ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1098/2009)

 13 Νοεμβρίου, 2013

[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΜΕΤΑΞΥ:

1.       ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΥΡΩΠΑΙΚΩΝ ΚΑΙ ΔΙΕΘΝΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ,

2.       ΑΝΔΡΕΑ ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ,

Αιτητών,

-      ΚΑΙ -

 

ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΠΡΟΩΘΗΣΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ,

                                                                        Καθ΄ων η αίτηση.

---------------------------

Πάνος Παναγιώτου για Αλέκο Μαρκίδη, για τον Αιτητή.

Αλέξανδρος Ταλιαδώρος, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Νάταλη Παρτασίδου (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

 

-------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:    Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται η απόφαση του καθ΄ ου η αίτηση Ιδρύματος, με την οποία απορρίφθηκε η ένσταση που οι αιτητές είχαν υποβάλει για τα αποτελέσματα αξιολόγησης της Β΄ Φάσης της πρότασης έργου με αριθμό πρωτοκόλλου ΝΕΑ ΥΠΟΔΟΜΗ/ΣΤΡΑΤΗ/0308/13, και τίτλο  «Unit of Federal Studies and Governance in Biethnic and Multiethnic States», η οποία υποβλήθηκε στα πλαίσια της Δέσμης Προγραμμάτων για Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία 2008.

 

Το καθ' ου η αίτηση ίδρυμα (στο εξής «ΙΠΕ») ενεγράφη την 1.12.94 με βάση τις διατάξεις του περί Σωματείων και Ιδρυμάτων Νόμου του 1972 (Ν.57/72).  Λειτουργεί με βάση τις πρόνοιες του Καταστατικού του υπό την διοίκηση δωδεκαμελούς Συμβουλίου, το οποίο διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο. Βασικός σκοπός του είναι η προώθηση της επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας στην Κύπρο και ειδικότερα η χρηματοδότηση, χωρίς αντάλλαγμα ή ίδιο όφελος ερευνητικών δραστηριοτήτων, οι οποίες προκύπτουν από Προτάσεις Έρευνας. Οι κατηγορίες στις οποίες δραστηριοποιείται είναι ο Σχεδιασμός και Διαχείριση Προγραμμάτων Χρηματοδότησης Ερευνητικών Έργων καθώς και η Διαχείριση Ευρωπαϊκών Ερευνητικών Προγραμμάτων και η Προώθηση της Διεθνούς Ερευνητικής Συνεργασίας.

 

Το Διοικητικό Συμβούλιο του ΙΠΕ στις 6.11.07 αποφάσισε την προκήρυξη της «Δέσμης Προγραμμάτων για Έρευνα, Τεχνολογική Ανάπτυξη και Καινοτομία 2008» (στο εξής «Δέσμη 2008»)  Οι Προσκλήσεις Υποβολής Προτάσεων περιέγραφαν με  κάθε λεπτομέρεια τις διαδικασίες υποβολής και αξιολόγησης Προτάσεων Έρευνας και υποβολής ένστασης κατά του αποτελέσματος αξιολόγησης. Η Πρόσκληση Υποβολής Προτάσεων η οποία προκηρύχθηκε στις 6.3.08 και αφορούσε τη Δράση «Στρατηγικά Έργα Υποδομής» παρείχε τη δυνατότητα υποβολής Πρότασης σε μια από τις πέντε θεματικές ενότητες, μια εκ των οποίων ήταν η ενότητα «Κοινωνικές και Ανθρωπιστικές επιστήμες» στην οποία εμπίπτει η επίδικη πρόταση. Ανάδοχοι φορείς ήταν Ερευνητικοί Οργανισμοί τόσο του δημοσίου όσο και του ιδιωτικού τομέα. Για την τελική επιλογή ακολουθήθηκε αξιολόγηση σε δυο φάσεις, κατά τις οποίες για να θεωρείται μια Πρόταση επιλέξιμη, έπρεπε να συγκεντρώσει ελάχιστη βαθμολογία 8/10 με κύριο κριτήριο αξιολόγησης την αριστεία τόσο αναφορικά με το επιστημονικό περιεχόμενο κάθε Πρότασης αλλά και όλων των συντελεστών της.

 

Για την επίδικη θεματική ενότητα κατατέθηκαν στα πλαίσια της Α΄φάσης εννέα Προτάσεις Έρευνας, εκ των οποίων οι οκτώ κρίθηκαν επιλέξιμες για αξιολόγηση μετά από προκαταρκτικό έλεγχο.  Η αξιολόγηση έγινε από Διεθνή Επιστημονική Επιτροπή Αξιολόγησης (στο εξής «η ΕΕΑ»), η οποία απαρτιζόταν από 8 μη Κύπριους επιστήμονες. Πέντε προτάσεις πέρασαν στην Β΄ φάση της διαδικασίας, μεταξύ των οποίων και η πρόταση με Ανάδοχο Φορέα τους αιτητές (1) (στο εξής «οι αιτητές») και Συντονιστή Έργου τον πρώην αιτητή (2).  Στη Β' φάση αξιολόγησης, η οποία περιελάμβανε και δια ζώσης παρουσίαση των πέντε ερευνητικών προτάσεων από τους Συντονιστές τους, η ΕΕΑ απαρτιζόταν από δέκα μη Κύπριους επιστήμονες (δυο ενδεδειγμένους επιστήμονες για κάθε πρόταση).  Δυο από τις πέντε προτάσεις, με ανάδοχους φορείς το Πανεπιστήμιο Κύπρου και το Ινστιτούτο Κύπρου (αντίστοιχα) συγκέντρωσαν βαθμολογία 8,58/10 και 8,4/10 και  κρίθηκαν ομόφωνα επιλέξιμες για χρηματοδότηση, ενώ η Πρόταση των αιτητών, η οποία συκέντρωσε βαθμολογία 7,68/10, κρίθηκε ως μη επιλέξιμη, γεγονός για το οποίο οι αιτητές πληροφορήθηκαν με επιστολή του καθ΄ ου η αίτηση ημερομηνίας 10.4.2009.

 

Οι αιτητές υπέβαλαν Ένσταση σύμφωνα με την διαδικασία που προέβλεπε η Προκήρυξη της Δέσμης 2008. Η Επιτροπή Ενστάσεων, η οποία σύμφωνα με τους όρους εντολής της, δεν εξετάζει ή αμφισβητεί το περιεχόμενο της κρίσης της ΕΕΑ αλλά μόνο τη σύνθεση της, έκρινε ότι η ένσταση των αιτητών δεν ήταν δικαιολογημένη. Η απόφαση της Επιτροπής Ενστάσεων κοινοποιήθηκε στους αιτητές με επιστολή ημερ. 27.05.09.  Την απόφαση αυτή οι αιτητές προσβάλλουν με την παρούσα προσφυγή.

 

Ευθύς εξαρχής ετέθη προδικαστική ένσταση από το καθ' ου η αίτηση ίδρυμα ότι είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού Δικαίου και όχι δημοσίου και κατά συνέπεια οι πράξεις του δεν εμπίπτουν στον έλεγχο του Ανωτάτου Δικαστηρίου με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 146 του Συντάγματος. Εγκρίθηκε το αίτημα για προκαταρκτική επίλυση του τεθέντος προδικαστικού θέματος και δόθηκαν οδηγίες για σχετικές αγορεύσεις.

 

Σύμφωνα με τον ευπαίδευτο δικηγόρο του καθ΄ ου η αίτηση, το ΙΠΕ είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού Δικαίου το οποίο συστάθηκε σύμφωνα με τον περί Σωματείων και Ιδρυμάτων νόμο (Ν.57/72) και Κανονισμούς. Παραπέμποντας αφενός στον ορισμό του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (εφεξής «νπδδ») στο άρθρο 2 του περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Έλεγχος λογαριασμών) Νόμου (Ν.40/83), καθώς και στο αντίστοιχο άρθρο 2 του περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Ψήφιση Προϋπολογισμών) Νόμου (Ν.194/87), αλλά και σε πληθώρα άλλων συναφών νομοθετημάτων και αφετέρου στο άρθρο 122 του Συντάγματος για την έννοια «της δημόσιας υπηρεσίας» ισχυρίζεται ότι απαραίτητη προϋπόθεση για να χαρακτηριστεί ως νπδδ είναι η ύπαρξη ειδικού (οικείου) νόμου που να διέπει τη σύσταση και λειτουργία του. Το ΙΠΕ δεν διέπεται από τέτοιο Νόμο αλλά διέπεται από το καταστατικό του.

 

 Προς ενίσχυση των θέσεων του, επικαλέστηκε τις υποθέσεις Χρ. Προεστός (1998) 4 Α.Α.Δ 407 στην οποία κρίθηκε ότι το Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο δεν αποτελούσε ν.π.δ.δ., την Αγγλική Σχολή Λευκωσίας ν. Δώρας Χασαποπούλου (2007) 3 Α.Α.Δ 315, στην οποία η Αγγλική Σχολή δεν θεωρήθηκε όργανο δημοσίου δικαίου,  Χριστάκης Μιχαηλίδης ν. Κυπριακού Ερυθρού Σταυρού(1992)4Ε Α.Α.Δ 3450  αλλά και παλιότερες, όπως η Papacharalambous and Another v. Bar Council (1983) 3A CLR 342. Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην υπόθεση Hystore Technologies Ltd v. Ιδρύματος Προώθησης Έρευνας, Υπόθ. Αρ. 820/2008, ημερ. 14.02.11, στην οποία ο Χατζηχαμπής, Δ. εγκρίνοντας την προδικαστική ένσταση σημείωσε τα εξής:

«Η συνολική εικόνα που προκύπτει αναδεικνύει στοιχεία και ιδιωτικού και δημόσιου δικαίου στην υπόσταση του Ιδρύματος. Είναι από τη μια η κρατική πρωτοβουλία για ίδρυση του Ιδρύματος για κοινωφελή σκοπό και η συμμετοχή του Υπουργικού Συμβουλίου στο διορισμό των διοικητικών οργάνων του, όπως επίσης και το συμφέρον του σε περίπτωση διάλυσης του Ιδρύματος. Από την άλλη, είναι το γεγονός ότι πρόκειται για Ίδρυμα που λειτουργεί βάσει καταστατικού, κατά κύριο λόγο επιστήμονες και το οποίο διαχειρίζεται τους δικούς του πόρους βάσει προϋπολογισμού.

 

Λαμβάνοντας υπ΄όψη τη νομολογία στη συνολική της τάση, και δη την υπόθεση Αγγλική Σχολή Λευκωσίας ν. Χασαποπούλου, τείνω να καταλήξω στην άποψη ότι το Ίδρυμα δεν είναι πρόσωπο που ασκεί «εκτελεστικήν ή διοικητικήν λειτουργίαν». Μπορεί το περίγραμμα της σύστασης του Ιδρύματος και των διοικητικών οργάνων του να προέρχεται από το κράτος, που διατηρεί και κατάλοιπο ενδιαφέροντος σε περίπτωση διάλυσης του Ιδρύματος, πέραν τούτου όμως το Ίδρυμα λειτουργεί ουσιαστικά και για κάθε σκοπό όχι μέσω του κράτους αλλά μέσω του καταστατικού του, ακριβώς όπως κάθε ίδρυμα υποκείμενο στον περί Σωματείων και Ιδρυμάτων Νόμο. Σημαντικό θεωρώ και το γεγονός ότι, πέραν του καθορισμού των γενικών προτεραιοτήτων του Ιδρύματος από τη μόνιμη υπηρεσιακή επιτροπή, το Ίδρυμα έχει απόλυτη ελευθερία στον προγραμματισμό και τη διεκπεραίωση του έργου και του προϋπολογισμού του όπως και των ταμείων του. Το Διοικητικό Συμβούλιο, αποτελούμενο από ειδικούς - επτά επιστήμονες, τον Πρύτανη του Πανεπιστημίου Κύπρου, το Διευθυντή του Ιδρύματος Τεχνολογίας, το Διευθυντή του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών, το Διευθυντή του Ινστιτούτου Γεωργικών Ερευνών και το Γενικό Διευθυντή του Γραφείου Προγραμματισμού, ενεργεί ανεξάρτητα από το κράτος και έχει ευρείες εξουσίες ως προς τον καθορισμό και την πραγμάτωση των επί μέρους σκοπών του που έχουν ευρεία αναφορά στον ιδιωτικό τομέα, η συμμετοχή του οποίου είναι στο επίκεντρο τους, και στην επιστημονική έρευνα γενικά. Αξιοσημείωτο είναι και το ότι το διοικητικό συμβούλιο μπορεί να επενδύει χρήματα τα οποία το Ίδρυμα δεν έχει άμεση ανάγκη. Φρονώ λοιπόν ότι ο ιδιωτικός χαρακτήρας του Ιδρύματος είναι πιο έντονος από το δημόσιο του, ώστε το Ίδρυμα να μην ασκεί «εκτελεστικήν ή διοικητικήν λειτουργίαν».

 

 

Στον αντίποδα των πιο πάνω θέσεων οι δικηγόροι των αιτητών υπερασπίστηκαν την εκτελεστική και διοικητική λειτουργία του ΙΠΕ και κάλεσαν το Δικαστήριο να διαφοροποιηθεί από την πιο πάνω απόφαση. Επικαλούνται άρθρα του καταστατικού του που παραπέμπουν στον δημόσιο χαρακτήρα του και το γεγονός ότι το Ίδρυμα ιδρύθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία, διοικείται από δωδεκαμελές Διοικητικό Συμβούλιο το οποίο διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, ενώ ο καθορισμός των προτεραιοτήτων του ετησίως γίνεται από Μόνιμη Υπηρεσιακή Επιτροπή συνιστάμενη από τους Διευθυντές διαφόρων Υπουργείων.  Περαιτέρω, οι πόροι του ταμείου του προέρχονται, μεταξύ άλλων, από κρατική χορηγία, ενώ οι λογαριασμοί του ελέγχονται από τον Γενικό Ελεγκτή.  Επίσης, το άρθρο 18 του Καταστατικού ορίζει ότι η ετήσια έκθεση του ιδρύματος θα κατατίθεται στην Βουλή των Αντιπροσώπων και αντίγραφο θα διαβιβάζεται στο Γραφείο Προγραμματισμού. Σε περίπτωση διάλυσης του, όλη η περιουσία του περιέρχεται στη Δημοκρατία για να διατεθεί για παρόμοιους ή άλλους σκοπούς.

 

Με συμπληρωματική αγόρευση οι αιτητές παραπέμπουν στο άρθρο 2 του περί των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων Προμηθειών, Έργων και Υπηρεσιών και για Συναφή θέματα Νόμου Ν.12(Ι)/06 συνδυαστικά με τον ενδεικτικό κατάλογο των οργανισμών δημοσίου δικαίου που πληρούν τα κριτήρια που θέτει ο ορισμός του οργανισμού δημοσίου δικαίου για σκοπούς του εν λόγω Νόμου, στον οποίο το ΙΠΕ ρητά συμπεριλήφθηκε δυνάμει της ΚΔΠ 470/2006. Ισχυρίζονται περαιτέρω ότι η επίδικη απόφαση παραπέμπει στην ουσία σε διαδικασία δημόσιων προσφορών (προκήρυξη και υποβολή προτάσεων) και συνεπώς η υπαγωγή του ΙΠΕ στους οργανισμούς δημοσίου δικαίου ισχύει και εδώ.

 

Ξεκινώντας από το επιμέρους αυτό επιχείρημα, θεωρώ ότι ο Ν.12(Ι)/06 και οι παραπέμποντες Κανονισμοί δεν έχουν εφαρμογή εδώ. Ο συγκεκριμένος Νόμος διέπει τη διαδικασία σύναψης δημοσίων συμβάσεων μετά από υποβολή προσφορών και την προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών εναντίον της απόφασης της Αναθέτουσας Αρχής.  Στην προκείμενη περίπτωση οι ίδιοι οι αιτητές υπέβαλαν την ένσταση τους  στο Γενικό Διευθυντή του ΙΠΕ σύμφωνα με τις πρόνοιες της προκήρυξης. Το δε ΙΠΕ δεν λειτουργούσε ως Αναθέτουσα Αρχή στα πλαίσια δημόσιων προσφορών που θα κατέληγαν σε «συμβάσεις εξ επαχθούς αιτίας οι οποίες συνάπτονται.... και έχουν ως αντικείμενο την εκτέλεση έργων, την προμήθεια προϊόντων ή την παροχή υπηρεσιών[1]».  Εδώ επρόκειτο για μια διαδικασία χρηματοδότησης των επικρατέστερων βαθμολογικά Ερευνητικών Προτάσεων (δηλαδή παραχώρηση χορηγιών), η οποία διέπετο αποκλειστικά από τους όρους  της πρόσκλησης υποβολής προτάσεων. Ούτε έλαβε απόφαση το ΙΠΕ υποκείμενη σε ιεραρχική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών και ακολούθως σε προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Συνεπώς το επιχείρημα δεν ευσταθεί.

 

Το κρίσιμο στοιχείο εν προκειμένω δεν είναι αν το ΙΠΕ ιδρύθηκε με ειδικό Νόμο. Ανεξάρτητα από τον νομοθετικό χαρακτηρισμό ενός νομικού προσώπου, υπάρχουν και άλλα ουσιαστικά κριτήρια που έχει αναδείξει η νομολογία και η θεωρία ως καθοριστικά της διάκρισης μεταξύ προσώπων ιδιωτικού και δημοσίου δικαίου. Δεν αποκλείεται νομικό πρόσωπο που είναι ιδρυματικής ή σωματειακής μορφής, που συστάθηκε δηλαδή υπό τη μορφή νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου, ανάλογα με το βαθμό εποπτείας και εξάρτησης του από το Κράτος, τον βαθμό της οικονομικής του αυτοτέλειας και την ανάθεση σε αυτό άσκησης δημόσιας εξουσίας προς εξυπηρέτηση σκοπών δημοσίου συμφέροντος κατά τρόπο μόνιμο και συστηματικό, να ασκεί «διοίκηση» υπό την λειτουργική έννοια του όρου. Στο σύγγραμμα του Π. Δ. Δαγτόγλου «Γενικό διοικητικό Δίκαιο», Τέταρτη Αναθεωρημένη Έκδοση, αναφέρεται σχετικά στη σελ. 639:

 

«Σε άλλες περιπτώσεις, τα νομικά πρόσωπα υπήρχαν ήδη υπό μορφή ιδιωτικού δικαίου ως σωματεία, ιδρύματα, εταιρίες, συνεταιρισμοί. Είτε όμως γιατί εκ παραδόσεως ανέπτυξαν ή διεκδικούν είτε γιατί το κράτος θεωρεί σκόπιμο να τους αναθέσει δραστηριότητες, εξουσίες και μέσα που κατά τις κρατούσες αντιλήψεις αρμόζουν και ανήκουν στο κράτος, «μετατίθενται» από το πεδίο του ιδιωτικού σε εκείνο του δημόσιου δικαίου και χαρακτηρίζονται ως νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου.  Αυτό ισχύει προπάντων για πολυάριθμούς επαγγελματικούς συλλόγους και κλαδικά ασφαλιστικά ταμεία.»

 

 

 

Μελετώντας τα εκατέρωθεν επιχειρήματα αναφορικά με το σύνολο των κριτηρίων όπως αυτά εκτίθενται ανωτέρω, καταλήγω σε συμφωνία με την απόφαση Hystore Technologies (ανωτέρω) ότι υπερτερεί ο ιδιωτικός χαρακτήρας του Ιδρύματος και ότι η επίδικη απόφαση δεν αποτελεί  «διοικητική» απόφαση υποκείμενη σε αναθεωρητικό έλεγχο δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος.  Πρέπει εδώ να συμειωθεί επίσης, πέραν των όσων επισημαίνονται στην Hystore (ανωτέρω) αναφορικά με τη λειτουργία, των σκοπών και εξουσιών του ΙΠΕ, ότι το ΙΠΕ διοικείται κατά πλειοψηφία από ανεξάρτητους επιστήμονες (έστω και αν τους εισηγείται ο Υπουργός Οικονομικών). Η συμμετοχή κρατικών παραγόντων στη χρηματοδότηση του δικαιολογείται στην βάση προώθησης του δημοσίου σκοπού του και είναι παραδεκτή, ανάγεται όμως στην διαχειριστική εξουσία του Κράτους ως FISCUS και είναι υποκείμενη στους κανόνες του ιδιωτικού δικαίου (βλ. Φλωρεντία Πετρίδου ν. Ογκολογικού Κέντρου Τράπεζας Κύπρου (2005) 3 ΑΑΔ 56). Οι αποφάσεις του ΙΠΕ δεν τελούν υπό έγκριση από οποιονδήποτε κρατικό φορέα αλλά λειτουργεί αυτόνομα  με βάση το Καταστατικό του. Ενδεικτική της απουσίας άμεσης κρατικής εποπτείας είναι η διαδικασία που ακολουθήθηκε στην εξεταζόμενη περίπτωση, που η αξιολόγηση και επιλογή των ερευνητικών προτάσεων προς χρηματοδότηση έγινε από Επιτροπή αξιολόγησης ειδικών επιστημόνων σύμφωνα με τα κριτήρια της προκήρυξης και όχι προδιαγεγραμμένο νομοθετικό πλαίσιο που υιοθετείται για τις προσφορές του Δημοσίου.

 

Η προδικαστική ένσταση ευσταθεί. Η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη αφού δεν στρέφεται εναντίον διοικητικής πράξης στην έννοια του άρθρου 146 του Συντάγματος.

 

Τα έξοδα επιδικάζονται εναντίον των αιτητών, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

                                                            Π. Παναγή, Δ.

 

 

 

/ΣΓεωργίου

 

 



[1] βλ. άρθρο 2 του Ν.12(1)/2006


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο