ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ  ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Υπόθεση  Αρ.  486/2011)

 

28 Αυγούστου, 2013

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στης]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ,

Αιτητής,

ΚΑΙ

 

ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Καθ΄ ων η αίτηση.

____________________

 

Μ. Καλλιγέρου (κα.), για τον Αιτητή.

Κ. Χ΄΄ Ιωάννου, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

Α. Πηλείδου (κα.), για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη.


Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:    Με την εξεταζόμενη προσφυγή, ο αιτητής ζητά :

 

«Δήλωση και/ή Απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ότι η απόφαση της Καθ' ης η αίτηση, που κοινοποιήθηκε στον αιτητή με ανακοίνωση προς όλο το προσωπικό ημερομηνίας 23/3/2011, (Συνημμένο «1», στην αίτηση ακυρώσεως) σύμφωνα με την οποία τα ενδιαφερόμενα μέρη αρ.1. Κυριάκος Κυλίλης και 2. Ξενοφών Παντελή προήχθησαν από την 22/3/2011 στην μόνιμη θέση Τεχνικού Επόπτη Β', αντί και/ή στην θέση του αιτητή, είναι παράνομη, άκυρη και/ή χωρίς κανένα νόμιμο αποτέλεσμα.»

 

 

Ο αιτητής ήταν υποψήφιος για προαγωγή στην επίδικη θέση. Εργάζεται στην ΑΤΗΚ από το 1980 και κατέχει τη θέση Επιθεωρητή από την 1/11/1995.

 

Είναι η θέση του ότι η διαδικασία που ακολουθήθηκε στην Αρχή Τηλεπικοινωvιών Κύπρου για τις προαγωγές, ήταν παράνομη και/ή παράτυπη και/ή έκδηλα καταχρηστική και παραβιάστηκε το δεδικασμένο ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην προσφυγή 1253/07, ημερομηνίας 23/3/2010.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος των Ε/Μ προβάλλει προδικαστική ένσταση πως ο αιτητής, δεν έχει έννομο συμφέρον να προωθήσει την εξεταζόμενη προσφυγή επειδή, όπως ισχυρίζεται, δεν κατέχει τα απαιτούμενα προσόντα της παραγράφου 8 (1) (Α) (α) των Περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Γενικών  Κανονισμών Προσωπικού του 1982, Κ.Δ.Π. 220/82, (οι Κανονισμοί).

Η προδικαστική ένσταση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή κατά την κρίση μου.

 

Εφόσον ο αιτητής κρίθηκε καθόλα  προσοντούχος για τη διεκδίκηση της επίδικης θέσης από τους καθών η αίτηση[1] και δεν είχε  τεθεί θέμα μη κατοχής προσόντων απο τον αιτητή, τα Ε/Μ σύμφωνα με  τη σχετική νομολογία, κωλύονται  να  προβάλουν τέτοιον ισχυρισμό στην παρούσα διαδικασία.

 

Σύμφωνα με τα όσα περιέχονται στην ένσταση και από τον Πίνακα σύγκρισης των υποψηφίων που ετοιμάστηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο του αιτητή σημειώνω ότι   τόσο ο αιτητής όσο και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα Κ. Κυλίλης,  Ξ. Παντελή κατέχουν Diploma of Technician Engineer in  Electrical Engineering, (ΗΤΙ).

 

Επίσης σημειώνω ότι ο αιτητής διορίστηκε στη θέση Επιθεωρητή Τεχνικού Προσωπικού, (Κλ. Β9-ΒΙ0) την 1/11/1995 ενώ τα  Ε/Μ διορίστηκαν στην ίδια θέση την  1/7/1999.

 

Ως προς τη βαθμολογημένη αξία των ενδιαφερομένων μερών,  παρατηρώ ότι, στα πρακτικά της συνεδρίας της ΑΤΗΚ ημερομηνίας 22/3/2011, σημειώθηκε ότι δεν υστερούν κατά την τελευταία τριετία από κανέναν υπάλληλο. Το Συμβούλιο συγκεκριμένα σημείωσε ότι:  «Οι δύο αυτοί υπάλληλοι βαθμολογήθηκαν με 5 για τα έτη 2004, 2005 και 2006. Η βαθμολογία τους την επόμενη τριετία, δηλαδή για τα έτη 2007, 2008 και 2009 είναι χαμηλότερη (4,91 για τον υποψήφιο Κυριάκο Κυλίλη και 4,94 για τον υποψήφιο Ξενοφώντα Παντελή) για το λόγο ότι οι δύο υπάλληλοι για τα έτη 2007, 2008 και 2009 κρίθηκαν με τα 24 αυστηρότερα κριτήρια του Τεχνικού Επόπτη Β' και Α' αντί των 10 κριτηρίων του Επιθεωρητή με τα οποία κρίθηκαν για τα έτη 2004, 2005 και 2006».

 

Κατά τον αιτητή, η σύσταση του Συμβουλίου Προσωπικού, στην προκειμένη περίπτωση, πάσχει ως αναιτιολόγητη και/ή πεπλανημένη και/ή αντίθετη με τα στοιχεία των υπηρεσιακών φακέλων των υποψηφίων.

 

Παρατίθεται το σχετικό απόσπασμα  της Σύστασης του Συμβουλίου Προσωπικού, ημερομηνίας 13/1/2011:

 

 «Ύστερα από την πιο πάνω αξιολόγηση και σύγκριση των 71 υποψηφίων μεταξύ τους, ο Πρόεδρος Μ.Καρατζιάς και όλα τα μέλη του Συμβουλίου Προσωπικού έχοντας και πάλιν υπόψη στο σύνολό τους τα κριτήρια που καθιερώνει ο Κανονισμός 10(7), όπως έχει τροποποιηθεί με την ΚΔΠ 163/90-13.7.90), δηλαδή την υπηρεσιακή επίδοση και απόδοση καθώς και εκείνο της ουσιαστικής καταλληλότητας, στο οποίο περιλαμβάνονται η αξία, η πείρα, τα προσόντα και η γενική υπηρεσιακή εικόνα του υπαλλήλου, τις  βαθμολογίες, τις παρατηρήσεις και τις  συστάσεις των Προϊσταμένων τους στα Φύλλα Ποιότητας (Εκθέσεις Προόδου/ Προαγωγής ) (ΦΠ/Π), τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις και τα Έντυπα Αξιολογήσεως στις Υπηρεσιακές Εκθέσεις και όλα τα ενώπιον τους στοιχεία καθώς και το υπόλοιπο περιεχόμενο του προσωπικού τους φακέλου περιλαμβανομένων των προσόντων ενός εκάστου, αποφάσισαν ομόφωνα να συμβουλεύσουν την Αρχή να προχωρήσει στην πλήρωση των δύο (2) κενών θέσεων Τεχνικού Επόπτη Β' προάγοντας τους πιο κάτω υποψηφίους τους οποίους θεωρούν ουσιαστικά καταλληλότερους.»

 

(Στη συνέχεια παρατίθενται τα ονόματα και τα στοιχεία των δύο Ε/Μ).

 

 

Η πιο  πάνω σύσταση, ισχυρίζεται η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή, πάσχει ως γενική, αόριστη και αναιτιολόγητη καθώς δεν είναι καθόλου ευνόητο ποιό από τα θεσμοθετημένα κριτήρια έλαβε υπόψη του το Συμβούλιο Προσωπικού για τη σύσταση των Ε/Μ 1 και 2.

 

Από τον Πίνακα σύγκρισης των υποψηφίων προκύπτει ότι ο αιτητής υπερέχει καταφανώς σε αρχαιότητα στην προηγούμενη θέση έναντι και των δύο Ε/Μ. Ως προς την αξία, τα τελευταία 3 έτη (αυτά που λήφθηκαν υπόψιν) ο αιτητής είναι ισότιμος με τα Ε/Μ 1 και 2 . Ενόψει των πιο πάνω δεδομένων είναι  προφανές  ότι  εμφιλοχώρησε πλάνη στην επίδικη επιλογή  των ενδιαφερόμενων προσώπων καθώς δεν φαίνεται σε τι υπερτερούσαν έναντι του Αιτητή, καταλήγει η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή.

