ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Δημοκρατία ν. Pαδιοτηλεοπτικών Yπηρεσιών Aντέννα P.T. Λίμιτεδ (1998) 3 ΑΑΔ 255
Kανέλλης Aντώνης Π. και Άλλες ν. Koινοτικού ΣυμβουλίουΠαλαιομετόχου (2005) 3 ΑΑΔ 610
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 14/1962 - Ο περί Ειδικεύσεως Πιστώσεως (Ταμείον Αναπτύξεως) Νόμος του 1962
Ν. 150/1990 - Ο περί Βοηθών Καταστημάτων (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος του 1990
Ν. 15/1960 - Ο περί Ειδικεύσεως Αναπληρωματικής Πιστώσεως Νόμος (Αρ. 6) του 1960
Ν. 15/1962 - Ο περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμος του 1962
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 550/2011)
1 Αυγούστου, 2013
[ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ΜΑΡΟΥΛΛΑ ΔΗΜΗΤΡΗ ΠΑΠΑΞΕΝΟΠΟΥΛΟΥ,
2. ΗΛΙΑΝΑ ΝΕΑΡΧΟΥ ΠΑΠΑΞΕΝΟΠΟΥΛΟΥ,
3. ΑΝΔΡΕΑΣ ΝΕΑΡΧΟΥ ΠΑΠΑΞΕΝΟΠΟΥΛΟΥ,
4. ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΝΕΑΡΧΟΥ ΠΑΠΑΞΕΝΟΠΟΥΛΟΥ,
Αιτητές,
ν.
1. ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΣΙΜΟΥ,
Καθ'ων η αίτηση.
Δ. Καλλής, για τους Αιτητές.
Ε. Γαβριήλ (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση 1.
Α. Ευτυχίου, για τον Καθ'ου η αίτηση 2.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή οι αιτητές, εγγεγραμμένοι εξ' αδιαιρέτου ιδιοκτήτες του τεμαχίου 81, Φ/Σχ. 35/6310V01, με αρ. εγγραφής 4929, που βρίσκεται εντός των ορίων της κοινότητας του χωριού Σίμου στην επαρχία Πάφου, επιδιώκουν την ακύρωση της «Απόφασης των Καθ'ων η αίτηση, η οποία δημοσιεύθηκε στο Τρίτο Παράρτημα (Μέρος ΙΙ) της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας με αρ. 4407 και ημερ. 11/3/2011 δυνάμει Διοικητικής Πράξης με αρ. 183 και με την οποία απαλλοτρίωσε μέρος του κτήματος των Αιτητών με Αρ. Τεμ. 81, Φύλλο / Σχέδιο 35/6310V01, στο χωριό Σίμου, της Επαρχίας Πάφου και η οποία περιήλθε εις γνώση των Αιτητών με την πιο πάνω δημοσίευση ......», ως άκυρης, παράνομης, αντισυνταγματικής και άνευ οιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.
Της δημοσίευσης του Διατάγματος Απαλλοτρίωσης αρ. 183, προηγήθηκε η δημοσίευση της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης της επίδικης ιδιοκτησίας των αιτητών στις 10/9/2010, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας 4379, με αριθμό Α.Δ.Π. 750.
Τη δημοσίευση της Γνωστοποίησης Απαλλοτρίωσης ακολούθησε η υποβολή ένστασης από πλευράς των αιτητών, στις 20/9/2010, η οποία αφού εξετάστηκε απορρίφθηκε.
Θα πρέπει να λεχθεί ότι της επίδικης απαλλοτρίωσης είχε προηγηθεί σειρά γεγονότων που χρονολογούνται από το 2005 και συνθέτουν ένα μακρύ ιστορικό, σε λεπτομέρειες του οποίου θα αναφερθώ αν κρίνω ότι μια τέτοια αναφορά εξυπηρετεί τις ανάγκες της παρούσας απόφασής μου. Επί του παρόντος περιορίζομαι να αναφέρω ότι σκοπός της επίδικης απαλλοτρίωσης ήταν η κατασκευή δρόμου στην κοινότητα Σίμου.
Πρωταρχική και δεσπόζουσα θέση ανάμεσα στους προβαλλόμενους λόγους ακύρωσης κατέχει ο πρώτος λόγος ακύρωσης, σύμφωνα με τον οποίο «η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από όργανο - το Κοινοτικό Συμβούλιο (Σίμου) - το οποίο δεν είχε εξουσία ή αρμοδιότητα να προβεί στην απαλλοτρίωση».
Με αιχμή του δόρατος τους την απόφαση του αδελφού Δικαστή Χατζηχαμπή, νυν Προέδρου του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στην υπόθεση Μανέντζου ν. Κοινοτικού Συμβουλίου Κάμπου κ.ά., Υπόθεση Αρ. 997/2010, ημερομηνίας 10/5/2011, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των αιτητών επικαλούμενοι, προς ενίσχυση της επί του προκειμένου θέσης τους, τους προβληματισμούς της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου που διατυπώθηκαν στα πλαίσια της απόφασης στην υπόθεση Κοινοτικό Συμβούλιο Σίμου ν. Παμπορή, Α.Ε. 37/3009, ημερομηνίας 20/4/2012, υπέβαλαν, με αναφορά στις πρόνοιες του άρθρου 23.4 του Συντάγματος[1], ότι τα Κοινοτικά Συμβούλια δεν συνιστούν «νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου» εντός της εννοίας των συγκεκριμένων προνοιών και συνεπώς, δεν έχουν εξουσία να προβαίνουν σε απαλλοτριώσεις, παρά το γεγονός ότι τους δίνεται δικαίωμα απαλλοτρίωσης από τις πρόνοιες του άρθρου 63 του περί Κοινοτήτων Νόμου.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος των καθ'ων η αίτηση 2 επισημαίνοντας το γεγονός ότι εναντίον της απόφασης στην υπόθεση Μανέντζου καταχωρήθηκε έφεση, η εκδίκαση της οποίας εκκρεμεί, απέρριψε την απόφαση ως εσφαλμένη ενώ, τονίζοντας ταυτόχρονα ότι οι προβληματισμοί της Ολομέλειας στην υπόθεση Παμπορή ουδέποτε απαντήθηκαν από την Ολομέλεια και συνεπώς παρέμειναν, όπως υπέβαλε, στη σφαίρα του προβληματισμού χωρίς καμιά ουσιαστικά νομολογιακή αξία, υποστήριξε, παραπέμποντας για σκοπούς επίρρωσης της επί του προκειμένου εκ διαμέτρου αντίθετης θέσης του, σε συγγράμματα (Basu's Commentary on the Constitution of India, 6th Edition, Vol. Q, pages 73, 74, Halsbury's Laws of England, 3rd Edition, Vol. 30, p. 682, para. 1317, Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο υπό Α.Ι. Τάχου, 5η Έκδοση (1996), παρ. Έννοια, Θεμελίωση, Γνωρίσματα και Εποπτεία των Ν.Π.Δ.Δ., σελ. 242-243), όπως και σε νομολογία (Κανέλλης κ.ά. ν. Κοινοτικού Συμβουλίου Παλαιομετόχου (2005) 3 Α.Α.Δ. 640), ότι τα Κοινοτικά Συμβούλια, ως Αρχές της τοπικής αυτοδιοίκησης, έχουν δικαίωμα και αρμοδιότητα να προβαίνουν σε απαλλοτρίωση ακίνητης ιδιοκτησίας, δυνάμει του άρθρου 23.4 του Συντάγματος, των άρθρων 63 και 82(2) (κ.γ.) του περί Κοινοτήτων Νόμου του 1999 (Ν. 86(Ι)/99) και των άρθρων 3(2)(9) και 6 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου του 1962 (Ν. 14/62). Παράλληλα, ο κ. Ευτυχίου υπέβαλε πως η διάκριση μεταξύ Δήμων και Κοινοτικών Συμβουλίων στο άρθρο 23 του Συντάγματος, ούτως ή άλλως, έχει εξαλειφθεί ενόψει ευρωπαϊκού κεκτημένου.
Επί της εν λόγω πτυχής της υπόθεσης και συγκεκριμένα σε σχέση με τον πρώτο προβαλλόμενο λόγο ακύρωσης, οι θέσεις των καθ'ων η αίτηση 1, κυλούν στις ίδιες γραμμές με αυτές του καθ'ου η αίτηση 2. Πέραν τούτου, οι καθ'ων η αίτηση 1 προβάλλουν, με τη μορφή προδικαστικής ένστασης, τη θέση, θέση η οποία απορρίπτεται από τους αιτητές, ότι Απαλλοτριούσα Αρχή είναι ο καθ'ου η αίτηση 2 και όχι η Δημοκρατία. Ο αρμόδιος Υπουργός απλά ενέκρινε, σύμφωνα με την κα Γαβριήλ, το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης εκ μέρους της Απαλλοτριούσας Αρχής, που είναι ο καθ'ου η αίτηση 2, «αρκούμενος», σύμφωνα με τη συνήγορο «σε μια απλή και τυπική συγκατάθεση, ενέργεια η οποία εν πάση περιπτώσει δεν είναι αποφασιστικής φύσεως».
Κεντρικό άξονα γύρω από τον οποίο περιστρέφονται οι προβαλλόμενες στα πλαίσια του πρώτου λόγου ακύρωσης θέσεις των αιτητών, συνιστά το σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης στην υπόθεση Μανέντζου. Παραθέτω το σχετικό απόσπασμα από την εν λόγω απόφαση:
"Προκύπτει από το Άρθρο 122, και δη την αναφορά «ετέρω», ότι η έννοια του όρου «νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου» την οποία είχε υπόψη του ο νομοθέτης περιορίζετο σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου ανάλογα του οργανισμού Εσωτερικών Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου και του Οργανισμού Ηλεκτρισμού Κύπρου, ως προς τα οποία θα ίσχυαν βεβαίως και οι ακόλουθες διατάξεις περί ανάλογης συμμετοχής των δύο κοινοτήτων, δηλαδή αφορώντα το σύνολο της Δημοκρατίας στη βάση του διοικητικού της χαρακτήρα. Δεν υπάρχει οποιοδήποτε στοιχείο που να ενισχύει άλλη άποψη, και δη ότι το νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή ο οργανισμός δημοσίου δικαίου που είχε υπ' όψη του ο συνταγματικός νομοθέτης μπορούσε να επεκτείνεται σε τοπικές διοικήσεις. Αυτό επιβεβαιώνεται, πέραν των πιο πάνω θεμελιακών παραμέτρων, και με αναφορά στο αγγλικό κείμενο όπου η αντίστοιχη πρόνοια είναι "other public corporate or unincorporated body created in the public interest by a law". Εξ' άλλου, ως προς τις τοπικές διοικήσεις γίνεται ιδιαίτερη ρύθμιση για χωριστά δημαρχεία στο Άρθρο 173.
Ότι ο συνταγματικός νομοθέτης είχε την ίδια αντίληψη του όρου «νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου» και στο άρθρο 23.4, που θα ήταν και ευλόγως αναμενόμενο, είναι σαφές. Κατ' αρχάς, δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη για διαφορετική αντίληψη. Έπειτα, το Άρθρο 23.4 λαμβάνει εξ ίσου υπόψη του τη δικοινοτικότητα η οποία διέπει το Άρθρο 122. Δίνει δικαίωμα απαλλοτρίωσης στη Δημοκρατία, η οποία εκπροσωπεί το ίδιο το ενιαίο κράτος, στις δημοτικές αρχές, που συναρτώνται προς τις ρυθμίσεις του Άρθρου 173 για χωριστά δημαρχεία, και στις κοινοτικές συνελεύσεις με ρητή πρόνοια ότι οι απαλλοτριώσεις από αυτές θα είναι προς όφελος των σκοπών τους «και μόνον εις βάρος προσώπων ανηκόντων εις την αντίστοιχον κοινότητα». Πρόδηλο είναι ότι και η περαιτέρω πρόνοια, με την οποία δίδεται δικαίωμα απαλλοτρίωσης και σε νομικά πρόσωπα δημόσιου δικαίου και οργανισμούς κοινής ωφελείας, πρέπει να εντάσσεται στα ίδια πλαίσια και στην αντίληψη των όρων αυτών στο Άρθρο 122. Εξ ου και η περαιτέρω αναφορά στο Άρθρο 23.4(α) ότι η απαλλοτρίωση, σε όλες τις περιπτώσεις, μπορεί να γίνει μόνο -
«προς εξυπηρέτησιν σκοπού δημοσίας ωφελείας, ειδικώς καθορισμένου διά γενικού περί αναγκαστικής απαλλοτριώσεως νόμου, όστις θέλει θεσπισθή εντός έτους από της ημερομηνίας ενάρξεως της ισχύος του Συντάγματος».
Καταλήγω λοιπόν ότι ο συνταγματικός νομοθέτης ουδόλως παρείχε εξουσία απαλλοτρίωσης σε τοπικές διοικήσεις πλην των δημοτικών αρχών. Το ότι τέτοια εξουσία παρέχεται από το νόμο στα Κοινοτικά Συμβούλια, που δεν είναι βεβαίως δημοτικές αρχές, δεν μπορεί να είναι νόμιμο αφού υπερβαίνει τα πλαίσια του Συντάγματος ως προς το ποίος μπορεί κατ' εξαίρεση να παρέμβει με το δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Ως εκ τούτου, διαπιστώνεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται θεμελιακώς ερείσματος και ακυρώνεται για το λόγο αυτό."
Η πιο πάνω απόφαση με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο. Όπως πολύ ορθά σημειώνεται και από τους ευπαίδευτους συνήγορους των αιτητών, εάν πρόθεση του συνταγματικού νομοθέτη, ο οποίος κατά το χρόνο θέσπισης του Συντάγματος τεκμαίρεται ότι είχε υπόψη του την ισχύουσα μέχρι τότε νομοθετική κατάσταση, ήταν, εκτός από τις Δημοτικές Αρχές, να περιλάβει στην εμβέλεια των προνοιών του άρθρου 23.4 του Συντάγματος και τις μη Δημαρχούμενες περιοχές, π.χ. τις Κοινοτικές Αρχές, θα τις περιλάμβανε με τρόπο ρητό στις εν λόγω πρόνοιες με το να τις κατονομάσει. Τέτοιο πράγμα όμως δεν έγινε. Εξάλλου, υπέρ την υιοθετηθείσας στην υπόθεση Μανέντζου (πιο πάνω) θέσης, συνηγορούν κατά τη γνώμη μου και οι προβληματισμοί που εκφράστηκαν από την Ολομέλεια στην υπόθεση Παμπορή (πιο πάνω), οι οποίοι αποτέλεσαν και το αντικείμενο της έντονης διαφωνίας που προέκυψε μεταξύ των συνηγόρων των εμπλεκόμενων πλευρών, αναφορικά με τη σημασία της, σε σχέση με το υπό συζήτηση θέμα. Παραθέτω τους εν λόγω προβληματισμούς:
"Το θέμα ανάγεται στο κατά πόσο τα Κοινοτικά Συμβούλια, έστω και αν τους δίδεται δικαίωμα απαλλοτρίωσης από το άρθρο 63 του περί Κοινοτήτων Νόμου, περιλαμβάνονται στους ρητώς προνοούμενους στο Άρθρο 23.4 και μόνους δικαιούμενους να διενεργούν απαλλοτρίωση, εν όψει του ότι τούτο ορίζει ότι ιδιοκτησία μπορεί να απαλλοτριωθεί «... υπό της Δημοκρατίας ή υπό της δημοτικής αρχής, ως και υπό Κοινοτικής Συνελεύσεως .... ως επίσης και υπό νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή οργανισμού κοινής ωφελείας, προς ους έχει παραχωρηθή τοιούτον δικαίωμα υπό του νόμου ....». Να σημειωθεί ότι και το άρθρο 2 του Ν. 15/1962 ορίζει την απαλλοτριούσα αρχή (και δεν θα μπορούσε να ήταν άλλως πως) με τους ιδίους όρους του Άρθρου 23.4.
Το θέμα εξετάσθηκε ευθέως μόνο πρωτοδίκως στην υπόθεση Μανέτζου ν. 1. Κοινοτικού Συμβουλίου Κάμπου 2. Δημοκρατίας, 997/2010, 10.5.2011 (στην οποία έγινε αναφορά και στην Καραογλαγιάν κ.α. ν. Δημοκρατίας, 1238/2008, 7.2.2011), όπου και εκρίθη ότι τα Κοινοτικά Συμβούλια δεν εμπίπτουν στο όρο «νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου» του Άρθρου 23.4, ο οποίος εσκοπείτο να περιλάβει μόνο οργανισμούς και ιδρύματα, όπως τα αναφερόμενα στο Άρθρο 23.4, και δεν επεκτείνεται σε τοπικές αρχές. Να σημειωθεί ότι κατά της απόφασης αυτής κατεχωρήθη η ΑΕ 78/2011.
Η υπόθεση Κανέλλης κ.α. ν. Κοινοτικού Συμβουλίου Παλαιομετόχου (2005) 3 Α.Α.Δ. 610 δεν αφορούσε το εδώ εγειρόμενο θέμα παρά μόνο το θέμα του συσχετισμού του περί Ταφής Νόμου, Κεφάλαιο 247 (η υπόθεση αφορούσε απαλλοτρίωση για ανέγερση νεκροταφείου), του περί Κοινοτήτων Νόμου του 1999 και του Ν. 15/1962. Δεν ηγέρθη θέμα κατά πόσον Κοινοτικά Συμβούλια έχουν το δικαίωμα απαλλοτρίωσης δυνάμει του Άρθρου 23.4, παρά μόνο αρμοδιότητάς τους σε συνάρτηση με τους εν λόγω νόμους. Ανάλογα ισχύουν ως προς την υπόθεση Μιχαηλίδης ν. Δημοκρατίας κ.α., 1569/2008, 14.10.2010, που απευθύνθηκε στην αυτοτέλεια της διαδικασίας απαλλοτρίωσης δυνάμει του Ν. 86(Ι)/1999 από εκείνη του Ν. 15/1960. Ούτε η υπόθεση Κυπριανού ν. ΑΤΗΚ (αρ. 1) (1998) 3 ΑΑΔ 255, που απεφάσισε ότι η ΑΤΗΚ δεν είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου για σκοπούς του Ν. 150/1990, εν όψει του ότι έχει αποκτήσει οικονομική αυτοτέλεια χωρίς κρατική παρέμβαση ώστε τα κεφάλαια της να μην παρέχονται ή να είναι εγγυημένα από τη Δημοκρατία, αφορά ευθέως το θέμα.
Έχουμε εκθέσει τους προβληματισμούς μας ως προς το θέμα, δεν θεωρούμε όμως αναγκαίο ή πρόσφορο να το αποφασίσουμε εν όψει του ότι, όχι μόνο το Κοινοτικό Συμβούλιο Σίμου και η Δημοκρατία, αλλά και η ίδια η Εφεσίβλητη, ως πρωτίστως ενδιαφερόμενη στο θέμα εφόσον θα επηρεάζετο ευμενώς από οριστική κατάληξη επ' αυτού, δεν αμφισβητούν ότι το Κοινοτικό Συμβούλιο έχει εξουσία να προβαίνει σε απαλλοτριώσεις, αλλά και ενόψει της ακόλουθης κατάληξης μας επί της ουσίας."
Συμφωνώ με τους ευπαίδευτους συνηγόρους των καθ'ων η αίτηση, ότι οι πιο πάνω προβληματισμοί της Ολομέλειας, παρέμειναν στη σφαίρα του προβληματισμού χωρίς ποτέ η Ολομέλεια να αποφανθεί επί του συγκεκριμένου θέματος. Όμως, όπως πολύ εύστοχα επισημαίνεται από τους ευπαίδευτους συνηγόρους των αιτητών, «Αν ήταν διαφορετικά τα πράγματα προς τι οι πιο πάνω προβληματισμοί;»
Συμφωνώ, όπως έχω ήδη αναφέρει, με τη προσέγγιση στην υπόθεση Μανέντζου, το σκεπτικό της οποίας υιοθετώ και για σκοπούς της παρούσας απόφασής μου.
Ως εκ τούτου, η προσφυγή θα πρέπει να επιτύχει και η προσβαλλόμενη απόφαση να ακυρωθεί ως στερούμενη θεμελιακού ερείσματος.
Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης μου κρίνω ότι δεν συντρέχει λόγος να εξετάσω τους υπόλοιπους λόγους ακύρωσης. Με δεδομένη επίσης την κοινή για όλες τις πλευρές θέση, ότι Απαλλοτριούσα Αρχή στην κρινόμενη περίπτωση είναι ο καθ'ου η αίτηση 2, κρίνω επίσης ότι δεν συντρέχει λόγος να εξετάσω την προδικαστική ένσταση.
Ενόψει όλων των πιο πάνω, η προσφυγή επιτυγχάνει. Η επίδικη πράξη ακυρώνεται με €1.300 έξοδα, υπέρ των αιτητών και εναντίον του καθ'ου η αίτηση 2. Μεταξύ αιτητών και καθ'ων η αίτηση 1, κρίνω ότι δεν συντρέχει λόγος να επιδικάσω οποιαδήποτε έξοδα.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
Δ.
/ΔΓ
[1] Οιαδήποτε κινητή ή ακίνητος ιδιοκτησία ή οιονδήποτε δικαίωμα ή συμφέρον επί τοιαύτης ιδιοκτησίας δύναται να απαλλοτριωθή αναγκαστικώς υπό της Δημοκρατίας ή υπό της δημοτικής αρχής, ως και υπό Κοινοτικής Συνελεύσεως υπέρ εκπαιδευτικών, θρησκευτικών, φιλανθρωπικών ή αθλητικών σωματείων, οργανώσεων ή ιδρυμάτων υποκειμένων εις την αρμοδιότητα αυτής και μόνον εις βάρος προσώπων ανηκόντων εις την αντίστοιχον κοινότητα, ως επίσης και υπό νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ή οργανισμού κοινής ωφελείας, προς ους έχει παραχωρηθή τοιούτον δικαίωμα υπό του νόμου και δη μόνον:
(α) .......................................................................................................
(β) .......................................................................................................
(γ) .......................................................................................................