ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 950/2012)

 

25 Σεπτεμβρίου 2013 

 

 [ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΝΑΤΑΛΙΑ ΣΩΤΗΡΙΟΥ,

Αιτήτρια

- ΚΑΙ -

 

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ

 ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση

------------------------------------------

Η αιτήτρια παρουσιάζεται προσωπικά.

Τ. Ιακωβίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

------------------------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

         ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η αιτήτρια χειρίσθηκε την προσφυγή την οποία άσκησε ιδιοχείρως, προσωπικά, επιδιώκοντας την ακύρωση της διοικητικής πράξης ημερ. 5.6.2012, με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση της για παροχή δημοσίου βοηθήματος ως μόνου γονέα διότι κατάγεται από χώρα που δεν αποτελεί κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς επίσης απερρίφθη και η παροχή δημοσίου βοηθήματος στο ανήλικο τέκνο της Άννα Σωτηρίου διότι, σύμφωνα με το άρθρο 12(1)(α) του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου αρ. 95(Ι)/2006, είχε η ίδια η αιτήτρια την ευθύνη για τη συντήρηση και τη φροντίδα του ανήλικου τέκνου που διαμένει μαζί της. 

 

         Στην ένσταση αναφέρεται ότι η αιτήτρια είναι 34 ετών, κατάγεται από τη Ρωσία, είναι κάτοχος Ουκρανικής ιθαγένειας και μητέρα ενός ανήλικου παιδιού που γεννήθηκε το 2003, το οποίο απέκτησε με τον πρώην σύζυγο της από τον οποίο διαζεύχθηκε το 2007.  Από τον πρώην σύζυγο της με βάση δικαστικό διάταγμα του 2009 λαμβάνει διατροφή ύψους €265 μηνιαίως, ενώ η ίδια εργάζεται ως μάγειρας με μηνιαίες απολαβές €850.  Στις 30.3.2007 υπέβαλε αίτηση για δημόσιο βοήθημα η οποία απορρίφθηκε στις 20.8.2007, αφού με βάση τις πρόνοιες του Νόμου και σχετικής Εγκυκλίου, ημερ. 5.7.2007, διαπιστώθηκε ότι αυτή δεν ήταν δικαιούχος δημοσίου βοηθήματος.  Η αιτήτρια υπέβαλε εκ νέου αίτηση στις 11.6.2008 για παροχή δημοσίου βοηθήματος για το ανήλικο παιδί της, η οποία και εγκρίθηκε.  Εγκύκλιος ημερ. 21.10.2011, αποσταλείσα από τη Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας προς τους κατά τόπους Επαρχιακούς Λειτουργούς Ευημερίας, ανέφερε ότι ανήλικος αιτητής για δημόσιο βοήθημα που είναι πολίτης της Δημοκρατίας, κατοικεί σ΄ αυτή και είναι μέλος μονογονειακής οικογένειας, ο δε ένας εκ των γονέων του είναι Κύπριος, ο δε άλλος αλλοδαπός από τρίτη χώρα, δεν δικαιούται δημοσίου βοηθήματος εφόσον την ευθύνη συντήρησης του ανηλίκου φέρουν και οι δύο γονείς.  Στις 5.6.2012, η διοίκηση απάντησε σε επιστολή της αιτήτριας 9.2.2012, με την οποία ζητούσε απάντηση στα αιτήματα της για βοήθεια ως μονογονέας και για το ανήλικο τέκνο της, εξηγώντας τους λόγους τερματισμού του δημοσίου βοηθήματος.  Πρόκειται για την προσβαλλόμενη πράξη το περιεχόμενο της οποίας αναφέρθηκε στην αρχή του παρόντος σκεπτικού. 

 

         Εισηγείται η αιτήτρια μέσω των αγορεύσεων της ότι ουδέποτε έλαβε αρνητική απάντηση όπως ισχυρίζονται οι καθ΄ ων στις 20.8.2007, στη δική της επιστολή ημερ. 30.3.2007.  Η μόνη απάντηση που έλαβε ήταν αυτή της προσβαλλόμενης πράξης.  Θεωρεί ότι η ίδια δικαιούται στο δημόσιο βοήθημα στη βάση της αίτησης που είχε υποβάλει στις 30.3.2007, η οποία κακώς απερρίφθη δυνάμει της Εγκυκλίου των καθ΄ ων ημερ. 21.10.2011, η οποία εκδόθηκε 4½ χρόνια μετά.  Περαιτέρω, υπάρχει υπέρβαση εξουσίας και έλλειψη δέουσας έρευνας διότι δυνάμει των προνοιών του Νόμου, το ήμισυ του μισθού της για σκοπούς χορηγίας δεν λαμβάνεται υπόψη και, επομένως, έπρεπε να αφαιρείται το ποσό των €406.12 μηνιαίως, καταγράφει δε τα διάφορα ποσά τα οποία λαμβάνει και τα ποσά που είναι αναγκαία για τη διαβίωση της ιδίας και της ανήλικης θυγατέρας της.  Εισηγείται περαιτέρω ότι τα εισοδήματα και οι οικονομικοί της πόροι δεν επαρκούν για την ικανοποίηση των βασικών της αναγκών ενώ οι διατάξεις του Νόμου εφαρμόζονται και για την ίδια, έστω και αν κατάγεται από χώρα μη μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

 

         Ως προς το δημόσιο βοήθημα για την ανήλικη θυγατέρα της, οι καθ΄ ων επικαλούνται τις διατάξεις του άρθρου 12(1)(α) του Νόμου το οποίο υπήρχε και όταν καταχώρησε αρχικά την αίτηση της και είχε εγκριθεί.  Διερωτάται επομένως πώς απεφασίσθη η διακοπή της παροχής του δημοσίου βοηθήματος για τη θυγατέρα της, ενώ διέφυγε της προσοχής των καθ΄ ων το γεγονός ότι το άρθρο αυτό αναφέρεται στην ευθύνη καθενός «εκ των συζύγων», ξεχνώντας ότι η ίδια είναι άνευ συζύγου εφόσον είναι μόνος γονέας με εξαρτώμενο τέκνο. 

 

         Οι καθ΄ ων αντίθετα θεωρούν την προσφυγή όσον αφορά την αίτηση ημερ. 30.7.2008, εκπρόθεσμη, με την προσβαλλόμενη πράξη να είναι εν πάση περιπτώσει βεβαιωτική της απορριπτικής απόφασης που δόθηκε στις 20.8.2007.  Προβάλλουν συναφώς προδικαστικές ενστάσεις ότι η προσφυγή είναι άνευ αντικειμένου, ότι είναι εν πάση περιπτώσει εκπρόθεσμη, αλλά είναι και βεβαιωτική.  Για ότι αφορά την ανήλικη θυγατέρα της αιτήτριας, η προσβαλλόμενη πράξη ρητώς αναφέρει το λόγο τερματισμού του δημοσίου βοηθήματος, παρέχοντας έτσι πλήρη αιτιολογία, ενώ το βοήθημα διεκόπη λόγω της Εγκυκλίου ημερ. 21.10.2011, κατ΄ εφαρμογή της οποίας η αιτήτρια είναι πράγματι αλλοδαπή, ο πατέρας του ανηλίκου είναι Κύπριος, ενώ η αιτήτρια από 10.1.2012 εργάζεται με πλήρη απασχόληση και ο πατέρας συνεισφέρει από τις 22.10.2009 μηνιαίο ποσό διατροφής.  Προκύπτει, επομένως, και δέουσα έρευνα, ενώ το Δικαστήριο δεν μπορεί να υποκαταστήσει την κρίση της αρμοδίας αρχής προβαίνοντας σε επανεκτίμηση των γεγονότων.

 

         Οι προδικαστικές ενστάσεις των καθ΄ ων κρίνονται αβάσιμες.  Κατ΄ αρχάς, δεν είναι κατανοητή η πρώτη ένσταση ότι η προσφυγή έχασε το αντικείμενο της ή είναι αλυσιτελής.  Υπάρχει σαφώς εκτελεστή διοικητική πράξη στη βάση της απορριπτικής επιστολής ημερ. 5.6.2012 και δεν είναι ορθή η θέση ότι η προσφυγή έχασε το αντικείμενο της επειδή δόθηκε απάντηση με την προσβαλλόμενη πράξη.  Αυτή ακριβώς την πράξη προσβάλλει η αιτήτρια και δεν έχουν επισυμβεί γεγονότα μεταγενέστερα κατά τη νομολογία που εμπεριέχεται και στην υπόθεση Στράκκα Λτδ ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 643, την οποία αναδεικνύει η συνήγορος των καθ΄ ων.  Προφανώς εδώ εννοείται αυτό που η κα Ιακωβίδου ανέφερε κατά την εμφάνιση στις 23.4.2013, ότι η αιτήτρια έλαβε την Κυπριακή υπηκοότητα και λαμβάνει δημόσιο βοήθημα.  Δεν παύει όμως να έχει αντικείμενο η προσφυγή εφόσον επιτυχία της θα σημαίνει την παροχή δημοσίου βοηθήματος για την περίοδο πριν την απόκτηση της υπηκοότητας.  Άλλωστε, η Δημοκρατία δεν ήταν σαφής ως προς τις λεπτομέρειες αυτής της δημιουργηθείσας νέας κατάστασης πραγμάτων, ούτε τι ποσό λαμβάνει η αιτήτρια, αν λαμβάνει, και από πότε.  Η αιτήτρια ανέφερε ότι έλαβε προσωρινά βοήθημα από το Δεκέμβριο 2012 μέχρι τον Ιούνιο 2013 για λόγους που φαίνονται ασύνδετοι με την απόκτηση υπηκοότητας. 

 

 Κατά δεύτερο λόγο δεν υπάρχει ζήτημα εκπροθέσμου της αίτησης της ίδιας της αιτήτριας για παροχή βοηθήματος ως μονογονέα.  Ανεξάρτητα από τη θέση των καθ΄ ων ότι η αρχική αίτηση ημερ. 30.3.2007 απαντήθηκε αρνητικά στις 20.8.2007 και τη θέση της αιτήτριας ότι ουδέποτε έλαβε την απάντηση αυτή, (θέση που η αιτήτρια όφειλε να αποδείξει στη βάση της νομολογίας ότι επιστολή που ταχυδρομείται και δεν επιστρέφεται συνιστά εκ πρώτης όψεως απόδειξη παράδοσης στον παραλήπτη - Socratis Theodorou v. The Abbot of  Kykko Monastery Mr Chrysostomos and Others (1965) 1 C.L.R. 9 Θεμιστοκλέους ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 415 και Εμπορική Εταιρεία Παλαιχωρίου Λτδ ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 842/2007, ημερ. 26.3.2009),  η ουσία εδώ είναι ότι η προσβαλλόμενη πράξη περιέχει τώρα διαφορετική αιτιολογία από ό,τι είχε η απαντητική και ταυτόχρονα απορριπτική απάντηση της 20.8.2007.  Η τελευταία είχε ως λόγο άρνησης τη Νομοθεσία και τους Κανονισμούς που ρυθμίζουν τα δημόσια βοηθήματα (χωρίς καν να εξειδικεύονται οι σχετικές πρόνοιες), και τη «σημερινή οικονομική κατάσταση» της αιτήτριας (χωρίς και πάλι οποιαδήποτε λεπτομέρεια), ενώ η προσβαλλόμενη τώρα πράξη καταγράφει ως διαφορετική αιτιολογία ότι η αιτήτρια κατάγεται «από χώρα η οποία δεν αποτελεί κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης».  Παρέχει δε και αιτιολογία για πρώτη φορά σε σχέση με το αίτημα για βοήθημα στο ανήλικο τέκνο της αιτήτριας.  Η προσφυγή καταχωρήθηκε εμπρόθεσμα και επομένως δεν προκύπτει πρόβλημα σε σχέση με αυτό.  Συνακόλουθα ούτε βεβαιωτική είναι η προσβαλλόμενη πράξη. 

 

         Όσον αφορά την ουσία της προσφυγής υπάρχουν δύο θέματα.  Το πρώτο αφορά την ίδια την αίτηση της αιτήτριας για βοήθημα ως μόνος γονέας και επ΄ αυτού η απόφαση των καθ΄ ων ήταν απορριπτική στη βάση του ότι η αιτήτρια κατάγεται από χώρα που δεν αποτελεί κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.  Η αιτήτρια παραπέμπει στα όσα ο Νόμος αναφέρει σε σχέση με βοήθημα σε υπηκόους τρίτης χώρας.  Αυτή η θέση όμως είναι λανθασμένη διότι τόσο το άρθρο 3(5), όσο και το άρθρο 3(6), δίνουν τη δυνατότητα χορηγίας δημοσίου βοηθήματος σε υπηκόους τρίτης χώρας οι οποίοι, όμως, είτε έχουν το καθεστώς επί μακρόν διαμένοντος στη Δημοκρατία, είτε το καθεστώς επί μακρόν διαμένοντος σε άλλο κράτος μέλος με ταυτόχρονη άδεια μετανάστευσης στη Δημοκρατία, είτε κατέχουν νομικό καθεστώς που προβλέπεται στον περί Προσφύγων Νόμο Αρ. 6(Ι)/2000, ως τροποποιήθηκε, με εξαίρεση τους αιτητές ασύλου.  Αν μια από τις προϋποθέσεις αυτές ικανοποιείται, τότε τα εδάφια (5) και (6) πρόσθετα καθορίζουν ότι ο αιτητής θα πρέπει να διαμένει στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές και τα εισοδήματα ή άλλοι οικονομικοί του πόροι να μην επαρκούν για την ικανοποίηση των βασικών του αναγκών. 

 

         Είναι επομένως σαφές ότι η αιτήτρια η οποία κατάγεται από κράτος εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεν ήταν πολίτης της Δημοκρατίας κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης της στις 9.2.2012, δεν εμπίπτει στις  προαναφερόμενες διατάξεις, ούτε και εισηγήθηκε κάτι τέτοιο.

 

         Η αιτήτρια φαίνεται στο μεταξύ να έχει αποκτήσει νέο καθεστώς, αυτό της Κυπριακής ιθαγένειας όπως παρουσιάζεται από τη συμπληρωματική έκθεση γεγονότων ημερ. 27.7.2012, (μέρος του κυανούν 71 του διοικητικού φακέλου Τεκμ. «Α»), και έχει αποκτήσει δελτίο ταυτότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας από 28.11.2012.  Η ιθαγένεια αυτή αποκτήθηκε συνεπώς μετά την υποβολή της αίτησης της και αναφέρθηκε και από τη συνήγορο της Δημοκρατίας στις 23.4.2013, κατά την πορεία της υπόθεσης, όπως ήδη αναφέρθηκε πιο πάνω.  Η εξέλιξη αυτή δυνατό να εντάξει την αιτήτρια σε άλλη κατηγορία δικαιούχου δημοσίου βοηθήματος, αλλά επ΄ αυτού θα πρέπει να υποβληθεί νέα αίτηση και να υπάρξει νέα διοικητική πράξη.  Δεν έχει όμως σχέση το δεδομένο αυτό με την υπό κρίση προσφυγή.

         Αναφορικά με την απόρριψη της αίτησης βοηθήματος για την ανήλικη θυγατέρα της, η απόφαση βασίστηκε στο άρθρο 12(1)(α) του Νόμου, το οποίο προνοεί ότι κάθε ένας από τους συζύγους ευθύνεται για τη συντήρηση και φροντίδα του άλλου και των άγαμων τέκνων που διαμένουν μαζί του και επομένως το βοήθημα που διδόταν προς όφελος της ανήλικης θυγατέρας της αιτήτριας δεν ήταν δυνατό να συνεχιστεί.  Κρίνεται ότι υπάρχει μια λανθασμένη προσέγγιση του θέματος από πλευράς των καθ΄ ων στο ζήτημα.  Όπως είναι κοινώς αποδεκτό, η αιτήτρια είχε υποβάλει στις 11.6.2008 αίτηση για δημόσιο βοήθημα, η οποία εγκρίθηκε από τους καθ΄ ων στις 9.3.2009, με αναδρομική μάλιστα ισχύ από 1.9.2008.  Όταν η αιτήτρια υπέβαλε αυτή την αίτηση, (τα στοιχεία της οποίας μαζί με το αιτιολογικό της έγκρισης φαίνονται στον υποφάκελο του Τεκμ. «Α»), η αιτήτρια είχε ήδη διαζευχθεί τον Κύπριο σύζυγο της και ο γάμος της είχε κριθεί λελυμένος με απόφαση ημερ. 4.7.2007 του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λάρνακας.

 

 Εύλογα, επομένως, η αιτήτρια διερωτάται τι άλλαξε από τότε και από την προηγούμενη έγκριση του αιτήματος της εφόσον το άρθρο 12(1)(α) του Νόμου υφίστατο στο νομοθετικό πλαίσιο από τότε. Οι καθ΄ ων γράφουν στην προσβαλλόμενη πράξη ότι δυνάμει της νομοθεσίας και των Κανονισμών για τα δημόσια βοηθήματα, η χορηγία προς την ανήλικη θυγατέρα της αιτήτριας δεν θα μπορούσε να συνεχιστεί, συνεχίζουν δε να προσθέσουν την ευθύνη που η ίδια η αιτήτρια έχει για το ανήλικο της τέκνο που διαμένει μαζί της στη βάση του προαναφερόμενου άρθρου.  Δεν δίνεται επομένως οποιαδήποτε ιδιαίτερη εξήγηση ή αιτιολογία ως προς τη διακοπή της βοήθειας, ούτε εξηγούν τι έχει διαφοροποιηθεί στο μεσοδιάστημα ώστε ενώ οι συνθήκες παρέμειναν οι ίδιες όσον αφορά την αιτήτρια, να αποφασιστεί η διακοπή του δημοσίου βοηθήματος.

 

 Ανάκληση είναι δυνατή κατά το διοικητικό δίκαιο, όταν συντρέχουν ορισμένες προϋποθέσεις, ανάλογα με το αν η ανακληθείσα πράξη ήταν νόμιμη ή παράνομη, ο χρόνος που διέρρευσε, τα ευμενή τυχόν αποτελέσματα που υπήρξαν προς όφελος του πολίτη κλπ, αλλά πάντοτε η ανάκληση φέρει αιτιολογία.  Εδώ τίποτε ουσιαστικό δεν εξηγείται.   Πάσχει επομένως ως αναιτιολόγητη η προσβαλλόμενη πράξη ως προς αυτό το ζήτημα, ενώ διαπιστώνεται και έλλειψη δέουσας έρευνας εφόσον δεν εξηγείται ο λόγος της διακοπής του βοηθήματος.

 

         Η Εγκύκλιος ημερ. 21.10.2011  της Διευθύντριας του Γραφείου Ευημερίας στην οποία αναφέρεται πότε ανήλικος δεν δικαιούται δημοσίου  βοηθήματος, και την οποία μνημονεύει η συνήγορος των καθ΄ ων, δεν διαφοροποιεί την κατάσταση, εφόσον η Εγκύκλιος απλώς επιβεβαιώνει τις πρόνοιες του Νόμου, οι οποίες όμως προϋπήρχαν της προσβαλλόμενης πράξης.  Τα όσα αναφέρονται επίσης στην αγόρευση των καθ΄ ων περί δέουσας έρευνας αναφορικά με τα εισοδήματα της αιτήτριας μαζί με τη συνεισφορά του πατέρα για διατροφή, δεν αποτελούν στοιχεία που εμφανίζονται στην προσβαλλόμενη πράξη, είναι ασύνδετα με το άρθρο 12(1)(α) και ούτε αποτελούν στοιχεία ή δικαιολογητικά που απαντώνται στο διοικητικό φάκελο προηγηθέντα της προσβαλλόμενης πράξης. 

 

         Υπό το φως των ανωτέρω, η προσβαλλόμενη πράξη  αναφορικά με την αίτηση της ίδιας της αιτήτριας ως μονογονέα επικυρώνεται, αλλά ακυρώνεται ως προς την απόρριψη δημοσίου βοηθήματος για την ανήλικη θυγατέρα της αιτήτριας.

 

 Η αιτήτρια εμφανίζεται μόνη της επομένως δικαιούται στα πραγματικά της έξοδα, έχοντας δε υπόψη ότι διαμένει στη Λάρνακα και η αιτήτρια ήταν παρούσα σε κάθε εμφάνιση, πλην μίας, τα έξοδα υπολογίζονται σε €400.

 

 

 

                                           Στ. Ναθαναήλ,

                                                    Δ.

 

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο