ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Σταυρίδη κ.α. ν. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 303
Πιερίδη Ολυμπία ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Αρ. 2) (2007) 3 ΑΑΔ 543
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ανδρέα Ιωάννη Σταθόπουλου και άλλου (2013) 3 ΑΑΔ 399
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 140(I)/2005 - Ο περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμος του 2005
Ν. 15/1962 - Ο περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμος του 1962
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 20/2009)
26 Σεπτεμβρίου, 2013
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΑΝΤΩΝΑΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ,
2. ΑΛΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΔΗΣ,
Αιτητές,
ν.
1. ΑΗΚ (ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ),
2. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
ΔΙΑ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ,
3. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΜΠΟΡΙΟΥ, ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ,
4. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
Ξ. Ξενόπουλος, για τους Αιτητές.
Α. Χρίστου (κα), εκ μέρους Ιωαννίδης, Δημητρίου, για την Καθ'ης η αίτηση 1.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Τα γεγονότα τα οποία περιβάλλουν την πιο πάνω προσφυγή, η οποία να σημειωθεί, σε κάποιο στάδιο αποσύρθηκε εναντίον των καθ'ων η αίτηση 2, 3 και 4, και τα οποία συνιστούν κοινό έδαφος, είναι σε συντομία τα πιο κάτω:
Στις 6/2/2007 η καθ'ης η αίτηση 1 (εφεξής η Α.Η.Κ.), αποφάσισε την υποβολή προσφοράς στους αιτητές, συνιδιοκτήτες κατά ½ μερίδιο του τεμαχίου 740, Φ./Σχ. 21/53, που βρίσκεται στην περιοχή Έγκωμης στη Λευκωσία, για την αγορά του τεμαχίου τους, το οποίο κρίθηκε αναγκαίο για την εγκαθίδρυση υποσταθμού μεταφοράς 132/22-11KV, κλειστού τύπου, στη βιομηχανική περιοχή Έγκωμης (εφεξής ο υποσταθμός).
Η εγκαθίδρυση σταθμού μεταφοράς ηλεκτρικού φορτίου κρίθηκε αναγκαία λόγω της συνεχώς αυξανόμενης ζήτησης ηλεκτρικού φορτίου στην ευρύτερη περιοχή Έγκωμης και για την επίλυση των υφιστάμενων προβλημάτων ηλεκτρικού φορτίου και πτώσης τάσεως στην ευρύτερη περιοχή.
Η Α.Η.Κ. υπέβαλε την προσφορά της για αγορά του τεμαχίου των αιτητών, γραπτώς με επιστολή της ημερομηνίας 7/2/2007 με βάση την εκτίμηση που ετοίμασε το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως.
Με επιστολή των δικηγόρων τους ημερομηνίας 26/2/2007, οι αιτητές ενημέρωσαν την Α.Η.Κ. ότι το τεμάχιο τους δεν είναι προς πώληση. Παράλληλα, με επιστολή τους ημερομηνίας 4/3/2007 προς το Υπουργικό Συμβούλιο, οι αιτητές για λόγους που αναφέρονται στην εν λόγω επιστολή τους, ζήτησαν την παρέμβαση του Σώματος για αποτροπή της διαδικασίας απαλλοτρίωσης.
Στις 18/5/2007 η Α.Η.Κ. απέστειλε στο Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού (πρώην καθ' ου η αίτηση 3), έκθεση σχετικά με την έρευνα που διενήργησε, από την οποία προέκυψε ότι το τεμάχιο ήταν το πλέον κατάλληλο από τεχνοοικονομικής άποψης.
Το Υπουργικό Συμβούλιο κατά τη συνεδρία του ημερομηνίας 31/10/2007, ενέκρινε το αίτημα της Α.Η.Κ. για απαλλοτρίωση του συγκεκριμένου τεμαχίου και στις 7/10/2007 η Α.Η.Κ. δημοσίευσε γνωστοποίηση απαλλοτρίωσής του.
Οι αιτητές υπέβαλαν ένσταση κατά της απαλλοτρίωσης με επιστολή των δικηγόρων τους ημερομηνίας 28/12/2008, ενώ με μεταγενέστερη επιστολή τους ημερομηνίας 16/4/2008, επιπρόσθετα προς τους λόγους της ένστασης τους, υπέδειξαν τεμάχιο στο οποίο στεγαζόταν συγκεκριμένη εταιρεία, παρόμοιας έκτασης, το οποίο κατά τη γνώμη τους ήταν καταλληλότερο για απαλλοτρίωση, σύμφωνα δε με πινακίδες που ήταν τοποθετημένες στο εν λόγω τεμάχιο, αυτό διατίθετο προς πώληση / ενοικίαση.
Με επιστολή ημερομηνίας 9/5/2008 προς το Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, η Α.Η.Κ. σχολίασε την ένσταση των αιτητών, με αναφορά στους λόγους για τους οποίους το προτεινόμενο από τους αιτητές τεμάχιο προς απαλλοτρίωση κρινόταν ακατάλληλο. Την εν λόγω επιστολή ακολούθησε άλλη επιστολή της Α.Η.Κ. με ημερομηνία 6/6/2008, στην οποία η Α.Η.Κ. παρέθετε τους λόγους για τους οποίους το τεχνικό τμήμα της Αρχής έκρινε πως το υποδειχθέν τεμάχιο ήταν ακατάλληλο για τους συγκεκριμένους σκοπούς της απαλλοτρίωσης.
Η Υπουργική Επιτροπή, ασκώντας τις δυνάμει του άρθρου 6 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου εξουσίες της, που της εκχωρήθηκαν με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, σύμφωνα με το εδάφιο 1 του άρθρου 3 του περί Εκχωρήσεως της Ενάσκησης των Εξουσιών Απορρεουσών εκ τινός Νόμου, Νόμου αρ. 23 του 1962, απέρριψε, με απόφαση της ημερομηνίας 30/9/2008, την ένσταση των αιτητών και αποφάσισε την έκδοση διατάγματος απαλλοτρίωσης, το οποίο δημοσιεύθηκε στις 31/10/2008.
Με στόχο την ακύρωση του διατάγματος απαλλοτρίωσης, οι αιτητές καταχώρισαν την παρούσα προσφυγή, εγείροντας αριθμό λόγων ακύρωσης, στα πλαίσια των οποίων προβάλλουν διάφορους ισχυρισμούς οι οποίοι σε πολλά σημεία τους συμπίπτουν και αλληλοκαλύπτονται. Προχωρώ να τους εξετάσω.
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι η επίδικη απόφαση είναι προϊόν πλάνης, πραγματικής και νομικής, και κατάχρησης εξουσίας, καθότι κατά τον ουσιώδη χρόνο αγνοήθηκε η επιστολή τους ημερομηνίας 4/3/2007 με την οποία κοινοποίησαν στο Υπουργικό Συμβούλιο, όχι μόνο την άρνηση τους να προχωρήσουν σε οποιαδήποτε συναλλαγή με αντικείμενο την απόκτηση από την Α.Η.Κ. του τεμαχίου τους, αλλά και παρέθεταν τους λόγους για τους οποίους αρνήθηκαν τη διαπραγμάτευση. Παράλληλα, εξέθεταν τις προσωπικές, οικογενειακές και οικονομικές τους περιστάσεις τις οποίες επικαλούντο προς υποστήριξη του αιτήματος τους για παρέμβαση του Σώματος, με σκοπό την αποτροπή της απαλλοτρίωσης. Είναι η θέση τους ότι οι καθ'ων η αίτηση εσφαλμένα θεώρησαν ότι το θέμα που προέκυψε αφορούσε αποκλειστικά την τιμή πώλησης του τεμαχίου τους στην Α.Η.Κ.
Διεξήλθα προσεκτικά την πληθώρα των εγγράφων που περιέχονται στους φακέλους που κατατέθηκαν ενώπιον μου και ιδιαίτερα την αλληλογραφία που αντηλλάγη μεταξύ των δύο πλευρών. Στην Πρόταση προς το Υπουργικό Συμβούλιο του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, ημερομηνίας 22/10/2007, μεταξύ άλλων, αναφέροντο και τα εξής σχετικά με το πρώτο σκέλος του συγκεκριμένου ισχυρισμού, τα οποία και καταδεικνύουν το ανεδαφικό του:
"3. Η ΑΗΚ προτού αποφασίσει να προχωρήσει στην διαδικασία της απαλλοτρίωσης, για εξασφάλιση του τεμαχίου, το οποίο έκρινε ως το πλέον κατάλληλο, πραγματοποίησε συνάντηση στις 7.12.2006, με τους ιδιοκτήτες κ. Αντώνη και κ. Άλκη Οικονομίδη, για αγορά του πιο πάνω τεμαχίου τους. Κατά την συνάντηση, δεν προέκυψε θέμα μη πώλησης του τεμαχίου από τους ιδιοκτήτες προς την ΑΗΚ, αλλά είχε εγερθεί θέμα όσον αφορά το ύψος της τιμής πώλησης, η οποία καθορίσθηκε με εκτίμηση του Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας.
..................................................................................
5. Οι κ.κ. Αντώνης και Άλκης Οικονομίδη ιδιοκτήτες του τεμαχίου, με την επιστολή τους προς το Υπουργικό Συμβούλιο ημερομηνίας 4.3.2007 (Συνημμένο 6) ζήτησαν την παρέμβαση του, προς την κατεύθυνση της ΑΗΚ, για να μην προχωρήσει η αναγκαστική απαλλοτρίωση του κτήματος τους, καθότι η ΑΗΚ, θα μπορούσε να απαλλοτριώσει/αγοράσει άλλα κτήματα, τα οποία υπέδειξαν και ισχυρίσθηκαν ότι είναι κατάλληλα για ανέγερση του υποσταθμού βάσει έρευνας τους στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας. Με την επιστολή τους επισύναψαν α) αντίγραφο επιστολής της ΑΗΚ ημερομηνίας 7.2.2007, χαρακτηρίζοντας το ποσό, που τους προσφέρθηκε, εξευτελιστικό β) επιστολή του δικηγόρου τους προς την ΑΗΚ, στην οποία αναφέρεται ότι οι πελάτες του ανέμεναν ότι μετά τις δύο συναντήσεις που είχαν με λειτουργούς της ΑΗΚ, η Αρχή δεν θα προχωρούσε καθ' οιονδήποτε τρόπο ή θα αναθεωρούσε τυχόν προθέσεις της, για απαλλοτρίωση του κτήματος τους ........."
