ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 1343/2010)
23 Οκτωβρίου, 2013
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
HELINA MONTERMOSO PUNSALAN,
Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Μ.Ξ. Ιωάννου, για την Αιτήτρια.
Λ. Ζαννέτου (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Η αιτήτρια, η οποία κατάγεται από τις Φιλιππίνες, αφίχθηκε στην Κύπρο νόμιμα, στις 24/2/2004 με σκοπό να εργαστεί ως οικιακή βοηθός σε συγκεκριμένο εργοδότη. Ένα μήνα αργότερα, κατόπιν που υπέβαλε σχετική αίτηση, της χορηγήθηκε άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας μέχρι 24/2/2008.
Μετά το θάνατο του εργοδότη της και συγκεκριμένα στις 25/3/2007, η αιτήτρια αιτήθηκε και της χορηγήθηκε άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας μέχρι τις 28/2/2008, για να εργαστεί σε άλλο εργοδότη. Η εν λόγω άδεια ανανεωνόταν διαδοχικά, με την τελευταία ανανέωση να λαμβάνει χώρα στις 26/3/2009 και να λήγει 24/2/2010.
Δύο περίπου μήνες πριν τη λήξη της άδειας της και συγκεκριμένα στις 28/12/2009, η αιτήτρια υπέβαλε γραπτό παράπονο εναντίον της εργοδότριας της, ισχυριζόμενη ότι η τελευταία της όφειλε καθυστερημένους μισθούς, δεν της παραχώρησε την ετήσια άδεια στην οποία δικαιούτο, της συμπεριφερόταν άσχημα και δεν της παρείχε κατάλληλο χώρο διαμονής. Την ίδια μέρα, υποβλήθηκε καταγγελία εναντίον της αιτήτριας από την εργοδότρια της, ότι εγκατέλειψε το χώρο εργασίας της και μετακόμισε σε άγνωστη διεύθυνση.
Του παραπόνου της αιτήτριας, επιλήφθηκε το Επαρχιακό Τμήμα Εργασιακών Σχέσεων, το οποίο είχε επαφές τόσο με τη θυγατέρα της εργοδότριας, όσο και με την ίδια την αιτήτρια, στην παρουσία και του δικηγόρου της. Το Τμήμα ετοίμασε σχετική έκθεση, την οποία απέστειλε στην Επιτροπή Εξέτασης Εργατικών Διαφορών η οποία διαπίστωσε παράβαση από πλευράς της εργοδότριας του συμβολαίου εργοδοσίας της αιτήτριας. Η Επιτροπή εισηγήθηκε όπως καταβληθεί στην αιτήτρια συγκεκριμένο ποσό το οποίο αντιπροσώπευε τα δεδουλευμένα της, όπως και την αναλογούσα άδεια. Παράλληλα, εισηγήθηκε όπως γίνουν στην εργοδότρια αυστηρές συστάσεις. Αναφορικά με την αιτήτρια, η Επιτροπή εισηγήθηκε όπως αυτή κληθεί να εγκαταλείψει την Κύπρο, εφόσον είχε συμπληρώσει το μέγιστο χρόνο παραμονής και εργασίας της στην Κύπρο.
Στις 26/8/2010, η αιτήτρια ενημερώθηκε γραπτώς από το Τμήμα Μετανάστευσης και Αλλοδαπών, με κοινοποίηση προς το δικηγόρο της, για την πιο κάτω απόφαση της Διευθύντριας. Παραθέτω αυτούσιο το περιεχόμενο της επιστολής:
"Dear Madam
I wish to refer to your complaints against your employer Chrystalla Charilaou and to inform you that the appropriate Committee has carefully examined your case in a meeting held on 16/06/2010.
The Migration Officer has carefully considered the suggestions of the Committee and decided the following:
(a) Your employer must pay you €157,50 as salary differences and proportion of annual leave.
(b) You must leave Cyprus within 14 days from the day you receive this letter as you are not allowed to change employer.
In view of the above, your temporary residence permit date of issue 26/03/2009 has been cancelled. In case you do not leave within the above time frame, our Department will make the necessary arrangements for your deportation."
Αντιδρώντας η αιτήτρια καταχώρισε την παρούσα προσφυγή επιδιώκοντας:
"Διακήρυξη του Δικαστηρίου ότι η διοικητική πράξη και/ή απόφαση της καθ'ης η αίτηση, που κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερομηνίας 26/8/2010 με αριθμό Β04-00457 με την οποία απέρριπτε αίτηση της για ουσιαστικές αποζημιώσεις και αρνείτο παραχώρηση άδειας παραμονής, είναι εξ' υπαρχής άκυρη και στερείται έννομου αποτελέσματος."
Θα πρέπει εδώ να λεχθεί πως, επειδή η αιτήτρια δεν αναχώρησε από τη Δημοκρατία στις 8/11/2010, τα στοιχεία της τοποθετήθηκαν στον κατάλογο αναζητούμενων προσώπων, καθότι δεν κατέστη δυνατό, αυτή να εντοπιστεί από την Αστυνομία.
Από τη συνοπτική γραπτή αγόρευση του δικηγόρου της αιτήτριας, συνάγονται ως προβαλλόμενοι λόγοι ακύρωσης, η έλλειψη αιτιολογίας, η καθ' υπέρβαση εξουσίας απόφαση εκδίωξης της αιτήτριας «πριν την εκδίκαση των αιτημάτων» της και η αποστέρηση του δικαιώματος πληρωμής των απολαβών τις οποίες δικαιούτο, η νομική και πραγματική πλάνη, η παραβίαση του Ν. 158(Ι)/99, καθώς και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Κατ' αρχάς θα πρέπει να επισημάνω, ότι οι νομικοί λόγοι τίθενται χωρίς οποιαδήποτε εξειδίκευση και επιχειρηματολογία, με αποτέλεσμα να είναι δύσκολος ο αναθεωρητικός έλεγχος στη βάση του εξεταστικού συστήματος της ακυρωτικής δίκης. Παρόλα αυτά, διεξήλθα το διοικητικό φάκελο, το περιεχόμενο του οποίου εξέτασα, σε συνάρτηση με τις θέσεις που πρόβαλαν οι δυο πλευρές. Συνιστά διαπίστωση μου ότι η διοίκηση λειτούργησε στην προκείμενη περίπτωση αιτιολογημένα και εντός των νομίμων ορίων της διακριτικής της εξουσίας.
Στα πλαίσια της εργατικής διαφοράς η οποία εξετάστηκε κατά το δέοντα τρόπο από το αρμόδιο Τμήμα, διαπιστώθηκε ότι στην αιτήτρια οφειλόταν μισθός 21 ημερών, αναδρομικά, καθώς και ετήσιες άδειες 8 ημερών που υπολογίστηκαν στο ποσό των €157,50. Το εν λόγω ποσό κλήθηκε από τους καθ'ων η αίτηση να καταβάλει η εργοδότρια, με σχετική επιστολή ημερομηνίας 27/8/2010. Της εν λόγω επιστολής προηγήθηκε επιστολή ημερομηνίας 8/2/2010, με την οποία εφιστάται η προσοχή της εργοδότριας για συμμόρφωση με οποιαδήποτε απόφαση σε σχέση με την εργατική διαφορά της με την αιτήτρια. Συνεπώς, η αιτήτρια δεν νομιμοποιείται, κατά την άποψη μου, να εγείρει θέμα ως προς τα οικονομικά της αιτήματα απέναντι στην πρώην εργοδότρια της, αιτήματα τα οποία η διοίκηση αποδέχθηκε και προέβη στις δέουσες ενέργειες προς ικανοποίηση τους.
Προχωρώ τώρα να εξετάσω το δεύτερο σκέλος της επίδικης απόφασης που αφορούσε στην ακύρωση της άδειας παραμονής και την προειδοποίηση των 14 ημερών για την αναχώρηση της αιτήτριας από τη Δημοκρατία. Κατ' αρχάς θα πρέπει να παρατηρήσω ότι η αναφορά του δικηγόρου της αιτήτριας σε απέλαση είναι άστοχη, αφού είναι προφανές ότι η επίδικη απόφαση, δεν ενσωματώνει άμεσα οποιοδήποτε διάταγμα κράτησης και απέλασης δυνάμει του άρθρου 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, Κεφ. 105. Πρόκειται για απλή προειδοποίηση της αιτήτριας να αναχωρήσει.
Η άδεια παραμονής και εργασίας της αιτήτριας έληγε στις 24/2/2010 και δεν είχε υποβληθεί οποιαδήποτε αίτηση ανανέωσης της. Η αιτήτρια νόμιμα θα παρέμενε στην Κύπρο μέχρι την τελική εξέταση του παραπόνου εναντίον της εργοδότριας της και εν πάση περιπτώσει μέχρι τη λήξη της άδειας της. Στις 26/8/2010 που της κοινοποιήθηκε η επίδικη απόφαση η άδεια παραμονής της είχε ήδη λήξει. Συνεπώς δεν υπήρχε κανένας λόγος περαιτέρω παραμονής της στη Δημοκρατία αφού με τη λήξη της άδειας αυτή είχε καταστεί απαγορευμένος μετανάστης. Η αιτιολογία που δόθηκε ότι δεν δικαιούται να αλλάξει εργοδότη θα πρέπει να ειδωθεί σε συνάρτηση με το γεγονός της λήξης της άδειας παραμονής της αλλά και την υπέρβαση του μέγιστου χρόνου παραμονής της στην Κύπρο. Ενδεικτική είναι η σχετική επισήμανση στην εισήγηση του Τμήματος Εργασιακών Σχέσεων ότι «έχει συμπληρώσει τον μέγιστο χρόνο διαμονής και εργασίας στην Κύπρο». Υπενθυμίζω ότι η αιτήτρια ήταν από το 2004 στην Κύπρο και από τις 25/3/2007 εργοδοτείτο από την τελευταία εργοδότρια της, δηλαδή είχε συμπληρώσει περίπου έξι χρόνια παραμονής.
Η δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση αναφέρθηκε στην τετραετή ανώτατη περίοδο απασχόλησης για την απασχόληση οικιακών βοηθών υπηκόων τρίτων χωρών όπως αυτή καθορίστηκε το 2005 με έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου και παρέπεμψε στην Motilla v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 29. Ωστόσο, αυτό δεν μπορεί κατά τη γνώμη μου, να ληφθεί υπόψη, ως συμπληρωματική αιτιολογία της επίδικης απόφασης, αφού πουθενά στο φάκελο δεν έχω εντοπίσει οποιαδήποτε αναφορά σε τέτοια απόφαση του Υπουργικού για την ανώτατη διάρκεια παραμονής των οικιακών βοηθών. Δεν κρίνεται εξάλλου αναγκαίο, αφού η επίδικη απόφαση, ενόψει των όσων έχω αναφέρει πιο πάνω, έχει επαρκώς αιτιολογηθεί.
Παρατηρώ δε ότι σύμφωνα με τους όρους της άδειας, «η ισχύς της τερματίζεται και αυτή θα θεωρείται άκυρη, αν ο κάτοχος της παύσει να απασχολείται όπως περιγράφεται πιο πάνω». Η εγκατάλειψη του χώρου εργασίας και η απομάκρυνση της αιτήτριας από την εργοδότρια, την οποία δήλωνε στη εν λόγω άδεια από το Δεκέμβριο του 2009, ενδεχομένως θα προσέφερε άλλο έρεισμα στην προσβαλλόμενη απόφαση αλλά κάτι τέτοιο δεν ετέθη από την ίδια τη διοίκηση και συνεπώς δεν θα με απασχολήσει.
Η αιτήτρια από τη στιγμή που έληξε η άδεια παραμονής της στο έδαφος της Δημοκρατίας, αυτή υπόκειτο σε απέλαση. Δεν έχω εντοπίσει οτιδήποτε που να καθιστά την επίδικη απόφαση είτε προϊόν κακής πίστης ή κατάχρησης εξουσίας, είτε προϊόν πλάνης, νομικής ή πραγματικής, ως είναι η θέση της αιτήτριας.
Ενόψει όλων των πιο πάνω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα €1,350 υπέρ των καθ'ων η αίτηση. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται δυνάμει του άρθρου 146 του Συντάγματος.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