 

'Έχει νομολογηθεί ότι η βαρύτητα μιας σύστασης εξαρτάται από το βαθμό στον οποίο συνάδει με τα στοιχεία του φακέλου. Περαιτέρω η νομολογία επιβάλλει ότι η αιτιολόγηση πρέπει να είναι επαρκής και πειστική έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότητα δικαστικού ελέγχου της εγκυρότητας και της νομιμότητάς της.

 

Η σύσταση υποψηφίων ως των καταλληλότερων σε διαδικασία προαγωγής προϋποθέτει πειστική αιτιολογία σε σύγκριση με τους υπόλοιπους ώστε να είναι επιτρεπτός ο δικαστικός έλεγχος. Αιτιολόγηση σημαίνει την αποκάλυψη των λόγων για τις επιλογές που γίνονται, ο προσδιορισμός δε των λόγων αυτών είναι απαραίτητος για τη σαφή αιτιολόγηση της απόφασης, ώστε να καθίσταται δυνατός ο δικαστικός έλεγχος.

 

Περαιτέρω, όπως έχει λεχθεί στη νομολογία, η νομιμότητα της αιτιολόγησης μιας σύστασης εξετάζεται σε συνάρτηση με τα τρία θεσμοθετημένα κριτήρια, αξία, προσόντα και αρχαιότητα, όπως αυτά αντικατοπτρίζονται μέσα από τους προσωπικούς φακέλους καθώς και τις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις.

 

Η καθ' ης η αίτηση Αρχή αντιτείνει ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι νόμιμη και ότι το θεσμοθετημένο κριτήριο για τις προαγωγές στην Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου είναι η «επίδοση/απόδοση και ουσιαστική καταλληλότητα» του κάθε υποψηφίου σύμφωνα με τον Καν. 10(7) των σχετικών Κανονισμών. Περαιτέρω τονίζεται   ότι η αρχαιότητα  δεν έχει την ίδια βαρύτητα όπως στη δημόσια υπηρεσία.

Έχω μελετήσει προσεκτικά την εκατέρωθεν επιχειρηματολογία και τα δεδομένα της εξεταζόμενης υπόθεσης και συμφωνώ με τη θέση της ευπαίδευτης συνήγορου του αιτητή ότι η σύσταση του Συμβουλίου Προσωπικού δεν βασίστηκε στη σύγκριση των στοιχείων των υπηρεσιακών φακέλων των υποψηφίων, ούτε στηρίχθηκε σε κάποιο από τα θεσμοθετημένα κριτήρια τα οποία εντάσσονται στο κριτήριο της ουσιαστικής καταλληλότητας. Απλώς το Συμβούλιο Προσωπικού κατέγραψε την κρίση του, «αιτιολογώντας » την γενικά και αόριστα. Το Συμβούλιο Προσωπικού, καμία επεξήγηση έδωσε ως προς το λόγο που επέλεξε να συστήσει τα Ε/Μ.

 

Σαν δεύτερος λόγος ακύρωσης προβάλλεται ότι και η σύσταση του Ανώτερου Εκτελεστικού Διευθυντή πάσχει ως αναιτιολόγητη και χωρίς δυνατότητα να συμπληρωθεί η αιτιολογία από τους φακέλους.

 

Παρατίθεται σχετικό απόσπασμα της Σύστασης του Ανώτερου Εκτελεστικού Διευθυντή, όπως επισυνάπτεται στην Ένσταση των καθ' ων η αίτηση:

 

«Αφού συμφώνησα με τον πίνακα των υποψηφίων όπως περιγράφονται στα πρακτικά του Συμβουλίου Προσωπικού, μελέτησα τόσο τα πρακτικά αυτά, όσο και το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων των υποψηφίων, στους οποίους περιλαμβάνονται τα Φύλλα Ποιότητας/Προαγωγής τους ή/και οι Υπηρεσιακές τους Εκθέσεις ή/και τα Έντυπα Αξιολόγησής τους.

 

Στη συνέχεια προχώρησα σε διεξοδική μελέτη και σύγκριση των 71 υποψηφίων μεταξύ τους, λαμβάνοντας υπ'όψιν στο σύνολό τους τα κριτήρια που καθιερώνει ο Κανονισμός 10(7), δηλαδή την υπηρεσιακή επίδοση και απόδοση καθώς και εκείνο της ουσιαστικής καταλληλότητας, στο οποίο περιλαμβάνονται η αξία, η πείρα, τα προσόντα και η γενική υπηρεσιακή εικόνα του υπαλλήλου, τις  βαθμολογίες, τις  παρατηρήσεις και τις συστάσεις των Προϊσταμένων τους, τις Υπηρεσιακές Εκθέσεις και τα Έντυπα Αξιολογήσεως και όλα τα ενώπιόν μου στοιχεία καθώς και το υπόλοιπο περιεχόμενο του προσωπικού τους φακέλου περιλαμβανομένων των προσόντων ενός εκάστου.

 

Από την πιο πάνω μελέτη κατέληξα στο ίδιο συμπέρασμα με το Συμβούλιο Προσωπικού, δηλαδή ότι οι υποψήφιοι Κυριάκος Κυλίλη (1223) και Ξενοφών Παντελή (2103) υπερέχουν από τους υπόλοιπους σε ουσιαστική καταλληλότητα, για αυτό εισηγούμαι  την προαγωγή τους.»

 

 

Η καθ' ης η αίτηση Αρχή αντιπαραθέτει ότι με βάση τους κανονισμούς δεν απαιτείται αιτιολογία στην εισήγηση του Διευθυντή.

 

Είναι ορθή η επισήμανση ότι με βάση τους Κανονισμούς δεν απαιτείται η εισήγηση του Διευθυντή να είναι αιτιολογημένη.

 

Σύμφωνα όμως με τη νομολογία όταν δίδεται αιτιολογία,  αυτή ελέγχεται από το Ακυρωτικό Δικαστήριο[2]

 

Στην προκείμενη περίπτωση, η εισήγηση του Διευθυντή περιέχει αιτιολογία και επομένως αυτή ελέγχεται . Η αιτιολογία της εισήγησης του Διευθυντή αναφέρεται στο γεγονός ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη θεωρήθηκαν καταλληλότερα για τη θέση από τους άλλους υποψηφίους, συμπεριλαμβανομένου του αιτητή.

 

Σύμφωνα με τον Κανονισμό 10(7) των Κανονισμών κριτήρια για τις προαγωγές είναι η υπηρεσιακή επίδοση και απόδοση των υποψηφίων και η εν γένει ουσιαστική καταλληλότητά τους, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του προσωπικού τους φακέλου, τα φύλλα ποιότητας και τα φύλλα προαγωγής τους.

 

Από την εξέταση των στοιχείων των φακέλων, όμως, προκύπτει ότι τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν υπερέχουν  στα κύρια κριτήρια της επίδοσης, απόδοσης και ουσιαστικής καταλληλότητας, έναντι του αιτητή.

 

Διαπιστώνεται επίσης, από τους πίνακες, ότι ο αιτητής υπερέχει σε αρχαιότητα στην προηγούμενη θέση, έναντι των Ε/Μ κατά 3 χρόνια και 8 μήνες.

 

Στα κριτήρια αξία και προσόντα, αιτητής και Ε/Μ είναι ισοδύναμοι.

 

Στην ΑΤΗΚ ν. Στασοπούλου (2005) 3 ΑΑΔ 157 η Ολομέλεια, με αναφορά και στη Λοΐζου Βαρνάβα ν. ΑΤΗΚ, υπόθ. αρ. 152/03, ημερ. 20.10.2004, σημείωσε ότι τόσο το στοιχείο της αρχαιότητας, όσο και των προσόντων, παρόλο που δεν κατονομάζονται ρητά στον Καν. 10(7)), έχουν τη δική τους σημασία, ως εντασσόμενα και συμπεριλαμβανόμενα στο κριτήριο της «ουσιαστικής καταλληλότητας» του Καν. 10(7). Η αρχαιότητα με την προσθήκη της πείρας έχει τη δική της σημασία, αποφασιστική μάλιστα, όταν τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσης είναι ισοδύναμα.

 

Στην καθοδηγητική απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας, Μοδίτης  ν. Δnμοκρατίας  (2002) 3 Α.Α.Δ 695, αποφασίστηκε ότι η σύσταση του Προϊσταμένου δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων όπως αυτή εμφανίζεται στους φακέλους. Καθήκον του προϊσταμένου είναι, με τη σύστασή του, που πρέπει να βασίζεται στην αξιολόγησή του επί των αποδεκτών κριτηρίων, να γνωματεύσει ποιος από τους υποψήφιους θεωρείται ο καταλληλότερος για την προτεινόμενη θέση. Λέχθηκε ακόμα ότι είναι ανεπίτρεπτο να αναπλάθεται βελτιωμένη εικόνα υπέρ κάποιου υποψηφίου εκεί όπου οι ετήσιες αξιολογήσεις, δεν τον εμφανίζουν να υπερέχει, και να διαμορφώνεται έτσι,  εκ των υστέρων,  νέα κατάσταση πραγμάτων.

 

Στην προκείμενη περίπτωση δεν υπερέχουν, σε κανένα κριτήριο, τα ενδιαφερόμενα μέρη από τον αιτητή και επομένως ούτε και στην «ουσιαστική καταλληλότητα».

 

Έχει νομοληγηθεί, σε σχέση με τη σύσταση του Ανώτερου Εκτελεστικού Διευθυντή, ότι η απλή ανάπλαση στοιχείων και οι, κατά παρόμοιο τρόπο, γενικές παρατηρήσεις που έγιναν και από το Συμβούλιο Προσωπικού, περί εξαίρετων και ικανότατων υπαλλήλων, δεν αποτελούν παρά επανάληψη των αξιολογηθέντων στοιχείων των υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων και, εφόσον ελλείπει η σύγκριση, δεν είναι δυνατό να προκύψουν δεδομένα από τα οποία να μπορεί να γίνει δικαστικός έλεγχος ή να αιτιολογηθούν τα αναιτιολόγητα[3].

 

Φαίνεται ότι ο Ανώτερος Εκτελεστικός Διευθυντής υιοθέτησε απλά τη σύσταση του Συμβουλίου Προσωπικού, προσδίδοντας υπεροχή στα Ενδιαφερόμενα Μέρη, χωρίς όμως να επεξηγεί πώς είναι, ουσιαστικά, καταλληλότερα για τις επίδικες θέσεις προαγωγής.

 

Στην προκείμενη περίπτωση, ο αιτητής υπερτερεί των Ε/Μ σε αρχαιότητα κατά 3 χρόνια και 8 μήνες. Παρ' όλα αυτά δεν γίνεται καμία αναφορά ούτε καν λεκτική στην αρχαιότητα του αιτητή ούτε από το Συμβούλιο Προσωπικού ούτε και από τον Ανώτερο Εκτελεστικό Διευθυντή.

 

Όπως υποδείχτηκε στη Στασοπούλου (ανωτέρω), σε περίπτωση ισοδυναμίας των υποψηφίων, με ισοπεδωτική αξιολόγηση, το αδιέξοδο που προκύπτει μπορεί να αντιμετωπιστεί νόμιμα με καταφυγή στα τυχόν υπέρτερα προσόντα, ή στην αρχαιότητα, ως αντικειμενικά πλέον ρυθμιστικό κριτήριο.

 

Πάσχει, κατά συνέπεια, και  η τελική κρίση του Συμβουλίου της Αρχής, για το λόγο ότι υιοθέτησε τις πάσχουσες συστάσεις του Ανώτερου Εκτελεστικού Διευθυντή, και του Συμβουλίου Προσωπικού.

 

 'Εχει νομολογηθεί, πως όταν οι συστάσεις συγκρούονται με τη συνολική εικόνα που εμφανίζουν οι υποψήφιοι, θα πρέπει να παραγνωρίζονται ή να τους δίνεται περιορισμένη σημασία ανάλογα με την έκταση της σύγκρουσης.

 

Παραθέτω συναφώς απόσπασμα της τελικής απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου, όπως επισυνάπτεται στο, Παράρτημα  1 της Ένστασης, των καθ' ων η αίτηση:

 

«Σε συνέχεια των πιο πάνω, το Συμβούλιο, αφού σημείωσε ότι το σύνολο σχεδόν των υποψηφίων είναι πολύ καλοί υπάλληλοι και κατάλληλοι για προαγωγή, αποφάσισε ομόφωνα την πλήρωση των δύο κενών θέσεων Τεχνικού Επόπτη Β' με προαγωγή των υπαλλήλλων Κυριάκου Κυλίλη και Ξενοφώντα Παντελή αφού έκρινε ότι οι δύο αυτοί υπάλληλοι υπερτερούν των υπολοίπων σε ουσιαστική  καταλληλότητα.  Το Συμβούλιο κατέληξε στην απόφαση αυτή αφού έλαβε υπ' όψιν:

 

α.   Την ομόφωνη σύσταση του Συμβουλίου Προσωπικού για προαγωγή των δύο υπαλλήλων.

 

β. Την εισήγηση του Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή, η οποία συμπίπτει με τη σύσταση του Συμβουλίου Προσωπικού.

 

γ. Τη βαθμολογία των δύο υπαλλήλων, οι οποίοι δεν υστερούν κατά την τελευταία τριετία από κανέναν υπάλληλο. Το Συμβούλιο σημείωσε ότι οι δύο αυτοί υπάλληλοι  βαθμολογήθηκαν με 5 για τα έτη 2004, 2005 και 2006. Η βαθμολογία τους την επόμενη τριετία, δηλαδή για τα έτη 2007,2008 Και 2009 είναι χαμηλότερη (4,91 για τον υποψήφιο Κυριάκο Κυλίλη και 4,94 για τον υποψήφιο Ξενοφώντα Παντελή) για το λόγο όπ οι δύο υπάλληλοι για τα έτη 2007, 2008 και 2009 κρίθηκαν με τα 24 αυστηρότερα κριτήρια του Τεχνικού Επόπτη Β' και Α ' αντί των 10 κριτηρίων του Επιθεωρητή με τα οποία κρίθηκαν για τα έτη 2004, 2005 και 2006.

 

δ. Ότι δεν υστερούν από κανένα υποψήφιο σε αρχαιότητα στο βαθμό του Επιθεωρητή ή του Ανώτερου Τεχνικού, πλην του υποψήφιου Χαράλαμπου Μιχαηλίδη(1432), ο οποίος όμως δεν συστήνεται από το Συμβούλιο Προσωπικού και/ή τον Ανώτατο Εκτελεστικό  Διευθυντή.»

 

 

Η  απλή ανάπλαση στοιχείων και οι γενικές παρατηρήσεις του Συμβουλίου Προσωπικού περί «ουσιαστικά καταλληλότερων» υπαλλήλων, δεν αποτελούν παρά επανάληψη των αξιολογηθέντων στοιχείων των υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων και δεν προσθέτουν οτιδήποτε.

 

Συνακόλουθα ελλείπει η σύγκριση των υποψηφίων και δεν είναι δυνατό να ξεχωρίσουν, ως καλύτεροι, υποψήφιοι που είναι ισοδύναμοι και ουσιαστικά το ίδιο κατάλληλοι με τους μή συστηνόμενους.

 

 

Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, η προσφυγή επιτυγχάνει. Εκδίδεται απόφαση ως το αιτητικό. Έξοδα €1000.-, πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, υπέρ του αιτητή και εις βάρος των καθ΄ ων η αίτηση.   Καμιά διαταγή για έξοδα για τα ενδιαφερόμενα μέρη.

 

 

 

 

                                                        Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,

                                                                      Δ.

 

 

 

 

 

/ΕΑΠ.



[1] Δέστε τα πρακτικά της Συνεδρίασης της ΑΤΗΚ, ημερομηνίας 22/3/2011.

 

[2] Δέστε:  Κίκης Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 833.

 

[3] Δέστε:  ΑΤΗΚ v. Στασόπουλου (2005) 3ΑΑΔ 157.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο