ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 158(I)/1999 - Ο περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμος του 1999
Ν. 8(I)/2007 - Ο περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως (Τροποποιητικός) Νόμος του 2007
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 1607/2009)
26 Νοεμβρίου, 2013
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
YAUHENIYA RUSAK,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ,
ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Λ. Βραχίμης, για την Αιτήτρια.
Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια, η οποία κατάγεται από τη Λευκορωσία, ήλθε στην Κύπρο για πρώτη φορά τέλος της δεκαετίας του 1990, ότε και της χορηγήθηκε άδεια εργασίας ως καλλιτέχνιδας σε νυκτερινό κέντρο. Αναχώρησε από την Κύπρο στις 14/2/1998.
Η αιτήτρια αφίχθηκε στην Κύπρο για δεύτερη φορά στις 4/3/2004 με σκοπό να εργαστεί ως σερβιτόρα στη Λάρνακα.
Στις 5/5/2004, υποβάλλοντας αίτηση, η αιτήτρια ζήτησε όπως της χορηγηθεί άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας. Εκκρεμούσης της αίτησης της και συγκεκριμένα στις 28/7/2004, η αιτήτρια υπέβαλε νέα αίτηση με την οποία ζήτησε όπως της χορηγηθεί άδεια προσωρινής παραμονής ως επισκέπτρια, γιατί στο μεταξύ είχε τελέσει γάμο με τον Κύπριο Σταύρο Ρούσου. Πρόκειτο για πολιτικό γάμο ο οποίος τελέστηκε στις 6/7/2004 στο Δημαρχείο Αραδίππου. Στην αιτήτρια χορηγήθηκε άδεια παραμονής ως επισκέπτρια μέχρι τις 20/9/2009, για να παραμείνει με το σύζυγο της.
Στις 29/9/2009, ημερομηνία κατά την οποία έληγε η άδεια παραμονής της ως επισκέπτρια, η αιτήτρια επισκέφθηκε το Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης για να υποβάλει αίτηση για απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος στη Δημοκρατία. Το αρμόδιο Τμήμα αρνήθηκε να παραλάβει την αίτηση της, με αποτέλεσμα η αιτήτρια, την ίδια μέρα, να απευθυνθεί, με επιστολή των δικηγόρων της στους αρμοδίους ζητώντας και γραπτώς τους λόγους άρνησης παραλαβής της αίτησης της. Το αρμόδιο Τμήμα, με επιστολή προς τους δικηγόρους της αιτήτριας ημερομηνίας 8/10/2009, πληροφόρησε τους τελευταίους τα πιο κάτω:
"Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η άδεια προσωρινής παραμονής της ως επισκέπτρια έληγε την ίδια ημέρα κατά την οποία παρουσιάστηκε στο Τμήμα για υποβολή αίτησης για το πιο πάνω καθεστώς και δεδομένου ότι δεν είχε αποταθεί για παράταση της με αποτέλεσμα σήμερα να διαμένει παράνομα, διαπιστώθηκε ότι ενώ η άδεια παραμονής της ήταν ως εξαρτώμενη Κύπριου πολίτη, αυτή τελούσε σε διάσταση με τον Κύπριο σύζυγο της και ενώ παρέμενε στη Δημοκρατία ως επισκέπτρια αυτή εργαζόταν παραβιάζοντας έτσι τους όρους έκδοσης της με αποτέλεσμα να καταστεί άκυρη.
Επομένως, αυτή δεν ικανοποιούσε κατά την συγκεκριμένη χρονική περίοδο την προϋπόθεση του νόμου Ν.8(Ι)/2007 για κατοχή έγκυρης άδειας παραμονής στη Δημοκρατία (άρθρο 18Θ) και γι' αυτό δεν ήταν δυνατή η παραλαβή της αίτησης για το καθεστώς του επί μακρόν διαμένοντος.
Ενόψει του γεγονότος ότι η πελάτιδα σας συνεχίζει να παραμένει στη Δημοκρατία χωρίς άδεια παραμονής, παρακαλείστε όπως την ενημερώσετε ότι θα πρέπει να διευθετήσει την άμεση αναχώρησή της."
Αντιδρώντας η αιτήτρια, καταχώρισε την παρούσα προσφυγή με την οποία ζητά:
"Α. Δήλωση και/ή Απόφαση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση και/ή παράλειψη του καθ'ου η αίτηση ημερομηνίας 29 Σεπτεμβρίου 2009, η οποία και επιβεβαιώθηκε με επιστολή του καθ'ου η αίτηση προς την αιτήτρια ημερομηνίας 8 Οκτωβρίου 2009 (Επισυνημμένο 1), σύμφωνα και/ή δια της οποίας ο καθ'ου η αίτηση αρνήθηκε να παραλάβει αίτηση της αιτήτριας για απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος στη Δημοκρατία ισχυριζόμενος ότι η αιτήτρια δεν ικανοποιούσε την προϋπόθεση του Νόμου 8(Ι)/2007 για κατοχή έγκυρης άδειας παραμονής στη Δημοκρατία, είναι άκυρη και/ή παράνομη και/ή ελήφθη καθ' υπέρβαση εξουσίας και/ή στερείται οποιουδήποτε νόμιμου αποτελέσματος και/ή συνέπειας."
Είναι πρόδηλο πως εκείνο που με την αιτούμενη θεραπεία επιδιώκεται, είναι η ακύρωση της άρνησης των καθ'ων η αίτηση να παραλάβουν στις 29/9/2009, για τους λόγους που παραθέτουν στην επιστολή τους ημερομηνίας 8/10/2009, την αίτηση της αιτήτριας για απόκτηση του καθεστώτος του επί μακρόν διαμένοντος στη Δημοκρατία. Τίποτε λιγότερο, τίποτε περισσότερο. Επομένως, το κατά πόσο η μέχρι τότε άδεια παραμονής της αιτήτριας στη Δημοκρατία είχε τερματιστεί αυτοδίκαια από τη στιγμή που επήλθε η διάσταση με το σύζυγο της ή από τη στιγμή που αυτή εργοδοτήθηκε χωρίς προηγουμένως να ζητήσει αλλαγή του καθεστώτος παραμονής της, όπως και το κατά πόσο για σκοπούς τερματισμού της μέχρι τότε άδειας παραμονής της αιτήτριας στην Κύπρο, απαιτείτο ή όχι απόφαση της διοίκησης, θέματα στα οποία η εκατέρωθεν επιχειρηματολογία επικεντρώθηκε αποκλειστικά, δεν εγείρονται, ενόψει του αιτητικού, στην παρούσα υπόθεση και συνεπώς δεν θα με απασχολήσουν. Εκείνο που θα με απασχολήσει και αυτό είναι κατά τη γνώμη μου το ζητούμενο στην κρινόμενη περίπτωση, είναι το αιτητικό της προσφυγής, δηλαδή το κατά πόσο η άρνηση της Δημοκρατίας να παραλάβει την αίτηση της αιτήτριας, είναι έγκυρη.
Εκείνο που θα με απασχολήσει και αυτό είναι κατά τη γνώμη μου το ζητούμενο στην κρινόμενη περίπτωση, είναι το κατά πόσο οι καθ'ων η αίτηση, με την άρνηση τους να παραλάβουν την αίτηση της αιτήτριας, παραβίασαν αρχές του διοικητικού δικαίου.
Κατ' αρχή θα πρέπει να πω πως η επίδικη απόφαση συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη και συνεπώς εμπίπτει εντός της εμβέλειας του άρθρου 146 του Συντάγματος, εφόσον, με το να αρνηθούν την παραλαβή της αίτησης, οι καθ'ων η αίτηση παραβίασαν το συνταγματικό δικαίωμα της αιτήτριας να αποταθεί στη διοίκηση υποβάλλοντας ένα αίτημά της.
Το δικαίωμα του πολίτη να υποβάλει έγγραφες αιτήσεις προς οποιαδήποτε δημόσια αρχή και το δικαίωμα του να απαιτήσει όπως η αρχή αυτή επιληφθεί της αίτησης του και αποφασίσει ταχέως με δεόντως αιτιολογημένη απόφαση, διασφαλίζεται από το άρθρο 29.1 του Συντάγματος και από τα άρθρα 35-37 του περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (158(Ι)/99). Άρνηση της διοίκησης να παραλάβει την αίτηση της αιτήτριας, ισοδυναμεί με άρνηση της να επιληφθεί της αίτησης και να δώσει αιτιολογημένη απόφαση. Τέτοια άρνηση παραβιάζει το άρθρο 29.1 του Συντάγματος και τα άρθρα 35-37 του Νόμου 158(Ι)/99.
Θεωρώ ότι η επίδικη άρνηση των καθ'ων η αίτηση δεν συνάδει με τις υποχρεώσεις της διοίκησης να λειτουργεί κατά τρόπο μη παραβιάζον τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της εμπιστοσύνης του κοινού προς το πρόσωπο της, που πρέπει με τη συμπεριφορά της να καλλιεργεί.
Ως εκ των πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.250 έξοδα. Η άρνηση της διοίκησης να παραλάβει την αίτηση της αιτήτριας ακυρώνεται.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ .
/ΔΓ