Πέραν όμως τούτου, είναι η διαπίστωση μου ότι η επιστολή των αιτητών ημερομηνίας 4/3/2007, ήταν ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου κατά το χρόνο λήψης της απόφασης. Έχω την άποψη ότι το περιεχόμενο της εν λόγω επιστολής δεν αναιρεί το γεγονός της απόρριψης από τους αιτητές της προσφοράς της Α.Η.Κ. για αγορά του ακινήτου τους πριν τη διαδικασία απαλλοτρίωσης. Συνεπώς, δεν διαπιστώνω οποιαδήποτε πλάνη από πλευράς του Υπουργικού Συμβουλίου. Εξάλλου, το αν οι αιτητές αρχικά έθεσαν ή όχι θέμα αναφορικά με την πώληση του ακινήτου τους ή την αρνήθηκαν χωρίς καμία διαπραγμάτευση, ουδόλως σχετίζεται με τους λόγους απόρριψης της ένστασης τους και ούτε επενέργησε κατ' αυτόν τον τρόπο ως ουσιώδες δεδομένο στη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.
Όπως έχω ήδη αναφέρει, οι αιτητές διατείνονται επίσης, ότι η Διοίκηση αγνόησε τα προσωπικά δεδομένα τους και τις οικογενειακές τους ανάγκες, με αποτέλεσμα η επίδικη απόφαση να αντιστρατεύεται το περί δικαίου αίσθημα. Ούτε η εν λόγω θέση με βρίσκει σύμφωνο. Όπως έχω ήδη επισημάνει, όλες οι επιστολές που οι αιτητές είχαν απευθύνει προς την Α.Η.Κ. και το Υπουργικό Συμβούλιο ήταν ενώπιον των καθ' ων η αίτηση κατά το χρόνο εξέτασης και απόρριψης των ενστάσεων κατά της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης. Στις εν λόγω επιστολές, οι αιτητές έθεταν αναλυτικά τις προσωπικές τους περιστάσεις που σύμφωνα με τους ίδιους, θα έπρεπε να επενεργήσουν ανασταλτικά στην έγκριση του αιτήματος για απαλλοτρίωση του κτήματός τους. Όλοι οι ισχυρισμοί τους εξετάστηκαν και απαντήθηκαν από την Α.Η.Κ. και ήταν ενώπιον των καθ' ων η αίτηση κατά τη λήψη της απόφασης.
Όπως ορθά επισημαίνεται στα σχόλια της Α.Η.Κ. αναφορικά με την ένσταση των αιτητών στην απαλλοτρίωση, που περιέχονται στο έγγραφο που η Αρχή απηύθυνε προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, ημερομηνίας 9/5/2008, οι ισχυρισμοί συναισθηματικής φύσεως που προέβαλαν οι αιτητές καταρρίπτονται και αντισταθμίζονται από το νόμιμο δικαίωμα αποζημίωσης των αιτητών και δικαστικής αμφισβήτησης του ύψους της (άρθρο 23.4.(γ) του Συντάγματος). (Ελένη Σταυρίδη κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 303).
Εξάλλου, στην περίπτωση της επίδικης απαλλοτρίωσης που ο σκοπός της ήταν ένα απολύτως αναγκαίο αναπτυξιακό έργο στην περιοχή της Έγκωμης, προκύπτει άμεσα η δημόσια ωφέλεια που σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υποχωρεί έναντι της ικανοποίησης του ατομικού συμφέροντος. Η απαλλοτρίωση συνιστά επιτρεπόμενη προσβολή του ατομικού δικαιώματος για σκοπούς δημοσίου συμφέροντος. Πολύ περισσότερο αφού στην προκείμενη περίπτωση οι καθ' ων η αίτηση επιχείρησαν και εξάντλησαν τις δυνατότητες επίτευξης του σκοπού της απαλλοτρίωσης με λιγότερο επαχθή μέσα, προτείνοντας στους ιδιοκτήτες την αγορά του ακινήτου.
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι οι καθ'ων η αίτηση αγνόησαν και/ή δεν έλαβαν υπόψη τη διαθεσιμότητα άλλων γειτονικών ακινήτων στην περιοχή, κατά παράβαση της αρχής της εύλογης εμπιστοσύνης του πολίτη προς τη διοίκηση. Ούτε ο εν λόγω ισχυρισμός ευσταθεί.
Είναι αρκετό να διεξέλθει ένας την επιστολή της Α.Η.Κ. προς το Υπουργείο Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, ημερομηνίας 9/5/2008, η οποία περιέχει τα σχόλια της Αρχής αναφορικά με την ένσταση των αιτητών, για να διαπιστώσει το ανεδαφικό του συγκεκριμένου ισχυρισμού τους. Στο εν λόγω έγγραφο καταγράφεται κατά τρόπο εμπεριστατωμένο η έρευνα που διεξήχθη αναφορικά με 11 συνολικά διαφορετικά τεμάχια, η οποία και κατέδειξε το επίδικο ακίνητο ως το πλέον κατάλληλο. Αναφέρονται εκεί οι τεχνικοί και οικονομικοί λόγοι για τους οποίους η Α.Η.Κ. εύλογα απέρριψε τα υπό διερεύνηση διαθέσιμα ακίνητα. Στη δε έρευνα που έγινε, λήφθηκαν υπόψη συγκεκριμένα τεχνικά, πολεοδομικά και οικονομικά κριτήρια τα οποία καταγράφονται ρητά. Το τεμάχιο των αιτητών, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα, ικανοποιούσε πλήρως τα προαναφερόμενα κριτήρια για συγκεκριμένους λόγους. Τους παραθέτω, όπως αυτοί καταγράφηκαν από την ίδια την Α.Η.Κ.:
"3. Πλεονεκτήματα επίδικου ακινήτου σε σχέση με άλλα διαθέσιμα ακίνητα
Πέραν των όσων αναφέρονται στην έκθεση της Επιχειρησιακής Μονάδας Δικτύων (Παράρτημα 12), το επίδικο τεμάχιο κρίθηκε ως η βέλτιστη επιλογή από όλες τις απόψεις για σκοπούς εγκαθίδρυσης του υποσταθμού μεταφοράς εντός της Βιομηχανικής Περιοχής Έγκωμης αφού σε αντίθεση με τα υπόλοιπα άλλα τεμάχια ικανοποιεί πλήρως τα ακόλουθα κριτήρια:
· Βρίσκεται στο κέντρο φορτίου.
· Έχει εύκολη πρόσβαση σε δημόσιους δρόμους.
· Έχει το ιδανικό απαιτούμενο εμβαδό για εγκαθίδρυση υποσταθμού μεταφοράς δηλαδή 2119 τετραγωνικά μέτρα και διαστάσεις 54 Χ 35 μέτρα.
· Βρίσκεται εντός βιομηχανικής ζώνης γεγονός που διευκολύνει την χορήγηση Πολεοδομικής Άδειας.
Με βάση τα πιο πάνω, το υπόψη τεμάχιο καθίσταται αναγκαίο για την Αρχή Ηλεκτρισμού και η Απαλλοτρίωση του για σκοπούς εγκαθίδρυσης του υποσταθμού μεταφοράς "Βιομηχανική Περιοχή Έγκωμης" θεωρείται ως επιβεβλημένη."
Οι λόγοι για τους οποίους τα τεμάχια που υπέδειξαν οι ίδιοι οι αιτητές κρίθηκαν ακατάλληλα, εκτίθενται με λεπτομέρεια στην επιστολή του αρμόδιου αξιωματούχου της Α.Η.Κ. προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού, ημερομηνίας 18/5/2007. Πρόκειται για τρισέλιδο έγγραφο στο οποίο κατά τρόπο εμπεριστατωμένο τεκμηριώνεται το συμπέρασμα της Α.Η.Κ. περί ακαταλληλότητας των συγκεκριμένων τεμαχίων.
Πέραν των πιο πάνω, αναζητήθηκαν και οι επί του προκειμένου απόψεις του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, που επίσης κατέδειξαν το ακίνητο των αιτητών ως πολεοδομικά καταλληλότερο, επειδή βρίσκεται σε κατάλληλη για την προτεινόμενη ανάπτυξη Ζώνη (Μεικτή Ζώνη Κατηγορίας Β και Οικονομικών Δραστηριοτήτων) και «δεν εφάπτεται σε κύριο οδικό δίκτυο, ενώ παράλληλα διαθέτει πολύ ικανοποιητική προσπέλαση». Υπενθυμίζεται ότι η κρίση της αρμόδιας Αρχής αναφορικά με την αναγκαιότητα του έργου, δεν ελέγχεται από το ακυρωτικό δικαστήριο, όπως δεν ελέγχονται θέματα τεχνικής φύσης. (Πιερίδη ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 543 και Παπαντωνίου ν. Δήμου Λευκωσίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 476).
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι παραβιάστηκαν οι αρχές της χρηστής διοίκησης και ίσης μεταχείρισης. Συγκεκριμένα ισχυρίζονται ότι, στις 19/6/2006 δημοσιεύτηκε στον ημερήσιο τύπο ανακοίνωση του Εφόρου Εταιρειών και Επίσημου Παραλήπτη για πώληση γειτονικού ακινήτου και δη του τεμαχίου με αριθμό 770, το οποίο δεν προτιμήθηκε από τους καθ'ων η αίτηση όπως ούτε και το τεμάχιο με αριθμό 1551.
Κατ' αρχάς θα πρέπει να πω πως ο συγκεκριμένος ισχυρισμός προβάλλεται κατά τρόπο γενικό και αόριστο, αφού οι αιτητές απέτυχαν να καταδείξουν τα κοινά χαρακτηριστικά των εν λόγω γειτονικών ακινήτων που τα καθιστούσαν, σύμφωνα με τους ίδιους, εξίσου κατάλληλα με το δικό τους για το σκοπό της απαλλοτρίωσης. Ανεξάρτητα όμως τούτου, επισημαίνω τα πιο κάτω.
Όπως προκύπτει από το υλικό που τέθηκε ενώπιον μου, το ακίνητο με αριθμό εγγραφής 770 δεν ήταν ανάμεσα στα τρία ακίνητα (τεμάχια 740, 1413 και 1551) που προκρίθηκαν από την Α.Η.Κ., εξ' αρχής, ως τα πλέον κατάλληλα τεχνικά και για τα οποία είχε ζητηθεί περαιτέρω εκτίμηση του κόστους αγοράς/απαλλοτρίωσης τους. Το συγκεκριμένο ακίνητο (τεμάχιο 770), όπως έχω ήδη αναφέρει, υποδείχθηκε από τους αιτητές με την ένσταση τους που παρέπεμπε στην προκήρυξη αναγκαστικής πώλησης του εργοστασίου που βρισκόταν στο εν λόγω τεμάχιο, από τον Έφορο Εταιρειών, χωρίς ωστόσο να ισχυριστούν οτιδήποτε ως προς την τεχνική του καταλληλότητα, όπως είχαν κάμει με το τεμάχιο 1551.
Δεν έχει διαφύγει της προσοχής μου ότι όταν περιήλθε σε γνώση της Α.Η.Κ. ότι το συγκεκριμένο τεμάχιο ήταν προς πώληση, η Α.Η.Κ. εκδήλωσε ενδιαφέρον να το αποκτήσει αλλά δεν προχώρησε προς την κατεύθυνση υλοποίησης της εν λόγω πρόθεσης της, επειδή πληροφορήθηκε ότι το εν λόγω τεμάχιο είχε ήδη πωληθεί σε τρίτους. Όμως, από την επιγενόμενη έρευνα στην οποία προέβη η Α.Η.Κ. δεν έχει προκύψει οτιδήποτε που να καθιστά το εν λόγω ακίνητο εξίσου κατάλληλο τεχνικά με το τεμάχιο των αιτητών, έτσι ώστε να προκύπτει λόγος προτίμησης του πρώτου έναντι του δεύτερου. Αντίθετα, εκείνο που προκύπτει από την επιγενόμενη έρευνα είναι πως το τεμάχιο των αιτητών, συγκρινόμενο με τα άλλα κριθέντα ως κατάλληλα τεμάχια, έχει, για τους λόγους στους οποίους έχω ήδη αναφερθεί πιο πάνω, τεχνοοικονομικά κριθεί ως το πλέον κατάλληλο.
Αναφορικά με το άλλο υποδειχθέν τεμάχιο, τεμάχιο 1551, παρατηρώ τα εξής. Επρόκειτο για ένα πολύ μεγαλύτερο ακίνητο για το οποίο η έκθεση εκτίμησης που έγινε για λογαριασμό της Α.Η.Κ., επιβεβαίωνε το ασύμφορο της επιλογής του. Το πιο κάτω απόσπασμα που περιέχεται στο έγγραφο της Α.Η.Κ. προς το Υπουργείο, ημερομηνίας 9/5/2008, μαρτυρά του λόγου το ασφαλές:
"Όσον αφορά το τεμάχιο με αριθμό 1551 έχει εξεταστεί και απορριφθεί λόγω του υπερβολικά μεγάλου μεγέθους του και συνεπώς της υπερβολικά ψηλής αγοραίας αξίας του.
Η πιθανότητα απαλλοτρίωσης ενός μέρους από το πιο πάνω τεμάχιο με αριθμό 1551 είναι δύσκολη και δεν ενδείκνυται αφού θα επηρεασθεί η ανάπτυξη του υπόλοιπου μέρους. Επιπλέον η πιθανή απαλλοτρίωση μέρους του πιο πάνω τεμαχίου θα έχει σημαντικά ψηλότερο κόστος σε σύγκριση με την αξία του τεμαχίου με αριθμό 740, λόγω της πιο ψηλής αγοραίας αξίας του επειδή βρίσκεται σε προνομιακή θέση κοντά σε κύρια οδική αρτηρία, κάτι που ευνοεί περισσότερο την εμπορική εκμετάλλευση του, γεγονός στο οποίο οφείλεται και η ψηλή αγοραία αξία του. Ως απόρροια των ανωτέρω, η απαλλοτρίωση του τεμαχίου αυτού θα επέφερε επιπρόσθετο και αχρείαστο κόστος."
Έχω την άποψη ότι μεταξύ των τεχνοοικονομικά κριθέντων ως κατάλληλων ακινήτων, η Α.Η.Κ. εύλογα εξέτασε ως κριτήριο το κόστος αγοράς/απαλλοτρίωσης τους, στα πλαίσια της εξυπηρέτησης του δημόσιου συμφέροντος και της χρηστής διοίκησης. (Δημοκρατία κ.ά. ν. Σταθοπούλου Ιωάννη Ανδρέα κ.ά., Α.Ε. 96/09, ημερομηνίας 6/6/2013).
Οι αιτητές προβάλλουν επίσης τον ισχυρισμό ότι με την επίδικη απόφαση οι καθ'ων η αίτηση έχουν παραβιάσει τον κανόνα του λιγότερου επαχθούς μέτρου για τους ιδιοκτήτες του απαλλοτριωθέντος τεμαχίου. Στον πυρήνα του συγκεκριμένου ισχυρισμού τους βρίσκεται η θέση ότι οι καθ'ων η αίτηση αντί να υιοθετήσουν μια από τις εναλλακτικές επιλογές που είχαν στη διάθεση τους, υιοθέτησαν την επαχθέστερη για τους αιτητές επιλογή, που ήταν η απαλλοτρίωση του τεμαχίου τους. Αναφορικά με το συγκεκριμένο ισχυρισμό των αιτητών περιορίζομαι να υπενθυμίσω την πάγια αρχή της νομολογίας μας ότι η Διοίκηση οφείλει, όταν επιλέγει μεταξύ ακινήτων εξίσου κατάλληλων για τους σκοπούς της απαλλοτρίωσης, να επιλέξει εκείνο το ακίνητο, του οποίου η απαλλοτρίωση θα προξενήσει την ολιγότερη επαχθή στέρηση στον ιδιοκτήτη του. Έχω την άποψη ότι, στη συγκεκριμένη περίπτωση η Α.Η.Κ. κατηύθυνε την έρευνα της σε όλα τα στάδια της απαλλοτρίωσης έχοντας ως γνώμονα τη συγκεκριμένη αρχή, εφόσον, όπως έχω ήδη επισημάνει, μελέτησε όλες τις εναλλακτικές λύσεις τόσο από την άποψη της καταλληλότητας τους, όσο και ως προς τις συνέπειες απαλλοτρίωσης, ανάλογα με την έκταση τους, στους ιδιοκτήτες τους. Ως εκ τούτου, και ο συγκεκριμένος ισχυρισμός των αιτητών απορρίπτεται.
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη και/ή ότι η αιτιολογία που δόθηκε και ειδικότερα η αιτιολογία που αφορά στην επιλογή του ακινήτου τους είναι ανεπαρκής και/ή ότι η επίδικη απόφαση είναι προϊόν ανεπαρκούς και/ή καθόλου έρευνας. Για τους πιο κάτω λόγους οι συγκεκριμένοι ισχυρισμοί των αιτητών δεν με βρίσκουν σύμφωνο.
Το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε την έκδοση του διατάγματος απαλλοτρίωσης έχοντας ενώπιον του ολοκληρωμένη Πρόταση του αρμόδιου Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού. Στην εν λόγω Πρόταση, σε πτυχές του περιεχομένου της οποίας έχω ήδη αναφερθεί λεπτομερώς πιο πάνω, καταγράφονται, όπως έχω ήδη αναφέρει, με σαφήνεια οι λόγοι για την αναγκαιότητα του έργου και για την καταλληλότητα του επίδικου τεμαχίου για τη σκοπούμενη απαλλοτρίωση. Σε αυτήν επίσης παρατίθενται οι απόψεις του Τμήματος Πολεοδομίας, καθώς και οι θέσεις της Α.Η.Κ. Από το ενώπιον μου υλικό προκύπτει επίσης ότι η εγκαθίδρυση του υποσταθμού Έγκωμης περιλαμβανόταν στο εγκεκριμένο, από το Διαχειριστή Συστήματος Μεταφοράς, Δεκαετές Πρόγραμμα Ανάπτυξης Συστήματος μεταφοράς 2006-2016.
Το ίδιο αιτιολογημένη είναι και η απόρριψη της ένστασης των αιτητών. Από μια απλή ανάγνωση των πρακτικών της συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής αναδεικνύονται οι λόγοι της επιλογής του ακινήτου των αιτητών αλλά και οι λόγοι για τους οποίους η λειτουργία του υποσταθμού της Α.Η.Κ. δεν αναμενόταν να επιφέρει επιβαρυντικές συνέπειες στην υγεία των περιοίκων και στο περιβάλλον, ούτε και να συμβάλει στη μείωση της αξίας των ακινήτων στην περιοχή. Η αιτιολογία απόρριψης των λόγων ενστάσεως συμπληρώνεται ουσιαστικά από το περιεχόμενο του εγγράφου ημερομηνίας 9/5/2008, με το οποίο το νομικό τμήμα της Α.Η.Κ. απάντησε αναλυτικά σε όλους τους ισχυρισμούς των αιτητών εξετάζοντας τους έναν προς ένα. Τέλος, ο ίδιος ο σκοπός της απαλλοτρίωσης είναι ξεκάθαρα διατυπωμένος στη γνωστοποίηση και στο διάταγμα απαλλοτρίωσης.
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε κατά παράβαση των διατάξεων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ισχυρισμό τον οποίο προβάλλουν και προωθούν σε συνδυασμό με την παράλειψη διενέργειας ανεξάρτητης έρευνας και ή περιβαλλοντικής ή άλλης φύσης μελέτης, που προβλέπεται με βάση το ευρωπαϊκό κεκτημένο για τέτοιου είδους έργα. Ισχυρίζονται επίσης ότι αναπτυξιακά έργα της φύσης του επίμαχου έργου που η Α.Η.Κ. προτίθετο να εκτελέσει στο τεμάχιο τους, επισύρουν σοβαρούς κινδύνους για την υγεία των παιδιών, ιδιαίτερα σε μια ήδη επιβαρυμένη περιβαλλοντικά περιοχή όπως η Έγκωμη.
Διεξήλθα προσεκτικά τη σχετική επιχειρηματολογία των αιτητών. Έχω την άποψη πως οι επί του προκειμένου θέσεις τους προβάλλονται κατά τρόπο γενικό και αόριστο, χωρίς την αναγκαία τεκμηρίωση, με αποτέλεσμα να παραμένουν μετέωρες και συνεπώς, εκτεθειμένες προς απόρριψη. Ανεξάρτητα όμως τούτου παρατηρώ και τα εξής.
Οι καθ'ων η αίτηση επισημαίνοντας την απουσία νομοθετικής υποχρέωσης από μέρους τους, εκπόνησης περιβαλλοντικής μελέτης πριν την απαλλοτρίωση και παράλληλα παραπέμποντας στον περί Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμο, Ν. 140(Ι)/2005 και ειδικότερα στο άρθρο 9(1)[1] του εν λόγω Νόμου, ισχυρίζονται ότι η εκπόνηση περιβαλλοντικής μελέτης για ένα συγκεκριμένο έργο γίνεται με την υποβολή αίτησης για έκδοση πολεοδομικής άδειας και αποτελεί μέρος της εξέτασης της πολεοδομικής άδειας. Συνεπώς, για να υποβληθεί αίτηση για πολεοδομική άδεια, το τεμάχιο θα πρέπει πρώτα να περιέλθει στην κυριότητα της Α.Η.Κ. Συμφωνώ με την εν λόγω θέση των καθ'ων η αίτηση και συνεπώς θεωρώ ότι η Α.Η.Κ. προέβη στην αναγκαία για το στάδιο της απαλλοτρίωσης προκαταρκτική εκτίμηση των επιπτώσεων χωρίς να υποχρεούται σε αναλυτική μελέτη, η οποία, ούτως ή άλλως, διενεργήθηκε από το Πανεπιστήμιο Κύπρου, αργότερα.
Επί της ουσίας των συγκεκριμένων ισχυρισμών των αιτητών, παραπέμπω στα όσα αναφέρονται, στο έγγραφο της Α.Η.Κ. με ημερομηνία 9/5/2008, κάτω από την παράγραφο 3.3 με τίτλο «Η Αρχή έλαβε υπόψη της όλα τα σχετικά νομικά, περιβαλλοντικά, κοινωνικοοικονομικά θέματα αλλά και θέματα υγείας τα οποία προκύπτουν από την σκοπούμενη απαλλοτρίωση», όπου αναλύονται κατά τρόπο εμπεριστατωμένο, οι λόγοι για τους οποίους η λειτουργία του υποσταθμού δεν θα έχει περιβαλλοντικές δυσμενείς επιπτώσεις, (επιτρεπόμενη χωροθέτηση σε βιομηχανική Ζώνη, κλειστού τύπου και υψηλής αρχιτεκτονικής στάθμης, η τροφοδοσία του γίνεται με υπόγεια καλώδια, εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα του ηλεκτρομαγνητικού πεδίου στο εξωτερικό περίβλημα του κτιρίου).
Από το ενώπιον μου υλικό προκύπτει επίσης το ανεδαφικό του ισχυρισμού περί παράλειψης από πλευράς των καθ'ων η αίτηση διενέργειας αναγκαίας έρευνας. Στους διοικητικούς φακέλους υπάρχει η εγκεκριμένη τεχνοοικονομική μελέτη της εγκαθίδρυσης του υποσταθμού, οι εκθέσεις/εκτιμήσεις ειδικών για γειτονικά ακίνητα, αντίγραφα μέρους της μελέτης «Πρόβλεψη φορτίων υποσταθμών Μεταφοράς περίοδος 2005-2024» που αφορούν τον Υ/Σ Βιομηχανικής περιοχής Έγκωμης, καθώς και το χωροταξικό σχέδιο για το τεμάχιο 740. Ενόψει όλων αυτών, οι ισχυρισμοί των αιτητών που προβάλλονται στα πλαίσια της απαντητικής τους αγόρευσης, σύμφωνα με τους οποίους δεν διενεργήθηκε η δέουσα έρευνα, απορρίπτονται ως ανεδαφικοί.
Ενόψει των πιο πάνω είναι η διαπίστωση μου ότι, το επίδικο διάταγμα εκδόθηκε μετά από πλήρη έρευνα στην οποία περιλαμβάνεται και επιστημονική τεχνική μελέτη. Οι επίδικες αποφάσεις ελήφθησαν αφού ακολουθήθηκε με σχολαστικότητα η προβλεπόμενη από τους Νόμους διαδικασία. Το ογκώδες υλικό που περιέχεται στους διοικητικούς φακέλους μαρτυρά του λόγου το ασφαλές. Στους εν λόγω φακέλους περιέχεται και η αλληλογραφία της Αρχής με τους δικηγόρους των αιτητών, που αφορά στις προσπάθειες της Αρχής να αποκτήσει την επίδικη περιουσία με ιδιωτική σύμβαση και για εξεύρεση του καταλληλότερου κτήματος για την ανέγερση του υποσταθμού, έχοντας υπόψη το κριτήριο της λιγότερο επαχθούς για τον πολίτη λύσης.
Οι αιτητές ισχυρίζονται ότι με την επίδικη απόφαση αποστερούνται της περιουσίας τους και συνεπώς παραβιάζονται συνταγματικά τους δικαιώματα και ιδιαίτερα το κατοχυρωμένο, δυνάμει του άρθρου 23.1 του Συντάγματος, δικαίωμα ιδιοκτησίας. Επί της εν λόγω θέσης των αιτητών, περιορίζομαι να παραπέμψω στο πιο κάτω απόσπασμα από την πρόσφατη απόφαση στην Α.Ε. 134/2009, Ντίνος Ραμόν ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 23/5/2013, το οποίο σφραγίζει και τη μοίρα της συγκεκριμένης θέσης τους, η οποία και απορρίπτεται:
''Το δικαίωμα ιδιοκτησίας, κινητής και ακίνητης, κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα (Άρθρο 23.1). Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών και το Πρόσθετο Πρωτόκολλο, που αποτελούν μέρος του ημεδαπού δικαίου ως αποτέλεσμα του περί της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως για την Προάσπισιν των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Κυρωτικός) Νόμου του 1962 (Ν. 39/62) δεν επεκτείνουν το δικαίωμα ιδιοκτησίας όπως κατοχυρώνεται στο Σύνταγμα, ούτε επαυξάνουν το περιεχόμενο του. Οι σχετικές διατάξεις του Πρωτοκόλλου ταυτίζονται στην ουσία, με εκείνες του Άρθρου 23.1 του Συντάγματος. (Βλ. Άρθρο 1 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου, Κυρωτικός Νόμος Ν. 39/62). Το δικαίωμα ιδιοκτησίας υπόκειται, τόσο σε περιορισμούς, όσο και στέρηση, σύμφωνα με και για τους λόγους που προβλέπονται στις παραγρ. 3 και 4 του Άρθρου 23 του Συντάγματος. Στέρηση της ιδιοκτησίας μπορεί να συντελεστεί μόνο με την απαλλοτρίωση γης, διαδικασία η οποία προϋποθέτει, όπως ορίζεται στο Άρθρο 23.4 του Συντάγματος, την αποζημίωση του ιδιοκτήτη πριν την αποξένωση της περιουσίας του. (Βλ. Holy See of Kitium and Municipal Council, Limassol R.S.C.C. 15).''
Οι αιτητές διατείνονται επίσης,
(α) ότι παραβιάστηκε ο περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμος και οι γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου διότι δεν λήφθηκε υπόψη το δικαίωμα ιδιοκτησίας των περιοίκων και οι αρχές πρόληψης της υγείας και ότι η Απαλλοτριούσα Αρχή υιοθέτησε το επαχθέστερο μέτρο για το διοικούμενο και
(β) ότι η απόφαση αντιβαίνει στις πρόνοιες των Τοπικών Σχεδίων Πόλεων 2006 και συγκεκριμένα αυτές του Παραρτήματος 31.2.3, επαναφέροντας έτσι το θέμα της πρόκλησης σοβαρού κινδύνου για την υγεία, εφόσον η ανάπτυξη αφορά οικιστική περιοχή.
Αναφορικά με τον υπό στοιχείο (α) πιο πάνω ισχυρισμό των αιτητών, περιορίζομαι να επισημάνω ότι οι μεν λόγοι που προβάλλονται και αφορούν στους περιοίκους δεν προβάλλονται μετ' εννόμου συμφέροντος, εφόσον η εδώ προσβαλλόμενη απόφαση περιορίζεται στο διάταγμα απαλλοτρίωσης του ακινήτου των αιτητών, οι δε λοιπές πτυχές του εν λόγω ισχυρισμού, έχουν ήδη απαντηθεί πιο πάνω.
Αναφορικά με τον υπό στοιχείο (β) πιο πάνω ισχυρισμό των αιτητών, σε καμία περίπτωση δεν προκύπτει από το περιεχόμενο του φακέλου ότι η επίδικη απόφαση για τη δημιουργία του υποσταθμού εγκυμονούσε σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια υγεία. Οι αιτητές απέτυχαν να αποσείσουν το βάρος απόδειξης των συναφών ισχυρισμών τους.
Ως αποτέλεσμα, ούτε οι πιο πάνω ισχυρισμοί μπορούν να γίνουν δεκτοί.
Τέλος, οι αιτητές, ως λόγο ακύρωσης προβάλλουν τη θέση ότι η επίδικη απόφαση είναι αποτέλεσμα παρατυπιών των αρμοδίων οργάνων και/ή συμμετοχής καθ' ύλην αναρμόδιων οργάνων. Συγκεκριμένα, εισηγούνται ότι, αναρμόδια επιλήφθηκε της ένστασης τους η Υπουργική Επιτροπή. Ούτε η εν λόγω θέση με βρίσκει σύμφωνο. Η Επιτροπή, αποτελούμενη από τέσσερις αρμόδιους Υπουργούς ήταν δεόντως εξουσιοδοτημένη κατά τον ουσιώδη χρόνο, με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου δυνάμει του περί Εκχωρήσεως της Ενάσκησης Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου Ν. 23/1962.
Ούτε ο ισχυρισμός των αιτητών για παρατυπία στη διαδικασία λόγω του ότι η έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου προς την Α.Η.Κ. δεν δόθηκε πριν τη Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης, ευσταθεί. Σύμφωνα με τον περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Ν.15/62, εκείνο που απαιτείται είναι η έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου πριν την έκδοση οποιουδήποτε διατάγματος απαλλοτρίωσης, χωρίς να τίθεται άλλος χρονικός περιορισμός. Επομένως, δεν έχει κατά τη γνώμη μου σημασία το γεγονός ότι η έγκριση δεν δόθηκε πριν τη Γνωστοποίηση, αφού όπως προκύπτει, το Υπουργικό ήταν ενήμερο από εκείνο το στάδιο.
Ενόψει όλων των πιο πάνω, βρίσκω ότι η Α.Η.Κ. λειτούργησε σύμφωνα με τους Νόμους και τις γνωστές νομολογιακές αρχές.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, η προσφυγή δεν μπορεί να πετύχει και απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ της Α.Η.Κ., όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ
[1] 9.(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, όταν υποβάλλεται αίτηση στην πολεοδομική αρχή για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας για ανάπτυξη η οποία αφορά εκτέλεση έργου που εμπίπτει σε οποιαδήποτε από τις κατηγορίες έργων του Πρώτου Παραρτήματος ή του Δεύτερου Παραρτήματος του παρόντος Νόμου, ο κύριος του έργου υποβάλλει, ως αναπόσπαστο μέρος της αίτησής του:
(α) Μελέτη Εκτίμησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον, αν το έργο εμπίπτει σε κατηγορία έργων του Πρώτου Παραρτήματος, ή
(β) Προκαταρκτική Έκθεση Επιπτώσεων στο Περιβάλλον, αν το έργο εμπίπτει σε κατηγορία έργων του Δεύτερου Παραρτήματος:
Νοείται ότι κατά την υποβολή της αίτησης η πολεοδομική αρχή μπορεί να αξιώσει από τον κύριο του έργου να καταθέσει περισσότερα του ενός αντίγραφα της Μελέτης ή της Έκθεσης.