «Κάθε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου και να είναι μέλος του Επιμελητηρίου αν -

    (α) Κατέχει πτυχίο ή δίπλωμα Πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν σε οποιοδήποτε κλάδο της Μηχανικής Επιστήμης, το οποίο να του επιτρέπει να ασκεί το επάγγελμα στη χώρα που αποκτήθηκε και να είναι αναγνωρισμένο από το Επιμελητήριο σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού.

       .......»

 

2. Το πρόγραμμα σπουδών που έχετε παρακολουθήσει προς απόκτηση του «Diploma of Technician Engineer in Civil Engineering» από το Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο δεν έχει τύχει αναγνώρισης στο παρελθόν στον εν λόγω κλάδο από το Επιμελητήριο (αρμόδιο σώμα αναγνώρισης τίτλων σπουδών, δυνάμει του άρθρου 7 του Ν. 224/90) για τους σκοπούς του Νόμου του ΕΤΕΚ.

 

3.   Ειδικότερα πληροφορείστε ότι, το ακαδημαϊκό προσόν του «Diploma of Technician Engineer in Civil Engineering», από το Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Κύπρου, δεν ικανοποιεί τις πρόνοιες του άρθρου 7(1)(α) του Περί ΕΤΕΚ Νόμου για σκοπούς εγγραφής στο Μητρώο Μελών του ΕΤΕΚ. Δεν είναι πτυχίο ή δίπλωμα πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν στην Επιμέτρηση και Εκτίμηση Γης, στην Επιμέτρηση όπως απαιτείται από το αναφερόμενο άρθρο του Νόμου.

 

4.   Πιστοποιητικά εγγραφής ή άλλα που παραχωρούνται από επαγγελματικά σώματα, χωρίς την ικανοποίηση των προϋποθέσεων που θέτει το Επιμελητήριο, δεν είναι δυνατόν να αναγνωριστούν ως ισοδύναμα προσόντα προς πτυχίο ή δίπλωμα πανεπιστημίου."

 

 

Η απορριπτική απόφαση κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 1/3/2010. Αντιδρώντας ο τελευταίος καταχώρισε την παρούσα προσφυγή.

 

Σημειώνεται ότι, μεταγενέστερα της επίδικης απόφασης, πριν όμως την καταχώριση της παρούσας προσφυγής, ο αιτητής επανήλθε με δύο νέες επιστολές, τις επιστολές ημερομηνίας 16/3/2010 και 15/4/2010, ζητώντας όπως η αίτηση του επανεξεταστεί στα πλαίσια των προνοιών τόσο του                 Ν. 31(Ι)/2008, όσο και της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, σύμφωνα με τις οποίες «Το επαγγελματικό δίπλωμα του Royal Institution of Chartered Surveyors του Ηνωμένου Βασιλείου περιλαμβάνεται», σύμφωνα με τον αιτητή, «στον κατάλογο Επαγγελματικών Προσόντων που αναγνωρίζει η Ευρωπαϊκή Οδηγία και ο Νόμος 31(Ι)/2008 και επίσης», σύμφωνα πάντα με τον αιτητή, «τα δύο Διπλώματα του ΑΤΙ συνολικής διάρκειας Επαγγελματικής Εκπαίδευσης 4 χρόνων ικανοποιούν το επιπρόσθετο κριτήριο της μεταδευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης που απαιτεί η Νομοθεσία».

 

Η αίτηση του αιτητή εξετάστηκε εκ νέου σε συνεδρία της Διοικούσας Επιτροπής που έλαβε χώρα στις 18/5/2010 και πάλι απορρίφθηκε. Παραθέτω τη νέα απορριπτική απόφαση, η οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 31/5/2010:

 

"1. Σύμφωνα με την παράγραφο 1, του άρθρου 17, του Νόμου 31(Ι)/2008:

 

       «... το αρμόδιο όργανο παρέχει την δυνατότητα ανάληψης του οικείου επαγγέλματος και της άσκησής του, υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που ισχύουν για τους πολίτες της Δημοκρατίας, στους αιτητές που είναι κάτοχοι της βεβαίωσης επάρκειας ή του τίτλου εκπαίδευσης που απαιτείται από άλλο κράτος μέλος για την ανάληψη ή την άσκηση του ίδιου επαγγέλματος στην επικράτειά του.

 

       Οι βεβαιώσεις επάρκειας ή οι τίτλοι εκπαίδευσης πρέπει να πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

 

       «.......

       β) να βεβαιώνουν επίπεδο επαγγελματικών προσόντων τουλάχιστον ισοδύναμο με το αμέσως προηγούμενο επίπεδο εκείνου που απαιτείται στη Δημοκρατία, όπως ορίζεται στο άρθρο 15».

 

  2.  Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχετε υποβάλει με την αίτησή σας και όλα σας τα προσόντα, εξαιρουμένου του πιστοποιητικού μέλους στο RICS, έχουν αποκτηθεί στην Κυπριακή Δημοκρατία.

 

 3.        Με βάση τα επίπεδα προσόντων του άρθρου 15, του Νόμου 31(Ι)/2008, το ΕΤΕΚ απαιτεί τουλάχιστον τα προσόντα που περιγράφονται στην παράγραφο (δ) του εν λόγω άρθρου:

 

            δ) δίπλωμα που βεβαιώνει επιτυχή ολοκλήρωση της εκπαίδευσης μεταδευτεροβάθμιου επιπέδου, διάρκειας τουλάχιστον τριών και όχι άνω των τεσσάρων ετών ή ισοδύναμης διάρκειας υπό καθεστώς μερικής παρακολούθησης, σε πανεπιστήμιο ή ίδρυμα ανώτερης εκπαίδευσης ή άλλο ίδρυμα του αυτού εκπαιδευτικού επιπέδου, καθώς και την ενδεχομένως απαιτούμενη επιπλέον αυτού του κύκλου μεταδευτεροβάθμιων σπουδών επαγγελματική κατάρτιση."

   

    4.     Ενόψει των πιο πάνω, σας ενημερώνουμε ότι, τα προσόντα που κατέχετε δεν ικανοποιούν το επίπεδο των προσόντων που περιγράφονται στην παράγραφο (δ) του προαναφερόμενου άρθρου."

 

 

Πρόσθετα των ενστάσεων της επί της ουσίας των προβαλλόμενων λόγων ακύρωσης, η ευπαίδευτη συνήγορος του ΕΤΕΚ εγείρει, με τη μορφή προδικαστικής ένστασης, τη θέση ότι ο αιτητής στερείται έννομου συμφέροντος, εφόσον, όντας εγγεγραμμένος στο Μητρώο Μελών ως επιμετρητής εξ επαγγέλματος (ειδικός κατάλογος σύμφωνα με το άρθρο 25 του περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Νόμου Ν. 224/90 (Ο Νόμος), δεν θα προσκομίσει οποιοδήποτε όφελος από την εγγραφή του στο κανονικό Μητρώο Επιμετρητών.

 

Στον αντίποδα ο αιτητής υποστηρίζει ότι, το γεγονός πως είναι εγγεγραμμένος στον ειδικό κατάλογο των εξ επαγγέλματος επιμετρητών του ΕΤΕΚ και όχι στο κανονικό Μητρώο, συνεπάγεται δυσμενή για τον ίδιο μεταχείριση του. Οι εξ επαγγέλματος επιμετρητές δεν μπορούν, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, να λαμβάνουν μέρος στις αποφάσεις του κλάδου τους στο ΕΤΕΚ, ούτε και έχουν δικαίωμα ψήφου, εφόσον ως εγγεγραμμένοι σε ειδικό κατάλογο δεν αναγνωρίζονται ως μέλη. Δεν έχουν το κύρος που προσδίδει στα μέλη η άδεια του ΕΤΕΚ. Επιπλέον, οι πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όταν εγγράφονται για να εργαστούν στην Κύπρο, εγγράφονται στο Μητρώο Μελών του ΕΤΕΚ. Δεν είναι δυνατό, υπογραμμίζει, κάποιος να ανήκει σ' ένα επαγγελματικό σώμα αλλά να έχει μόνο υποχρεώσεις και κανένα δικαίωμα, εκτός από την έκδοση διαφοροποιημένης άδειας. Όπως επίσης, τονίζει ο αιτητής, το ΕΤΕΚ δεν τον αντιμετωπίζει με τον ίδιο τρόπο όπως τους εγγεγραμμένους στο κανονικό Μητρώο, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να ασκεί απρόσκοπτα και ανεμπόδιστα την εργασία του επιμετρητή.

 

Παρόμοια προδικαστική ένσταση ηγέρθη και στην Υπόθεση Αρ. 883/2010, Νίκος Κοννίδης ν. ΕΤΕΚ, ημερομηνίας 20/6/2013 (Κληρίδης, Δ.) και απορρίφθηκε. Παραθέτω το σκεπτικό με βάση το οποίο ο αδελφός Δικαστής απέρριψε τη συγκεκριμένη προδικαστική ένσταση, με το οποίο συμφωνώ και ως εκ τούτου το υιοθετώ και για σκοπούς της παρούσας απόφασης:

 

"Δεν μπορώ παρά να συμφωνήσω, ότι με βάση τους λόγους που παρέθεσε πιο πάνω ο αιτητής, θα πρέπει ν΄ απορριφθεί αυτή η προδικαστική ένσταση του καθ΄ου η αίτηση. Επιπρόσθετα, θα πρέπει να αναφερθεί ότι και ο ίδιος ο Νόμος του ΕΤΕΚ, (Ν. 224/1990), προβαίνει σε διαφορετική πρόνοια για την εγγραφή προσώπου στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου με το άρθρο 7(1), όπου καταγράφεται τι απαιτείται προς εγγραφή, και διαφορετική πρόνοια για την άδεια άσκησης επαγγέλματος με εγγραφή σε ειδικό κατάλογο που θα τηρεί το Επιμελητήριο οπότε ο εγγραφής θα χαρακτηρίζεται ως Επιμετρητής εξ Επαγγέλματος, σύμφωνα με το άρθρο 25(1Β)(1Γ) του Νόμου.

 

Επιπλέον, το ίδιο το ΕΤΕΚ φαίνεται και στην πράξη ότι αντιμετωπίζει με διαφορετικό τρόπο τα Μέλη που είναι εξ επαγγέλματος Επιμετρητές από αυτά που είναι εγγεγραμμένα στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου. Αναφέρεται, ως παράδειγμα, επιστολή του ΕΤΕΚ προς το Δήμαρχο Αθηένου αναφορικά με προκήρυξη δημόσιου διαγωνισμού σε σχέση με ανάθεση υπηρεσιών Επιμετρητή Ποσοτήτων, στην οποία απαιτεί τα πρόσωπα να είναι εγγεγραμμένα στο αντίστοιχο Μητρώο του Τεχνικού Επιμελητηρίου.

 Συνεπώς, αυτή η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί'."

 

 

Ως αποτέλεσμα, η προδικαστική ένσταση απορρίπτεται.

 

Έχοντας απορρίψει την προδικαστική ένσταση, στρέφω την προσοχή μου στους λόγους ακύρωσης, ανάμεσα στους οποίους περίοπτη θέση κατέχει ο λόγος ακύρωσης περί ανεπαρκούς και/ή καθόλου έρευνας.

 

Είναι η θέση του αιτητή ότι οι καθ'ων η αίτηση, αγνόησαν και/ή δεν αξιολόγησαν σωστά τα επαγγελματικά και/ή ακαδημαϊκά του προσόντα. Συγκεκριμένα, ισχυρίζεται ότι παρέλειψαν να λάβουν υπόψη το νέο επαγγελματικό του προσόν, το Royal Institution of Chartered Surveyors (RICS του Ηνωμένου Βασιλείου) και τις πρόνοιες του Ν. 31(Ι)/2008 στα πλαίσια του οποίου θα έπρεπε να εξεταστεί η αίτηση του. Το ΕΤΕΚ λειτούργησε και/ή ενήργησε, σύμφωνα με τον αιτητή, υπό το κράτος νομικής και πραγματικής πλάνης γιατί εξέτασε την αίτηση του αποκλειστικά στη βάση του άρθρου 7(1)(α), οι πρόνοιες του οποίου αφορούν αξιολόγηση ακαδημαϊκών προσόντων, ενώ το νέο προσόν του, εφόσον αποκτήθηκε σε άλλο κράτος μέλος, θα έπρεπε να εκτιμηθεί με βάση τις πρόνοιες του Ν. 31(1)/2008 και της σχετικής Οδηγίας 2005/36/ΕΚ.

 

Διεξήλθα προσεκτικά το ενώπιον μου υλικό. Εκείνο που προκύπτει είναι ότι ο αιτητής διεκδικούσε εγγραφή, όχι με βάση τα ακαδημαϊκά του προσόντα, αλλά με βάση το επαγγελματικό του προσόν. Είναι φανερό από την αλληλογραφία που αντάλλαξε με το ΕΤΕΚ, ότι διεκδικούσε εγγραφή με βάση τη δεύτερη επιφύλαξη του άρθρου 7(1)(α) του Νόμου. Ενδεικτική είναι η επισυνημμένη στην αίτηση του ταυτάριθμης ημερομηνίας (7/10/2009) επιστολή με τη σημείωση: «Η παρούσα αίτηση γίνεται με βάση τον Νόμο 31(Ι)/2008 για σκοπούς εναρμόνισης με την Οδηγία 2005/36/ΕΚ για επαγγελματικούς τίτλους/προσόντα», καθώς και  η επισυνημμένη  επιστολή του ημερομηνίας 2/10/2009 στην οποία εμφαντικά θέτει προς αξιολόγηση τον επαγγελματικό του τίτλο συσχετίζοντας τον με τις πρόνοιες του Ν. 31(1)/2008.

 

Το άρθρο 7(1)(α) στη βάση του οποίου απορρίφθηκε η αίτηση εγγραφής του αιτητή, προνοεί τα εξής:

 

"7.-(1) Με την επιφύλαξη των εδαφίων (1Α) και (11), κάθε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο Μελών του Επιμελητηρίου και να είναι  μέλος του Επιμελητηρίου αν -

 

(α) Κατέχει πτυχίο ή δίπλωμα Πανεπιστημίου ή άλλο ισοδύναμο προσόν σε οποιοδήποτε κλάδο της Μηχανικής Επιστήμης, το οποίο να του επιτρέπει να ασκεί το επάγγελμα στη χώρα που αποκτήθηκε, και να είναι αναγνωρισμένου από το Επιμελητήριο σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού:

 

Νοείται ότι, σε περίπτωση αμφιβολίας για την ακαδημαϊκή αναγνώριση τίτλου σπουδών οποιουδήποτε αιτητή, το Επιμελητήριο μπορεί να απευθύνεται στο ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. για γνωμοδότηση:

 

Νοείται περαιτέρω ότι, για την εγγραφή πολιτών κρατών-μελών στα μητρώα του Επιμελητηρίου σε οποιοδήποτε κλάδο της μηχανικής επιστήμης εξαιρουμένης της αρχιτεκτονικής, ισχύουν και οι διατάξεις του περί Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου."

 

(H υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου).

 

 

Παρόλα αυτά, η αίτηση του αιτητή εξετάστηκε από το ΕΤΕΚ αποκλειστικά στη βάση αξιολόγησης του «Diploma of Technician Engineer in Civil Engineering» από το Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο. Αυτό όμως δεν ήταν, όπως έχω ήδη εξηγήσει πιο πάνω, το ζητούμενο. Η μόνη σχετική με το ζητούμενο αναφορά που εντοπίζω στην επίδικη απόφαση είναι η αναφορά  στην τελευταία παράγραφο της απόφασης, η οποία όμως δεν κρίνεται ικανοποιητική, αφού δεν γίνεται σε συνάρτηση με το Ν. 31(Ι)/2008.

 

Σχετική είναι και η πιο κάτω εκτίμηση της Υποεπιτροπής Εκτίμησης, που ήταν το σώμα του ΕΤΕΚ που αρχικά επιλήφθηκε της αίτησης του αιτητή:

 

"6. Πέραν τούτου όπως και ο ίδιος αναφέρει, ο τίτλος του μέλους του RCIS είναι επαγγελματικός γι' αυτό και δεν μπορεί να ληφθεί από μόνος του υπόψη. Θεωρούμε και είναι γνωστό ότι τα μέλη του Ινστιτούτου αυτού γίνονται αποδεκτά για εγγραφή σαν μέλη του, με βάση κριτήρια δικά του, που το ίδιο θέτει, τα οποία κάτω από κάποιες προϋποθέσεις/περιστάσεις, κάμνουν αποδεκτές αιτήσεις χωρίς κάποιος να είναι κάτοχος πτυχίου και λαμβάνουν υπόψη την επαγγελματική πείρα του αιτητή, γεγονός που δεν ανταποκρίνεται στην Κυπριακή πρακτική ή ανάγκες της αγοράς ή/και κανονισμούς.

 

7. Σε ότι αφορά την επίκληση του νόμου 31(Ι) 2008 θεωρούμε ότι δεν μας αφορά εκτός και αν δοθούν διαφορετικές οδηγίες."

 

 

Άγνωστοι παραμένουν στο Δικαστήριο οι λόγοι για τους οποίους κρίθηκε ότι ο Ν. 31(Ι)/2008 που επικαλείτο ο αιτητής, δεν αφορούσε το ΕΤΕΚ και γιατί συνεπώς η συγκεκριμένη πτυχή του θέματος δεν εξετάστηκε περαιτέρω. Το ΕΤΕΚ, όφειλε, έστω και αν θεωρούσε ότι η αίτηση του αιτητή δεν ενέπιπτε στις πρόνοιες του επικαλούμενου Νόμου, να το καταγράψει ρητά και να δώσει αιτιολογία. Εφόσον από τον αιτητή τέθηκαν όλα τα ουσιώδη στοιχεία και η συγκεκριμένη νομική βάση της αίτησης του, το ΕΤΕΚ θα έπρεπε να διερευνήσει αυτή την πτυχή. Αυτό βέβαια φαίνεται πως έγινε μεταγενέστερα - βλέπε μεταγενέστερη απόφαση που κοινοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 31/5/2010 - δηλαδή μετά από τον ουσιώδη χρόνο λήψης της επίδικης απόφασης και μετά από την καταχώριση της παρούσας προσφυγής. Η μεταγενέστερη όμως αυτή απόφαση, έστω και απορριπτική, δεν αποτελεί αντικείμενο στην παρούσα διαδικασία, της οποίας αντικείμενο αποτελεί η νομιμότητα της απόφασης ημερομηνίας 9/2/2010.

 

Επομένως, οι λόγοι ακύρωσης που προβλήθηκαν από τον αιτητή για αντίστροφη διάκριση και εσφαλμένη ερμηνεία της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ και του συναφούς εναρμονιστικού μας Νόμου και όσα εκατέρωθεν συζητήθηκαν, δεν θα με απασχολήσουν αφού αφορούν τη νομιμότητα της απόφασης ημερομηνίας 31/5/2010 και όχι της επίδικης. Οτιδήποτε τέθηκε στη γραπτή αγόρευση της δικηγόρου του ΕΤΕΚ σχετικά με το πεδίο εφαρμογής του                 Ν. 31(Ι)/2008 και τους τυπικούς και ουσιαστικούς λόγους για τους οποίους τα προσόντα του αιτητή ακόμη και υπό αυτό το πρίσμα δεν θα του εξασφάλιζαν εγγραφή, ακόμη και αν φαίνεται να επιβεβαιώνονται από τη νομολογία              (βλ. Κοννίδης (πιο πάνω)), δεν μπορεί να ληφθούν υπόψη ως συμπληρωματική αιτιολογία εφόσον δεν τέθηκαν από την ίδια τη διοίκηση κατά τον ουσιώδη χρόνο λήψης της επίδικης απόφασης. Όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί, αιτιάσεις που δίδονται εκ των υστέρων από τους δικηγόρους των μερών για να αιτιολογήσουν ή να στηρίξουν τη νομιμότητα της πράξης, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη. (Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 593/2007 και 613/2007, Μ. Πεύκαρου ν. Κ.Ο.Τ. κ.ά., ημερομηνίας 10/5/2010). Πέραν όμως τούτου, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι το Δικαστήριο δεν υποκαθιστά την κρίση της διοικητικής αρχής με τη δική του. Το έργο του εξαντλείται στον έλεγχο της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης στη βάση των αρχών του διοικητικού δικαίου που διέπουν το θέμα (βλ. Κλ. Μιλτιάδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989)                 3 Α.Α.Δ. 1318). Εξέταση της σχετικής εισήγησης θα απέληγε σε πρωτογενείς διαπιστώσεις του Δικαστηρίου επί γεγονότων, οι οποίες είναι ανεπίτρεπτες στην απουσία απόφασης της αρμόδιας κατά Νόμο Αρχής. (ΑΝΤΕΝΝΑ Λτδ. ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (Αρ. 1) (2011) 3 Α.Α.Δ. 124).

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, θεωρώ ότι η επίδικη απόφαση πάσχει λόγω ανεπαρκούς και/ή καθόλου έρευνας και συνακόλουθα αιτιολόγησης.

 

Ως αποτέλεσμα, η προσφυγή επιτυγχάνει, με έξοδα €1.350 υπέρ του αιτητή. Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται.

 

 

 

 

 

                                                        Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,

Δ.

 

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο