ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1606/2010,

                                                             133/2011 και 144/2011)

 

25 Οκτωβρίου, 2013

 

[Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στής]

 

(Υπόθεση Αρ. 1606/2010)

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΑ  ΑΡΘΡΑ  28  ΚΑΙ  146  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΜΑΡΙΑ  ΜΟΥΖΟΥΡΟΠΟΥΛΟΥ,

 

Αιτήτρια,

ν.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,  ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ  ΔΗΜΟΣΙΑΣ  ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

(Υπόθεση Αρ. 133/2011)

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΟ  ΑΡΘΡΟ  146  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΧΡΥΣΗ  Κ.  ΠΕΤΡΟΥ,

 

Αιτήτρια,

ν.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,  ΜΕΣΩ  ΤΗΣ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ  ΔΗΜΟΣΙΑΣ  ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

(Υπόθεση Αρ. 144/2011)

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΑ  ΑΡΘΡΑ  28  ΚΑΙ  146  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΑΡΕΤΗ  ΠΑΝΤΕΛΙΔΟΥ,

 

Αιτήτρια,

ν.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,  ΜΕΣΩ

1.  ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ  ΔΗΜΟΣΙΑΣ  ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

2.  ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ  ΥΓΕΙΑΣ,

 

Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

Δημοσθένης Στεφανίδης, για Ιεροθέου και Καμπέρης, για την Αιτήτρια στην Υπόθεση Αρ. 1606/10.

Δόνα Κωνσταντίνου (κα), για Κύπρο Χρυσοστομίδη, για την Αιτήτρια στην Υπόθεση Αρ. 133/11.

Μαρία Τσιαννή (κα), για την Αιτήτρια στην Υπόθεση Αρ. 144/11.

΄Ελενα Παπαγεωργίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.:  Η Μαρία Μουζουροπούλου, η Χρυσή Κ. Πέτρου και η Αρετή Παντελίδου, αιτήτριες στις Προσφυγές Αρ. 1606/10, 133/11 και 144/11, αντίστοιχα, οι οποίες συνεκδικάστηκαν, αμφισβητούν τη νομιμότητα της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, (η «Επιτροπή»), ημερομηνίας 30/9/2010, με την οποία η Θεογνωσία Ι. Δημητρίου, («ενδιαφερόμενο μέρος»), προήχθη στη θέση του Ανώτερου Φαρμακοποιού, Φαρμακευτικές Υπηρεσίες, από 1/11/2010, (η «θέση»).   

 

Η Επιτροπή, μετά από σχετικό διάβημα του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Υγείας για την πλήρωση της θέσης λόγω πρόωρης αφυπηρέτησης της κατόχου της, έθεσε σε εφαρμογή τη διαδικασία πλήρωσής της.  Σε συνεδρία της, στις 30/9/2010, αφού μελέτησε τον κατάλογο των υποψηφίων - οι αιτήτριες, κατά τον ουσιώδη χρόνο, κατείχαν τη θέση του Φαρμακοποιού Α΄ και ήταν υποψήφιες για προαγωγή στη θέση - και διαπίστωσε ποιοι από αυτούς κατείχαν τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα της πολύ καλής γνώσης της ελληνικής και της αγγλικής γλώσσας και του πλεονεκτήματος - («Μεταπτυχιακό προσόν ή μεταπτυχιακές σπουδές στη Φαρμακευτική ή σε κλάδο της Φαρμακευτικής ή σε θέματα σχετικά με τις ευθύνες και αρμοδιότητες των Φαρμακευτικών Υπηρεσιών») - κάλεσε ενώπιόν της τη Διευθύντρια των Φαρμακευτικών Υπηρεσιών, (η «Διευθύντρια»), η οποία σύστησε ως καταλληλότερο το ενδιαφερόμενο μέρος.  Συγκεκριμένα, αυτή ανέφερε τα εξής:- 

 

«Για την παρούσα διαδικασία πλήρωσης μιας θέσης Ανώτερου Φαρμακοποιού, Φαρμακευτικές Υπηρεσίες, προάξιμοι είναι οι υποψήφιοι με α/α 2-4 και 6-14.

 

΄Οσον αφορά την υποψήφια με α/α 1, Μηνά Μαρούλλα, η Επιτροπή αποφάσισε να της προσφέρει προαγωγή σε άλλη ίδια θέση στο θέμα Β.(2)(1) της σημερινής συνεδρίας και, ως εκ τούτου, εξαιρείται της παρούσας διαδικασίας.

 

Σημειώνω ότι η υποψήφια με α/α 13, Ελένη Παπαγιάννη, διαθέτει το προβλεπόμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης πλεονέκτημα, με βάση μεταπτυχιακό Δίπλωμα στη Διεύθυνση του Μεσογειακού Ινστιτούτου Διεύθυνσης.

 

Γνωρίζω προσωπικά και έχω γνώση της εργασίας όλων των υποψηφίων.  Προκειμένου όμως να προβώ σε σύσταση, μελέτησα τόσο τους Προσωπικούς Φακέλους, όσο και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων και έλαβα υπόψη τις απόψεις των άμεσα προϊσταμένων τους.

 

΄Εχοντας, επίσης, υπόψη τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα και, με βάση τα κριτήρια που προβλέπει ο νόμος στο σύνολό τους, ήτοι αξία, προσόντα και αρχαιότητα, για την υπό πλήρωση θέση Ανώτερου Φαρμακοποιού, Φαρμακευτικές Υπηρεσίες, συστήνω ως καταλληλότερη για προαγωγή, την υποψήφια με α/α 8, Θεογνωσία Δημητρίου.

 

Η Δημητρίου Θεογνωσία, παρόλο που υστερεί έναντι των υποψηφίων με α/α 2-4 και 6-7 στον κατάλογο των υποψηφίων για προαγωγή σε αρχαιότητα, που ανάγεται στην παρούσα θέση (α/α 2-4 και 6) ή στην ημερομηνία γέννησης (α/α 7), εντούτοις υπερτερεί αυτών σε αξία, όπως η αξία αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων διαχρονικά και, επιπλέον, ουδενός υστερεί σε προσόντα.

 

Σε σύγκριση με τους υποψηφίους έναντι των οποίων υπερτερεί σε αρχαιότητα, η Δημητρίου ουδενός υστερεί ή/και υπερέχει σε αξία και, επιπλέον, δεν υστερεί σε προσόντα, πλην της Παπαγιάννη Ελένης, έναντι της οποίας όμως υπερέχει, τόσο σε αξία, όσο και σε αρχαιότητα.»

 

 

 

Ακολούθως, η Επιτροπή, αφού προέβη στη δική της αξιολόγηση, με βάση τα ενώπιόν της στοιχεία και τα καθιερωμένα κριτήρια προαγωγής, περιλαμβανομένης της σύστασης της Διευθύντριας, κατέληξε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε των υπολοίπων υποψηφίων και αποφάσισε την προαγωγή του από 1/11/2010.

 

Οι αιτήτριες, με όμοιους ισχυρισμούς, εισηγούνται ότι η σύσταση της Διευθύντριας και, κατ' επέκταση, η απόφαση της Επιτροπής, η οποία την υιοθέτησε, πάσχουν.  Υποστηρίζουν ότι η σύσταση της Διευθύντριας βρίσκεται σε αντίθεση με τα στοιχεία των φακέλων, είναι αποτέλεσμα έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, λήφθηκε υπό καθεστώς πλάνης κατά την αξιολόγηση των κριτηρίων προαγωγής και παραβιάζει την αρχή της επιλογής του καταλληλότερου υποψήφιου.  Ειδικότερα, η αιτήτρια Μ. Μουζουροπούλου προβάλλει ότι παραγνωρίστηκε η αρχαιότητά της και, κατά συνέπεια, η υπέρτερη πείρα της, αφού, κατά τα λοιπά κριτήρια, αυτή ήταν ίση με το ενδιαφερόμενο μέρος.  Η αιτήτρια Χρ. Πέτρου ισχυρίζεται ότι η ίδια υπερείχε του ενδιαφερομένου μέρους σε αρχαιότητα και δεν υστερούσε σε βαθμολογημένη αξία και σε προσόντα. Το συμπέρασμα της Διευθύντριας και, στη συνέχεια, της Επιτροπής ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε σε αξία είναι, εισηγείται, πεπλανημένο και αντίθετο με τη νομολογία.  Τέλος, η αιτήτρια Αρ. Παντελίδου υποστηρίζει ότι αυτή υπερτερούσε του ενδιαφερομένου μέρους σε πρόσθετα προσόντα, είχε πρόσθετη εκπαίδευση συνολικής διάρκειας 5 μηνών, δεξιότητες στους υπολογιστές και πιστοποιητικό για άριστη γνώση της αγγλικής γλώσσας, προσόντα τα οποία αξιοποιεί σε μεγαλύτερο φάσμα καθηκόντων και σε τομείς που το ενδιαφερόμενο μέρος δεν έχει ασχοληθεί.  Επίσης, ισχυρίζεται ότι η ίδια υπερείχε του ενδιαφερομένου μέρους σε αρχαιότητα, η οποία αναγόταν στην ημερομηνία γέννησής της.

 

Οι καθ' ων η αίτηση εισηγούνται ότι η σύσταση της Διευθύντριας ήταν καθ' όλα εύλογη και σύμφωνη με τα στοιχεία των υπηρεσιακών φακέλων.

 

Καθώς προκύπτει από τους διοικητικούς φακέλους, η αιτήτρια Μ. Μουζουροπούλου, στο κριτήριο της αξίας, είχε, κατά τα τελευταία πέντε έτη, την ίδια βαθμολογία με το ενδιαφερόμενο μέρος - (εξαίρετες αξιολογήσεις σε όλα τα στοιχεία) - με εξαίρεση το τελευταίο πριν την προαγωγή έτος - (2009) - που βαθμολογήθηκαν:  το ενδιαφερόμενο μέρος, σε όλα τα στοιχεία, «Εξαίρετα», ενώ η αιτήτρια, στα στοιχεία της Υπευθυνότητας και της Διευθυντικής/Διοικητικής Ικανότητας, «Πολύ Ικανοποιητικά».  Σύμφωνα πάντοτε με το φάκελο, φαίνεται ότι το 2009, μεταξύ της εν λόγω αιτήτριας και της Διευθύντριας είχε προκύψει διαφωνία αναφορικά με τον τρόπο διαχείρισης συγκεκριμένου φαρμάκου.  Ακολούθησε μετακίνηση της αιτήτριας από το Γενικό Νοσοκομείο Λεμεσού στο Κέντρο Υγείας Λινόπετρας, την οποία η ίδια  θεώρησε εκδικητική από μέρους της Διευθύντριας και υπέβαλε σ' αυτή, όπως και στην Επιτροπή, σχετικό παράπονο, μέσω του δικηγόρου της.  Ως προς την αρχαιότητα, η αιτήτρια είχε μικρό προβάδισμα έναντι του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση του Φαρμακοποιού Α΄, την οποία κατείχαν: η αιτήτρια από 1/5/2004, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος από 15/2/2005.  Σε ό,τι αφορά τα προσόντα, τόσο η Μ. Μουζουροπούλου όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος δε διέθεταν το πλεονέκτημα ή κάποιο άλλο συναφές ακαδημαϊκό πρόσθετο προσόν.

 

Η αιτήτρια Χρ. Πέτρου, κατά τα τελευταία πέντε, έτη είχε την ίδια εξαίρετη βαθμολογία με το ενδιαφερόμενο μέρος.  Τα έτη 2005 - 2006 αξιολογήθηκαν, στη Διευθυντική/Διοικητική Ικανότητα: αυτή «Πολύ Ικανοποιητικά», ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος «Εξαίρετα».  ΄Ηταν αρχαιότερη του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση του Φαρμακοποιού Α΄, ούτε, όμως, αυτή ούτε και το ενδιαφερόμενο μέρος διέθεταν είτε το πλεονέκτημα είτε κάποιο πρόσθετο ακαδημαϊκό προσόν.

 

Η αιτήτρια Αρ. Παντελίδου και το ενδιαφερόμενο μέρος έχουν την ίδια υπηρεσιακή αρχαιότητα, η αιτήτρια, όμως, είναι μεγαλύτερη στην ηλικία.  Στις Υπηρεσιακές Εκθέσεις των τελευταίων πέντε ετών, οι βαθμολογίες τους είναι πανομοιότυπες - (Εξαίρετες) - με μοναδική διαφορά στο στοιχείο της Διευθυντικής/Διοικητικής Ικανότητας κατά το έτος 2005, όπου αξιολογήθηκαν: η αιτήτρια «Πολύ Ικανοποιητικά», ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος «Εξαίρετα».  Ως προς τα προσόντα, μεταξύ της αιτήτριας και του ενδιαφερομένου μέρους δεν υπάρχει αξιόλογη διαφοροποίηση, αφού και οι δύο δε διαθέτουν το πλεονέκτημα, ενώ τα πιστοποιητικά, οι εκπαιδεύσεις και τα σεμινάρια που επικαλείται η αιτήτρια δε συνιστούν πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα - (βλ. Ζαπίτης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. (Ε) 1098 και Δημοκρατία ν. Ανδρέου & άλλων (1993) 3 Α.Α.Δ. 153).

 

΄Εχοντας υπόψη τα όσα έχω παραθέσει πιο πάνω, θεωρώ ότι τα αναφερθέντα από τη Διευθύντρια, αναφορικά με την υπεροχή του ενδιαφερομένου μέρους σε αξία, δεν αιτιολογούν με επάρκεια τη σύστασή της.  Οι οριακές διαφορές που υπήρχαν δεν μπορούν, σύμφωνα με τη νομολογία, να υποστηρίξουν κρίση υπεροχής ενός υποψηφίου έναντι άλλου.  Στην Πατσαλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 738, αναφέρθηκαν τα εξής:- (σελ. 743)

 

«Σύμφωνα με τη νομολογία (βλ. μεταξύ άλλων Republic ν. Roussos (1987) 3 C.L.R. 1217, Κέντα ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 485, Βασιλειάδης ν. Τσιάππα (2005) 3 Α.Α.Δ. 403, Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 495 και Λοΐζος Παναγή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 639) η διαφορά στην αξιολόγηση των υπαλλήλων σε 3 έως 5 «Εξαίρετος» περισσότερα ο ένας από τον άλλο σε μια πενταετία, δεν προσδίδουν σε αυτόν που έχει τα περισσότερα «Εξαίρετος» υπεροχή στην αξία έναντι των υπολοίπων, αλλά απλώς πρέπει οι υπάλληλοι να θεωρούνται ισοδύναμοι.  Τονίστηκε ότι η ορθή αντιμετώπιση του θέματος είναι να εξετάζεται η γενική εικόνα ενός υποψηφίου και όχι να γίνεται αριθμητική φόρμουλα για να φανεί ποιος έχει τα περισσότερα «Εξαίρετος».

 

 

 

Στη Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695, σε σχέση με τη σύσταση, αναφέρθηκαν τα εξής:- (σελ. 719)

 

«Ο προϊστάμενος του τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση γνωρίζει στην πράξη τις ανάγκες εκείνης της θέσης και εξ αυτού προκύπτει και ο ρόλος του.  Να επισημάνει τι από τα δεδομένα, δηλαδή από τις ιδιότητες και τις ικανότητες που καταφαίνεται ότι έχει ένας υπάλληλος, ταιριάζει καλύτερα σ' αυτές τις ανάγκες ώστε αυτός να αναδεικνύεται ως ο καταλληλότερος.  Οπότε, και στην περίπτωση που η ΕΔΥ έχει άλλη άποψη ως προς το ποιος είναι ο καταλληλότερος, να χρειάζεται να αιτιολογήσει αυτή την απόκλιση ειδικά.»

 

 

 

(Βλ., επίσης, Χρυσάνθου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 494, στη σελ. 501.)

 

Επανερχόμενη στη σύσταση της Διευθύντριας, διαπιστώνω ότι, σ' αυτή, δεν έχει επισημανθεί οτιδήποτε από τη σταδιοδρομία του ενδιαφερομένου μέρους, που να δικαιολογεί πειστικά την επιλογή του.  Οι αναφορές της Διευθύντριας, στην ουσία τους, είναι γενικές και αναπαραγάγουν τα στοιχεία των φακέλων.  Με αυτές, δεν προσδιορίζεται οτιδήποτε το συγκεκριμένο, που θα καθιστούσε διακριτή την υπεροχή που η Διευθύντρια απέδωσε στο ενδιαφερόμενο μέρος.  Η απλή παράθεση των στοιχείων των φακέλων και των νόμιμων κριτηρίων δεν ικανοποιεί την απαίτηση του ΄Αρθρου 35(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν. 1/90), για αιτιολογημένες συστάσεις.  Η σύσταση της Διευθύντριας, η οποία εμφανίζει το ενδιαφερόμενο μέρος να υπερέχει σε αξία, κάτι που δε συνάδει με τα στοιχεία των φακέλων, επιδρά στη νομιμότητά της.  Εφόσον δε αυτή λήφθηκε υπόψη από την Επιτροπή, συμπαρασύρει σε ακύρωση και την απόφαση της Επιτροπής.

 

Οι προσφυγές επιτυγχάνουν, με έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ των αιτητριών, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, σύμφωνα με το ΄Αρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

                                                                 

 

 

 

 

 

                                                                            Ε. Παπαδοπούλου,

                                                                                         Δ.

 

 

 

 

 

/Σφ., ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο