ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Θεσμοί Πολιτικής Δικονομίας στους οποίους κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση Αρ. 5762/2013)

 

 11 Nοεμβρίου, 2013

 

[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 28 ΚΑΙ 29 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΜΕΤΑΞΥ:

RUPINDER SINGH,

                                                                                                    Αιτητή,

-              ΚΑΙ   -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1.       ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

2.       ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ

      ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,

                                                                      Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------------

 

Αίτηση ημερομηνίας 19.7.2013

Σωτήρης Αργυρού, για τον Αιτητή.

Νικόλ Γρηγορίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

 

----------------------

ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ

 

    ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:   Ο αιτητής, υπήκοος της Ινδίας, αφίχθηκε στην Κύπρο για πρώτη φορά την 1.1.2004 με άδεια εισόδου για να εργαστεί ως οικιακός βοηθός.  Στις 10.2.2004 του παραχωρήθηκε άδεια προσωρινής παραμονής με ισχύ μέχρι 1.1.2007, η οποία κατόπιν διαδοχικών αιτήσεων ανανεώθηκε μέχρι 1.1.2013 με ένδειξη «Τελική μη ανανεώσιμη». Στις 30.5.2013, κατόπιν γραπτής καταγγελίας, ο αιτητής εντοπίστηκε από μέλη της ΥΑΜ και αφού διαπιστώθηκε ότι παραμένει παράνομα στο έδαφος της Δημοκρατίας, συνελήφθηκε.  Έκτοτε τελεί υπό κράτηση.

 

Στις 19.7.2013, ο αιτητής καταχώρησε προσφυγή προσβάλλοντας την «πράξη και/ή απόφαση των Καθ' ων η αίτηση και/ή εντεταλμένου από αυτούς Οργάνου ημερομηνίας 9/07/2013 ή/και προγενέστερα ή/και μεταγενέστερα ....... για έκδοση και/ή έκδοση καθαυτό διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του Αιτητή».  Προσβάλλει επίσης την απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση με την οποία τοποθετήθηκε το όνομα του στον Κατάλογο Ανεπιθύμητων Προσώπων για τη Δημοκρατία, καθώς και την πράξη με την οποία «ακυρώθηκε και/ή ανακλήθηκε» η άδεια παραμονής και εργασίας του.  Συγχρόνως καταχώρισε την παρούσα αίτηση με την οποία ζητά, στο βαθμό που ενδιαφέρει για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης:

 

«Α.      Προσωρινό διάταγμα με το οποίο να αναστέλλεται η σύλληψη του Αιτητή από Αστυνομικούς και/ή Λειτουργούς του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και/ή κράτηση του στα Αστυνομικά Κρατητήρια Μεννόγιας, Λάρνακας και/ή οπουδήποτε αλλού.

 

Β.       Προσωρινό διάταγμα με το οποίο να αναστέλλεται η απέλαση του Αιτητή μέχρι νεοτέρας διαταγής του Σεβαστού Δικαστηρίου.

 

Γ.        Προσωρινό διάταγμα με το οποίο να αναστέλλεται η εκτέλεση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης ημερομηνίας 9/07/2013 ή μεταγενέστερα που εκδόθηκαν εναντίον του Αιτητή από τον Υπουργό Εσωτερικών και/ή τη Διευθύντρια Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και/ή αλλού εντεταλμένου οργάνου.

 

Δ.       Προσωρινό διάταγμα το οποίο να διατάσσει τους καθ΄ ων η αίτηση να αφήσουν αμέσως ελεύθερο τον Αιτητή.»

 

Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του δικηγόρου Αντρέα Χριστοδούλου ο οποίος συνεργάζεται, ως αναφέρεται, με το δικηγορικό γραφείο Σωτήρης Αργυρού Δ.Ε.Π.Ε.   Σύμφωνα με την εν λόγω ένορκη δήλωση, ο αιτητής μέσω της εργοδότριας του, αποτάθηκε με επιστολή της τελευταίας, ταυτάριθμης με τη σύλληψη του ημερομηνίας, στον Υπουργό Εσωτερικών ζητώντας την παρέμβαση του, εξηγώντας παράλληλα τους λόγους καθυστέρησης στην υποβολή της αίτησης για ανανέωση της άδειας παραμονής του αιτητή.  Ακολούθως, η εργοδότρια του αιτητή προέβηκε σε όλα τα αναγκαία διαβήματα για την ανανέωση της άδειας. Με επιστολή του Υπουργού Εσωτερικών ημερομηνίας 27.6.2013, η εργοδότρια του αιτητή πληροφορήθηκε ότι ενεκρίθη το αίτημα της όπως επιτραπεί στον αιτητή να αποταθεί για ανανέωση της προσωρινής άδειας παραμονής και εργασίας του.  Ωστόσο, στις 16.7.2013 παρέλαβε άλλη επιστολή από το Υπουργείο Εσωτερικών ημερομηνίας 9.7.2013, με την οποία ενημερωνόταν πως ο αιτητής θα απελαθεί στη χώρα του αφού εντοπίστηκε να εργάζεται παράνομα σε ξυλουργείο του κου Ηλία Ανδρέου, γεγονός που, σύμφωνα με τον ομνύοντα, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα αφού το εν λόγω πρόσωπο δεν διατηρεί ξυλουργείο.  Είναι δε η θέση του ομνύοντα ότι ο αιτητής κρατείται παράνομα αφού η κράτηση του εξακολουθεί πέραν των 24 ωρών χωρίς διάταγμα του δικαστηρίου και χωρίς να εξετάζεται συγκεκριμένο αδίκημα εναντίον του, ενώ δεν επιδόθηκε στον αιτητή οποιαδήποτε ειδοποίηση ότι είναι παράνομος μετανάστης. Επομένως παράνομα εκδόθηκαν οποιαδήποτε διατάγματα κράτησης και απέλασης του.  

 

Ενιστάμενοι στην αίτηση, οι καθ' ων η αίτηση μέσω της ένορκης δήλωσης της Αγνής Παπαγεωργίου, λειτουργού στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, συμπληρώνουν τα γεγονότα παραθέτοντας, στα επίμαχα σημεία, τη δική τους εκδοχή.  Σύμφωνα με την ομνύουσα, στις 31.5.2013 εκδόθηκαν διατάγματα κράτησης και απέλασης, τα οποία παρουσιάζονται στην ένορκη δήλωση ως τεκμήρια, στη βάση ότι ο αιτητής είναι απαγορευμένος μετανάστης αφού διέμενε στην Κύπρο παράνομα, μετά τη λήξη της άδειας παραμονής και εργασίας του.  Η έκδοση τους γνωστοποιήθηκε στον αιτητή με επιστολή ημερομηνίας 30.5.2013, η οποία του επιδόθηκε στις 2.6.2013 από τον Αστ.3009 Πολύκαρπο Ξυναρή, αλλά ο αιτητής αρνήθηκε να υπογράψει.  Η πιο πάνω επιστολή της εργοδότριας του αιτητή ημερομηνίας 30.5.2013, διαβιβάστηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών στη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, η οποία στις 14.6.2013 ενημέρωσε τον Υπουργό με τηλεομοιότυπο μήνυμα πως ο αιτητής είχε εντοπιστεί μαζί με άλλους εννέα παράνομα διαμένοντες αλλοδαπούς στο ξυλουργείο της οικογένειας της εργοδότριας του όπου, σύμφωνα με πληροφορίες της Αστυνομίας, ο αιτητής και ο οικιακός βοηθός της θυγατέρας της εργοδότριας του αιτητή, απασχολούνταν παράνομα ως εργάτες αντί ως οικιακοί βοηθοί.  Ως εκ τούτου, η Διευθύντρια εισηγήθηκε πως δεν δικαιολογείτο η απόλυση του αιτητή, εισήγηση με την οποία συμφώνησε ο Υπουργός με σχετική χειρόγραφη σημείωση του ημερομηνίας 19.6.2013 επί του τηλεομοιότυπου μηνύματος.  Στη συνέχεια όμως ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών εκ παραδρομής ενέκρινε το αίτημα της εργοδότριας του αιτητή, στην οποία απεστάλη σχετική επιστολή. Ακολούθως, η εν λόγω έγκριση ανακλήθηκε και η εργοδότρια του αιτητή ενημερώθηκε σχετικά με νέα επιστολή από το Υπουργείο Εσωτερικών ημερομηνίας 9.7.2013, η οποία είναι το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.  Στο μεταξύ, η αίτηση που ο αιτητής είχε υποβάλει στις 5.7.2013  για έκδοση άδειας παραμονής απερρίφθη, γεγονός για το οποίο ενημερώθηκε η εργοδότρια του με επιστολή του Τμήματος ημερομηνίας 15.7.2013.  Θα πρέπει εδώ να σημειωθεί ότι προκύπτει από αντίγραφο της εν λόγω επιστολής το οποίο παρουσιάζεται ως τεκμήριο στην ένορκη δήλωση, ότι αυτή απευθύνεται στον αιτητή, στη διεύθυνση της εργοδότριας του και όχι στην τελευταία, όπως αναφέρει η ομνύουσα.  Με την επιστολή αυτή καλείται ο αιτητής να αναχωρήσει από την Κύπρο, διαφορετικά θα ληφθούν μέτρα για την απομάκρυνση του.

 

Προέχει η εξέταση της θέσης των καθ' ων η αίτηση ότι η ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση δεν έγινε από εξουσιοδοτημένο πρόσωπο ή από πρόσωπο που έλαβε την γνώση των όσων αναφέρονται στην εν λόγω ένορκη δήλωση από τον αιτητή και δεν συνάδει με τις πρόνοιες της Διαταγής 39 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.   

 

Η Δ.39, Θ.2 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών  προβλέπει ότι στην περίπτωση ενδιάμεσων αιτήσεων, ένορκες δηλώσεις μπορούν να περιέχουν δηλώσεις πληροφοριών και πίστεως με την πηγή πληροφοριών και τους λόγους της πίστεως του ομνύοντος.  Μια ένορκη δήλωση δεν αποκλείεται απλά επειδή ο ομνύων είναι δικηγόρος. Θα πρέπει όμως να αποκαλύπτονται οι πηγές της πληροφόρησης του και η εξουσιοδότηση του (βλ.  Rybolovlev v. Rybolovleva (2010) 1A A.A.Δ 82).

 

Στην προκείμενη περίπτωση ο ομνύων δεν αναφέρει ότι προβαίνει στην εν λόγω ένορκη δήλωση κατ' εξουσιοδότηση του αιτητή ή οποιουδήποτε αντιπροσώπου του τελευταίου, ενώ τα γεγονότα που υποστηρίζουν την αίτηση μεταφέρονται από τον ομνύοντα, δικηγόρο, χωρίς αυτός να προσδιορίζει την πηγή της πληροφόρησης του.  Θεωρώ ότι αυτοί οι λόγοι είναι επαρκείς για να μη ληφθεί υπόψη η ένορκη δήλωση και, κατ' ακολουθία, να απορριφθεί η αίτηση.  Η θέση του ευπαίδευτου συνηγόρου για τον αιτητή στην αγόρευση του ότι η ένορκη δήλωση έγινε από άτομο που γνώριζε τα γεγονότα της υπόθεσης και που ήταν πλήρως εξουσιοδοτημένο από τον αιτητή να προβεί στην εν λόγω ένορκη δήλωση, δεν μπορεί να συμπληρώσει το πιο πάνω κενό.

 

Πέρα από τη διαπίστωση αυτή, οι καθ' ων η αίτηση προβάλλουν και άλλους λόγους που κατά την άποψη τους συνηγορούν υπέρ της μη έγκρισης της αίτησης, τους οποίους θεωρώ σκόπιμο να εξετάσω στη συνέχεια παρά την πιο πάνω κατάληξη μου. 

 

Είναι η θέση των καθ' ων η αίτηση  πως η θεραπεία που ζητείται με το αιτητικό  Α της αίτησης δεν μπορεί να παραχωρηθεί καθότι το Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να αναστείλει τη σύλληψη προσώπου.  Μπορεί να λεχθεί από τώρα ότι πράγματι η ζητούμενη θεραπεία εκφεύγει της δικαιοδοσίας του παρόντος δικαστηρίου.  Με βρίσκει σύμφωνη και η θέση των καθ΄ ων η αίτηση ότι ούτε το αιτητικό Γ της αίτησης μπορεί να επιτύχει καθότι αφορά σε ανύπαρκτα διατάγματα.  Παρατηρώ σχετικά ότι ενώ τα διατάγματα κράτησης και απέλασης εκδόθηκαν εναντίον του αιτητή στις 30.5.2013, αντικείμενο του αιτητικού της αίτησης είναι διατάγματα ημερομηνίας 9.7.2013 ή μεταγενέστερα.

 

Παραμένει λοιπόν να εξεταστούν τα γενικά διατυπωμένα αιτητικά Β και Δ της αίτησης, με τα οποία επιδιώκεται ουσιαστικά η αναστολή της κράτησης και απέλασης του αιτητή, χωρίς να προσδιορίζονται σ΄ αυτά οποιαδήποτε συγκεκριμένα διατάγματα. Οι καθ΄ ων η αίτηση υποστηρίζουν ότι το αιτητικό Β δεν μπορεί να επιτύχει αφού με την προσφυγή δεν προσβάλλεται το διάταγμα απέλασης που εκδόθηκε στις 30.5.2013. Από την άλλη, παρόλο που  ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή επιχειρηματολογώντας ενώπιον μου συμφώνησε πως τα επίδικα διατάγματα εκδόθηκαν στις 30.5.2013, υποστήριξε ότι «με την αλληλογραφία τη μετέπειτα . αναιρείται το διάταγμα κράτησης και απέλασης και ότι αυτή η ενδιάμεση αίτηση θα πρέπει να επιτύχει.»

 

Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα του Ν. Χαραλάμπους, «Δράση και ο Έλεγχος της Δημόσιας Υπηρεσίας (Έκδοση 2004), σελ. 50-51 «Για να διαταχθεί αναστολή μιας πράξης θα πρέπει να έχει προηγηθεί η προσβολή της με Προσφυγή. Η αίτηση για έκδοση προσωρινού διατάγματος με το οποίο να αναστέλλεται η εκτέλεση μιας πράξης έχει παρακολουθητικό χαρακτήρα και μόνο σε συνάρτηση με την προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η πράξη μπορεί να εξεταστεί» (βλ. Επίσης Carrann v. Republic (1983) 3 C.L.R. 199, Χριστούδιας ν. Δημοκρατίας (1989) 3Β Α.Α.Δ. 650 και Imad Kahil κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1253/11, ημερ. 2.12.11). Επομένως, αποδοχή της πιο πάνω θέσης του ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή για «αναίρεση» των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, θα οδηγούσε σε απόρριψη των αιτητικών Β και Δ και, κατ΄ ακολουθία της αίτησης. Η αλληλογραφία όμως στην οποία παράπεμψε ο ευπαίδευτος συνήγορος και ειδικότερα οι επιστολές ημερομηνίας 27.6.2013 και 9 και 15.7.2013 δεν υποστηρίζουν τη θέση του.  Σε καμία περίπτωση δεν προκύπτει από το ενώπιον του δικαστηρίου υλικό ότι τα επίδικα διατάγματα κράτησης και απέλασης έχουν ανακληθεί. Ούτε η θέση της ευπαίδευτης συνηγόρου των καθ' ων η αίτηση με βρίσκει σύμφωνη.  Μπορεί η θεραπεία της προσφυγής να μην είναι διατυπωμένη με τον  καλύτερο δυνατό τρόπο, είναι όμως φανερό από το αιτητικό Α θεραπείας της προσφυγής ότι η απόφαση που ουσιαστικά προσβάλλεται αφορά στην έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, ενώ η διαζευκτική αναφορά στην ημερομηνία έκδοσης τους - «9/07/2013 ή/και προγενέστερα ή/και μεταγενέστερα» - υποδηλώνει αβεβαιότητα ως προς την ακριβή ημερομηνία των διαταγμάτων. Η ημερομηνία «9.7.2013 ή/και μεταγενέστερα», είναι προφανώς λανθασμένη χωρίς όμως αυτό να έχει σημασία για τους σκοπούς της παρούσας διαδικασίας, δεδομένου ότι γίνεται αναφορά και σε ημερομηνία «προγενέστερα» της 9.7.2013, ενώ με τα λοιπά στοιχεία που τέθηκαν υπόψη του δικαστηρίου από τον αιτητή φαίνεται ότι είναι τα διατάγματα κράτησης και απέλασης ημερομηνίας 30.5.2013 που προσβάλλονται.  Άλλωστε, αποτελεί κοινό έδαφος ότι μόνο αυτά έχουν εκδοθεί εναντίον του αιτητή.

 

Επί της ουσίας, οι καθ' ων η αίτηση εισηγούνται πως δεν έχει στοιχειοθετηθεί η ύπαρξη έκδηλης παρανομίας, ούτε ανεπανόρθωτης ζημιάς.  Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, προσωρινή θεραπεία για αναστολή διοικητικής απόφασης στα πλαίσια του Καν. 13 του περί Διαδικαστικών Κανονισμών του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου Νόμου του 1962, παραχωρείται με φειδώ. Θα πρέπει να διαπιστώνεται έκδηλη παρανομία ή ανεπανόρθωτη ζημιά.  Για να είναι έκδηλη, η παρανομία θα πρέπει να είναι οφθαλμοφανής, χωρίς να χρειάζεται διερεύνηση αντιφατικών γεγονότων ή να εμπλακεί το Δικαστήριο στην εξέταση νομικών θεμάτων τα οποία εξυπακούουν κάποια περαιτέρω κρίση υπό τη μορφή ερμηνείας νόμου ή κανονισμών (Βλ. Λοϊζίδης ν. Υπουργού Εξωτερικών (1995) 1 ΑΑΔ 233, Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς Κύπρου ν. Marfin Popular Bank Public Co Ltd, A.E. 11/07, ημερ. 7.2.2007, Κοινοπραξία Poseidon Grand Marina of Paphos κ.α. ν. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 513 και Hellenic Petroleum Cyprus Ltd v. Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 602).  Στην προκείμενη περίπτωση δεν φαίνεται να πληρούνται τα κριτήρια για έκδοση προσωρινών διαταγμάτων αφού δεν διαφαίνεται «έκδηλη» ή «εξόφθαλμη» παρανομία, η οποία μάλιστα να αναδύεται από μόνη της από αναντίλεκτα και αντικειμενικά δεδομένα.  Ούτε μπορεί η όποια ανεπανόρθωτη ζημιά ήθελε υποστεί η εργοδότρια του αιτητή σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης - όπως υποστηρίζει ο ομνύων την ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση - να θεωρηθεί ως ανεπανόρθωτη ζημιά του αιτητή για τους σκοπούς της παρούσας αίτησης.   Δεν διαλανθάνει της προσοχής μου ότι στη γραπτή αγόρευση του ευπαίδευτου συνηγόρου του αιτητή προβάλλονται για πρώτη φορά κάποια γεγονότα με σκοπό να καταδειχθεί ότι σε περίπτωση που απορριφθεί η αίτηση θα υποστεί και ο ίδιος ο αιτητής ανεπανόρθωτη ζημιά.  Είναι ανεπίτρεπτο να επιχειρείται η εισαγωγή μαρτυρίας μέσω της αγόρευσης, η οποία δεν είναι δυνατό να συμπληρώσει το πραγματικό υπόβαθρο της αίτησης  (Βλ. Anvar Supplies Ltd ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 124  και Επενδυτικό Συγκρότημα Συνεργατικών Εταιρειών Λευκόνοικο Λτδ ν. Επιτροπής Προστασίας Ανταγωνισμού κ.ά. (2002) 4Β Α.Α.Δ. 996).

 

 

 

Για τους πιο πάνω λόγους, η αίτηση δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη και απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.  Αυτά θα είναι πληρωτέα μετά τη διεκπεραίωση της προσφυγής.

 

 

 

 

                                                                      Π. Παναγή, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΣΓεωργίου

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο